
ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Υπόθεση αρ. 5814/2024
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ
v.
Α. Σ.
_______________
Ημερομηνία: 24 Φεβρουαρίου 2025
Εμφανίσεις:
Σ. Χρυσοστόμου, για Κατηγορούσα Αρχή
Ρ. Ροδοσθένους, για Κατηγορούμενο
Κατηγορούμενος: παρών
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(εκ πρώτης όψεως)
Οι κατηγορίες
1. Ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι, μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και της 05.07.2024, στα Κονιά, διέρρηξε και εισήλθε στον υποσταθμό 851 της ΑΗΚ και διέπραξε μέσα σε αυτόν κλοπή [1η Κατηγορία, άρθρα 291 και 294(α) του περί Ποινικού Κώδικα Νόμου Κεφ.154]. Ειδικότερα, έκλεψε οκτώ ασφαλειοδιακόπτες διανομής καλωδίων αξίας €5.260, περιουσία της ΑΗΚ [2η Κατηγορία, άρθρα 255, 262 ΠΚ]. Κατείχε κατά τη διάρκεια της ημέρας διαρρηκτικά εργαλεία με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος [3η Κατηγορία, άρθρο 296(δ)(ii) ΠΚ], ενώ εσκεμμένα και παράνομα προκάλεσε ζημιά αξίας €9.200 στον μεταλλικό πίνακα διανομής καλωδίων και σε προστατευτικά αλουμίνια του πλαϊνού παραθύρου του υποσταθμού της ΑΗΚ, περιουσία της ΑΗΚ [4η Κατηγορία, άρθρο 324 § 1 ΠΚ].
Διαδικασία
2. Ο Κατηγορούμενος δεν παραδέχθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων που του καταλογίζονται.
3. Μετά την ολοκλήρωση της παρουσίασης της μαρτυρίας από πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής, υποβλήθηκε εισήγηση, σύμφωνα με το άρθρο 74(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155, ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του, ώστε να υποχρεούται να προβάλει την υπεράσπισή του.
4. Αμφότερες οι πλευρές αγόρευσαν και έχω υπόψη μου ό,τι αναφέρθηκε, στην πλήρη του μορφή.
Νομικές αρχές
5. Κατά κανόνα, το Δικαστήριο δεν καταλήγει σε κρίση για αθωότητα ή για ενοχή, εάν δεν ακούσει το σύνολο της μαρτυρίας. Σε περίπτωση που υπάρξει εισήγηση ή διαπίστωση του Δικαστηρίου (χωρίς εισήγηση) ότι η δίκη θα πρέπει να διακοπεί στο στάδιο αυτό, αφενός τέτοια εισήγηση ή διαπίστωση πρέπει να είναι συγκεκριμένη, απαντώντας σε μία εκ των δύο περιπτώσεων που θα εξηγηθούν στη συνέχεια, αφετέρου είναι εισήγηση ή διαπίστωση βασικά πως «δεν υπάρχει υπόθεση» (“no case”).
6. Όπως έχει διαχρονικά νομολογηθεί[1], η διακοπή της δίκης σε αυτό το στάδιο και, κατ’ επέκταση, η αθώωση του κατηγορούμενου, δικαιολογείται μόνο σε δύο περιπτώσεις, όταν:
(α) δεν στοιχειοθετείται εξ αντικειμένου η υπόθεση της κατηγορίας, λόγω της απουσίας ενός ή περισσοτέρων συστατικών στοιχείων του αδικήματος, ή
(β) η μαρτυρία είναι τόσο αντινομική ή στερείται πειστικότητας, σε βαθμό που κανένα λογικό Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να βασίσει σε αυτήν την καταδίκη του κατηγορούμενου.
7. Το μέτρο είναι αντικειμενικό. Εξετάζεται εάν, πρώτα απ’ όλα, υφίσταται μαρτυρία, και έπειτα εάν επικαλύπτει τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος. Η πιο σύνθετη περίπτωση είναι να υπάρχει μαρτυρία που επικαλύπτει και τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος. Και πάλι, μπορεί να διακοπεί η δίκη στο στάδιο αυτό, με αναφορά πλέον σε αυτήν την υφιστάμενη μαρτυρία. Θεωρείται στην όψη της, χωρίς να αξιολογείται. Το ίδιο αντικειμενικό κριτήριο επιτάσσει και τότε πως, για να καταδειχθεί αντινομία ή έλλειψη πειστικότητας στη μαρτυρία, χωρίς όμως αξιολόγησή της, στην όψη της, θα πρέπει να είναι καταφανώς θεμελιακό το πρόβλημα που αναδεικνύεται, ώστε να μην μπορεί, οποιοδήποτε Δικαστήριο, να αντιπαρέλθει, εάν σε ένα επόμενο στάδιο προχωρήσει με την αξιολόγηση της μαρτυρίας αυτής. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν ένα λογικό Δικαστήριο θα μπορούσε να καταδικάσει με βάση αυτήν την συγκεκριμένη μαρτυρία, στο απόγειό της, ώστε να μπορεί να λεχθεί πως υπάρχει υπόθεση, εκ πρώτης όψεως υπόθεση, για να απαντηθεί. Εάν υπάρχουν ζητήματα αξιοπιστίας της εκδοχής των μαρτύρων σχετικά με τα γεγονότα, ή άλλα ζητήματα που καθορίζονται υποκειμενικά, και υπάρχουν στοιχεία στη βάση των οποίων θα μπορούσε να βασιστεί και κρίση ενοχής, η δίκη θα πρέπει να συνεχιστεί. Αντίθετα, δεν θα πρέπει να συνεχιστεί εάν αυτή η μαρτυρία ήδη εκθεμελιώθηκε με τρόπο πιο αντικειμενικό, ώστε να αναδύεται φυσιολογικά η ανάγκη να μην προχωρήσει η υπόθεση. Αυτή η προσέγγιση συμβαίνει στη λειτουργία της λογικής πως, εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί μια υπόθεση στη όψη της υφιστάμενης μαρτυρίας, γιατί είναι τόσο πολύ αδύναμη η μαρτυρία, δεν μπορεί να αποδειχθεί και πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, που θα είναι το αποδεικτικό βάρος στη συνέχεια της υπόθεσης.
8. Συναφώς, εάν δεν υφίσταται μαρτυρία που να επικαλύπτει όλα τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος ή εάν υφίσταται μαρτυρία και εκθεμελιώνεται ώστε να μην μπορεί να επιβιώσει σε περίπτωση που συνεχίσει η δίκη, και μπορεί αντικειμενικά να διατυπωθεί πως «δεν υπάρχει υπόθεση», τότε, είναι καθήκον του Δικαστηρίου να διακόψει τη δίκη. Η πλευρά του κατηγορούμενου δεν καλείται να θεραπεύσει ελαττώματα στη μαρτυρία της πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής, ούτε να την ενισχύσει, με δική της μαρτυρία. Το Δικαστήριο μπορεί να προχωρά στην εκτίμηση για το εκ πρώτης όψεως και με συνοπτική αιτιολόγηση, χωρίς ανάλυση της μαρτυρίας[2].
Εξέταση
9. Για σκοπούς εξέτασης, παρατίθεται συνοπτικά η μαρτυρία που παρουσιάστηκε. Κατέθεσαν έξι μάρτυρες κατηγορίας.
9.2. Το Τ2, το οποίο κατέθεσε ο ΜΚ1, περιγραφικά, είναι ένα μεταλλικό εργαλείο χειρός, με χειρολαβή, το οποίο, ως κατατέθηκε, είναι τυλιγμένο, στο μέρος της χειρολαβής του, με κολλητική ταινία. Στην εσωτερική άκρη της κολλητικής ταινίας υπάρχει σημειωμένη η ένδειξη «F24-4109-1 ΕΔΙΓ» και στην εξωτερική πλευρά προς το πίσω μέρος της χειρολαβής αναγράφεται η ένδειξη «F24-4109-1.1 ΕΔΙΓ». Στο μεταλλικό μέρος του εργαλείου, υπάρχει, μεταξύ άλλων, τετραγωνισμένη εξοχή, περίπου 1εκ. x. 1εκ., με δυνατότητα περιστροφής. Το Τ3 είναι Swab από αγγίγματα σε αλουμινένια ράγα του παραθύρου που παραβιάστηκε στον υποσταθμό, όπως και το Τ4. Το Τ5 είναι παρειακά επιχρίσματα του Κατηγορούμενου.
9.3. Στο Τ6, που είναι η έκθεση πραγματογνωμοσύνης 4109/2024, περιέχεται και το έντυπο της Αστυνομίας, στο οποίο αναφέρονται τα Τ2, Τ3 και Τ4. Πρόκειται για τα αντικείμενα που, με βάση την έκθεση, παραλήφθηκαν από το Ινστιτούτο Νευρολογίας & Γενετικής Κύπρου την 15.07.2024, με αιτούμενη εξέταση την απομόνωση γενετικού υλικού από τυχόν βιολογικές ουσίες στα αντικείμενα αυτά, και επιστημονικές αναλύσεις στο επίπεδο του DNA, για αναφορά σε συγκρίσεις που μπορούν να γίνουν μεταξύ των αντικειμένων αυτών και σε σχέση με αντικείμενα ανεξιχνίαστων υποθέσεων που είναι καταχωρημένα στη βάση γενετικών προφίλ της Αστυνομίας Κύπρου. Στην έκθεση γίνεται εκτενής αναφορά στη γενική ορολογία, περιγράφονται τα αντικείμενα, οι αναλύσεις και οι εξετάσεις που έγιναν και τα συμπεράσματα. Στα συμπεράσματα, γίνεται αναφορά πως από το αντικείμενο 4109-1.2 (σουηδικό κλειδί που ο κορμός του είναι τυλιγμένος με χάρτινη κολλητική ταινία – επίχρισμα από μέρος της κολλητικής πλευράς της ταινίας, εφόσον έχει ξετυλιχθεί μέρος της) απομονώθηκε γενετικό υλικό με γενετικό προφίλ που ταυτίζεται με το γενετικό προφίλ του Κατηγορούμενου (γίνεται αναφορά στην υπόθεση στο πλαίσιο της οποίας έγινε η καταχώριση). Αναφέρεται, επίσης, πως, για σκοπούς παρουσίασης της υπόθεσης ενώπιον Δικαστηρίου, χρειάζεται όπως ληφθούν εκ νέου τα παρειακά επιχρίσματα για την συγκεκριμένη περίπτωση.
9.4. Στο Τ7, που είναι η έκθεση πραγματογνωμοσύνης 7047/2024, υπάρχει συνημμένο έντυπο της Αστυνομίας στο οποίο αναφέρονται τα παρειακά επιχρίσματα (Τ5) που παραλήφθηκαν την 02.12.2024 από το Ινστιτούτο Νευρολογίας & Γενετικής Κύπρου για εξετάσεις, με αιτούμενη εξέταση να συγκριθεί με το Τ2 σε συνέχεια της έκθεσης Τ6. Στη σελίδα 7, παρ. 1, που αναγράφεται το συμπέρασμα σχετικά με αυτή την αιτούμενη εξέταση, αναφέρεται πως για τις χρωμοσωμικές θέσεις που μελετήθηκαν, το μονό, πλήρες, ανδρικό γενετικό προφίλ του γενετικού υλικού που απομονώθηκε από το Τ2 (σουηδικό κλειδί) ταυτίζεται με το γενετικό προφίλ του γενετικού υλικού που απομονώθηκε από το παρειακό επίχρισμα Τ5 του Κατηγορούμενου. Για τις χρωμοσωμικές θέσεις που συγκρίθηκαν, η πιθανότητα εντοπισμού του πιο πάνω γενετικού προφίλ στον Ελληνοκυπριακό πληθυσμό εκτιμάται στατιστικά ότι είναι περίπου 1:33.900.000.000.000.000.000.000 (με βάση τις συχνότητες αλληλίων). Στο μέρος της έκθεσης που αναφέρονται οι ορολογίες, στις σελίδες 3-4, γίνεται αναφορά στην έννοια του μονού γενετικού προφίλ, σε αντιπαραβολή με το μικτό γενετικό προφίλ, καθώς και στο πλήρες γενετικό προφίλ σε αντιπαραβολή με το μερικό γενετικό προφίλ.
9.5. Κατά την αντεξέτασή του, ο ΜΚ1 ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως το γραπτό παράπονο από τον Κωνσταντίνο Μακρή το έλαβε όχι στα γραφεία του ΤΑΕ Πάφου, όπως από τυπογραφικό λάθος κατέγραψε στο Τ1, αλλά στη βιομηχανική περιοχή Κονιών, όπως έχει πιστοποιήσει στην κατάθεση που έλαβε από τον μάρτυρα αυτό. Ο ίδιος, όπως είπε, δεν γνωρίζει πότε έγινε το αδίκημα, αλλά ανέγραψε «μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και της 05.07.2024» βάσει των λεγομένων του παραπονούμενου. Θεωρεί ότι προέβη στις δέουσες εξετάσεις. Δεν έχει ο ίδιος εικόνα του πίνακα διανομής που καταγγέλθηκε πως κλάπηκε, των χαρακτηριστικών, όπως του μεγέθους ή του βάρους του. Ούτε διαστάσεις του παραθύρου που βρέθηκε παραβιασμένο. Αρχικά, όπως ανέφερε, ο παραπονούμενος κατέθεσε πως η αξία του ήταν €5.260 και σε συμπληρωματική κατάθεση ανέφερε πως ήταν €8.500, γιατί καταστράφηκε ολοσχερώς. Δεν γνωρίζει εάν ο Κατηγορούμενος διέμενε με άλλα άτομα, αλλά, όπως είπε, ερωτώμενος σχετικά, στο Τ8, δεν ανέφερε με ποια άτομα διαμένει, εάν διαμένει με άλλα άτομα. Ο λόγος που κατέληξε στον Κατηγορούμενο, όπως είπε, ήταν μόνον η γενετική μαρτυρία που υπάρχει. Διευκρίνισε ότι τα Τ2, Τ3 και Τ4 είχαν παραληφθεί από την σκηνή από συνάδελφό του, όχι από τον ίδιο.
9.6. Το Τ8 που κατατέθηκε κατά την αντεξέταση του ΜΚ1 είναι η ανακριτική κατάθεση του Κατηγορούμενου. Σε αυτήν, ο Κατηγορούμενος ανέφερε πως διαμένει με τη φιλενάδα του. Εκεί όπου διαμένουν, όπως είπε, έμεναν για αρκετό καιρό και άλλα πρόσωπα. Γνωρίζει πού βρίσκεται ο υποσταθμός της ΑΗΚ στη βιομηχανική περιοχή των Κονιών και πηγαίνει δύο με τρεις φορές την εβδομάδα τον σκύλο του. Σε σχέση με τις κατηγορίες που του καταλογίζονται, ανέφερε πως ό,τι έχει να πει, θα το πει στο Δικαστήριο.
9.7. Ο ΜΚ2 (Αστ. 2482 Χρ. Σάββα) κατέθεσε το ένταλμα έρευνας που είχε εκδοθεί την 20.11.2024 (Τ9) και το οποίο εκτελέστηκε χωρίς να εντοπιστεί οτιδήποτε σε μπρούντζο ή χαλκό. Κατά την έρευνα στην οικία του Κατηγορούμενου, δεν είχαν ιδωθεί άλλα άτομα. Ο ΜΚ2 αντεξετάστηκε.
9.8. Ο ΜΚ3 (Αστ. 3894 Α. Γερμανός) κατέθεσε (Τ10) πως είναι ειδικός φωτογράφος και ειδικός στη διερεύνηση σκηνών εγκλήματος. Την 05.07.2024 και ώρα 09:45 μετέβη σε υποσταθμό της ΑΗΚ αρ.851, στη βιομηχανική περιοχή Κονιών, για εξετάσεις σχετικά με διερευνώμενη υπόθεση του ΤΑΕ Πάφου. Στη συνέχεια, μεταξύ των ωρών 09:55-10:15, διενήργησε δακτυλοσκοπικές και δειγματοληπτικές εξετάσεις και παρέλαβε τα Τ2, Τ3 και Τ4, τα οποία παρέδωσε για περαιτέρω εξετάσεις. Το Τ2 παραλήφθηκε από την σκηνή εφόσον αναφέρθηκε πως δεν ανήκει στην ΑΗΚ. Αντεξετάστηκε. Κατά την αντεξέτασή του, ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως το Τ2 είχε εντοπιστεί πάνω από έναν πίνακα, μέσα στον υποσταθμό.
9.9. Ο ΜΚ4 (Αστ.4158 Ι. Κωνσταντίνου) κατέθεσε (Τ11) πως την 27.11.2024 συνέλαβε τον Κατηγορούμενου βάσει του δικαστικού εντάλματος σύλληψης (Τ12), και μετέπειτα έλαβε από αυτόν, με τη συγκατάθεσή του (Τ13), τα παρειακά επιχρίσματα (Τ5), καθώς και ανακριτική κατάθεση. Είχε πληροφορήσει τον Κατηγορούμενο για τα δικαιώματά του (Τ13). Το Τ5 το παρέδωσε την 28.11.2024 στον Αστ.4485 Σ. Πενταρά για τα περαιτέρω. Κατά την αντεξέτασή του, ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως στην σκηνή, υπήρχε ένα εργαλείο, διαρρηκτικό, που όταν παραλήφθηκε και στάλθηκε για επιστημονικές εξετάσεις, οι επιστήμονες βρήκαν ότι υπάρχει ταύτιση με τον Κατηγορούμενο. Γι’ αυτόν τον λόγο συνελήφθη. Ο ίδιος δεν είναι ο εξεταστής της υπόθεσης και δεν γνωρίζει οτιδήποτε άλλο.
9.10. Ο ΜΚ5 είναι υπάλληλος της ΑΗΚ, βοηθός επιστάτη συνενωτών. Κατέθεσε την 05.07.2024 και ώρα 09:35 (Τ15) πως την 05.07.2024, ώρα 08:30, κλήθηκαν όπως μεταβούν στον υποσταθμό αρ.851 («αργάκι της Μαρούς») στη βιομηχανική περιοχή Κονιών, καθότι δεν υπήρχε ρεύμα. Πήγαν στο μέρος και, αφού άνοιξαν τον υποσταθμό, διαπίστωσε ότι ήταν παραβιασμένο το αλουμινένιο παράθυρο. Επίσης, ότι κλάπηκε ο χάλκινος πίνακας διανομής καλωδίων, η αξία του οποίου ανέρχεται σε €5.260. Δεν γνωρίζει εάν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη. Δεν υπάρχει κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης ή συναγερμός. Ανέφερε πως υπάρχει παράπονο εναντίον του δράστη. Σε συμπληρωματική του κατάθεση, ημερομηνίας 28.11.2024 (Τ16), ανέφερε πως ο μεταλλικός πίνακας διανομής καλωδίων ήταν βιδωμένος στο πάτωμα με βίδες. Σε αυτόν, υπήρχαν οκτώ ασφαλειοδιακόπτες, που κλάπηκαν. Οι ασφαλειοδιακόπτες, για να αποσυνδεθούν, πρέπει να αφαιρεθούν οι βίδες που τους συνδέουν με τον πίνακα, με σουηδικό κλειδί. Ήταν από χαλκό και μπρούντζο. Η αξία του πίνακα διανομής είναι €8.500 γιατί καταστράφηκε ολοσχερώς. Η ζημιά που προκλήθηκε στο παράθυρο είναι περίπου €700. Κατά τη μαρτυρία του, διευκρίνισε πως όταν λέει «χάλκινο», στην κατάθεσή του, εννοεί τους ασφαλειοδιακόπτες. Το περίβλημα που ήταν μεταλλικό δεν μπορούσε ο δράστης να το βγάλει έξω από τον σταθμό, πήρε ό,τι έχει σχέση με χαλκό, τους ασφαλειοδιακόπτες. Δεν γνωρίζει τον Κατηγορούμενο, ούτε ο Κατηγορούμενος είναι υπάλληλος της ΑΗΚ. Το Τ2 δεν αποτελεί περιουσία της ΑΗΚ. Ο ΜΚ5 προσκόμισε φωτογραφίες, για να δείξει στο Δικαστήριο πώς είναι ο πίνακας διανομής.
9.11. Στη φωτογραφία Τ17 απεικονίζεται, όπως είπε ο ΜΚ5, ο νέος πίνακας διανομής που τοποθετήθηκε μετά το συμβάν, για να υπάρχει η εικόνα του πώς είναι ολοκληρωμένος. Στη φωτογραφία Τ18 απεικονίζεται το σημείο μετά το συμβάν της κλοπής, κατά την οποία είχαν αφαιρεθεί όλα τα χάλκινα. Στη φωτογραφία Τ19 απεικονίζεται το σημείο από όπου ο δράστης εισήλθε στον υποσταθμό, δηλαδή το αλουμινένιο παράθυρο, από το οποίο λείπουν ορισμένα φύλα του. Στη φωτογραφία Τ20 απεικονίζεται η πόρτα, που φέρει τον αριθμό του υποσταθμού, η οποία δεν βρέθηκε παραβιασμένη. Το Τ2 είχε εντοπιστεί στην πάνω πλευρά του πίνακα διανομής, όπως υπέδειξε με αναφορά στο Τ18. Όπως ανέφερε, από τη διακοπή ρεύματος που έγινε, είχαν επηρεαστεί τέσσερα εργοστάσια στην περιοχή. Το πρωί που ήταν να ανοίξουν τα εργοστάσια δεν είχαν ρεύμα, και γι’ αυτό ειδοποίησαν. Αυτό έγινε την 05.07.2024. Η αναφορά του σε αξία €8.500, όπως είπε, ήταν μετά την αντικατάσταση του πίνακα, λόγω της ανόδου της τιμής του χαλκού. Είναι επικίνδυνο να εισέλθει κάποιος και να προσεγγίσει τα σημεία όπου υπάρχει ρεύμα, χωρίς προφυλάξεις, ανέφερε. Κατά την αντεξέτασή του, είχε αναφέρει, μεταξύ άλλων, πως δεν θυμάται πότε είχε επισκεφθεί ξανά τον συγκεκριμένο υποσταθμό πριν από την 05.07.2024. Η κατάθεση του δόθηκε αρχικά στον χώρο όπου έγινε το συμβάν, λόγω του οποίου δεν είχε την ώρα να πάει στην Αστυνομία, εφόσον έπρεπε να προχωρήσει στην αντικατάσταση του πίνακα διανομής. Χρειάζονταν συνεργείο με αρκετά άτομα και γερανός γιατί, μετά την αφαίρεση των ασφαλειοδιακοπτών, θα έπρεπε να αφαιρεθεί και το μεταλλικό περίβλημα που απέμεινε, που κατέστη πλέον άχρηστο. Οι ασδαλειοδιακόπτες μπορούν να αφαιρεθούν εύκολα αλλά με προσοχή, αφού αφαιρεθούν και οι βίδες που υπάρχουν πάνω και κάτω, αν αυτός που θα τις αφαιρέσει έχει στο χέρι του πλαστικό, ή με ένα συνηθισμένο γάντι κουζίνας. Μπορεί να γίνει «άνετα», όπως είπε, και από ένα άτομο, όταν βγάζει έναν-έναν τους ασφαλειοδιακόπτες και τους μεταφέρει έξω από το παράθυρο και τους παίρνει στο αυτοκίνητο. Όταν θα μεταφέρει όλη την κατασκευή μαζί, τότε χρειάζονται περισσότερα άτομα για την εγκατάσταση, γιατί θέλει σπρώξιμο. Το «ξήλωμα», ωστόσο, μπορεί να γίνει από ένα άτομο, και στην προκειμένη περίπτωση, «ξηλώθηκε», δεν βγήκε όλος ο πίνακας έξω. Ο χρόνος είναι ανάλογος της ταχύτητας με την οποία δουλεύει αυτός που θα τις αφαιρέσει. Δεν γνωρίζει το βάρος των ασφαλειοδιακοπτών που αφαιρέθηκαν. Αφαιρέθηκαν και τα πλαστικά μαζί, όπως είπε. Για την επανόρθωση, ήρθε ολοκληρωμένος ο πίνακας. Ο δράστης, ανέφερε ο ΜΚ5, για να κάνει αυτήν την κατασκευή στο Τ2, και να μονώσει με την κολλητική ταινία το Τ2, σημαίνει πως ήταν προσεκτικός, να μην τον κτυπήσει το ρεύμα. Το ίδιο υλικό, δηλαδή η κολλητική ταινία, όπως υπέδειξε στο Τ18, χρησιμοποιήθηκε και για τη μόνωση σε άλλο σημείο μέσα στον υποσταθμό. Θα μπορούσε το Τ2 να χρησιμοποιηθεί για την αποσύνδεση. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και άλλα εργαλεία, αλλά αυτό, δηλαδή το Τ2, ήταν εκείνο που έμεινε στον υποσταθμό. Υπέδειξε, στο Τ19, πως η πρόσβαση ήταν εύκολη από το παράθυρο, λόγω του υψομέτρου, όπως είναι διαμορφωμένο σε εκείνο το σημείο. Εάν χωρεί άνθρωπος από το παράθυρο ή όχι, εξαρτάται από το πόσο εύσωμος είναι. Με τον ίδιο τρόπο, την αφαίρεση του υλικού από τα φύλα, όπως ανέφερε, είχαν κλαπεί και άλλοι υποσταθμοί της ΑΗΚ.
9.12. Η ΜΚ6 ανέφερε πως είναι γενετίστρια (Τ21). Αναγνώρισε, υιοθέτησε και επεξήγησε τα Τ6 και Τ7, και αναγνώρισε και τα Τ2, Τ3, Τ4 και Τ5, ως αυτά που χρησιμοποιήθηκαν για τις εξετάσεις και την κατάρτιση των εκθέσεων. Μεταξύ άλλων, ανέφερε πως η συχνότητα του γενετικού προφίλ του Κατηγορούμενου είναι εξαιρετικά σπάνια, άρα, αν δεν υπάρχει δίδυμος αδελφός, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι προέρχεται από τον Κατηγορούμενο το γενετικό υλικό που βρέθηκε στο Τ2. Με βάση εμπειρία και ιδία πειράματα, όταν ένα γενετικό προφίλ είναι πλήρες και μονό και έχει βρεθεί στην εσωτερική πλευρά, είναι υποστήριξη στο σενάριο ότι η μεταφορά του γενετικού υλικού στο Τ2 ήταν άμεση. Με δεδομένη την ποιότητα του γενετικού υλικού, δεν μπορεί να αποκλείσει πως είναι ο Κατηγορούμενος που τύλιξε το Τ2 με την κολλητική ταινία. Υπάρχει η πιθανότητα όταν αγγίξει ένα άλλο άτομο το ίδιο αντικείμενο, κατά 10%, να μην αφήσει γενετικό υλικό, αλλά με βάση το αποτέλεσμα, θα συμφωνούσε πως υποστηρίζεται το σενάριο ο Κατηγορούμενος να είναι το τελευταίο άτομο που άγγιξε το Τ2. Κατά την αντεξέτασή της, ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως η αναφορά στο τέλος των συμπερασμάτων του Τ6 για την ανάγκη να ληφθεί νέο δείγμα ισχύει για κάθε υπόθεση, πρέπει να ληφθεί συγκατάθεση, να ληφθεί δείγμα από τον ίδιο τον ύποπτο, για να συγκριθεί, είναι διαδικασία της Αστυνομίας, όπως είπε. Υπάρχουν πολλαπλά αντικείμενα από την πηγή του γενετικού υλικού, μέχρι το σημείο που θα βρεθεί. Δηλαδή, κάποιος μπορεί να κάνει χειραψία με άλλο άτομο, μετά να αγγίξει ένα ποτήρι και να μεταφέρει το γενετικό υλικό του άλλου ατόμου στο ποτήρι. Εάν ο Κατηγορούμενος άγγιζε την κολλητική ταινία, έχοντας, για παράδειγμα πλύνει και σκουπίσει τα χέρια του προηγουμένως, θα μπορούσε να μην είχε μεταφέρει γενετικό υλικό, αλλά αν είχε ιδρώτα, να είχε μεταφέρει. Θα μπορούσε να είχε αγγίξει και άλλος την κολλητική ταινία, αλλά να μην ήταν καλός δότης. Και γάντια όταν φορέσει κάποιος, πάλι, εξαρτάται πού έχει αγγίξει στον εαυτό του προηγουμένως, επομένως, για το εάν θα μεταφέρει ή όχι και γενετικό υλικό. Ερωτώμενη εάν θα υπήρχε ενδεχόμενο ο Κατηγορούμενος να άγγιξε ιδρωμένος ή σε άλλη κατάσταση όπου μπορούσε να μεταφερθεί το DNA του επί της κολλητικής ταινίας και εάν μετά άλλο άτομο έπιανε την κολλητική ταινία με το γάντι και την τύλιγε, εάν θα μεταφέρονταν το γενετικό υλικό του Κατηγορούμενου. Η ΜΚ6 εξήγησε πως είναι ουσιαστικό εδώ ότι το γενετικό υλικό βρίσκεται στην εσωτερική πλευρά της κολλητικής ταινίας, επομένως, πρέπει να την είχε επεξεργαστεί ή χρησιμοποιήσει το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το γενετικό υλικό. Μπορεί να την άγγιξε και αλλού και να μην άφησε γενετικό υλικό. Εάν δεν γίνουν πειράματα, είπε, δεν μπορεί να καθορίσει όλες τις πιθανότητες. Το σημαντικό είναι πως εντοπίζεται στην εσωτερική πλευρά, ενώ και σε δευτερεύουσα μεταφορά, είναι σπάνιο να εντοπιστεί πλήρες και μονό γενετικό προφίλ και να διατηρηθεί εξ αρχής από την στιγμή που το παίρνει. Δεν μπορεί να γνωρίζει με ποιον τρόπο μεταφέρθηκε, αλλά μπορεί να συμπεράνει. Το γεγονός ότι δεν υπήρχε δεύτερου ατόμου δείγμα, δεν οδηγεί σε μεταφορά λόγω χειραψίας. Εάν άλλο άτομο ήταν κακός δότης, πιθανόν να ήταν μερικό το γενετικό προφίλ του Κατηγορούμενου. Της τέθηκε το σενάριο ο Κατηγορούμενος να άνοιξε την κολλητική ταινία για να την χρησιμοποιήσει για οποιονδήποτε σκοπό και κάποιο άλλο άτομο να χρησιμοποιούσε κάποιο κομμάτι της ίδιας κολλητικής ταινίας. Η ΜΚ6 εξήγησε ότι εντοπίζεται το γενετικό υλικό στο τέλος της κολλητικής ταινίας, γεγονός που δεν υποστηρίζει ορισμένα συμπεράσματα, σε συνάρτηση με το γεγονός πως η κολλητική ταινία με την οποία ήταν τυλιγμένο το Τ2 ήταν «τεράστια». Χωρίς όμως να λέει και ότι αποκλείεται οτιδήποτε άλλο πλην αυτού που η ίδια υπό την ιδιότητά της συμπεραίνει. Δεν ξετύλιξαν ολόκληρη την κολλητική ταινία για να την εξετάσουν στο σύνολό της, επομένως δεν μπορεί να γνωρίζει εάν και αλλού υπάρχει DNA, αλλά η πρακτική είναι να γίνεται η εξέταση εκεί που κάποιος τελειώνει το τύλιγμα, όπου, στην προκειμένη περίπτωση, εντοπίστηκε το DNA του Κατηγορούμενου. Για αυτού του είδους τις επιφάνειες, είπε, δεν υπάρχει γνωστή χρονική διάρκεια στην οποία μπορεί να παραμείνει το γενετικό υλικό. Στη δειγματοληψία, εξωτερικά, δεν εντοπίστηκε γενετικό υλικό οποιουδήποτε ατόμου. Εάν κάποιο άτομο έπαιρνε το συγκεκριμένο εργαλείο με γάντια και το μετέφερε, δεν θα αλλοιώνονταν το γενετικό υλικό του Κατηγορούμενου στην εσωτερική πλευρά, εφόσον ήταν προστατευμένο, τυλιγμένο. Το σενάριο που έχει η υπεράσπιση, όπως της υποδείχθηκε, είναι πως το συγκεκριμένο τεκμήριο, το Τ2, μεταφέρθηκε στον χώρο από οποιοδήποτε τρίτο άτομο και όχι από τον Κατηγορούμενο. Η ΜΚ6 ανέφερε πως δεν μπορεί να ξέρει τι έγινε στη σκηνή, μπορεί ένα άτομο, φορώντας γάντια, να το μετέφερε, μπορεί και ο Κατηγορούμενος να φορούσε γάντια. Συναφώς, δεν μπορεί να είναι σίγουρη πως το μετέφερε ο Κατηγορούμενος στη σκηνή. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν επικυρωμένα πρωτόκολλα για τον χρόνο εναπόθεσης σε μια επιφάνεια. Υπάρχουν μελέτες με αυτόν τον στόχο.
10. Σύμφωνα με το άρθρο 294(α) ΠΚ:
«Όποιος-
(α) διαρρήχνει και εισέρχεται σε σχολικό κτίριο, κατάστημα, αποθήκη, γραφείο ή λογιστήριο ή σε κτίριο που συνορεύει με κατοικία και που κατέχεται μαζί με αυτό όμως δεν αποτελεί τμήμα της και διαπράττει κάποιο κακούργημα σε αυτά ή
(β) …..,
είναι ένοχος κακουργήματος ….».
11. Για να αποδειχθεί το αδίκημα αυτό, θα πρέπει να αποδειχθούν σωρευτικά τα ακόλουθα:
(α) η διάρρηξη και είσοδος σε κτίριο από τα αναφερόμενα, δηλαδή:
i) σχολικό κτίριο
ii) κατάστημα
iii) αποθήκη
iv) γραφείο
v) λογιστήριο
vi) κτίριο που συνορεύει με κατοικία που κατέχεται μαζί με αυτό χωρίς να αποτελεί τμήμα της
(β) η διάπραξη κακουργήματος στο κτίριο αυτό, ως αποτέλεσμα της διάρρηξης και της εισόδου στο κτίριο,
(γ) η ύπαρξη δόλου, που καλύπτει όλα τα προαναφερόμενα, δηλαδή ο δράστης να γνωρίζει και να θέλει αυτά.
12. Σύμφωνα με το άρθρο 291 ΠΚ, η διάρρηξη οποιουδήποτε μέρους κτιρίου, εξωτερικού ή εσωτερικού θεωρείται διάρρηξη για τους σκοπούς του νόμου. Το άνοιγμα με ξεκλείδωμα, έλξη, ώθηση, ανύψωση ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο, θύρας, παραθύρου, παραθυρόφυλλου, πόρτας υπογείου ή άλλου πράγματος προορισμένου για το κλείσιμο ή για την κάλυψη ανοίγματος σε κάποιο κτίριο ή άνοιγμα που επιτρέπει τη δίοδο από ένα μέρος του κτιρίου σε άλλο, θεωρείται ότι διαρρηγνύει το κτίριο. Κάποιο πρόσωπο θεωρείται ότι εισέρχεται σε κτίριο, αμέσως, όταν οποιοδήποτε μέρος του σώματός του ή οποιοδήποτε μέρος οργάνου που χρησιμοποιείται από το πρόσωπο αυτό, βρίσκεται εντός του κτιρίου. Εκείνος που, επίσης, επιτυγχάνει την είσοδο του σε κτίριο με την χρήση απειλής για αυτό τον σκοπό, ή με τέχνασμα ή με τη συμπαιγνία μαζί με άλλον που βρίσκεται στο κτίριο, ή αυτός που εισέρχεται από την καπνοδόχο ή από άλλη τρύπα του κτιρίου η οποία παραμένει μόνιμα ανοικτή για κάποιον αναγκαίο σκοπό, δεν προορίζεται όμως να χρησιμοποιείται συνήθως ως μέσο εισόδου, θεωρείται, και πάλι, ότι διάρρηξε το κτίριο και ότι εισήλθε σε αυτό.
13. Σύμφωνα με το άρθρο 255 ΠΚ:
«(1) Όποιος κλέβει, χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη, που γίνεται με δόλιο τρόπο και χωρίς αξίωση δικαιώματος με καλή πίστη, αποκτά κατοχή και αποκομίζει οτιδήποτε που μπορεί να καταστεί αντικείμενο κλοπής με σκοπό, κατά το χρόνο της απόκτησης, να αποστερήσει τον ιδιοκτήτη μόνιμα από αυτό:
Νοείται ότι πρόσωπο δύναται να είναι ένοχο κλοπής οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος, ανεξάρτητα του ότι κατέχει αυτό νόμιμα, αν είναι θεματοφύλακας ή συνιδιοκτήτης του, με δόλιο τρόπο σφετερίζεται αυτό για χρήση από τον ίδιο ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο παρά του ιδιοκτήτη.
(2) (α) Ο όρος “αποκτά κατοχή” περιλαμβάνει και το να αποκτά κατοχή-
(i) με τέχνασμα
(ii) με εκφοβισμό
(iii) με συνέπεια πλάνης του ιδιοκτήτη που είναι σε γνώση του αποκτώντα ότι κατοχή του αποκτώμενου αποκτήθηκε με τέτοιο τρόπο
(iv) με ανεύρεση, εφόσον κατά το χρόνο της ανεύρεσης αυτός που το βρήκε πιστεύει ότι ο ιδιοκτήτης μπορεί να ανακαλυφθεί με εύλογα διαβήματα
(β) ο όρος “αποκομίζει” περιλαμβάνει κάθε μετακίνηση οποιουδήποτε πράγματος από το χώρο τον οποίο αυτό κατέχει, προκειμένου όμως για πράγμα προσαρτημένο, μόνο αν αυτό αποσπάστηκε εντελώς.
(γ) ο όρος “ιδιοκτήτης” περιλαμβάνει και τον ιδιοκτήτη μέρους ή αυτόν που έχει κατοχή ή έλεγχο ή ειδική ιδιοκτησία πράγματος το οποίο δύναται να καταστεί αντικείμενο κλοπής.
(3) Δύναται να είναι αντικείμενο κλοπής κάθε πράγμα που έχει αξία και που ανήκει σε οποιοδήποτε πρόσωπο, προκειμένου όμως για πράγμα προσκολλημένο σε ακίνητο μετά το διαχωρισμό του από τέτοιο ακίνητο.»
14. Για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της κλοπής, θα πρέπει να αποδειχθούν τα ακόλουθα[3]:
(α) απόκτηση κατοχής ή αποκόμιση ή ιδιοποίηση πράγματος (υπαλλακτικά),
(β) το πράγμα ανήκει σε άλλο πρόσωπο,
(γ) το πράγμα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κλοπής,
(δ) η απουσία συναίνεσης του ιδιοκτήτη του πράγματος,
(ε) η απουσία αξίωσης δικαιώματος με καλή πίστη,
(στ) η ύπαρξη σκοπού, κατά τον χρόνο της συμπεριφοράς αυτής, ο ιδιοκτήτης του πράγματος να στερηθεί το πράγμα αυτό μόνιμα,
(ζ) η ύπαρξη δόλου, που καλύπτει όλα τα προαναφερόμενα, δηλαδή ο δράστης να γνωρίζει και να θέλει αυτά.
15. Σύμφωνα με το άρθρο 296(δ) ΠΚ:
«Όποιος ενδέχεται να βρεθεί κάτω από οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιστάσεις, δηλαδή-
(α) ….
(β) ….
(γ) έχει στην κατοχή του διαρρηκτικό όργανο κατά τη διάρκεια νύχτας, χωρίς νόμιμη δικαιολογία γι αυτό, της οποίας φέρει και το βάρος της απόδειξης,
(δ) έχει στην κατοχή του τέτοιο όργανο κατά τη διάρκεια ημέρας με σκοπό διάπραξης κακουργήματος
(ε) …
(στ) …
(ζ) …
είναι ένοχος κακουργήματος … …»
16. Η αναφορά σε «τέτοιο όργανο», στην περίπτωση (δ), αποτελεί συνέχεια της αναφοράς σε «διαρρηκτικό όργανο», που προεκτίθεται στην περίπτωση (γ).
17. Για να αποδειχθεί το αδίκημα αυτό, θα πρέπει να αποδειχθούν σωρευτικά τα ακόλουθα:
(α) η κατοχή διαρρηκτικού οργάνου·
(β) κατά την ημέρα·
(γ) με σκοπό διάπραξης κακουργήματος.
18. Ο όρος «διαρρηκτικό όργανο» περιλαμβάνει οποιοδήποτε εργαλείο ή αντικείμενο χρησιμοποιείται ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να παραβιαστεί ή να διαρρηχτεί ένας χώρος, όπως λοστό, σφυρί, κατσαβίδι, πένσα ή πιο εξειδικευμένα όργανα που χρησιμοποιούνται για να παρακάμψουν συστήματα ασφαλείας. Επειδή δυνητικά είναι μεγάλη η ποικιλία των αντικειμένων που θα μπορούσαν να περιληφθούν στον όρο «διαρρηκτικό όργανο», για τον προσδιορισμό ως προς το πότε ένα εργαλείο ή αντικείμενο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως διαρρηκτικό όργανο, σημασία έχουν οι περιστάσεις υπό τις οποίες κατέχεται.
19. Η «ημέρα» ερμηνεύεται σε αντιπαραβολή με τη «νύχτα», που στην ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 2 ΠΚ, σημαίνει το χρονικό διάστημα μεταξύ των ωρών 18:30 και 06:30. Κατ’ επέκταση, η ημέρα καταλαμβάνει το χρονικό διάστημα μεταξύ των ωρών 06:31 με 18:29. Ενώ στην περίπτωση της «νύχτας», ο σκοπός της διάπραξης κακουργήματος, εάν κατέχονται όργανα που θα μπορούσαν να είναι διαρρηκτικά, τεκμαίρεται, μαχητά, και ο κάτοχος μπορεί να προβάλει και να αποδείξει νόμιμη δικαιολογία, στην περίπτωση της «ημέρας», δεν υπάρχει τέτοιο τεκμήριο. Ο καθένας μπορεί, κατά τη διάρκεια της ημέρας, να έχει στην κατοχή του όργανα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται και ως διαρρηκτικά υπό συγκεκριμένες συνθήκες (π.χ. ένα κατσαβίδι), για σκοπούς επαγγελματικών ή οικιακών εργασιών ή μεταφοράς τους για τέτοιες εργασίες ή για διασφάλιση της δυνατότητας χρησιμοποίησής τους για επισκευές. Συνεπώς, ο σκοπός της διάπραξης κακουργήματος, στην περίπτωση της «ημέρας», θα πρέπει να αποδεικνύεται ειδικά, ως μέρος της σύστασης του αδικήματος. Συνηθέστερα, συνάγεται από τα υπόλοιπα γεγονότα.
20. Σύμφωνα με το άρθρο 324 § 1 ΠΚ:
«324.-(1) Όποιος εσκεμμένα και παράνομα καταστρέφει ή προξενεί ζημιά σε περιουσία, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος, … ..»
21. Για να αποδειχθεί το αδίκημα της κακόβουλης βλάβης, κατά το άρθρο αυτό, θα πρέπει να αποδειχθούν σωρευτικά τα ακόλουθα:
(α) η πρόκληση καταστροφής ή ζημιάς σε περιουσία·
(β) εσκεμμένα·
(γ) παράνομα.
22. Τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος συνδέονται μεταξύ τους και όλα βασίζονται πάνω στην πιθανότητα να είναι ο Κατηγορούμενος το πρόσωπο που εισήλθε στον υποσταθμό της ΑΗΚ, έκλεψε τους ασφαλειοδιακόπτες, προκαλώντας, δια της αφαίρεσής τους, βλάβη στον πίνακα διανομής, και εξ αυτού συναγόμενο είχε και στην κατοχή του, κατά την ημέρα, διαρρηκτικό εργαλείο (το «σουηδικό κλειδί»), με σκοπό τη διάπραξη του εν λόγω κακουργήματος, της διάρρηξης και κλοπής. Συνεπώς, συνεξετάζονται, με αναφορά, αρχικά, στα συστατικά στοιχεία της διάρρηξης, εφόσον προϋποτίθεται η απόδειξη της εισόδου του Κατηγορούμενου στον υποσταθμό.
23. Να λεχθεί και πως ο υποσταθμός της ΑΗΚ δεν μπορεί να θεωρηθεί αποθήκη με την παραδοσιακή έννοια της αποθήκευσης αγαθών, αλλά είναι κτίσμα μέσα στο οποίο βρίσκεται φυλαγμένος κρίσιμος εξοπλισμός για τη μεταφορά και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας από τα εργοστάσια παραγωγής στους καταναλωτές και μπορεί να αποθηκεύει ενέργεια με τη μορφή ηλεκτρικής ενέργειας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ακόμα κι αν η «αποθήκευση» δεν είναι αντίστοιχη με την αποθήκευση προϊόντων ή υλικών, ο υποσταθμός της ΑΗΚ εμπίπτει στην έννοια της «αποθήκης» για τους σκοπούς του άρθρου 294(α) ΠΚ. Υπάρχει μαρτυρία σχετικά με τον υποσταθμό και την κλοπή μέσα από τον υποσταθμό, κατόπιν παραβίασης του αλουμινένιου παραθύρου.
24. Για την εμπλοκή του Κατηγορούμενου στη διάρρηξη και την κλοπή, κατ’ επέκταση και στα υπόλοιπα αδικήματα, η Κατηγορούσα Αρχή βασίζεται σε περιστατική μαρτυρία, βασιζόμενη στη γενετική μαρτυρία. Το ερώτημα που θέτει και η αντίστοιχη αμφισβήτηση από την πλευρά του Κατηγορούμενου είναι εάν αυτή η μαρτυρία, ως παρουσιάστηκε, επαρκεί.
25. Καταρχάς, δεν υπάρχει κανόνας ότι όπου υπάρχει μόνον γενετική μαρτυρία, δεν επαρκεί για να στηρίξει καταδίκη. Εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, λαμβάνοντας υπόψη, σε κάθε περίπτωση, πως και η δικανική επιστήμη και η τεχνολογία δυνατόν να εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου. Επομένως, προσεγγίσεις ή αρχές που υπήρξαν σε ορισμένες υποθέσεις, δεν αποκλείεται να μην συνιστούν καλό δίκαιο σε άλλες.
26. Στη R v. Lashley [2000] EWCA Crim 88, η καταδίκη του κατηγορούμενου, μεταξύ άλλων, για προσχεδιασμένη ληστεία είχε βασιστεί στο γεγονός ότι στην σκηνή του εγκλήματος βρέθηκε ένα μισοκαπνισμένο τσιγάρο με το γενετικό υλικό του κατηγορούμενου. Εξ αυτής της αφορμής είχε λεχθεί πως εάν και η γενετική μαρτυρία συνιστά ένα «δυνατό όπλο», δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η ενοχή του ατόμου του οποίου εντοπίζεται το γενετικό υλικό στην σκηνή, χωρίς οποιαδήποτε άλλη υποστηρικτική μαρτυρία. Ιδίως, όταν ο εντοπισμός του γενετικού υλικού είναι πάνω σε μεταφερόμενα αντικείμενα που βρίσκονται στην σκηνή του εγκλήματος. Στη λογική της R v. Lashley (ανωτέρω), και της R v. Doheny [1996] EWCA Crim 728, στην οποία βασίστηκε, υπήρξαν και άλλες υποθέσεις.
27. Στη R v. Grant [2008] EWCA Crim 1890, η οποία αφορούσε, μεταξύ άλλων, ληστεία, βρέθηκε μπαλακλάβα (κουκούλα που καλύπτει σχεδόν όλο το πρόσωπο) σε κοντινό σημείο από την σκηνή του εγκλήματος. Σε κοντινό σημείο από τη σκηνή, είχαν βρεθεί και άλλα αντικείμενα και μέρος των κλοπιμαίων, καθώς και ένα πυροβόλο όπλο. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ένας άνδρας μπήκε στις εγκαταστάσεις όπου έγινε η ληστεία, με ένα πυροβόλο όπλο, φορούσε ένα σκούρο σακάκι, ένα σκουφάκι και μια μπαλακλάβα. Τα μόνα προσδιοριστικά της ταυτότητας του δράστη ήταν ότι είχε τοπική προφορά και μπλε μάτια. Δεν υπήρχε υλικό από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης. Στη μπαλακλάβα που συλλέχθηκε, και κατά λογική προέκταση ήταν η κουκούλα που φορούσε ο δράστης, βρέθηκε πλήρες γενετικό προφίλ που ταυτίστηκε με τον κατηγορούμενο, κατά τρόπο ώστε να ήταν σπάνιο να μην ανήκε σε αυτόν. Βρέθηκε, επίσης, και μερικό γενετικό προφίλ άλλου ατόμου. Δεν μπορούσε να προσδιοριστεί χρονικά η εναπόθεση του γενετικού υλικού του κατηγορούμενου στην κουκούλα, ποιο εναποτέθηκε πρώτα, και από πού προήλθε το γενετικό υλικό (π.χ. δέρμα, σάλιο κ.λπ.). Δεν εξετάστηκε όλη η επιφάνεια της κουκούλας. Με αυτά τα δεδομένα, δεν θεωρήθηκε επαρκής η μαρτυρία, επειδή θεωρήθηκε πως δεν αποδείκνυε ότι ο κατηγορούμενος φορούσε την κουκούλα κατά τη διάπραξη της ληστείας, κατ’ επέκταση ότι ήταν εκείνος που διέπραξε τη ληστεία.
28. Στη R v. Ogden [2013] EWCA Crim 1294, η οποία αφορούσε διάρρηξη κατοικίας στην οποία επιτεύχθηκε είσοδος από παράθυρο και από την οποία κλάπηκαν ηλεκτρικές συσκευές, είχε εντοπιστεί στην σκηνή του εγκλήματος, μπροστά από το σπασμένο παράθυρο, ένα κασκόλ με κηλίδες αίματος. Το κασκόλ δεν ανήκε σε οποιονδήποτε εκ των κατόχων της κατοικίας και η μόνη λογική εξήγηση που υπήρχε ήταν να ανήκε στον δράστη, που εισήλθε από το παράθυρο. Η μία εκ των κηλίδων αίματος στο κασκόλ, που εξετάστηκε, ταυτίστηκε με τον κατηγορούμενο, με πιθανότητες μία στο δισεκατομμύριο να ανήκε σε κάποιον άλλον. Δεν υπήρχε δυνατότητα να προσδιοριστεί χρονικά η εναπόθεση του γενετικού υλικού στο κασκόλ και ο τρόπος εναπόθεσής του. Υπήρχε ανοιχτό το ενδεχόμενο το κασκόλ να μεταφέρθηκε εκεί από οποιονδήποτε με το αίμα του κατηγορούμενου ήδη τοποθετημένο επάνω, ενώ δεν υπήρχε μαρτυρία πως ο κατηγορούμενος τραυματίστηκε στην σκηνή ή οτιδήποτε άλλο που να δίδει συνοχή στους λογισμούς περί παρουσίας του κατηγορούμενου στην σκηνή του εγκλήματος. Το υπόλοιπο μέρος του κασκόλ δεν είχε ελεγχθεί, ούτε σε σχέση με δεύτερη κηλίδα αίματος που υπήρχε επίσης πάνω σε αυτό, όπως και εδώ δεν ελέγχθηκε το υπόλοιπο μέρος της εσωτερικής πλευράς της κολλητικής ταινίας, εάν φέρει γενετικό υλικό οποιουδήποτε άλλου ατόμου. Στο μεταξύ, ατυχηματικά, καταστράφηκε, με επιτρέποντας στην υπεράσπιση να ζητήσει περαιτέρω εξετάσεις του. Δεν υπήρχε άλλη μαρτυρία που να συνδέει τον κατηγορούμενο με τη διάρρηξη και δεν θεωρήθηκε επαρκής η γενετική μαρτυρία, για να αποδειχθεί η παρουσία του κατηγορούμενου στην οικία που διαρρήχθηκε και για να στηρίξει καταδίκη του, η οποία ακυρώθηκε.
29. Οι προαναφερόμενες υποθέσεις αναφέρονται σε περιπτώσεις όπου οι κατηγορούμενοι συνδέονται γενετικά με συνήθους χρήσης μεταφερόμενα αντικείμενα που εντοπίζονται στην σκηνή ή κοντά στην σκηνή του εγκλήματος. Διαφορετική μπορεί να είναι η αντιμετώπιση σε περίπτωση που υπάρχει εναπόθεση γενετικού υλικού σε σταθερά σημεία στην σκηνή του εγκλήματος ή πάνω στο θύμα. Διαφορετική μπορεί να είναι η αντιμετώπιση και σε άλλες περιπτώσεις, που διακρίνονται.
30. Για παράδειγμα, στη R v FNC [2015] EWCA Crim 1732, λέχθηκε πως θα μπορούσε να ήταν αρκετό να απαντηθεί η υπόθεση, σε περίπτωση που βρέθηκε γενετικό υλικό του κατηγορούμενου σε αντικείμενο στην σκηνή του εγκλήματος, εάν το να ανήκει σε άλλο πρόσωπο είναι σπάνιο. Τολμώντας να θίξει, ο Lord Thomas, πως οι προαναφερόμενες αποφάσεις μπορεί και να αποφασίστηκαν λανθασμένα. Ήταν ενδεχομένως αχρείαστο να λεχθεί κάτι τέτοιο, καθότι, η διαφοροποίηση και κατ’ επέκταση η διαφορετική κατάληξη δικαιολογείτο ούτως ή άλλως, λόγω των ιδιαίτερων γεγονότων της υπόθεσης. Η καταγγέλλουσα, που ταξίδευε με τρένο, σε γεμάτο βαγόνι, κάποια στιγμή, κοντά στο σταθμό Embankment, ένιωσε έναν άντρα να την «χτυπά» από πίσω. Προχώρησε μπροστά και, όπως έκανε πιο μπροστά, έκανε και ο άντρας πίσω της όμοια κίνηση, μπροστά. Μετατοπίστηκε ξανά, αλλά ο άντρας συνέχισε να κάνει επαφή με τη δεξιά πλευρά, από πίσω της. Στη συνέχεια, ένιωσε μια ζεστή αίσθηση μέσα από το παντελόνι της. Ενώ προσπαθούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί, το τρένο σταμάτησε και ο άντρας βγήκε έξω. Παρατήρησε ότι ήταν λευκός με καστανά μαλλιά. Κατέστη σαφές ότι το άτομο είχε αυνανιστεί, εκσπερματίζοντας πάνω της. Κατέβηκε και πήγε στη δουλειά. Οι συνάδελφοί της στη δουλειά της είπαν ότι έπρεπε να καταγγείλει το συμβάν στην αστυνομία, κάτι που έκανε αυθημερόν. Παρέδωσε το παντελόνι της στην αστυνομία. Οι εξετάσεις αποκάλυψαν δύο λεκέδες. Η μικροσκοπική εξέταση του τμήματος του υλικού που εξήχθη από έναν από τους λεκέδες επιβεβαίωσε την παρουσία σπέρματος. Πραγματοποιήθηκαν δοκιμές προφίλ DNA. Δεν υπήρχε σχετική καταχώριση στη βάση δεδομένων, αλλά το προφίλ διατηρήθηκε. Δέκα και πλέον χρόνια αργότερα, ο κατηγορούμενος, άνδρας από τη Μέση Ανατολή, συνελήφθη για άσχετο θέμα και λήφθηκε από αυτόν δείγμα DNA, του οποίου υπήρξε αντιστοιχία με τη βάση δεδομένων DNA, και ειδικότερα με το προφίλ που ελήφθη από το παντελόνι της καταγγέλλουσας, με σπανιότητα να ανήκει σε κάποιον άλλον. Τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία θα στηρίζονταν η κατηγορούσα αρχή θα ήταν η κατάθεση της καταγγέλλουσας, τα αποδεικτικά στοιχεία σε σχέση με την ταύτιση του DNA και η ανακριτική κατάθεση του κατηγορουμένου. Δεν θα προσκομίζονταν οποιοδήποτε στοιχείο για το πότε ο κατηγορούμενος είχε εισέλθει στο Ηνωμένο Βασίλειο, ποια ήταν η απασχόλησή του εκείνη την εποχή και αν είχε αδέρφια στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σε αίτηση και εισήγηση που έγινε πως, υποβλήθηκε πως, στη βάση των προαναφερόμενων υποθέσεων, δεν υπήρχε υπόθεση για να απαντηθεί (κατ’ εξαίρεση, υπάρχει δυνατότητα τέτοιας εισήγησης πριν από την παρουσίαση της μαρτυρίας της κατηγορούσας αρχής, αντί μετά το κλείσιμο της υπόθεσής της). Κατ’ έφεση, λήφθηκε υπόψη η απόλυτη ταύτιση του γενετικού προφίλ, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος απείχε από το να απαντήσει στις ερωτήσεις που του έγιναν, για να δώσει μια διαφορετική εξήγηση της ύπαρξης του γενετικού του υλικού στο παντελόνι της καταγγέλλουσας, κατ’ επίκληση της αγγλικής νομοθεσίας και της νομολογίας που είχε αναπτυχθεί επί της συγκεκριμένης νομοθετικής πρόνοιας (S.34 of the Criminal Justice and Public Order Act 1994). Έπειτα, έγιναν παραπομπές σε νομολογία που είχε να κάνει με παρόμοιας φύσης αδικήματα, ή και στην R v Sampson & Kelly [2014] EWCA Crim 1968 που διέκρινε τις προαναφερόμενες υποθέσεις από τα γεγονότα της ιδίας χωρίς να τις καταργεί ως δίκαιο.
31. Η συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη, όπως σχολιάστηκε και στη R v. Webber [2004] 1 WLR 404, είχε ως σκοπό να ευθυγραμμίσει το δίκαιο με την κοινή λογική, προβλέποντας, μεταξύ άλλων, πως, όταν, σε οποιαδήποτε διαδικασία εναντίον προσώπου για κάποιο αδίκημα, δίδεται μαρτυρία ότι ο ύποπτος, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή πριν να κατηγορηθεί, κατά την ανάκριση υπό επίστηση όπου γίνεται προσπάθεια να διερευνηθεί κατά πόσον και από ποιον έχει διαπραχθεί το αδίκημα, αποτύχει να αναφέρει γεγονότα πάνω στα οποία βασίζει την υπεράσπισή του, ή κατηγορείται ή ενημερώνεται για την πιθανότητα να κατηγορηθεί και αποτύχει να αναφέρει γεγονότα τα οποία, υπό τις περιστάσεις, εύλογα θα αναμένονταν να είχε αναφέρει, τότε, μεταξύ άλλων, μπορεί το Δικαστήριο να λάβει υπόψη του αυτήν την αποτυχία του, για να αποφασίσει κατά πόσον υπάρχει υπόθεση για να απαντηθεί ή και το Δικαστήριο ή οι ένορκοι να επικαλεστούν αυτή την αποτυχία ως σχετιζόμενη με ενοχή.
32. Παρεμβάλλεται πως είναι ρητά κατοχυρωμένο το δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης του υπόπτου ή κατηγορούμενου, και η άσκηση αυτού του δικαιώματός του δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον του. Υπό αυτή την παράμετρο, χρειάζεται προσοχή η προσέγγιση της αγγλικής νομολογίας, βάσει της αγγλικής νομοθετικής διάταξης, που θέτει ως ένα εκ των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη, για ό,τι θα μπορούσε να συνιστά εκ πρώτης όψεως υπόθεση, την αποτυχία του κατηγορούμενου να παράσχει εύλογα αναμενόμενες εξηγήσεις κατά την ανάκριση, για το πώς βρέθηκε το γενετικό του υλικό σε συγκεκριμένα αντικείμενα ή χώρους. Η εστίαση είναι εξ αρχής, αναπόφευκτα, στα στοιχεία που προσκομίζει η Κατηγορούσα Αρχή και στη δική τους λογική συνοχή, ώστε, αφού εκείνη στοιχειοθετηθεί και μπορεί να στηρίξει και καταδίκη, τότε, με δεδομένη αυτή την προϋπόθεση, να αναζητείται και εξήγηση από τον κατηγορούμενο, όχι για να ενδυναμώσει την υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής, αλλά για να του δοθεί η δυνατότητα να εκτρέψει τη λογική από την κατεύθυνση στην οποία δρομολογείται, βάσει της υφιστάμενης μαρτυρίας· δυνατότητα που είναι μέσα στο δικαίωμα υπεράσπισής του.
33. Στη R v. Bryon [2015] EWCA Crim 997, ο κατηγορούμενος κατηγορείτο για κλοπή μετρητών από ένα σούπερ μάρκετ. Ειδικότερα, μέσα από αυτό που ονομαζόταν «κουκούλα πτήσης» (flight pods), δηλαδή πλαστικά εμπορευματοκιβώτια που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά των μετρητών μέσω ενός κενού σωλήνα, από τα ταμεία προς το ασφαλές ταμείο. Βρέθηκε μικτό προφίλ γενετικό προφίλ σε μία ταινία που είχε χρησιμοποιήσει ο δράστης, για να σφραγίσει την τρύπα που είχε ανοίξει στον σωλήνα. Το μεγαλύτερο μέρος του μικτού γενετικού προφίλ ταίριαζε με το γενετικό προφίλ του κατηγορουμένου, με αναλογία πιθανότητας ένα προς δισεκατομμύριο. Ο Κατηγορούμενος είχε προβάλει αθώα εξήγηση για την ύπαρξη του γενετικού του υλικού στο σημείο, αλλά δεν μπορούσε να υπερτερήσει έναντι στη μεγάλη πιθανότητα να εμπλέκεται στο αδίκημα, υπό τις περιστάσεις του, που ήταν ιδιαίτερες. Εκτός από αυτά τα στοιχεία, υπήρχαν στοιχεία που απεδείκνυαν ότι ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστική απόφαση για κλοπή που πραγματοποιήθηκε με τον ίδιον ακριβώς τρόπο, κατά τη λογική της R v. Darnley [2012] EWCA Crim 1148, ότι η προηγούμενη καταδίκη ήταν επαρκές, πρόσθετο, υποστηρικτικό στοιχείο, για να στηριχθεί η καταδίκη. Συναφώς, σχετικά είναι τα άρθρα 101(1) και 103(1) της Criminal Justice Act 2003. Θεωρήθηκε, έτσι, επαρκές το σύνολο της μαρτυρίας, για να διατηρηθεί η καταδίκη.
34. Στη R v Tsekiri [2017] EWCA Crim 40, η παραπονούμενη κάθισε στο αυτοκίνητό της, έτοιμη να ξεκινήσει για τον προορισμό της. Πριν, όμως, προλάβει να το κάνει, ένας άντρας, που ήταν έξω από το αυτοκίνητο, άνοιξε την πόρτα του οδηγού, έβαλε το ένα χέρι πάνω στο στόμα της και το άλλο πίσω από το κεφάλι της. Μπόρεσε να δει ότι ήταν λευκός, χαμηλού ύψους και με περιττά κιλά, και ότι φορούσε μάλλινο καπέλο. Κατά την πάλη, ή επειδή την τράβηξε έξω από το αυτοκίνητο, είχε δει και έναν δεύτερο άντρα που ενδεχομένως να συνδέονταν με τον δράστη. Κατάφερε να φωνάξει βοήθεια, οι δύο άντρες τράπηκαν σε φυγή. Κάποια στιγμή, πάνω στην πάλη της με τον δράστη, αφαιρέθηκε από τον λαιμό της και το χρυσό κολιέ που φορούσε. Αργότερα, ορισμένα τμήματά του βρέθηκαν στον δρόμο, κοντά. Λήφθηκαν επιχρίσματα από το εξωτερικό χερούλι της πόρτας του οδηγού (που η παραπονούμενη είδε τον δράστη να αγγίζει, κατά την ώρα του συμβάντος), τα οποία έδωσαν ένα μικτό γενετικό προφίλ, στο οποίο κύρια συνεισφορά είχε ένα και μικρότερη συνεισφορά είχε ένα άλλο. Το γενετικό προφίλ με την κύρια συνεισφορά είναι εκείνο που ταυτίζονταν με το γενετικό προφίλ του κατηγορούμενου, με λόγο πιθανολόγησης ένα στο δισεκατομμύριο. Η μικρή ποσότητα του λιγότερο συνεισφέροντος δείγματος δεν μπορούσε να οδηγήσει σε κάποιο εύρημα. Δεν μπορούσε να προσδιοριστεί χρονικά η εναπόθεση του γενετικού υλικού, ή από πού προήλθε (δέρμα, σάλιο, αίμα, κ.λπ.). Ο επιστήμονας, που κατέθεσε, είχε αναφέρει πως η εναπόθεση θα μπορούσε να οφείλεται στο ότι το άτομο άγγιξε το χερούλι της πόρτας ή λόγω δευτερογενούς μεταφοράς. Στη συνέχεια, ανέφερε πως, κατά την εκτίμησή του, η δευτερογενής μεταφορά ήταν απίθανη, δεδομένου ότι το άτομο με το εν λόγω γενετικό προφίλ ήταν ο κύριος συνεισφέρων. Η παραπονονούμενη δεν αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο ως τον συλληφθέντα δράστη, ενώ εκείνος, στην κατάθεσή του, υπό επίστηση, δεν είχε αναφέρει οτιδήποτε σχετικά με τη βίαιη αφαίρεση του κολιέ. Με την ολοκλήρωση της παρουσίασης της υπόθεσης της κατηγορούσας αρχής, είχε υποβληθεί πως έπρεπε η υπόθεση να αποσυρθεί από τους ενόρκους, καθότι κανένα λογικό σώμα ενόρκων, ορθά καθοδηγούμενο, θα μπορούσε να καταδικάσει, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. Το Δικαστήριο, πρωτόδικα, απέρριψε την εισήγηση, λέγοντας ότι, όπου η εύρεση γενετικού υλικού που αποδίδεται σε κατηγορούμενο στον τόπο του εγκλήματος είναι το μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο εναντίον του, είναι απαραίτητο να εξεταστούν οι συνθήκες της συγκεκριμένης υπόθεσης από τους ενόρκους. Κατ’ έφεση, όπου απορρίφθηκε η έφεση, έγινε αναφορά σε όλες τις προαναφερόμενες υποθέσεις, οι οποίες ήταν στη βάση των δικών τους περιστατικών. Έγινε προσπάθεια να τεθούν και ορισμένα κριτήρια, μη εξαντλητικά, τα οποία θα μπορούσαν να λαμβάνονται υπόψη.
35. Στη βάση των «κριτηρίων Tsekiri», είναι χρήσιμο να εξετάζεται εάν υπάρχουν στοιχεία (όχι απλά θεωρητικά σενάρια) από τα οποία να προκύπτει κάποια άλλη εξήγηση για την παρουσία του γενετικού υλικού του κατηγορουμένου στο αντικείμενο και να εκτρέπουν τη λογική της εμπλοκής του στο έγκλημα. Σε αυτή την παράμετρο, εάν ο κατηγορούμενος στην κατάθεσή του έχει δώσει μια φαινομενικά εύλογη περιγραφή της παρουσίας του γενετικού του υλικού, εκεί μπορεί να υπάρχει έδαφος να ισχύει ότι δεν υπάρχει υπόθεση για να απαντηθεί. Από την άλλη, η παντελής απουσία οποιασδήποτε εξήγησης, θα άφηνε ανεξήγητα τα στοιχεία του γενετικού υλικού που ταυτίστηκε με το γενετικό προφίλ του κατηγορουμένου. Έπειτα, έχει σημασία εάν το αντικείμενο συνδέεται προφανώς με το ίδιο το αδίκημα (π.χ. το γενετικό προφίλ που βρέθηκε στο χερούλι της πόρτας που χρησιμοποιήθηκε από τον δράστη κατά τη διάπραξη του αδικήματος, με δεδομένη τη μαρτυρία ότι ο δράστης άγγιξε το συγκεκριμένο αντικείμενο). Η θέση θα μπορούσε να είναι διαφορετική, λέχθηκε, αν το αντικείμενο δεν ήταν απαραίτητα τόσο συνδεδεμένο με το αδίκημα, όπως το γενετικό υλικό στο αποτσίγαρο που βρίσκεται στο σημείο της ληστείας. Σημασία έχει, περαιτέρω, πόσο εύκολα μετακινούμενο είναι το αντικείμενο πάνω στο οποίο εντοπίζεται το γενετικό υλικό. Το γενετικό υλικό σε ένα μικρό κομμάτι ρούχο ή σε μία γόπα στον τόπο του εγκλήματος μπορεί να έχει λιγότερη αποδεικτική ισχύ από (όπως συνέβαινε στην εν λόγω υπόθεση) το γενετικό υλικό σε ένα όχημα. Ακόμα, έχει σημασία το εάν υπάρχουν στοιχεία για κάποια γεωγραφική συσχέτιση μεταξύ του αδικήματος και του δράστη, όπως υπήρχε στα γεγονότα της εν λόγω υπόθεσης που ο δράστης θεάθηκε να αγγίζει το χερούλι του οχήματος. Στην περίπτωση μικτού γενετικού προφίλ, έχει σημασία εάν το γενετικό προφίλ που ταιριάζει με τον κατηγορούμενο έχει την κύρια συνεισφορά στο συνολικό γενετικό προφίλ. Επίσης, πόσο πιθανό είναι το γενετικό προφίλ που αποδίδεται στον κατηγορούμενο να εναποτέθηκε με πρωτογενή ή δευτερογενή μεταφορά. Στην εν λόγω υπόθεση, τα αποδεικτικά στοιχεία πραγματογνωμοσύνης ήταν ότι η δευτερογενής μεταφορά ήταν μια απίθανη εξήγηση για την παρουσία του γενετικού υλικού του κατηγορούμενου στο χερούλι της πόρτας. Δεν μπορεί να εκτεθεί μια εκ προοιμίου εξαντλητική λίστα κριτηρίων και κάθε περίπτωση θα εξαρτηθεί από τα δικά της δεδομένα, ενώ είναι κρίσιμο το ότι δεν υπάρχει κάποια αρχή του δικαίου της απόδειξης ή άλλη νομική αρχή που να εμποδίζει μια υπόθεση, που εξαρτάται αποκλειστικά από την παρουσία του γενετικού προφίλ του κατηγορουμένου σε ένα αντικείμενο που έχει απομείνει στον τόπο ενός εγκλήματος, να εξετάζεται από ενόρκους ή (με τα εγχώρια δεδομένα) από το Δικαστήριο σε πλήρη ακρόαση.
36. Τα κριτήρια αυτά εφαρμόστηκαν και στην αρκετά πρόσφατη R v Ward [2025] EWCA Crim 150, όπου το DNA συνέδεσε τον κατηγορούμενο με ένα τζιν παντελόνι που βρέθηκε κοντά στον τόπο του εγκλήματος, πάνω στο οποίο βρέθηκαν και θραύσματα γυαλιού που ταίριαζαν με το γυαλί που έσπασε στο ακίνητο από το οποίο έγινε η κλοπή. Το DNA του κατηγορούμενου εντοπίστηκε στη ζώνη του τζιν, είχε την κύρια συνεισφορά στο σύνολο του γενετικού προφίλ, υποδηλώνοντας ότι ο κατηγορούμενος είχε φορέσει το παντελόνι. Ο πρωτόδικος δικαστής απέρριψε την εισήγηση της υπεράσπισης ότι δεν υπάρχει υπόθεση για να απαντηθεί και επέτρεψε να συνεχίσει η ακρόαση της υπόθεσης ενώπιον των ενόρκων. Το Court of Appeal απέρριψε την έφεση, δεχόμενο, επίσης, στη βάση των προαναφερόμενων κριτηρίων από την R v Tsekiri (ανωτέρω), πως το DNA στη ζώνη του παντελονιού, τα θραύσματα γυαλιού και η θέση όπου εντοπίστηκε το παντελόνι συνιστούσαν περιστατική μαρτυρία προς υποστήριξη της υπόθεσης της κατηγορούσας αρχής, που ελλείψει και εναλλακτικής εξήγησης από τον κατηγορούμενο, καθιστούσε εύλογο και ανοιχτό το ενδεχόμενο για τους ενόρκους να καταδικάσουν, με βάση αυτά τα στοιχεία.
37. Η R v Tsekiri (ανωτέρω) αναφέρθηκε και σε εγχώρια νομολογία[4]. Έγινε παραπομπή, από την πλευρά του συνηγόρου του Κατηγορούμενου, στην Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου ν. Ρ. Χ., Υπόθεση 2316/2019 Ε.Δ. Πάφου, 24.01.2025, όπου το Δικαστήριο, με αυτή τη σύνθεση, αποφάσισε πως δεν υπάρχει πρώτης όψεως υπόθεση, παραπέμποντας στις Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ 485 και Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2007) 2 ΑΑΑ 428. Εκεί είχε εντοπιστεί μονό γενετικό προφίλ στο χερούλι της πόρτας του οχήματος που κλάπηκε, που ταυτίστηκε με το γενετικό προφίλ του κατηγορούμενου, και μικτό γενετικό προφίλ στο τιμόνι του οχήματος, στο οποίο δεν αποκλείονταν ο κατηγορούμενος ως δότης. Το τιμόνι του οχήματος κρατά κάποιος αρκετή ώρα και οδηγεί, και εκεί δεν υπήρχε μαρτυρία πως ο κατηγορούμενος ήταν βασικός δότης, απλώς δεν αποκλείονταν ως δότης, κατά τρόπο που δεν απέκλειε την έμμεση μεταφορά. Το εξωτερικό χερούλι της πόρτας του οχήματος αγγίζει κάποιος για να ανοίξει την πόρτα του οχήματος και θα μπορούσε να το είχε αγγίξει ο κατηγορούμενος. Δεν υπήρχε σύνδεση του κατηγορούμενου με τον τόπο του εγκλήματος ή άλλη μαρτυρία (όπως, για παράδειγμα, στη R. v. Tsekiri, ανωτέρω, ή ακόμα και στην R v Ward, ανωτέρω), ενώ υφίστατο ως έκδηλη πιθανότητα, από τα ήδη υφιστάμενα στοιχεία, ο κατηγορούμενος να είχε αγγίξει το χερούλι του οχήματος οποτεδήποτε, εφόσον δεν μπορούσε επιστημονικά να προσδιοριστεί ο χρόνος εναπόθεσης, και οπουδήποτε, όχι κατ’ ανάγκη στον τόπο από όπου κλάπηκε το όχημα, που είχε βρεθεί στη συνέχεια εγκαταλελειμμένο σε δημόσιο χώρο. Ήταν οι περιστάσεις της υπόθεσης τέτοιες που η περιστατική μαρτυρία, η ποιότητα και η συνοχή της, δεν μπορούσαν να οδηγήσουν φυσιολογικά στην αναζήτηση εξήγησης από τον κατηγορούμενο, για το πώς βρέθηκε το γενετικό του υλικό στο χερούλι της πόρτας του ελεύθερα προσεγγίσιμου εξωτερικά οχήματος, αφού εάν δεν έδιδε καθόλου εξηγήσεις, δεν θα επαρκούσε η υφιστάμενη μαρτυρία για την καταδίκη του και δεν θα μπορούσε να αντιστραφεί το αποδεικτικό βάρος[5]. Τα δεδομένα εκείνης της υπόθεσης ήταν εγγύτερα στα δεδομένα της Γεωργίου ν. Αστυνομίας (ανωτέρω), η οποία είχε διαφοροποιηθεί και εκείνη από άλλες υποθέσεις.
38. Συναφώς, στην Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 746, που ήταν μία εκ των υποθέσεων από τις οποίες διαφοροποιήθηκε η Γεωργίου ν. Αστυνομίας (ανωτέρω), το 2006, σημειώθηκε έκρηξη έξω από συγκεκριμένη οικία, οφειλόμενη στη ρίψη χειροβομβίδας. Με τον έναν εκ των παραπονούμενων, κατόχων της οικίας, ο πατέρας του κατηγορούμενου είχε οικονομική διαφορά, ως αποτέλεσμα συγκεκριμένης επαγγελματικής συναλλαγής. Λίγες ημέρες πριν από τη έκρηξη, αυτοκίνητο μερσεντές, μαύρου χρώματος, όπως ήταν και το αυτοκίνητο του κατηγορούμενου, θεάθηκε να περνά έξω από την κατοικία του εν λόγω παραπονούμενου με κατεύθυνση το εργαστήριό του και τον χώρο όπου αυτός στάθμευε το αυτοκίνητό του. Ο κατηγορούμενος, αμέσως μετά το συμβάν, έδωσε θεληματική κατάθεση, αρνούμενος οποιαδήποτε σχέση με αυτό. Εντοπίστηκε και ταυτοποιήθηκε γενετικό υλικό που ανήκε στον ίδιο, στην εσωτερική επιφάνεια του δακτυλίου έλξης της περόνης ασφαλείας της χειροβομβίδας και στην εξωτερική επιφάνεια του μοχλού όπλισής της. Στην κατάθεσή του, που έδωσε στην Αστυνομία, ο κατηγορούμενος πρόβαλε άλλοθι για το προηγούμενο βράδυ. Είπε επίσης ότι δεν μπορούσε να αποδείξει πως βρέθηκε το γενετικό του υλικό του σε κάποια εξαρτήματα που η Αστυνομία παρέδωσε, όπως δεν μπορούσε να αποδείξει αν τα εξαρτήματα αυτά ανήκαν στη χειροβομβίδα που ρίχτηκε. Ήταν σίγουρος, όμως, και το είπε στην Αστυνομία ότι, όταν ήταν στο στρατό κατά την περίοδο 2001 - 2003, επεξεργάστηκε πολλές χειροβομβίδες. Η γενετική μαρτυρία ήταν η μόνη μαρτυρία που συνέδεε τον κατηγορούμενο με την σκηνή και εξηγούσε τη σπανιότητα του να μην ανήκε στον κατηγορούμενο το γενετικό υλικό καθώς και της έμμεσης μεταφοράς. Έπειτα, στη βάση αυτής, που έγινε αποδεκτή κατόπιν πλήρους ακρόασης, σε συνάρτηση και με την υπόλοιπη περιστατική μαρτυρία, η κατάληξη, που διατηρήθηκε και κατ’ έφεση, ήταν ότι ο κατηγορούμενος ήταν ο δράστης που κατείχε και έριξε τη χειροβομβίδα.
39. Στην Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2001) 2 ΑΑΔ 571, που ήταν η άλλη υπόθεση από την οποία διαφοροποιήθηκε η Γεωργίου ν. Αστυνομίας (ανωτέρω), ένας κουκουλοφόρος εισέβαλε σε υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου στην Χλώρακα και, με την απειλή πιστολιού που κρατούσε, εξανάγκασε τους υπαλλήλους να του αδειάσουν σε πλαστική σακούλα τις £11.300 περίπου που περιείχαν τα ταμεία. Απομακρύνθηκε, οδηγώντας μοτοσυκλέτα, ενώ ουδέποτε ανευρέθηκε το προϊόν του εγκλήματος. Όσοι είδαν τον δράστη, μόνο τα γενικά χαρακτηριστικά του ήταν σε θέση να δώσουν. Δεν υπήρχε μαρτυρία κατ' ευθείαν αναγνωριστική του κατηγορούμενου. Το Κακουργιοδικείο έκρινε πως όσα γενικά λέχθηκαν, για το ύψος και γενικά τη σωματική του διάπλαση, ταίριαζαν στον κατηγορούμενο. Έπειτα, σε απόσταση 700 μέτρων από το υποκατάστημα της τράπεζας, στην αριστερή πλευρά του δρόμου, βρέθηκε μαύρη κουκούλα, που θεωρήθηκε πως ήταν ακριβώς εκείνη που φορούσε ο δράστης. Σε έξι σημεία της στο μπροστινό της μέρος, εντοπίστηκε γενετικό υλικό μόνον ενός ανθρώπου. Σε απόσταση 2-3 χλμ. περίπου από το υποκατάστημα της τράπεζας, βρέθηκε μοτοσυκλέτα που κρίθηκε πως ήταν ακριβώς εκείνη που χρησιμοποίησε ο δράστης. Στο τιμόνι της, εντοπίστηκε γενετικό υλικό περισσοτέρων του ενός ανθρώπου. Δεν υπήρχε αμφιβολία πως το γενετικό υλικό στη κουκούλα ανήκε στον κατηγορούμενο. Επίσης, ότι αυτός ήταν ο κύριος δότης και του γενετικού υλικού στο τιμόνι. Στη βάση αυτής της περιστατικής μαρτυρίας, σε συνδυασμό με όσα αναφέρθηκαν ως γενικά χαρακτηριστικά του δράστη και τη συμπεριφορά του κατηγορούμενου από την επομένη της ληστείας, το Κακουργιοδικείο κατέληξε πως αποδείχτηκε η κατηγορία, κρίση που διατηρήθηκε κατ’ έφεση.
40. Έγινε παραπομπή του Δικαστηρίου, από την πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής, και στη Δημοκρατία ν. Νικολάου, ΠΕ 59/2020, 27.05.2021. Σε εκείνη την υπόθεση, ο κατηγορούμενος αντιμετώπιζε κατηγορίες σχετικές με την κατοχή ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια. Ανακόπηκε όχημα που οδηγείτο από τρίτο πρόσωπο με επιβάτη ακόμα ένα πρόσωπο, στο πλαίσιο επιχείρησης της ΥΚΑΝ. Μετά από έρευνα εντοπίστηκαν και παραλήφθηκαν ναρκωτικές ουσίες. Από τις έρευνες που ακολούθησαν, συνδέθηκε επιστημονικά ο κατηγορούμενος. Ειδικότερα, είχε εντοπιστεί πλήρες γενετικό υλικό του στην εξωτερική πλευρά της καφέ κολλητικής ταινίας, η οποία ήταν επικολλημένη περιφερειακά στο ένα από τα τέσσερα σακούλια στο οποίο υπήρχαν τα επίδικα ναρκωτικά. Ο δότης του δεν θα μπορούσε να ήταν άλλος από τον Κατηγορούμενο, η δε μεταφορά ήταν άμεση. Αυτό οδήγησε σε περαιτέρω έρευνες, όπου διαπιστώθηκε ότι, κατά την ημερομηνία που έγινε η ανακοπή του οχήματος, υπήρξαν, πρόσθετα, πολλές τηλεφωνικές κλήσεις μεταξύ του οδηγού του οχήματος και του κατηγορούμενου. Ως αποτέλεσμα, καταχωρίστηκε υπόθεση αρχικά εναντίον και των τριών πιο πάνω ατόμων. Κατά την ημερομηνία που θα παραπεμπόταν η υπόθεση στο Κακουργιοδικείο, ο κατηγορούμενος φυγοδίκησε, μεταβαίνοντας στις κατεχόμενες περιοχές, όπου και παρέμεινε για περίπου δύο μήνες. Ως εκ τούτου, τελικά καταχωρίστηκε εναντίον ξεχωριστή υπόθεση. Αυτή ήταν η περιστατική μαρτυρία που είχε ενώπιον του το Κακουργιοδικείο. Η εκδοχή του κατηγορούμενου ήταν ότι δεν είχε ανάμειξη στην υπόθεση, προβάλλοντας ένα διαφορετικό σενάριο, που δεν εξηγούσε την εναπόθεση του γενετικού του υλικού στο τεκμήριο. Κατ’ έφεση, ανατράπηκε η αθωωτική απόφαση και αντικαταστάθηκε με καταδικαστική απόφαση.
41. Εκτίθενται τα εξής που προκύπτουν από τη μαρτυρία αυτής της υπόθεσης, στην όψη της, χωρίς αξιολόγηση, αλλά τοποθετώντας τα με μια σειρά:
(1) Το πρωί της 05.07.2024 υπήρχε διακοπή ρεύματος, που διαπιστώθηκε πως προήλθε από την κλοπή των ασφαλειοδιακοπτών στον συγκεκριμένο υποσταθμό, που επιτεύχθηκε κατόπιν παραβίασης του πλαϊνού παραθύρου του υποσταθμού. Είχαν αφαιρεθεί φύλα από το πλαϊνό παράθυρο και μπορούσε, από το άνοιγμα που δημιουργήθηκε, να εισέλθει άνθρωπος, ενώ η πόρτα δεν βρέθηκε παραβιασμένη, ούτε μπορούσε να αφαιρεθεί, κατά τρόπο ώστε να φαίνεται πως ο δράστης εισήλθε στον υποσταθμό από το παραβιασμένο παράθυρο (ΜΚ1, ΜΚ3, ΜΚ5, Τ19, Τ20).
(2) Το εσωτερικό του υποσταθμού της ΑΗΚ δεν είναι μέρος στο οποίο υπάρχει διακίνηση ατόμων και ελεύθερη πρόσβαση (ΜΚ5), κατ’ επέκταση δεν γνωρίζει ο καθένας τι έχει μέσα και τι εξυπηρετεί. Στην πόρτα του υποσταθμού υπάρχουν πινακίδες που απαγορεύουν την είσοδο και προειδοποιούν για τον κίνδυνο ηλεκτροπληξίας (Τ20). Παρόλο που υπήρχε ειδοποίηση ότι ο χώρος προστατεύεται από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, δεν υπήρχε διαθέσιμο κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης την 05.07.2024.
(3) Στη περιοχή του υποσταθμού, που είναι η βιομηχανική περιοχή Κονιών, υπάρχουν εργοστάσια που λειτουργούν με ρεύμα που λαμβάνουν από τον υποσταθμό, και τη διακοπή ρεύματος την είχαν αναφέρει την 05.07.2024, όταν, κατά την πρωινή λειτουργία τους, δεν είχαν ρεύμα. Δεν υπάρχουν κατοικήσιμες οικίες που να χρησιμοποιούν ρεύμα (ΜΚ5).
(4) Η 05.07.2024 ήταν ημέρα Παρασκευή και η προηγούμενη ημέρα ήταν Πέμπτη. Δεν προκύπτει από οπουδήποτε να ήταν κλειστά, την Πέμπτη 04.07.2024, τα ίδια εργοστάσια που ανέφεραν τη διακοπή του ρεύματος (ισιώματα αυτοκινήτων, μηχανικοί) (ΜΚ5). Δεν είναι γνωστό το ωράριο λειτουργίας των εργοστασίων της περιοχής, που ανέφεραν διακοπή του ρεύματος, κατά το πρωί της 05.07.2024.
(5) Την 05.07.2024, μέσα στον υποσταθμό, βρέθηκε το Τ2, εργαλείο με το οποίο, με την ανάλογη προσαρμογή, θα μπορούσε να γίνει η αφαίρεση των βιδών με τις οποίες ήταν στερεωμένοι οι ασφαλειοδιακόπτες, η οποία προϋποτίθετο για την απομάκρυνση των ασφαλειοδιακοπτών (ΜΚ1, ΜΚ3, ΜΚ5).
(6) Το Τ2 δεν ανήκει στην ΑΗΚ (ΜΚ5) και δεν είναι εργαλείο που μπορεί να έχει ο καθένας στο σπίτι του.
(7) Το Τ2 ήταν τυλιγμένο με χάρτινη κολλητική ταινία στο μέρος της λαβής και βρέθηκε πάνω στον πίνακα διανομής (Τ2, ΜΚ3, ΜΚ5, ΜΚ6).
(8) Η αφαίρεση των ασφαλειοδιακοπών χωρίς προστασία από το ρεύμα είναι επικίνδυνη (ΜΚ5).
(9) Το τύλιγμα του Τ2 με κολλητική ταινία παρέχει προστασία από το ρεύμα (ΜΚ5) και δεν προκύπτει από οπουδήποτε συνήθεια περιτύλιξης αντικειμένων όπως το Τ2 στη λαβή τους με κολλητική ταινία.
(10) Χάρτινη κολλητική ταινία, που φέρεται ως του ίδιου είδους, θεάθηκε και πάνω σε σταθερό σημείο επί του πίνακα (Τ18, ΜΚ5).
(11) Στην ακριανή εσωτερική πλευρά της κολλητικής ταινίας με την οποία ήταν τυλιγμένη η λαβή του Τ2 εντοπίστηκε πλήρες και μονό ανδρικό γενετικό προφίλ που ταυτίστηκε με το γενετικό προφίλ του Κατηγορούμενου, και εάν ο Κατηγορούμενος δεν έχει δίδυμο αδελφό, θα ήταν πολύ σπάνιο να ανήκει σε κάποιον άλλον (Τ6, Τ7, ΜΚ6).
(12) Δεν βρέθηκε οποιοδήποτε άλλο γενετικό υλικό, άλλου προσώπου, στην εξωτερική επιφάνεια του Τ2 ή στα σημεία των ραγών του παραθύρου από όπου λήφθηκαν δείγματα ή οπουδήποτε αλλού, ενώ δεν ελέγχθηκε ολόκληρη η εσωτερική επιφάνεια της κολλητικής ταινίας (Τ3, Τ4, Τ5, Τ6, Τ7, ΜΚ6).
(13) Τα μονά γενετικά προφίλ δείχνουν γενετικό υλικό που προέρχεται από μία πηγή. Σε περίπτωση που η αντίδραση PCR δώσει αποτέλεσμα σε όλες τις χρωμοσωμικές θέσεις, λαμβάνεται πλήρες γενετικό προφίλ (Τ6, Τ7 σελ.3,4).
(14) Το πλήρες και μονό γενετικό προφίλ που βρέθηκε στην ακριανή εσωτερική πλευρά της κολλητικής ταινίας δεν προέρχεται από σάλιο ή αίμα, ενώ παραπέμπει σε άμεση μεταφορά, με άγγιγμα, και όχι σε έμμεση μεταφορά (ΜΚ6, Τ6, Τ7).
(15) Η απουσία γενετικού προφίλ άλλου ατόμου, στο ίδιο σημείο όπου βρέθηκε το γενετικό προφίλ που ταυτίστηκε με τον Κατηγορούμενο, στο Τ2, σε συνάρτηση με το ότι ήταν πλήρες και μονό το γενετικό προφίλ που εντοπίστηκε, παραπέμπει στο ότι ο Κατηγορούμενος πιθανότερο να ήταν το τελευταίο άτομο που άγγιξε στο συγκεκριμένο σημείο, στην κολλητική επιφάνεια της ταινίας (ΜΚ6).
(16) Το συγκεκριμένο σημείο που φέρεται να άγγιξε ο Κατηγορούμενος, αφήνοντας πλήρες και μονό γενετικό αποτύπωμα, ήταν κολλητική επιφάνεια, πάνω στην οποία διατηρήθηκε για άγνωστο χρονικό διάστημα μετά την εναπόθεσή του και μέχρι τον εντοπισμό του, ενώ ήταν στο ακριανό σημείο όπου τελειώνει η περιτύλιξη της λαβής του Τ2 με κολλητική ταινία που, από τον όγκο που δίδει η κολλητική ταινία στο Τ2, φαίνεται μεγάλη σε μήκος.
(17) Η πρώτη ταύτιση με το γενετικό προφίλ του Κατηγορούμενου έγινε, στο Τ6, γιατί, όπως αναφέρεται σε αυτό, το γενετικό του προφίλ ήταν ήδη καταχωρισμένο στη βάση δεδομένων, έχοντας απασχολήσει, ο Κατηγορούμενος, στο παρελθόν την Αστυνομία, αρ. αναφοράς ΥΠΕΓΕ 3077/2023 (Τ6).
(18) Ο Κατηγορούμενος δεν εργάζεται στην ΑΗΚ και δεν έχει δικαίωμα πρόσβασης στο εσωτερικό του υποσταθμού της ΑΗΚ (ΜΚ5).
(19) Ο Κατηγορούμενος, στην ανακριτική του κατάθεση, ερωτώμενος σχετικά, δεν έδωσε κάποια εξήγηση για το πώς μπορεί να βρέθηκε το γενετικό του υλικό στην εσωτερική πλευρά της κολλητικής ταινίας με την οποία μονώθηκε το Τ2, που φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη του αδικήματος· ανέφερε πως δεν είναι εκείνος που διέπραξε διάρρηξη, και πως ό,τι έχει να πει, θα το πει στο Δικαστήριο. Γνωρίζει τον υποσταθμό στα Κονιά, πού βρίσκεται, γιατί στην περιοχή του παίρνει βόλτα τον σκύλο του δύο φορές την εβδομάδα, διαμένει στη Γεροσκήπου, σε εργαστήριο γλυπτικής, με μία γυναίκα, όπου εκεί διέμεναν παλαιότερα και άλλα άτομα (Τ8).
42. Στη βάση των ανωτέρω, θα μπορούσε να λεχθεί, εκ πρώτης όψεως, πως ο Κατηγορούμενος φέρεται να είχε άμεση επαφή με την εσωτερική επιφάνεια της κολλητικής ταινίας, με την οποία τυλίχθηκε το Τ2. Το σημείο όπου εντοπίστηκε το γενετικό υλικό, στην εσωτερική πλευρά της κολλητικής ταινίας, στο τελείωμα της, με το οποίο τερματίζεται και η περιτύλιξη, παραπέμπει λογικά πως ο Κατηγορούμενος φέρεται να επεξεργάστηκε με κάποιον τρόπο την κολλητική ταινία που τοποθετήθηκε στο Τ2, γνώμη που εξέφρασε και η ΜΚ6. Έπειτα, για να φέρεται να είχε επεξεργαστεί την κολλητική ταινία με την οποία περιτυλίχθηκε το Τ2, φέρεται λογικά πως είχε το Τ2 στην κατοχή του σε άγνωστο χρόνο πριν από τον εντοπισμό του μέσα στον υποσταθμό, που ενδεχομένως να περιλαμβάνει τις ώρες που συνιστούν την «ημέρα», και ότι το περιτύλιξε με την κολλητική ταινία. Με την εκτίμηση πως ο Κατηγορούμενος είναι το τελευταίο άτομο που άγγιξε το σημείο όπου βρέθηκε το γενετικό του αποτύπωμα (ΜΚ6), εκ πρώτης όψεως, διαφαίνεται πως ο Κατηγορούμενος περιτύλιξε το Τ2 με σκοπό να μονωθεί. Δεν υποδεικνύεται, από τα υφιστάμενα στοιχεία, ότι είναι σύνηθες να τυλίγεται η λαβή του εργαλείου αυτού με κολλητική ταινία, για οποιονδήποτε άλλο σκοπό, πλην την προστασία από το ρεύμα. Η μαρτυρία που, κατά την Κατηγορούσα Αρχή, τοποθετεί τον Κατηγορούμενο και μέσα στον υποσταθμό είναι βασικά ότι το Τ2, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται πως ήταν το εργαλείο, ειδικό κλειδί, του οποίου έγινε χρήση για να αφαιρεθούν οι βίδες από τους ασφαλειοδιακόπτες και μετέπειτα οι ασφαλειοδιακόπτες, βρέθηκε μέσα στον υποσταθμό, πάνω στον πίνακα διανομής, χωρίς να ανήκει στην ΑΗΚ, σε συνάρτηση με το ότι η κολλητική ταινία με την οποία τυλίχθηκε το Τ2, το οποίο φαίνεται να περιτύλιξε ο Κατηγορούμενος, ή να ενεπλάκη στην περιτύλιξή του, φαίνεται εξ όψεως μόνον και χωρίς ανάλυση υλικού, να είναι η ίδια κολλητική ταινία με εκείνην που καλύφθηκε και το σταθερό σημείο μέσα στον υποσταθμό, για σκοπούς μόνωσης και προστασίας από το ρεύμα (Τ18, ΜΚ5).
43. Την αλυσίδα της λογικής της υπόθεσης ότι ο Κατηγορούμενος τύλιξε το Τ2 και έπειτα με το ίδιο υλικό και το σταθερό σημείο μέσα στον υποσταθμό, κατ’ επέκταση ότι εισήλθε από το παραβιασμένο παράθυρο και βρίσκονταν ο ίδιος μέσα στον υποσταθμό, για να ολοκληρώσει αυτό το σύστημα της μόνωσης, δεν μπορούν να διαρρήξουν, σε αυτό το στάδιο, θεωρητικά σενάρια, που δεν βασίζονται σε στοιχεία. Όπως, για παράδειγμα, το σενάριο ο Κατηγορούμενος να ήρθε σε επαφή με την εσωτερική επιφάνεια της κολλητικής ταινίας, στο σημείο ακριβώς όπου τελειώνει το τύλιγμα του Τ2 και κόβεται η κολλητική ταινία από το ρολό της, οποτεδήποτε, με οποιονδήποτε τρόπο ή και για οποιονδήποτε άλλο λόγο[6]. Η ΜΚ6 φαίνεται να απέκλεισε την έμμεση, δευτερογενή, μεταφορά του γενετικού του υλικού στην κολλητική ταινία, ενώ ο Κατηγορούμενος, στην ανακριτική κατάθεσή του, στα υφιστάμενα στοιχεία, δεν κάνει οποιαδήποτε αναφορά σε χρήση, από μέρους του, της συγκεκριμένης κολλητικής ταινίας ή γενικά κολλητικής ταινίας ή αναφορά σε κάποιο μεγάλο κομμάτι κολλητικής ταινίας που αποκόπηκε από το ρόλο του, με το οποίο ήρθε σε επαφή σε άσχετο χρόνο και πιθανόν να χρησιμοποιήθηκε εκείνο για την περιτύλιξη του Τ2, γιατί ήταν προσβάσιμο από άλλα άτομα. Ή ακόμα το σενάριο να τύλιξε ο ίδιος ο Κατηγορούμενος όλο το Τ2 με την κολλητική ταινία, στην εσωτερική πλευρά της οποίας βρέθηκε το αποτύπωμά του, σε ανύποπτο χρόνο, για οποιονδήποτε άλλο σκοπό, αλλά το Τ2 και επιπλέον κολλητική ταινία να μετέφερε σε διαφορετικό χρόνο μέσα στον συγκεκριμένο υποσταθμό οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που επίσης ξέρει να εφαρμόζει σύστημα μόνωσης, χωρίς ο Κατηγορούμενος να γνωρίζει οτιδήποτε για τη μετάβαση στον σταθμό ή τον σκοπό. Βεβαίως, ο ΜΚ5 ανέφερε πως κλοπές υποσταθμών έγιναν και άλλες, με τον ίδιο τρόπο, χωρίς αυτή η αναφορά του ΜΚ5, ως έγινε, να μπορεί να οδηγεί σε πιθανότητα χρησιμοποίησης του Τ2 σε άλλη περίσταση στο παρελθόν, και, εξ αυτής της πιθανότητας, σε περιτύλιξη του Τ2 σε διαφορετικό χρόνο και με άλλο σκοπό, που δεν συνδέονται με τη διάρρηξη και κλοπή στον συγκεκριμένο υποσταθμό, στα Κονιά. Σε αυτήν την πιθανότητα δεν μπορεί να οδηγήσει, σε αυτό το στάδιο, με τα υφιστάμενα στοιχεία, η αναφορά του Κατηγορούμενου (Τ8) πως παλαιότερα διέμεναν άλλα άτομα στον χώρο όπου διαμένει, έναντι στις πιθανότητες που δημιουργεί όλη η υπόλοιπη μαρτυρία, που προαναφέρθηκε. Είναι το δικό του μονό και πλήρες γενετικό υλικό που εντοπίστηκε και δεν φαίνεται να ζητήθηκε η εξέταση ολόκληρης της εσωτερικής επιφάνειας της κολλητικής ταινίας, για να ανατρέψει αυτό το εύρημα που παραπέμπει στην εμπλοκή του Κατηγορούμενου στην περιτύλιξη του Τ2, που εντοπίστηκε μέσα στον υποσταθμό.
44. Υπό τις περιστάσεις αυτής της υπόθεσης, η απουσία άλλης, ανεξάρτητης μαρτυρίας, που να τοποθετεί το Κατηγορούμενο στην σκηνή του εγκλήματος ή κοντά σε αυτήν, συνδέοντάς περαιτέρω με τον τόπο (nexus), δεν δημιουργεί, σε αυτό το στάδιο, εκτροπή από την προαναφερόμενη λογική προσέγγιση· λαμβάνοντας υπόψη τον τόπο όπου φέρονται να διαπράχθηκαν τα αδικήματα, που δεν είναι ευπροσέγγιστος, και το μεταφερόμενο αντικείμενο πάνω στο οποίο εντοπίστηκε το γενετικό υλικό του Κατηγορούμενου, που δεν είναι ούτε αποτσίγαρο ούτε κασκόλ ούτε σακούλι, ουδέτερο ή σύνηθες και εύκολα μεταφερόμενο ‒ εκ της συνήθους χρήσης ‒ αντικείμενο, ως σε άλλες υποθέσεις. Δεν θα μπορούσε, με τα μέχρι στιγμής υφιστάμενα στοιχεία, να εξαχθεί ότι με ευκολία ο Κατηγορούμενος θα μπορούσε αθώα να είχε έρθει σε επαφή με ένα τέτοιο αντικείμενο, όπως η εσωτερική πλευρά της κολλητικής ταινίας με την οποία μονώθηκε το ειδικό κλειδί ακόμα και στην απουσία οποιασδήποτε εξήγησης εκ μέρους του[7], ώστε να πρέπει να σταματήσει εδώ η υπόθεση. Έπειτα, σημασία έχει και το ότι ο δράστης γνώριζε ότι πρέπει και πώς πρέπει να εφαρμόσει τεχνικές μόνωσης για την προστασία του από το ρεύμα και η εφαρμογή τέτοιας μόνωσης έγινε τόσο στο μεταφερόμενο αντικείμενο, Τ2, όσο και σε σταθερό σημείο μέσα στον υποσταθμό. Στην ίδια αλυσίδα τοποθετείται το γεγονός πως δεν πρόκειται για αφαίρεση εξαρτημάτων που θα μπορούσε να διενεργήσει οποιοσδήποτε, χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς πρέπει να κάνει (ΜΚ5). Προσθέτει, ακόμα, με βάση την αγγλική νομολογία που προαναφέρθηκε, και το γεγονός πως ο Κατηγορούμενος είναι άτομο που έχει απασχολήσει ξανά την Αστυνομία, στο πρόσφατο παρελθόν, και δεν είναι ένας άνθρωπος που αποκλείεται, για άλλους παράγοντες ή λόγους που να προκύπτουν από τη μαρτυρία και θέτουν εξίσου υψηλές αντίθετες πιθανότητες, να συνδέεται με τα υπό εξέταση αδικήματα (Τ6) (π.χ. γιατί βρίσκεται σε πολύ μεγάλη γεωγραφική απόσταση χωρίς λόγο ή πρακτική δυνατότητα να είχε βρεθεί στην σκηνή του εγκλήματος, γιατί δεν έχει λογική ανάγκη να διαπράξει τέτοια αδικήματα, ή γιατί έχει ήδη δεδηλωμένο δυνατό άλλοθι). Στην ανακριτική του κατάθεση (Τ8), ανέφερε, μεταξύ άλλων, όταν ερωτήθηκε εάν γνωρίζει τον συγκεκριμένο υποσταθμό στα Κονιά, ότι τον γνωρίζει γιατί εκεί παίρνει τον σκύλο του βόλτα στην περιοχή, δύο φορές την εβδομάδα, και ότι διαμένει σε μία διεύθυνση στη Γεροσκήπου. Σε σχέση με τον εντοπισμό του γενετικού του υλικού στην κολλητική ταινία με την οποία είναι περιτυλιγμένο το εργαλείο, ανέφερε πως ό,τι έχει να πει, θα το πει στο Δικαστήριο.
45. Η υφιστάμενη μαρτυρία καλύπτει τα συστατικά στοιχεία όλων των αδικημάτων που περιέχονται στο κατηγορητήριο, και δεν εκθεμελιώνεται σε αυτό το στάδιο. Η ύπαρξη του πλήρους και μονού γενετικού προφίλ του Κατηγορούμενου, που εκ πρώτης όψεως ανήκει μόνον στον Κατηγορούμενο, στην εσωτερική κολλητική επιφάνεια της κολλητικής ταινίας με την οποία ήταν περιτυλιγμένο το εργαλείο με το οποίο εκ πρώτης όψεως έγινε η αφαίρεση των ασφαλειοδακοπτών μέσα από τον υποσταθμό της ΑΗΚ, παραπέμπει σε εμπλοκή του Κατηγορούμενου στα αδικήματα που περιέχονται στο κατηγορητήριο, κατά τρόπο ώστε να αναδύεται φυσιολογικά η ανάγκη ο Κατηγορούμενος να παράσχει εξηγήσεις. Εξηγήσεις όχι για να θεμελιώσει την υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής. Αλλά για να προβάλει την υπεράσπισή του. Είναι αναγκαίο να προβληθεί, εφόσον, χωρίς αυτήν, θα μπορούσε, η υφιστάμενη μαρτυρία, στο απόγειό της, να καταλήξει και σε καταδίκη. Εξάλλου, ο ίδιος επιφύλαξε το δικαίωμά του ό,τι έχει να πει, να το πει στο Δικαστήριο.
46. Όπως διατυπώθηκε στη Δημοκρατία ν. Νικολάου (2021) (ανωτέρω):
«Στην παρούσα περίπτωση τα γεγονότα διαφοροποιούνται ουσιωδώς. Το γενετικό υλικό του εφεσίβλητου ανευρέθηκε στην κολλητική ταινία με την οποία ήταν περιτυλιγμένη η μία συσκευασία εντός της οποίας υπήρχαν ναρκωτικά. Η κολλητική ταινία αποτελεί αντικείμενο διαφορετικής φύσης και χρήσης από το σακούλι επί του οποίου ανευρέθηκε το γενετικό υλικό του εφεσείοντα στη Χρυσάνθου [με αναφορά στην Χρυσάνθου ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 687]. Το σακούλι, ως αντικείμενο καθημερινής χρήσης, μπορεί να επιμολυνθεί με το γενετικό υλικό κάποιου χωρίς το πρόσωπο αυτό να μπορεί να ανακαλέσει στη μνήμη του την περίπτωση. Η κολλητική ταινία δεν αποτελεί αντικείμενο καθημερινής χρήσης και ο εφεσείων δεν είχε επικαλεστεί χρήση οποιασδήποτε κολλητικής ταινίας. Επίσης, στη Χρυσάνθου, οι περιστάσεις δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο άμεσης εναπόθεσης γενετικού υλικού κατά αθώο τρόπο και σε ανύποπτο χρόνο, ενώ εδώ, σε περίπτωση άμεσης εναπόθεσης, το συμπέρασμα ότι ο ίδιος περιτύλιξε ή είχε επαφή με το πακέτο των ναρκωτικών, ήταν αναπόφευκτο. Το γενετικό υλικό που ανευρέθηκε στην κολλητική ταινία ήταν πλήρες και, με βάση την επιστημονική μαρτυρία του Δρα Καριόλου, είναι 21 φορές πιο πιθανό να επρόκειτο για άμεση, παρά έμμεση, επαφή. Δε δόθηκε καμία εξήγηση από την υπεράσπιση, ούτε προσφέρθηκε μαρτυρία που να υποστηρίξει τα υποθετικά σενάρια που τέθηκαν στο Δρα Καριόλου κατά την αντεξέτασή του, με στόχο να υποστηριχτεί η έμμεση μεταφορά του γενετικού υλικού του εφεσίβλητου στην κολλητική ταινία.»
47. Ασφαλώς, η μαρτυρία αυτή, στην οποία έγινε αναφορά, θα αξιολογηθεί ως προς την αξιοπιστία της, στο τέλος της ακροαματικής διαδικασίας. Δεν αποκλείεται, στο τέλος της δίκης, στο σύνολο της μαρτυρίας, περιλαμβανομένης τυχόν ειδικής μαρτυρίας από την πλευρά του Κατηγορούμενου, να διαρρηχθεί αυτή η εκ πρώτης όψεως λογική συνοχή της περιστατική μαρτυρίας που παρουσίασε η Κατηγορούσα Αρχή, κάτι που όμως δεν μπορεί να συμβεί σε αυτό το στάδιο, όπου δεν μπορεί να γίνει και ουσιαστική επιμέρους αξιολόγηση της μαρτυρίας.
48. Σε αυτό το στάδιο, εξάλλου, δεν απαιτείται από την Κατηγορούσα Αρχή να επιτύχει απόδειξη στον βαθμό που απαιτείται στη συνέχεια.
Κατάληξη
49. Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, ο οποίος καλείται να προβάλει την υπεράσπισή του.
(εξηγούνται τα δικαιώματα)
(Υπ.) ……………………………
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Πρακτική του 1962 (Practice Note (1962) 1 All ER 448, R. v. Hipson (1969) Cr. L.R. 85, R. v. Galbraith [1981] 2 All ER 1060, Azinas v. Police (1981) 2 CLR 9, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 ΑΑΔ 133, Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 191, Γεωργίου v. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 515, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Δράκου (2012) 2 ΑΑΔ 851, Mariano v. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 808, Ι.Π.Κ. Ηχοκίνηση Λτδ ν. Σιέγγερη (2016) 2 ΑΑΔ 851, Silver Leaf Developments Ltd v. Στυλιανού, ΠΕ 120/2019, 01.07.2021, ECLI:CY:AD:2021:B301, Fowles v. A.M.G., ΠΕ 57/22, 08.05.2023, ECLI:CY:AD:2023:B152, Νικολάου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 125/2021, 14.03.2024.
[2] Παναγιώτου κ.ά. v. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 191, Νικολάου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 125/2021, 14.03.2024.
[3] Πλατρίτης ν. Αστυνομίας (1967) 2 CLR 174, R. v. Cockburn [1968] 1 All ER 466, Lawrence v Commissioner of Police of the Metropolis (otherwise known as R v Lawrence) [1972] AC 262, Ζησιμίδης ν. Δημοκρατίας (1978) 2 CLR 382, Azinas v. Police (1981) 2 CLR 9, Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 14, Ανδρονίκου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 486, Αντωνιάδης ν. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 700, Κλεάνθους ν. Αστυνομίας, ΠΕ 236/2018, 11.01.2019, ECLI:CY:AD:2019:B3.
[4] Καμπίσιο ν. Αστυνομίας, κ.α., ΠΕ 89/2023, κ.α., 13.06.2024, Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπανικόλα, ΠΕ 214/2021, 20.12.2023, Chasvili v. Δημοκρατίας, ΠΕ 94/2020, 04.07.2022, ECLI:CY:AD:2022:B289.
[5] Chashvili v. Δημοκρατίας, ΠΕ 94/20, 04.07.2020.
[6] Guruli v. Δημοκρατίας, ΠΕ 263/2017, 22.05.2020, ECLI:CY:AD:2020:B160.
[7] Campbell v. HM Advocate 2008 S.C.L. 1245.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο