ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Φ. Τ., Υπόθεση αρ. 86/2021, 4/2/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Φ. Τ., Υπόθεση αρ. 86/2021, 4/2/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

 

Υπόθεση αρ. 86/2021

 

 

 

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

 

 

 

 

 

 

 

v.

 

 

 

 

 

 

 

3. Φ. Τ.

 

 

 

__________________________

 

 

 

Ημερομηνία: 04 Φεβρουαρίου 2025

 

Εμφανίσεις:

 

Σ. Παπαλαζάρου (κα), για την Κατηγορούσα Αρχή

 

Η. Σατολιάς, για την Κατηγορούμενη 3

 

Κατηγορούμενη 3: απούσα

 

 

 

ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΗΣ

 

(ex tempore)

 

 

 

1.        Η διαδικασία διεξάγεται στην απουσία της Κατηγορούμενης 3, για τους λόγους που αναφέρονται στο πρακτικό της διαδικασίας. Κατόπιν της δικής της ομολογίας ενοχής, το Δικαστήριο θα πρέπει να επιβάλει ποινές σε τρεις κατηγορίες επί του κατηγορητηρίου:

 

7η Κατηγορία: ότι την 02 Ιανουαρίου 2021, στην οικία που αναφέρεται, ενώ είχε απαγορευτεί η παρουσία οποιωνδήποτε προσώπων σε οικία πέραν των μόνιμα σε αυτήν διαμενόντων προσώπων, εντοπίστηκε να είναι εκεί μαζί με άλλα πρόσωπα, κατά παράβαση των ισχυόντων τότε υγειονομικών μέτρων [άρθρο 7 περί Λοιμοκάθαρσης Νόμου Κεφ.260, ΚΔΠ 638/2020].

 

8η Κατηγορία: ότι την 02 Ιανουαρίου 2021 είχε στην κατοχή της έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή μάρκας LG, για τον οποίο υπήρχαν εύλογες υπόνοιες ότι ήταν κλοπιμαίος [άρθρο 309 περί Ποινικού Κώδικα Νόμος, ΠΚ].

 

9η Κατηγορία: ότι την 02 Ιανουαρίου 2021, εν γνώσει της ότι το τρίτο πρόσωπο, που κατονομάζεται, ενέχονταν στη διάπραξη κλοπής, παρείχε βοήθεια σε αυτόν, με σκοπό να του παράσχει δυνατότητα να διαφύγει την τιμωρία του [άρθρο 24 ΠΚ]

 

2.        Η παράβαση υγειονομικών μέτρων που σχετίζονταν με την αναχαίτιση της μετάδοσης του ιού Covid-19, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν ποινικό αδίκημα με βάση τον περί Λοιμοκάθαρσης Νόμο Κεφ.260 και την ΚΠΔ 638/2020. Η παράνομη κατοχή περιουσίας και η συνέργεια μετά τη διάπραξη κακουργήματος είναι ποινικά αδικήματα με βάση τον περί Ποινικού Κώδικα Νόμο Κεφ.154. Οι νόμοι προβλέπουν τις ανώτατες ποινές.

 

3.        Για το αδίκημα της παράβασης των υγειονομικών μέτρων (7η Κατηγορία), η προβλεπόμενη ποινή είναι μέχρι το ένα έτος φυλάκισης ή και πρόστιμο μέχρι τις €50.000. Η χρηματική ποινή είχε αυξηθεί το 2020, λόγω της έξαρσης του ιού Covid-19 και την ανάγκη εκτεταμένης εφαρμογής του νόμου τότε, για την καταστολή των υγειονομικών παραβάσεων. Σήμερα, δεν είναι σε ισχύ το απαγορευτικό υγειονομικό μέτρο της ΚΠΔ 638/2020, που αφορούσε την παρουσία μη διαμενόντων σε οικίες.

 

Για το αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας (8η Κατηγορία), κατά το άρθρο 309 ΠΚ, η ανώτατη προβλεπόμενη στον νόμο ποινή είναι η φυλάκιση μέχρι τους έξι μήνες.

 

Για το αδίκημα της συνέργειας μετά τη διάπραξη κακουργήματος (9η Κατηγορία), κατά το άρθρο 24 ΠΚ, η ανώτατη προβλεπόμενη στον νόμο ποινή είναι η φυλάκιση μέχρι και τα τρία χρόνια. Λαμβάνοντας υπόψη το ύψος της προβλεπόμενης ποινής φυλάκισης, αυτή είναι και η σοβαρότερη κατηγορία που αντιμετωπίζει η Κατηγορούμενη 3.

 

Με βάση το άρθρο 29 ΠΚ, το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ποινή φυλάκισης λιγότερου χρόνου ή, αντί ποινής φυλάκισης, να επιβάλει χρηματική ποινή ή και οποιαδήποτε άλλη ποινή.

 

4.        Είναι αυτεξήγητο το αξιόποινο των πράξεων που διαπράχθηκαν. Οι ποινές που επιβάλλει το Δικαστήριο πρέπει να είναι ανάλογες με τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διαπράχθηκαν.

 

5.        Ο χαρακτηρισμός ενός αδικήματος ως σοβαρού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ανώτατο όριο της ποινής που μπορεί να επιβληθεί με βάση τον νόμο. Εκείνος είναι ένας σημαντικός δείκτης της σοβαρότητας. Κάθε αδίκημα τοποθετείται σε κλίμακα έντασης[1]. Σε μεγάλο βαθμό, η ταξινόμηση του αδικήματος σε επίπεδο σοβαρότητας εξαρτάται και από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του από το συγκεκριμένο πρόσωπο, στη συγκεκριμένη περίπτωση (culpability), καθώς και από το μέγεθος της βλάβης που προκλήθηκε ή κινδύνευσε να προκληθεί από την παραβατική του συμπεριφορά σε πραγματικό επίπεδο (harm)[2].

 

6.        Το Δικαστήριο, αφού ταξινομήσει τα αδικήματα ως προς το επίπεδο έντασης ή σοβαρότητάς τους, και καθορίσει το σημείο εκκίνησης της επιμέτρησης, προβαίνει στην επιμέτρηση της ποινής, συναρτώντας την με τα γεγονότα της υπόθεσης αλλά και τις προσωπικές συνθήκες του κατηγορούμενου, για να καταλήξει στο είδος και έπειτα στην έκταση της ποινής που αρμόζει στην περίπτωση[3]. Σε αυτό το πλαίσιο, δυνατόν να υπάρχουν παράγοντες που είναι ελαφρυντικοί, και επιφέρουν περαιτέρω έκπτωση στην ποινή, αλλά και παράγοντες που είναι επιβαρυντικοί και εμποδίζουν να συμβεί κάτι τέτοιο ή που προκαλούν περαιτέρω αύξηση της ποινής. Το βάρος που δίδεται σε κάθε ελαφρυντικό ή επιβαρυντικό παράγοντα δεν είναι το ίδιο σε κάθε υπόθεση ή σταθερό. Η επιμέτρηση δεν γίνεται με αυστηρά ή με ακριβή μαθηματικά κριτήρια, αλλά γίνεται με γνώμονα την αναλογικότητα, η προσέγγιση της οποίας θα πρέπει να γίνεται με διαφανή τρόπο. Η εξατομίκευση της ποινής δεν μπορεί να εξουδετερώνει οποιουσδήποτε από τους σκοπούς της ποινής[4], αλλά και οι σκοποί της ποινής, κατά την επιβολή της, δεν θα πρέπει να αποσυνδέονται από την πραγματική διάσταση της εγκληματικότητας στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση.

 

7.        Το Δικαστήριο, συνηθέστερα, κινείται στα ανώτατα όρια της ποινής, όταν η φύση του εγκλήματος είναι τέτοια, ώστε να επιβάλλονται εξαιρετικά μέτρα αποτροπής, χάριν της προστασίας του κοινωνικού συνόλου, και παράλληλα το ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου είναι βεβαρημένο[5]. Γίνεται πάντοτε προσπάθεια αποφυγής της ποινής φυλάκισης, όπου δεν είναι απολύτως αναγκαία.

 

8.        Τα γεγονότα που εκτέθηκαν έχουν ως εξής: Υπήρχε μία πληροφορία ότι σε κάποια οικία στην Πάφο, σε ένα συγκρότημα κτηριακό στη Χλώρακα, υπάρχουν διάφορα άτομα, μεταξύ των οποίων η Κατηγορούμενη 3, με κλοπιμαία στην κατοχή τους. Εκδόθηκε δικαστικό ένταλμα έρευνας, με βάση το οποίο την 02 Ιανουαρίου 2021 η Αστυνομία εισήλθε στην αναφερόμενη οικία, όπου εντοπίστηκαν τα άτομα, και η Κατηγορούμενη 3, και ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής για τον οποίο δεν δόθηκαν εξηγήσεις. Υπήρξε συνεργασία της Κατηγορούμενης 3. Δεν είχε προσχεδιασμό ή οργανωμένη εγκληματική δράση, ούτε έγινε χρήση βίας. Υπήρχε και η παρορμητικότητα της νεαρής ηλικίας που είχε τότε η Κατηγορούμενη 3.

 

9.        Όλα τα προαναφερόμενα μαζί, οδηγούν το Δικαστήριο στο να ταξινομήσει τα αδικήματα σε επίπεδο έντασης ή σοβαρότητας χαμηλό, για τους σκοπούς της διαδικασίας. Βάσει αυτής της ταξινόμησης, για το αδίκημα της παράβασης των υγειονομικών μέτρων (7η Κατηγορία), η επιμέτρηση αρχίζει από τους τρεις μήνες φυλάκισης ή και τις €12.500. Για το αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας (8η Κατηγορία), η επιμέτρηση αρχίζει από τις 45 ημέρες φυλάκισης ή και ανάλογη χρηματική ποινή. Για το αδίκημα της συνέργειας μετά τη διάπραξη κακουργήματος (9η Κατηγορία), η επιμέτρηση αρχίζει από τους εννέα μήνες φυλάκιση ή και ανάλογη χρηματική ποινή.

 

10.     Λαμβάνεται υπόψη η συνεργασία της Κατηγορούμενης 3 με τις αρχές, υπό τις περιστάσεις και τις επιλογές που υπήρχαν, και η απολογία της, όπως εκφράστηκε στο Δικαστήριο, σε συνάρτηση με τη θετική στάση που επιδείχθηκε στην υπόθεση αυτή.

 

11.     Λαμβάνεται υπόψη, προς όφελος της, στον βαθμό που μπορεί να ληφθεί, πως δεν προσφέρθηκαν εναντίον της ως διαθέσιμες προηγούμενες καταδίκες και δεν έχει γενικότερα εγκληματικές δραστηριότητες που να έχουν απασχολήσει ξανά τη Δικαιοσύνη.

 

12.     Λαμβάνεται υπόψη και η πάροδος του χρόνου από τη διάπραξη των αδικημάτων, το 2021, σε συνάρτηση με την επίδραση του χρόνου στις προσωπικές συνθήκες της Κατηγορούμενης 3, με δεδομένη και την ηλικία της, κατά τον χρόνο διάπραξης των αδικημάτων. Ήταν στην εφηβεία, 18 ετών. Σήμερα, έχει δρομολογήσει διαφορετικά τη ζωή της, εφόσον είναι πλέον μητέρα ενός νεογέννητου παιδιού.

 

13.     Η παραδοχή στο Δικαστήριο δεν ήταν άμεση. Η ελαφρυντική επίδραση που έχει η παραδοχή, έστω σε αυτό το στάδιο, πριν την ακρόαση της υπόθεσης, σε χαμηλότερο βαθμό υπό τις περιστάσεις (10%), υφίσταται γιατί περισώζεται ακόμα κάποιος πολύτιμος δικαστικός χρόνος, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της μαρτυρίας που θα απαιτείτο να ακούσει το Δικαστήριο.

 

14.     Όταν επιβάλλονται διαφορετικές ποινές σε έναν Κατηγορούμενο, το καθήκον του Δικαστηρίου που επιβάλλει τέτοια ποινή είναι να βεβαιωθεί πως στο σύνολό της η ποινική μεταχείριση δεν είναι υπερβολική. Με βάση την αρχή της αναλογικότητας, θα πρέπει να ιδωθεί η συνολική ποινή που επιβάλλεται, ώστε να είναι ανάλογη προς την εγκληματική συμπεριφορά. Η αρχή αυτή, που συνοψίζεται ως η αρχή της συνολικότητας της ποινής, αναφέρθηκε και σε εγχώρια νομολογία[6].

 

15.     Συνοψίζοντας, το είδος και η έκταση της ποινής που θα επιβληθεί έχει καθοριστεί λαμβάνοντας υπόψη τη νόμιμη, τους σκοπούς των ποινών, τις περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος, την ταξινόμηση της παραβατικότητας σε επίπεδο σοβαρότητας, τις αρχές της επιμέτρησης, όλους τους παράγοντες που θα μπορούσαν να επιδράσουν στην ποινή στη συγκεκριμένη περίπτωση, και τον βαθμό στον οποίον θα πρέπει να γίνει αισθητή η ποινική μεταχείριση στο σύνολό της[7].

 

16.     Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός πως η Κατηγορούμενη 3 είναι μητέρα ανήλικου παιδιού κάτω από τριών ετών και τις πρόνοιες του περί της Προστασίας Ανήλικων Τέκνων Καταδικασθεισών ή Ύποπτων Μητέρων Νόμου 33(I)/2005, και υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης που περιλαμβάνουν τη μη ύπαρξη βίας και κινδύνου για το κοινωνικό σύνολο, αλλά και το νεαρό της ηλικίας της Κατηγορούμενης 3 κατά τον χρόνο διάπραξης των αδικημάτων, τον τρόπο εμπλοκής της σε αυτά, και την πάροδο των ετών, η ποινή φυλάκισης δεν είναι η αρμόζουσα.

 

17.     Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερόμενα, αλλά και την αξία του χρήματος, γενικά και για την Κατηγορούμενη 3, αρμόζουσα σήμερα είναι πλέον η χρηματική ποινή. Όλα τα προαναφερόμενα επιδρούν στην έκτασή της, στον βαθμό που μπορούν να επιδράσουν.

 

18.     Όσον αφορά την 7η Κατηγορία, λόγω των λόγων που είχαν καταστήσει εκτάκτως και προσωρινά αξιόποινη την παρουσία μη διαμενόντων σε οικίες, κατά το 2021, με βάση τα τότε αυστηρά υγειονομικά μέτρα για την αναχαίτιση του Covid-19, και της κατάργησης του αξιόποινου της ίδιας συμπεριφοράς σήμερα και γενικότερα, σε συνάρτηση με τη χαμηλή διακινδύνευση από τη συγκεκριμένη μεμονωμένη υγειονομική παράβαση κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν θα επιβληθεί οποιαδήποτε ποινή. Δεν θα εξυπηρετούσε οποιονδήποτε εκ των σκοπών των ποινών σήμερα τέτοια ποινική μεταχείριση. Δεν διαφεύγει φυσικά από την προσοχή μου ότι στην πολύ πρόσφατη Kopsinis ν. Αστυνομίας, ΠΕ 77/2022, ημερομηνίας 30.01.2025, επικυρώθηκε πρωτόδικη ποινή ύψους €1.800 για αδίκημα που σχετίζονταν με παράβαση υγειονομικών μέτρων. Επρόκειτο για καταδίκη που έλαβε χώρα την 08.04.2022, υπό διαφορετικές συνθήκες, για σοβαρότερη παράβαση, από άποψη διακινδύνευσης, από εργαζόμενο σε κρεοπωλείο που εξυπηρετούσε κοινό, και με βάση τη ΚΔΠ 344/21, και λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης για παρόμοιας φύσης αδίκημα.

 

19.     Επιβάλλονται οι ακόλουθες ποινές:

 

7η Κατηγορία [παράβαση υγειονομικών μέτρων]: Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, καμία ποινή.

 

8η Κατηγορία [παράνομη κατοχή περιουσίας]: Χρηματική ποινή €100.

 

9η Κατηγορία [συνέργεια μετά τη διάπραξη κακουργήματος]: Χρηματική ποινή €360.

 

20.     Στο σύνολό της, η ποινική μεταχείριση, υπό τις περιστάσεις αυτής της υπόθεσης, είναι στα €460. Απαντά στο γεγονός ότι την 02.01.2021, πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, ενώ η Κατηγορούμενη 3 ήταν στην παρορμητική ηλικία των 18 ετών, δεν τήρησε το υγειονομικό μέτρο για την αναχαίτιση της διασποράς του Covid-19 της απαγόρευσης επίσκεψης σε οικίες από μη διαμένοντες, κατείχε ένα laptop χωρίς να δώσει εξηγήσεις για τη νομιμότητα της κατοχής του, και βοήθησε ένα τρίτο πρόσωπο να διαφύγει την τιμωρία του για κλοπή, υπό τις περιστάσεις που αναφέρθηκαν.

 

 

(Υπ.) ……………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Γενικός Εισαγγελέας v. Κυριάκου (2008) 2 ΑΑΔ 562, Ιακώβου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 159/2024, 08.11.2024.

[2] Γιαννακού ν. Δημοκρατία, ΠΕ 235/2023, 19.07.2024, Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 391, Δημοκρατία v. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 ΑΑΔ 264.

[3] Δημοκρατία ν. Κυριάκου (1990) 2 ΑΑΔ 264, Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 248, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Πέτρου (1993) 2 ΑΑΔ 9, Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 129, Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632, Βραχίμης ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 527, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Γεωργίου, ΠΕ 86/2021, 15.02.2022, ECLI:CY:AD:2022:B64, και άλλες.

[4] Θεοχάρους ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 575.

[5] Pernell Geoffrey Michael John v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1998) 2 ΑΑΔ 417, Antoniou v. Police (1983) 2 CLR 319.

[6] και στις Γενικός Εισαγγελέας ν. Ελευθερίου, ΠΕ 46/2023, 16.07.2024, Φραντζίδης ν. Αστυνομίας, ΠΕ 63/2022, 26.10.2022, Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 ΑΑΔ 443, 447-8, και σε άλλες υποθέσεις.

[7] Γενικός Εισαγγελέας ν. Ελευθερίου, ΠΕ 46/2023, 16.07.2024, Φραντζίδης ν. Αστυνομίας, ΠΕ 63/2022, 26.10.2022, Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 ΑΑΔ 443, 447-8.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο