
ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Υπόθεση αρ. 7218/2019
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ
v.
Κ. Κ.
_______________
Ημερομηνία: 30 Απριλίου 2025
Εμφανίσεις:
Σ. Χρυσοστόμου, για Κατηγορούσα Αρχή
Σ. Μάτσας, για Κατηγορούμενο
Κατηγορούμενος: παρών
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η κατηγορία
1. Ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι την 25η Μαρτίου 2019, στο περίπτερο με την ονομασία «Bayside», στη Λεωφόρο Χρυσονέρας, στην Κισσόνεργα, της Επαρχίας Πάφου, έκλεψε ένα μαύρο ανδρικό δερμάτινο πορτοφόλι, αξίας €25, το οποίο περιείχε χρηματικό ποσό €2.100, περιουσία του Ιωάννη Χριστοδούλου από την Πάφο.
Διαδικασία
1. Για την απόδειξη της υπόθεσης, η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε μαρτυρία από τους Αστ.2965 Ν. Χριστοφή (ΜΚ1), Αστ.3782 Ν. Ιωάννου (ΜΚ2), Α. Χ. (ΜΚ3), Ι. Χ. (ΜΚ4) Α. Χ. (ΜΚ5).
2. Για τους λόγους που εξηγούνται στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 31.01.2025, ο Κατηγορούμενος κλήθηκε σε απολογία. Επέλεξε να καταθέσει ενόρκως (ΜΥ1), ενώ από την υπεράσπιση δεν παρουσιάστηκε επιπλέον μαρτυρία.
3. Η πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής και η πλευρά του Κατηγορούμενου αγόρευσαν. Έχω υπόψη μου ό,τι αναφέρθηκε, στην πλήρη του μορφή.
Μαρτυρία
4. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα, ως καθοδηγεί η νομολογία[1], γίνεται με βάση το περιεχόμενό της, την ποιότητα και την πειστικότητά της, σε συνάρτηση με την υπόλοιπη μαρτυρία και την αντικειμενική όψη των πραγμάτων. Δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη διάφοροι παράγοντες, που δεν εκτίθενται εκ προοιμίου ή εξαντλητικά, όπως η αμεσότητα στις απαντήσεις, η συνοχή και η λογική συνέχειά τους, η απουσία ουσιωδών αντιφάσεων ή υπερβολών, η πιθανότητα όπως κάποια εκδοχή ως προς τα πράγματα να επηρεάζεται από την ευκαιρία γνώσης των γεγονότων ή από το προσωπικό συμφέρον ή την επιθυμία ή από τη μνήμη. Το Δικαστήριο έχει την ευκαιρία να βλέπει και τη συμπεριφορά των μαρτύρων στο εδώλιο του μάρτυρα. Η εκδοχή του κάθε μάρτυρα δεν προσεγγίζεται μικροσκοπικά, με εστίαση απλώς στις λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν ή τη σειρά τους, αλλά ως ένα σύνολο, μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της προφορικής δίκης, με όσα την περιστοιχίζουν, στην οποία ο προφορικός λόγος των μαρτύρων μπορεί να μην είναι σε τέλεια γλώσσα ή καλά συνταγμένος και εκφρασμένος, ή απόλυτα ακριβής. Το Δικαστήριο μπορεί να δεχθεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα και να απορρίψει άλλο, εάν κάτι τέτοιο δικαιολογείται, χωρίς ωστόσο να υπάρχει η δυνατότητα να δέχεται ή να απορρίπτει συστηματικά σημεία της μαρτυρίας κατά το δοκούν ή με επιλεκτικότητα που να παραπέμπει σε κατάτμηση και χρησιμοποίηση της μαρτυρίας, για να υποστηριχθεί συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Η αναφορά του Δικαστηρίου σε αξιοπιστία της μαρτυρίας, στο πλαίσιο συγκεκριμένης υπόθεσης, δεν απευθύνεται στο άτομο, την εντιμότητά του ή την ειλικρίνειά του ως γενικότερα χαρακτηριστικά του.
ΜΚ1
5. Ο ΜΚ1 (Αστ.2965 Ν. Χριστοφή) κατέθεσε (Τ1) πως συνέλαβε τον Κατηγορούμενο για το αδίκημα της κλοπής, βάσει δικαστικού εντάλματος σύλληψης (Τ2) και όταν του επέστησε την προσοχή στον νόμο, απάντησε «ήβρα το τσεντί αλλά δεν είχε τίποτε μέσα». Έλαβε επίσης ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο (Τ3), στην οποία ο Κατηγορούμενος ανέφερε, απαντώντας σε ερώτηση εάν βρήκε το πορτοφόλι έξω από το περίπτερο: «ναι βρήκα ένα πορτοφόλι χρώματος μαύρο έξω από το περίπτερο στο δρόμο. Το πήρα και επέστρεψα πίσω προς το περίπτερο για να το παραδώσω μέσα στον περιπτερά αλλά με το που έμπαινα μέσα στο περίπτερο άνοιξα το πορτοφόλι και είδα ότι μέσα το πορτοφόλι δεν είχε τίποτε ούτε λεφτά ούτε κάρτα ή οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Έτσι είπα πού να το παραδώσω και το πήρα και φεύγοντας από το περίπτερο με το αυτοκίνητό μου με αριθμούς εγγραφής KHD668 και πηγαίνοντας με το αυτοκίνητο μου προς την Πέγεια άνοιξα το παράθυρο του συνοδηγού και το πέταξα στα Πότιμα κοντά στη θάλασσα». Στη συνέχεια, ανέφερε: «Μετά από μισή ώρα περίπου με πήρε τηλέφωνο ο Αντρέας ο ιδιοκτήτης του περιπτέρου με την ονομασία “Bay Side” στην Κισσόνεργα και με ρώτησε αν βρήκα κάτι στο περίπτερο του. Εγώ του απάντησα πως βρήκα ένα πορτοφόλι το οποίο ήταν τελείως άδειο … …». Συνέχισε την απάντησή του, ο Κατηγορούμενος, λέγοντας, μεταξύ άλλων, πως ο ιδιοκτήτης του πορτοφολιού αρχικά ισχυρίστηκε πως το πορτοφόλι είχε μέσα €1.200, μετά είπε ότι είχε €1.500, και στο τέλος ανέφερε ότι είχε €2.100. Θέση του Κατηγορούμενου, στην ανακριτική του κατάθεση, ήταν ότι το πορτοφόλι ήταν άδειο. Ο Κατηγορούμενος είχε υποδείξει στον ΜΚ1 τον τόπο που πέταξε το πορτοφόλι, χωρίς όμως να εντοπιστεί (Τ1, Τ4). Ο ΜΚ1 κατέθεσε απόσπασμα από το ημερολόγιο ενεργειών, με τις σχετικές καταχωρίσεις (Τ4), και το έγγραφο δικαιωμάτων προσώπων που συλλαμβάνονται και τελούν υπό κράτηση (Τ5). Ο ΜΚ1 δεν αντεξετάστηκε. Η μαρτυρία του είναι αποδεκτή στο σύνολό της.
ΜΚ2
6. Ο ΜΚ2 (Αστ.3782 Ν. Νικολάου) κατέθεσε (Τ6) πως την 28.03.2019 παρέδωσε στον Αστ.307 Α. Αριστείδου τεκμήριο που αναγράφεται στο Αστ.161 με αρ. ΥΠ. ΕΓ.Ε. 1729/2019 το οποίο αφορά κλοπή που εξετάζεται και το οποίο παρέδωσε στο εργαστήρι φωτογραφίας του Αρχηγείου Αστυνομίας την ίδια ημέρα. Την 27.06.2019 παρέλαβε από τον Αστ.3854 τα τεκμήρια της υπόθεσης και την έκθεση του εργαστηρίου φωτογραφίας και προέβη στη φύλαξή τους. Κατέθεσε στο Δικαστήριο τα τεκμήρια στα οποία αναφέρεται στην κατάθεσή του, Τ7, που είναι το USB και ο ψηφιακός δίσκος (T8) που περιέχουν τα οπτικά πλάνα που φέρονται ως τα πλάνα από τις κάμερες ασφαλείας του κυκλώματος παρακολούθησης του περιπτέρου “Bay Side”. Κατέθεσε επίσης το αίτημα προς το εργαστήριο φωτογραφίας (Τ9), με αιτούμενη εξέταση να γίνει ένα πιστό αντίγραφο σε ψηφιακό δίσκο, καθώς και την έκθεση του εργαστηρίου φωτογραφίας (Τ10), στην οποία αναφέρονται τα σχετικά με την αναπαραγωγή του αντιγράφου. Προβλήθηκαν στην αίθουσα του Δικαστηρίου όλα τα αρχεία με όλα τα πλάνα που φέρονται ως τα πλάνα από τις κάμερες ασφαλείας του περιπτέρου. Υποδείχθηκαν πλάνα που δείχνουν πρόσωπο που σύμφωνα με τη μαρτυρία είναι ο παραπονούμενος, να εξέρχεται από το περίπτερο και να του πέφτει το πορτοφόλι, πλάνα που δείχνουν πρόσωπο που σύμφωνα με τη μαρτυρία είναι ο Κατηγορούμενος να παίρνει το πορτοφόλι από το έδαφος, που φέρεται να είναι στον χώρο έξω από το περίπτερο “Bay Side”, αφού παίρνει το πορτοφόλι να εισέρχεται στο περίπτερο, εισερχόμενος στο περίπτερο να φτάνει μέχρι τα ψυγεία, να ανοίγει το πορτοφόλι και να κοιτάζει το περιεχόμενό του, να βάζει το πορτοφόλι κάτω από τη μασχάλη του, και να φεύγει. Στη συνέχεια, να επιστρέφει ο ιδιοκτήτης του πορτοφολιού και να το αναζητά.
7. Δεν αμφισβητήθηκε το γεγονός πως τα πλάνα που περιέχονται στο Τ7 προέρχονται από τις κάμερες που αποτελούν το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του περιπτέρου. Δεν αμφισβητήθηκε το γεγονός πως ο Αστ.3854 Χρ. Χριστοφόρου (Τ12) παρέλαβε από τον ιδιοκτήτη του περιπτέρου το USB με τα οπτικά πλάνα από τις κάμερες, και ότι παρέλαβε από το εργαστήρι φωτογραφίας και γραφικών τα τεκμήρια, που είναι τα αντίστοιχα στο Δικαστήριο Τ7 και Τ8. Δηλώθηκε, επίσης, και εγκρίθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι η παραλαβή, συσκευασία, σφράγιση και διακίνηση των Τ7 και Τ8 μέχρι την κατάθεσή τους στο Δικαστήριο έγινε ορθά και νομότυπα χωρίς να επέλθει οποιαδήποτε αλλοίωση ή επέμβαση. Τα πλάνα που περιέχονται στο Τ7 χρησιμοποίησε και η πλευρά της υπεράσπισης, για την υποστήριξη των δικών της θέσεων.
8. Κατά την αντεξέταση του ΜΚ2, ανέφερε πως δεν γνωρίζει εάν είχε οτιδήποτε και τι είχε μέσα το πορτοφόλι, εφόσον αυτό δεν μπορεί να φανεί από τα πλάνα. Ήταν ειλικρινής, εφόσον το περιεχόμενο του πορτοφολιού, όντως, δεν διακρίνεται στα πλάνα του Τ7, και ο ΜΚ2 δεν είχε οποιονδήποτε λόγο να υποστηρίξει τη μία ή την άλλη εκδοχή. Δεν μπορεί να συναχθεί το περιεχόμενο του πορτοφολιού από τον όγκο του, όπως φαίνεται στα πλάνα του Τ7, τη βαρύτητα με την οποία πέφτει από την τσέπη του παραπονούμενου ή τη δυνατότητά του να διπλώνει καλά.
9. Έγινε προσπάθεια να υποδειχθεί χρονικό κενό στη συνέχεια των πλάνων που δείχνουν το πορτοφόλι στο έδαφος, μετά που είχε πέσει από τον παραπονούμενο, μέχρι και την παραλαβή του από τον Κατηγορούμενο, αφήνοντας να νοηθεί πως μπορεί να μεσολάβησε οτιδήποτε άλλο, όπως άδειασμα του πορτοφολιού από οποιονδήποτε άλλον περαστικό και η επανατοποθέτησή του στο έδαφος χωρίς περιεχόμενο, εφόσον πρόκειται για πολυσύχναστο χώρο.
10. Η προσπάθεια αυτή να καταδειχθεί κενό στη ροή των πλάνων που περιέχονται στο Τ7, που κατέθεσε ο ΜΚ2, δεν μπορεί να επιτύχει, εφόσον τέτοιο κενό, ως γεγονός, δεν υπάρχει. Τα πλάνα θεωρούνται από όλες τις κάμερες λήψης και όχι από μία συγκεκριμένη, με αναφορά στους χρόνους στους οποίους παρουσιάζονται οι κινήσεις των προσώπων που ενδιαφέρουν. Σε όλα τα αρχεία, από όλες τις κάμερες, υπάρχουν πλάνα που δείχνουν τις ώρες μεταξύ 16:54 με 17:00, αδιάλειπτα. Από τα πλάνα του Τ7, προκύπτουν τα εξής, τα οποία αναφέρονται με μία σειρά, ως προς τους χρόνους και τις κάμερες:
10.1. Στην κάμερα 1, ώρα 16:54:03, καταφθάνει και σταματά το όχημα του παραπονούμενου έξω από το περίπτερο. Το ίδιο πλάνο φαίνεται, από άλλη οπτική, στην κάμερα 6. Όπως φαίνεται καλύτερα από τη κάμερα 6, ο παραπονούμενος κατέβηκε από το όχημά του μετά από κάποια δευτερόλεπτα, ώρα 16:54:25, και κατευθύνθηκε, τρέχοντας, μέσα στο περίπτερο, κρατώντας, στο δεξί του χέρι, ένα αντικείμενο, το οποίο φαίνεται πως είναι το πορτοφόλι. Στην κάμερα 3, φαίνονται τα ίδια πλάνα, από άλλη οπτική.
10.2. Στην κάμερα 12, ώρα 16:54:30, ο παραπονούμενος κατευθύνεται προς τα ψυγεία, τοποθετώντας το πορτοφόλι που κρατούσε στη δεξιά τσέπη του παντελονιού του. Στην ίδια κάμερα, στο ίδιο πλάνο, ώρα 16:54:40, όταν ο παραπονούμενος σκύβει να πάρει αντικείμενα μέσα από το ψυγείο, φαίνεται το πορτοφόλι να προεξέχει από την τσέπη του.
10.3. Στην κάμερα 9, ώρα 16:55:06, ο παραπονούμενος, μέσα στο περίπτερο, πάει στο ταμείο να πληρώσει, και στη δεξιά του τσέπη, το πορτοφόλι, δεν είναι καλά τοποθετημένο μέσα στην τσέπη του.
10.4. Στην κάμερα 14, ώρα 16:09, ο παραπονούμενος φαίνεται καλύτερα τι κάνει το ταμείο, τοποθετεί τα πράγματα που πήρε στον πάγκο του ταμείου, ώρα 16:55:17 φαίνεται το πορτοφόλι στη δεξιά του τσέπη μη καλά τοποθετημένο. Πάει ξανά στον πίσω πάγκο, παίρνει ένα προϊόν ακόμα, επιστρέφει στο ταμείο. Τα ίδια πλάνα φαίνονται και στην κάμερα 15, από διαφορετική οπτική.
10.5. Στην κάμερα 13, ώρα 16:55:20, φαίνεται, επίσης, το πορτοφόλι στη δεξιά τσέπη του παντελονιού του παραπονούμενου μη καλά τοποθετημένο.
10.6. Στην κάμερα 9, ώρα 16:55:32, ο παραπονούμενος πληρώνει στο ταμείο, χρησιμοποιώντας την αριστερή του τσέπη. Δεν φαίνεται να χρησιμοποιεί το πορτοφόλι, στη δεξιά του τσέπη.
10.7. Στην κάμερα 14, ώρα 16:55:35, ο παραπονούμενος πληρώνει στο ταμείο με κέρματα που έχει ήδη στην δεξιά παλάμη του, τα οποία μετρά, και τα περισσεύματα τα τοποθετεί στην αριστερή του τσέπη.
10.8. Στην κάμερα 13, και στην κάμερα 14, ώρα 16:56:03, ο παραπονούμενος φεύγει από το ταμείο.
10.9. Στην κάμερα 10, ώρα 16:56:04, ο παραπονούμενος, βγαίνει από το περίπτερο, και την ώρα που βγαίνει, φαίνεται στην δεξιά του τσέπη το πορτοφόλι που δεν είναι καλά στερεωμένο.
10.10. Ώρα 16:56:07, στην κάμερα 6, ο παραπονούμενος έχοντας βγει από το περίπτερο κατευθύνεται προς το αυτοκίνητό του και ώρα 15:56:08 του πέφτει από την δεξιά τσέπη του παντελονιού του το πορτοφόλι, και καταλήγει στο οδόστρωμα. Η πτώση του πορτοφολιού φαίνεται και στην κάμερα 3. Ο παραπονούμενος συνεχίζει προς το όχημά του, χωρίς να αντιλαμβάνεται αυτό το γεγονός, παρόλο του τοποθέτησε το δεξί του χέρι στη δεξιά τσέπη του παντελονιού του, πορευόμενος προς το όχημά του. Το σχετικό πλάνο, στην κάμερα 6, τελειώνει ώρα 16:56:20, και συνεχίζει με το πλάνο που αρχίζει την 16:56:22, που δείχνει το όχημα του παραπονούμενου να φεύγει από το περίπτερο και το πορτοφόλι να είναι εκεί, στο πάτωμα, ενώ το εν λόγω πλάνο τελειώνει 16:56:37 χωρίς μέχρι τότε να έχει μεσολαβήσει οποιαδήποτε προσέγγιση του πορτοφολιού από άλλο άτομο. Στην κάμερα 1, φαίνεται ολοκληρωμένο πλάνο από μακριά που δείχνει, επίσης, και την 16:56:21 και μέχρι την 16:56:35, βεβαιώνοντας πως δεν μεσολαβεί οτιδήποτε μέχρι τότε. Συνδυαστικά, με τα πλάνα της κάμερας 6, υπάρχει ροή μέχρι και την 16:56:37.
10.11. Στο επόμενο πλάνο που υπάρχει στην κάμερα 1, που συνεχίζει από την 16:56:38, φαίνεται πως την 16:56:45 περνά ένα άτομο και μπαίνει στο περίπτερο, χωρίς να σκύβει να πάρει το πορτοφόλι. Όπως φαίνεται από την κάμερα 6, το πρόσωπο που περνά ώρα 16:56:45 και μπαίνει στο περίπτερο, χωρίς να δει και να σκύψει να πάρει το πορτοφόλι, είναι ο Κατηγορούμενος. Το σχετικό πλάνο, στην κάμερα 6, είναι μέχρι την 16:56:59. Το πλάνο στην κάμερα 1 διαρκεί μέχρι την 16:56:54 και συνεχίζει το επόμενο πλάνο, στην κάμερα 1, από την 16:56:55 μέχρι και την 16:57:16. Στην κάμερα 6, συνεχίζει η λήψη από την 16:57:16 μέχρι και την 16:57:37, χωρίς να έχει προσεγγίσει οποιοσδήποτε το πορτοφόλι. Συνεχίζει το επόμενο πλάνο από την 16:57:38 μέχρι και την 16:58:20, χωρίς οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να έχει προσεγγίσει το πορτοφόλι. Στην κάμερα 1, υπάρχει συνέχεια του πλάνου από την 16:57:20 μέχρι και την 16:58:38 όπου δεν φαίνεται να προσεγγίζει οποιοσδήποτε το πορτοφόλι.
10.12. Συνεχίζει, στην κάμερα 1, το πλάνο από την 16:58:39 και δείχνει ένα πρόσωπο την 16:58:43 που, βγαίνοντας από το περίπτερο, περνά από το πορτοφόλι και σκύβει στο σημείο όπου βρίσκεται, και μετέπειτα επιστρέφει στο περίπτερο. Στην κάμερα 6 φαίνεται πως το πρόσωπο αυτό, που σκύβει και παίρνει το πορτοφόλι, και ακολούθως επιστρέφει στο περίπτερο, είναι ο Κατηγορούμενος. Στην κάμερα 3, υπάρχει, επίσης, πλάνο, από την 16:49:10 με συνέχεια, από άλλη οπτική, που δείχνει, επιβεβαιώνοντας, όλες τις πιο πάνω αναφερόμενες χρονικές στιγμές, χωρίς διακοπή. Ότι δηλαδή το μοναδικό πρόσωπο που έσκυψε και πήρε το πορτοφόλι μετά που εκείνο έπεσε από την τσέπη του παραπονούμενου στο οδόστρωμα είναι ο Κατηγορούμενος.
10.13. Στην κάμερα 3, ώρα 16:58:45, που ο Κατηγορούμενος σκύβει και παίρνει το πορτοφόλι από το πάτωμα, υπάρχει όχημα σταθμευμένο μπροστά του, με άτομο που είχε μπει μέσα στο όχημα. Πριν σκύψει να πάρει το πορτοφόλι, κοιτάζει προς το όχημα, και τότε, σκύβει, το παίρνει, και κρατώντας το στο δεξί του χέρι, πορεύεται να πάει πίσω στο περίπτερο. Όπως φαίνεται από την κάμερα 3, ώρα 16:58:46, που ο Κατηγορούμενος κρατά το πορτοφόλι, αυτό είναι κλειστό δηλαδή διπλωμένο.
10.14. Στην κάμερα 10, ώρα 16:58:49, ο Κατηγορούμενος έχει εισέλθει ξανά στο περίπτερο, μετά που πήρε το πορτοφόλι.
10.15. Στην κάμερα 12, ώρα 16:58:52, ο Κατηγορούμενος προχωρώντας απευθείας προς τα ψυγεία, ανοίγει το πορτοφόλι και βλέπει το περιεχόμενό του, και τότε, βιαστικά, το βάζει με το δεξί του χέρι κάτω από την αριστερή του μασχάλη, ώρα 16:58:55, στο αριστερό του χέρι κρατά τα προϊόντα που είχε αγοράσει, και φεύγει από το περίπτερο. Στην κάμερα 14, αυτή την χρονική στιγμή, από την 16:58:49 μέχρι και την 16:59:01, δεν φαίνεται ο Κατηγορούμενος να είχε οποιαδήποτε επαφή με το ταμείο ή οποιοσδήποτε από το ταμείο να είχε προσέξει πως ο Κατηγορούμενος μπήκε ξανά στο περίπτερο. Όπως φαίνεται και από την κάμερα 15, ο Κατηγορούμενος μπήκε στο περίπτερο και πορεύτηκε κατά τρόπο, μέσα στο περίπτερο, ώστε να μην τον δουν, βγαίνοντας από το περίπτερο ξανά ώρα 16:59:01.
11. Η μαρτυρία του ΜΚ2 συνάδει με την πραγματική μαρτυρία. Δεν υπάρχουν ενδείξεις αναξιοπιστίας στη μαρτυρία του ΜΚ2, η οποία είναι αποδεκτή στο σύνολό της, ως μαρτυρία πάνω στην οποία μπορεί να βασιστεί το Δικαστήριο, για να καταλήξει σε ευρήματα.
ΜΚ3
12. Ο ΜΚ3, ιδιοκτήτης του περιπτέρου, κατέθεσε (Τ11) πως λόγω των γνώσεων του στα ηλεκτρονικά, εγκατέστησε ο ίδιος στο περίπτερο κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, αποτελούμενο από εννέα κάμερες, που κατέγραφαν εσωτερικά και εξωτερικά του περιπτέρου. Το βίντεο από κάθε κάμερα μεταφέρεται και αποθηκεύεται σε συσκευή DVR. Η ημερομηνία που φαίνεται στο βίντεο είναι η ορθή. Η ώρα είναι περίπου επτά λεπτά πίσω από την πραγματική ώρα. Αναφέρθηκε στα πλάνα που καταγράφθηκαν τη συγκεκριμένη ημέρα, που δείχνουν το πορτοφόλι να πέφτει από πρόσωπο που αναγνώρισε ως τον παραπόνουμενο και μετά από περίπου δύο λεπτά να το παίρνει πρόσωπο που αναγνώρισε ως τον Κατηγορούμενο. Αναγνώρισε και περιέγραψε μέσα από τα πλάνα τον Κατηγορούμενο να εισέρχεται στο περίπτερο, και αφού ανοίγει το πορτοφόλι και βλέπει το περιεχόμενό του, ακολούθως να φεύγει από το περίπτερο. Ανέφερε πως μίλησε με τον Κατηγορούμενο, ο οποίος του είπε πως ήταν άδειο το πορτοφόλι και το πέταξε στα «Πότιμα». Αναφέρθηκε, επίσης, στη διαδικασία μεταφοράς του βίντεο και αποθήκευσής του σε USΒ από το DVR.
13. Κατά την αντεξέτασή του, αρνήθηκε την εκδοχή που του υποβλήθηκε πως δεν υπάρχει χρονική συνέχεια στα πλάνα του βίντεο, και ότι υπάρχει χρονικό κενό όπου το πορτοφόλι εξαφανίζεται και επανεμφανίζεται, αναφερόμενος στον τρόπο αποθήκευσης των πλάνων στα διάφορα αρχεία. Όπως αναφέρθηκε και κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΚ2, δεν υπάρχει κενό στη ροή των πλάνων που περιέχονται στο Τ7, χρονικά, συνεπώς και η θέση του ΜΚ3, όπως και του ΜΚ2, συνάδουν με την πραγματική μαρτυρία. Ο ΜΚ3 απάντησε με ειλικρίνεια πως δεν ήταν εκεί όταν έγινε το περιστατικό και δεν μπορεί ο ίδιος να γνωρίζει το περιεχόμενο του πορτοφολιού. Δεν υπάρχουν ενδείξεις αναλήθειας και αναξιοπιστίας στη μαρτυρία του ΜΚ3, η οποία επίσης συνάδει με την πραγματική μαρτυρία, και η οποία είναι αποδεκτή στο σύνολό της.
ΜΚ4
14. Ο παραπονούμενος (ΜΚ4) κατέθεσε (Τ13) ότι απώλεσε το πορτοφόλι του στο συγκεκριμένο περίπτερο, πληροφορήθηκε από τα πλάνα ότι ήταν ο Κατηγορούμενος που το πήρε, επικοινώνησε μαζί του αλλά ο Κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως το πορτοφόλι, που όντως πήρε, δεν είχε μέσα χρήματα και το πέταξε. Κατά τη μαρτυρία του στο Δικαστήριο, είδε τα πλάνα του Τ7, μεταξύ άλλων, περιέγραψε τις κινήσεις που βλέπει και αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο ως το πρόσωπο που διέπραξε, κατά τη θέση του, την κλοπή. Η μαρτυρία του αυτή συνάδει με την πραγματική μαρτυρία, τα πλάνα του Τ7, όπως και με τη μαρτυρία των ΜΚ2 και ΜΚ3.
15. Ο ΜΚ4 ισχυρίζεται πως το πορτοφόλι του ήταν αξίας €25. Ως προς την αξία του αντικειμένου, δεν υποβλήθηκε στον ΜΚ4 πως δεν είναι €25.
16. Ο ΜΚ4 ισχυρίστηκε πως το πορτοφόλι είχε μέσα το χρηματικό ποσό των €2.100, σε χαρτονομίσματα των €50 και ένα χαρτονόμισμα των €500. Ανέφερε πως είναι σίγουρος για το ποσό αυτό, καθότι το φύλαξε και το είχε εντός του πορτοφολιού, για να μεταβεί στην Ελλάδα, σε προγραμματισμένο ταξίδι στη Θεσσαλονίκη που ήταν για την 27.03.2019. Ανέφερε πως επειδή ήταν μεγάλο το ποσό που ήταν μέσα, ήταν και έντονα αγωνιώδεις οι κινήσεις του, κοίταζε κατ’ επανάληψη σε διάφορα σημεία του περιπτέρου, τρέχοντας, κοίταξε ακόμα και κάτω από τα ράφια ή μέσα στα ψυγεία. Υποβλήθηκε στον ΜΚ4 το εξής, από τον κ. Μάτσα (γραμμή 30επ., από σελ.17επ., πρακτικά ημερομηνίας 21.01.2025): «εμείς, κύριε Χριστοδούλου, δεν αμφισβητούμε ότι είχετε χρήματα μέσα, αυτό το οποίο αμφισβητούμε είναι ότι όταν ο Κατηγορούμενος είδε το πορτοφόλι και το πήρε, δεν υπήρχαν χρήματα μέσα, δεν αμφισβητούμε ότι είχετε χρήματα μέσα». Η υποβολή αυτή βασίστηκε στην εκδοχή της υπεράσπισης ότι βρήκε κάποιος άλλος το πορτοφόλι, το άδειασε και το τοποθέτησε πίσω, και μετά πήγε και το πήρε ο Κατηγορούμενος, που όμως δεν υποστηρίζεται από τη ροή των πλάνων στο Τ7, όπως αναλυτικά καταγράφθηκε προηγουμένως. Και στη γραμμή 4επ, στη σελίδα 23, στα ίδια πρακτικά, ο κύριος Μάτσας, απευθυνόμενος προς το Δικαστήριο, ανέφερε: «εντιμότατη, εγώ δηλώνω και να γραφτεί για να ξεκαθαριστεί ότι δεν αμφισβητώ ότι είχε λεφτά μέσα. Αυτό το οποίο αμφισβητώ είναι ότι όταν το βρήκε το πορτοφόλι αυτό ο Κατηγορούμενος, δεν είχε λεφτά». Ο ΜΚ4 απαντούσε αισθανόμενος έντονα το άδικο, με τρόπο φυσικό. Η εκδοχή του ΜΚ4 ότι το πορτοφόλι δεν ήταν άδειο, είχε χρήματα μέσα, που είναι και αδιαμφισβήτητη, με βάση τις δηλώσεις που έγιναν, συνάδει και με τη λογική των πραγμάτων, όπως υποστηρίζεται και από τα πλάνα του Τ7. Ο ΜΚ4 δεν θα έψαχνε στο όχημά του το πορτοφόλι, κρατώντας το στο χέρι, για να κατέβει στο περίπτερο να ψωνίσει, εάν ήταν άδειο. Και στο Τ7 οι κινήσεις του ΜΚ4, κατά την αναζήτηση του πορτοφολιού, είναι έντονα αγωνιώδεις. Βεβαίως, ένταση στις κινήσεις του ΜΚ4 υπάρχει και όταν αρχικά μεταβαίνει στο περίπτερο να ψωνίσει, ωστόσο δεν είναι στον ίδιο βαθμό, όταν αναζητά το πορτοφόλι του μέσα στα ψυγεία ή κάτω από τα ράφια, κατ’ επανάληψη.
17. Πέρα από την εκδοχή του ΜΚ4 πως το πορτοφόλι είχε χρήματα μέσα, και δεν ήταν άδειο, που είναι καθόλα πειστική και όπως φαίνεται κοινά αποδεκτή, θα πρέπει να λεχθεί πως δεν ήταν πειστική η μαρτυρία του ΜΚ4 σχετικά και με το ύψος του χρηματικού ποσού που περιείχε το πορτοφόλι, ότι δηλαδή αυτό ήταν €2.100, που επίσης έτυχε αμφισβήτησης από την υπεράσπιση. Αρχικά, να λεχθεί πως ο ΜΚ1 δεν προσκόμισε κάποια απόδειξη, για παράδειγμα ότι προέβη σε ανάληψη του συγκεκριμένου ποσού ή ότι το εξασφάλισε με διαφορετικό τρόπο και το κατείχε και το μετέφερε· ούτε άλλη μαρτυρία προσκομίστηκε, που να περιβάλλει τους ισχυρισμούς του ΜΚ4 ότι είχε φυλαγμένο το συγκεκριμένο ποσό για προγραμματισμένο ταξίδι. Ήταν, συνεπώς, ένας μονομερής ισχυρισμός, μη διασταυρούμενος, κατ’ επέκταση αδύναμος, και χωρίς παράλληλη εξήγηση για το εάν μπορούσε ή όχι να προσκομιστεί υποστηρικτική μαρτυρία, ότι πράγματι ο ΜΚ4 κατείχε ένα τέτοιο χρηματικό ποσό σε προγενέστερο χρόνο. Παράλληλα, ενώ το συγκεκριμένο ποσό δεν ανευρέθηκε στην κατοχή του Κατηγορούμενου, δεν προσκομίστηκε μαρτυρία αναφορικά με μετέπειτα κινήσεις που Κατηγορούμενου που να δείχνουν ότι διέθετε ένα τέτοιο χρηματικό ποσό, η κατοχή του οποίου άλλως πώς δεν θα δικαιολογείτο, μετά από το συμβάν. Παρέμειναν αμφιβολίες, που αναπόφευκτα λειτουργούν προς όφελος του Κατηγορούμενου, ως προς το συγκεκριμένο σημείο, δηλαδή ως προς την αξία του κλαπέντος, με αναφορά στο περιεχόμενο του πορτοφολιού.
18. Μεταξύ άλλων, δημιουργεί ερωτηματικά το γεγονός ότι ο ΜΚ4 κατέβηκε στο περίπτερο για να ψωνίσει με ένα πορτοφόλι που, κατά τη θέση του, περιείχε ένα τόσο μεγάλο χρηματικό ποσό, ενώ κατείχε και είχε «φυλαγμένο» το εν λόγω ποσό για ένα συγκεκριμένο σκοπό, το ταξίδι του στη Θεσσαλονίκη, που θα ήταν μετά από δύο ημέρες, εφόσον δεν θα χρησιμοποιούσε εκείνο το πορτοφόλι για τα ψώνια του. Και ως γεγονός, δεν το χρησιμοποίησε, εφόσον πλήρωσε με κέρματα για τα λιγοστά προϊόντα που αγόρασε από το περίπτερο. Αυτό σε συνάρτηση με το γεγονός ότι δεν ήταν και ιδιαίτερα προσεκτικός, ο ΜΚ4, όταν είχε το εν λόγω πορτοφόλι στη δεξιά του τσέπη μη καλά στερεωμένο, αλλά και με το γεγονός ότι το ποσό των €2.100 σημαίνει 32 χαρτονομίσματα των €50 και ένα των €500, που, λογικά, δημιουργούν όγκο στο αντικείμενο, εντός του οποίου τοποθετούνται, ώστε να είναι αισθητή η παρουσία του στην κατοχή του ΜΚ4. Στις γραμμές 26επ., σελ.39επ., πρακτικά ημερομηνίας 21.01.2025, ο ΜΚ4 ανέφερε πως δεν θυμάται πότε αγόρασε το πορτοφόλι, ούτε από πού το αγόρασε, και δεν ήταν το πορτοφόλι που χρησιμοποιούσε τακτικά, αλλά το πορτοφόλι στο οποίο είχε φυλαγμένο το χρηματικό ποσό για το ταξίδι. Στο πορτοφόλι που χρησιμοποιεί τακτικά, είπε, το οποίο υπέδειξε, έχει την ταυτότητα, κάρτες, άδεια οδηγού, και είναι μικρότερο σε μέγεθος. Εκείνο που απώλεσε στο περίπτερο ήταν μεγαλύτερο και χωρούσε μέσα το χαρτονόμισμα των €500, που δεν χωρούσε στον άλλο πορτοφόλι. Με τις αναφορές του αυτές, ενίσχυσε τα ερωτηματικά ως προς την χρήση του πορτοφολιού, στο οποίο είχε φυλαγμένο το χρηματικό ποσό για το ταξίδι, και το οποίο δεν χρησιμοποιεί τακτικά, κατά τη μετάβασή του στο περίπτερο, για την αγορά τεσσάρων μικρών μπουκαλιών νερού, τεσσάρων χυμών και μίας σοκολάτας. Επίσης, ο ΜΚ4 ανέφερε πως δεν διεκδίκησε τέτοιο χρηματικό ποσό από τον Κατηγορούμενο με ένδικο μέσο, γιατί, όπως είπε, περίμενε να τελειώσει η ποινική υπόθεση, και του «διέφυγε».
19. Ο ΜΚ4 θα μπορούσε να πει ότι υπήρχε οποιοδήποτε ποσό μέσα στο εν λόγω πορτοφόλι, εφόσον είχε μεσολαβήσει η απερισκεψία του Κατηγορούμενου να το πάρει μαζί του· να αναφέρει οποιοδήποτε ποσό, όχι από έλλειψη εντιμότητας ή ηθικής, αλλά από τις παρορμήσεις, που άλλωστε έδειξε πως έχει, μέσα από τις κινήσεις του στο Τ7, αλλά και μέσα από τη μαρτυρία του στο Δικαστήριο. Η αγωνιώδης αναζήτηση του πορτοφολιού, μετά την απώλειά του, μπορεί να συνάδει με το γεγονός ότι στο πορτοφόλι υπήρχε ένα μικρότερο χρηματικό ποσό, με δεδομένο και το ότι και ο μηνιαίος μισθός του ΜΚ4 ήταν €1.800, επομένως και ένα μικρότερο χρηματικό ποσό, για τον ίδιο, ευλόγως, θα ήταν σημαντικό. Δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά η αγωνία του ΜΚ4 για τη διάγνωση του ύψους του χρηματικού ποσού.
20. Κατά την αντεξέταση του ΜΚ4, αμφισβητήθηκε η νομιμότητα των ενεργειών του, θέτοντάς του ότι οι ενέργειές του, που σχετίζονται με την ταυτόχρονη χρήση της ιδιότητας του ως Αστυνομικός και ως παραπονούμενος, έπληξαν το δικαίωμα του Κατηγορούμενου σε δίκαιη δίκη. Δεν θα συμφωνήσω για το πλήγμα των δικαιωμάτων του Κατηγορούμενου σε δίκαιη δίκη, εφόσον, ανεξάρτητα από τις ενέργειες του ΜΚ4 να κάνει χρήση και της ιδιότητας του, ενώ ήταν ο ίδιος παραπονούμενος, που ήταν και εκείνες έκδηλο αποτέλεσμα της παρορμητικής συμπεριφοράς του, όπως έτυχε ήδη παρατήρησης και διαπίστωσης προηγουμένως, η υπόθεση εξετάστηκε από τα μέλη της Αστυνομίας, η νομιμότητα των ενεργειών των οποίων δεν αμφισβητήθηκε, όπως ούτε και το Τ5, που κατέθεσε ο ΜΚ1. Ο ΜΚ1, για παράδειγμα, δεν αντεξετάστηκε και δεν του υποβλήθηκε κάποια θέση περί παραβίασης των δικαιωμάτων του Κατηγορούμενου στο στάδιο της ανάκρισης.
21. Καταληκτικά, με εξαίρεση τη μαρτυρία του ΜΚ4 ότι το χρηματικό ποσό που είχε μέσα στο πορτοφόλι του ήταν ύψους €2.100, η υπόλοιπη μαρτυρία του, ως προς τα γεγονότα, συνάδει με την πραγματική μαρτυρία, αλλά και όσα συνομολογούνται, και είναι αποδεκτή.
ΜΚ5
22. Ο Α.Χ., ταμίας του περιπτέρου (ΜΚ5). Κατέθεσε (Τ14) τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν την 25.03.2019 σχετικά με την απώλεια του πορτοφολιού από τον παραπονούμενο, την αναζήτησή του, τη θέαση των πλάνων από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, και αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο. Κατά την αντεξέτασή του, δεν διαφώνησε πως έξω από το περίπτερο υπάρχει πλατεία και χώρος στάθμευσης, όπου σταθμεύουν πολλοί, διακινείται και κόσμος που δεν μπαίνει στο περίπτερο να πάρει πράγματα. Δεν πρόσεξε και δεν φαίνονταν εάν είχε χρήματα μέσα στο πορτοφόλι, όταν ο Κατηγορούμενος το άνοιξε, σύμφωνα με όσα μπορεί να διακρίνει στο σχετικό πλάνο. Ανέφερε πως, κατά τη δική του αντίληψη, «χώστηκε» ο Κατηγορούμενος και άνοιξε το πορτοφόλι, εξηγώντας πως ο ίδιος δεν τον είδε, γιατί ήταν σε σημείο που δεν υπήρχε ορατότητα από το ταμείο. Ο ΜΚ5 είπε την αλήθεια αναφορικά με το τι γνωρίζει, η μαρτυρία του συνάδει με την πραγματική μαρτυρία, και είναι αποδεκτή στο σύνολό της.
Ο Κατηγορούμενος
23. Ο Κατηγορούμενος, κατά την κυρίως εξέτασή του, αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία (Τ3). Κατά τον χρόνο εκείνο, εργάζονταν σε υπεραγορά. Ήταν τακτικός επισκέπτης του περιπτέρου και γνώριζε πως υπήρχαν κάμερες, μέσα και έξω, χωρίς να μπορεί να γνωρίζει πόσες. Το πορτοφόλι που βρήκε ήταν μικρού μεγέθους, χρησιμοποιημένο. Όταν το βρήκε, έσκυψε αυθόρμητα κάτω και γύρισε να μπει στο περίπτερο, για να το παραδώσει. Όλοι οι διάδρομοι του περιπτέρου επικοινωνούν μεταξύ τους, και προς το ταμείο. Όταν του τηλεφώνησε ο ιδιοκτήτης του περιπτέρου, που είναι γνωστός του, επέστρεψε αμέσως στο περίπτερο. Στη συνέχεια, επικοινώνησε ο ίδιος με τον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας και μετέβη εκεί, δίδοντας όλες τις πληροφορίες και κάνοντας όλες τις υποδείξεις που ζητήθηκαν. Συμφώνησε να ερευνηθεί άμεσα το όχημα και η οικία του. Η εκδοχή του Κατηγορούμενου, στο Τ3, ήταν ότι βρήκε το πορτοφόλι, πήγε πίσω στο περίπτερο να το παραδώσει, αλλά το άνοιξε και είδε πως δεν είχε οτιδήποτε μέσα, είτε χρήματα είτε κάρτα ή άλλο «αποδεικτικό», και θεώρησε ότι δεν χρειάζεται να το παραδώσει, το πήρε και, φεύγοντας από το περίπτερο με το όχημά του, άνοιξε το παράθυρο και το πέταξε στα Πότιμα, κοντά στη θάλασσα. Ουδέποτε ανευρέθηκε.
24. Η μαρτυρία του Κατηγορούμενου ότι συνεργάστηκε με την Αστυνομία συνάδει και με την υπόλοιπη μαρτυρία. Ωστόσο, πέραν αυτής της μετέπειτα συνεργάσιμης συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου, από τα πλάνα του Τ7, που αναφέρθηκαν προηγουμένως, φαίνεται πως η κίνηση του Κατηγορούμενου, σκύβοντας να πάρει το πορτοφόλι, να μπει μέσα στο περίπτερο, ήταν ώστε να φανεί ότι επιστρέφει το εύρημα στο περίπτερο. Υπήρχε αυτοκίνητο εκείνη την ώρα στο σημείο, με άτομο προς το μέρος του οποίου κοίταξε πρώτα ο Κατηγορούμενος, πριν να κατευθυνθεί προς το περίπτερο. Όταν, όμως, εισήλθε στο περίπτερο, σε διάστημα δευτερολέπτων, όχι μόνον δεν πορεύτηκε προς το ταμείο, να μιλήσει με οποιονδήποτε, ως να είχε τέτοιον σκοπό, αλλά, με γρήγορες κινήσεις, πορεύτηκε προς σημείο του περιπτέρου ώστε να μην γίνει καθόλου ορατός από τα άτομα που στέκονταν στο ταμείο, άνοιξε και κοίταξε το πορτοφόλι στο εσωτερικό του, με προφανή διακριτικότητα, και χωρίς να τον δει οποιοσδήποτε, και αφού είδε το άγνωστο περιεχόμενό του, πήρε το πορτοφόλι και έφυγε, και πάλι, χωρίς να τον δει οποιοσδήποτε από όσους βρίσκονταν μέσα στο περίπτερο. Όλες αυτές οι κινήσεις του είναι ορατές από τα πλάνα του Τ7, όπως αναφέρθηκαν, και με τη σειρά που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Δημιούργησε απλώς την εντύπωση, σε όποιον τυχόν τον είδε να περιμαζεύει το πορτοφόλι από το έδαφος, πως το επέστρεψε, ενώ, στην πραγματικότητα, το πήρε μαζί του. Βγαίνοντας από το περίπτερο, δεν πέταξε το πορτοφόλι σε οποιονδήποτε από τους καλάθους που υπήρχαν έξω από το περίπτερο, ως ένα άχρηστο αντικείμενο, αλλά απομακρύνθηκε με το πορτοφόλι στην κατοχή του. Όλες οι κινήσεις του Κατηγορούμενου καθιστούν αναξιόπιστη την εκδοχή του πως το πορτοφόλι που βρήκε ήταν άδειο. Εξάλλου, όπως διαπιστώνεται από όλα τα πλάνα του Τ7, που αναφέρθηκαν προηγουμένως, ο Κατηγορούμενος ήταν το μοναδικό πρόσωπο που προσέγγισε το πορτοφόλι μετά την πτώση του στο έδαφος από την τσέπη του ΜΚ4, ο οποίος δεν θα είχε λόγο να μεταβεί στο περίπτερο με ένα εντελώς άδειο πορτοφόλι.
25. Ο Κατηγορούμενος θα μπορούσε να είχε παραδώσει το πορτοφόλι στο ταμείο, χωρίς να το ανοίξει, εφόσον εάν είχε ή όχι «αποδεικτικό» σχετικά με τον ιδιοκτήτη του, θα διαπιστώνονταν κατά την παράδοσή του. Ο ίδιος ανέφερε πως ήταν εν γνώσει του πως υπήρχαν κάμερες ασφαλείας στο περίπτερο, συνεπώς θα ήταν εφικτό, με εύλογα διαβήματα, να εντοπιστεί το πρόσωπο από το οποίο έπεσε το πορτοφόλι, και να του παραδοθεί. Η ξαφνική αναζήτηση «αποδεικτικού» από τον ίδιο στο εσωτερικό του πορτοφολιού, κρυφά, δεν δικαιολογείται. Επέλεξε να το ανοίξει, μετά που το περιμάζεψε με τον συγκεκριμένο τρόπο, που έτυχε περιγραφής προηγουμένως, και στη συνέχεια, αφού είδε το περιεχόμενό του, ούτε καν αναζητώντας οπουδήποτε στο εσωτερικό του «αποδεικτικό», το έβαλε κάτω από μασχάλη του και έφυγε γοργά, χωρίς να τον δει οποιοσδήποτε, και απομακρύνθηκε με το πορτοφόλι. Ο συνδυασμός των κινήσεών του υποδηλώνει ότι δεν ήταν άδειο το πορτοφόλι, αλλά ότι είχε περιεχόμενο, το οποίο είδε άμεσα ο Κατηγορούμενος με το γρήγορο άνοιγμα, και ήταν τέτοιο περιεχόμενο για το οποίο άξιζε ο Κατηγορούμενος να πάρει μαζί του το πορτοφόλι, χωρίς αναφορά της εύρεσής του.
26. Όταν ο Κατηγορούμενος ερωτήθηκε ως προς τον λόγο για τον οποίο πέταξε στα Πότιμα το πορτοφόλι, και όχι σε έναν από τους καλάθους που ήταν έξω από το περίπτερο, έδωσε μία απάντηση που δεν έχει, κατά τη γνώμη μου, λογική συνοχή. Ανέφερε ως οι κάλαθοι είναι για σκουπίδια, και το πορτοφόλι δεν ήταν σκουπίδι, θα μπορούσε κάποιος να το ζητήσει, όπως και έγινε. Αναγνώρισε, επομένως, πως ο ίδιος δεν είχε αξίωση δικαιώματος επί του πορτοφολιού, επειδή το βρήκε στο έδαφος, έξω από το περίπτερο, εφόσον θα μπορούσε να εντοπιστεί ο δικαιούχος του. Ενώ είχε σκεφτεί ότι θα μπορούσε κάποιος να το ζητήσει, γιατί δεν είναι σκουπίδι, το πέταξε, όχι στα σκουπίδια, για να μπορεί να βρεθεί, αλλά στα Πότιμα, κοντά στη θάλασσα. Ανέφερε πως σκέφθηκε και πως θα μπορούσε να βρει τον «μπελά» του, όπως και έγινε, μη εξηγώντας, όμως, πώς θα γλίτωνε από τον «μπελά», εάν πετούσε το πορτοφόλι στα Πότιμα, ώστε να μην μπορεί να βρεθεί εύκολα ή καθόλου. Είπε, στη γραμμή 24επ., στη σελίδα 10, στα πρακτικά ημερομηνίας 21.03.2025, πως δεν είχε σκοπό να το πετάξει. Σε ένα δευτερόλεπτο μόνον μπορεί να πήρε την απόφαση να το πετάξει.
27. Όλες οι απαντήσεις που έδινε ο Κατηγορούμενος κατά την αντεξέτασή του ήταν προσεγμένες ως προς το πώς θα διατυπωθούν τα λεγόμενά του, για το τι βλέπει ακριβώς στα πλάνα, δείχνοντας συγκράτηση και απόλυτο έλεγχο. Ήταν όμως και αντιφατικές σε ουσιώδη σημεία. Για παράδειγμα, ενώ είχε αναφέρει, ο Κατηγορούμενος, ότι δεν είχε αρχικά σκοπό να πετάξει το πορτοφόλι, και ήταν απόφαση ενδεχομένως του δευτερολέπτου, στη γραμμή 1, σελ. 14, των ιδίων πρακτικών, όταν είχε ερωτηθεί εάν είχε σκοπό, βάζοντας το πορτοφόλι κάτω από τη μασχάλη του, να το μεταφέρει μαζί του, διαφώνησε. Ανέφερε πως «ασυναίσθητα» το έβαλε κάτω από τη μασχάλη του, είχε και τσαντάκι μαζί του, ενώ κρατούσε και τα προϊόντα που είχε αγοράσει. Το ζήτημα, όμως, δεν ήταν ότι το έβαλε κάτω από τη μασχάλη του, και όχι μέσα στο τσαντάκι, αλλά ότι το έβαλε σε (οποιοδήποτε) σημείο δεν θα μπορούσε να ήταν ορατό ότι το κατέχει, και, ως γεγονός, απομακρύνθηκε, χωρίς να αναφέρει οπουδήποτε την εύρεσή του. Ο λόγος που μπήκε στο περίπτερο, μετά την εύρεσή του, και δεν προχώρησε προς το αυτοκίνητό του, εξηγήθηκε μέσα από τα πλάνα του Τ7, με αναφορά στο ότι ήταν ορατή η κίνησή του να περιμαζέψει το πορτοφόλι και θα έπρεπε να δώσει την εντύπωση πως επιστρέφει το εύρημα. Η μετέπειτα κίνησή του, να πάει στα ψυγεία, αντί στο ταμείο όπου βρίσκονταν άλλα πρόσωπα, που επίσης ο Κατηγορούμενος απέδωσε σε «αυθορμητισμό» λόγω συνήθειας, να το ανοίξει, να δει τι έχει μέσα, να το βάλει κάτω από τη μασχάλη του, και να φύγει χωρίς να τον δει οποιοσδήποτε μέσα στο περίπτερο, μόνον ύποπτη μπορεί να θεωρηθεί. Εφόσον ο σκοπός που μπήκε στο περίπτερο ήταν να παραδώσει το πορτοφόλι, δεν είχε θέση η ύπαρξη «αυθορμητισμού» λόγω συνήθειας, ούτε αναφέρθηκε συγκεκριμένο πρόβλημα, που θα μπορούσε να εξηγεί την τόσο γρήγορη απώλεια μνήμης.
28. Ο Κατηγορούμενος έδειξε να θίγεται από την υποψία, στο πρόσωπό του, πως διέπραξε κλοπή, δείχνοντας ότι δεν ανέμενε πως η απόφασή του να φύγει με το πορτοφόλι που βρήκε, θα τον οδηγούσε σε αυτή τη θέση, που είναι σήμερα. Το γεγονός ότι δουλεύει κάποιος από μικρό παιδί δεν αποκλείει το να περιπέσει στον πειρασμό να ιδιοποιηθεί κάτι που βρίσκει στον δρόμο τυχαία, με αξία, ακόμα κι αν γνωρίζει ότι δεν του ανήκει, ότι ανήκει σε άλλο πρόσωπο, που μπορεί να το αναζητά. Να επικρατήσει η ιδιοτελής σκέψη πως εάν, δεν επωφεληθεί ο ίδιος, μπορεί να επωφεληθεί κάποιος άλλος. Είναι οι πράξεις που χαρακτηρίζονται, όχι οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι μπορεί να τύχει, στη ζωή τους, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, να διαπράξουν πράξεις αξιόποινες.
29. Όταν ερωτήθηκε, ο Κατηγορούμενος, γιατί δεν πήγε να βρει το πορτοφόλι εκεί που το πέταξε και να το επιστρέψει, όταν ειδοποιήθηκε από τον περιπτεριούχο ότι αναζητείτο από τον ιδιοκτήτη του, η απάντηση του Κατηγορούμενο, στη γραμμή 2επ, σελίδα 21, στα ίδια πρακτικά, δεν απαντούσε στη συγκεκριμένη ερώτηση, επιμένοντας πως ο ίδιος δεν γνώριζε τον δικαιούχο, και ότι το γεγονός ότι τον πήρε κάποιος τηλέφωνο, «δεν αποδεικνύει κάτι», φανερώνοντας, με τον τρόπο αυτό, το προαναφερόμενο στοιχείο της ιδιοτέλειας στη σκέψη του Κατηγορούμενου. Με βάση το Τ3, όμως, είχε αναφερθεί στον Κατηγορούμενο το όνομα και η ιδιότητα του ιδιοκτήτη του πορτοφολιού, που το ζητούσε, στο σημείο όπου το είχε χάσει. Δεν εξηγήθηκε ο λόγος για τον οποίο δημιουργήθηκε δυσπιστία ως προς το ότι εκείνος που το αναζητά, στον συγκεκριμένο τόπο, είναι ο δικαιούχος του, που γνωρίζει ότι το έχασε εκεί, και όχι οποιοσδήποτε άσχετος. Η δυσπιστία, ως εκφράστηκε τουλάχιστον, είναι ενδεικτική και της ικανότητας να σκέφτεται, ο Κατηγορούμενος, με τρόπο που παραπέμπει κάποιον παρατηρητή σε πονηριά ή μεθοδικότητα, χαρακτηριστικό εν πάση περιπτώσει που δεν συνάδει με τον «αυθορμητισμό» ή τις «ασυναίσθητες» κινήσεις, ως ο ίδιος χαρακτήρισε τις κινήσεις του, να φύγει με το πορτοφόλι και έπειτα να το πετάξει στα Πότιμα. Συνάδει, βεβαίως, με όλο τον τρόπο που απαντούσε ο Κατηγορούμενος. Ενώ αρχικά είχε σκεφτεί να μην πετάξει το πορτοφόλι, γιατί θα μπορούσε να το αναζητήσει κάποιος, χρονικό σημείο όπου δεν τον απασχόλησε πώς ο ίδιος θα αποδεχθεί άλλο πρόσωπο ως τον ιδιοκτήτη του, χωρίς «αποδεικτικό» μέσα στο πορτοφόλι, όταν τελικά το αναζήτησε κάποιος, προβλήθηκε εκείνη η αδικαιολόγητη δυσπιστία. Θα ήταν, όλη αυτή η στάση, πιο συμβατή με την εκδοχή να περιείχε χρηματικό ποσό το πορτοφόλι, που ο ιδιοκτήτης του, αναζητώντας το πορτοφόλι, θα το διεκδικούσε από τον ευρέτη του, που ο Κατηγορούμενος να μην θεώρησε ως πιθανόν να καταλήξουν στον ίδιο. Όταν κατέληξαν στον ίδιο, το μόνο που είχε να κάνει ο Κατηγορούμενος ήταν, και πάλι, να λειτουργήσει στη βάση των συμπεριφορικών εντυπώσεων, να επιδείξει δηλαδή συνεργασία και καθωσπρεπισμό. Εφόσον γνώριζε πως ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσε να αποδείξει, ο παραπονούμενος, ότι στο ‒ εξαφανισμένο στο μεταξύ ‒ πορτοφόλι υπήρχε συγκεκριμένο χρηματικό ποσό. Έτσι εξηγείται και η στάση της υπεράσπισης να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει, με ανεξήγητη επιμονή, ένα αρχικά φαινόμενο, αλλά μη πραγματικά υπαρκτό «κενό», στα πλάνα του Τ7, για να υποστηρίξει πως μπορεί να άδειασε το πορτοφόλι κάποιος άλλος, πριν να το μαζέψει ο Κατηγορούμενος.
30. Η εκδοχή του Κατηγορούμενου ότι πήγε άμεσα στον Αστυνομικό Σταθμό Κουκλιών και υπέδειξε το σημείο όπου πέταξε το πορτοφόλι, την ίδια ημέρα, 25.03.2019, δεν συνάδει με την υπόλοιπη μαρτυρία, με βάση την οποία ο παραπονούμενος κατήγγειλε στην Αστυνομία το συμβάν την 25.03.2019 ώρα 18:40, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εναντίον του Κατηγορούμενου την 25.03.2019 ώρα 21:00, που εκτελέστηκε την 26.03.2019 ώρα 08:48, ακολούθησε η κατάθεσή του, Τ3, και η υπόδειξη, Τ4. Δεν υποστηρίζεται από οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία. Ακόμα, όμως, και να τεκμηριώνονταν η εκδοχή του Κατηγορούμενου, και να γίνονταν οικειοθελής έρευνα στο όχημα του Κατηγορούμενου και στη οικία του αμέσως μετά το συμβάν, ενόσω ο ίδιος ήταν στον σταθμό, θα ήταν λογικό να μην εντοπίσουν στους χώρους εκείνους χρηματικό ποσό που να μπορούν να θεωρήσουν ως περιεχόμενο του πορτοφολιού, που ο Κατηγορούμενος είχε ήδη πετάξει. Ο Κατηγορούμενος δεν συνελήφθη, δεν ανέφερε πως υπέστη σωματική έρευνα, και, μάλιστα, ανέφερε πως δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης εναντίον του, προβάλλοντας προσεγμένα τα δικαιώματά του· δείχνοντας, και πάλι, ικανότητα προσεκτικού χειρισμού του συμβάντος. Μα και οποιοδήποτε χρηματικό ποσό να εντοπίζονταν στην κατοχή του Κατηγορούμενου, θα μπορούσε ο Κατηγορούμενος να ισχυριστεί πως είναι δικό του, εφόσον γνώριζε το δυσαπόδεικτο της προέλευσής του από το συγκεκριμένο πορτοφόλι.
31. Ο τρόπος με τον οποίο απαντούσε ο Κατηγορούμενος, όταν του υποβλήθηκε πως, εάν δεν είχε το πορτοφόλι χρήματα, δεν θα το έπαιρνε, στη σελίδα 24 των ιδίων πρακτικών, απελευθερώθηκε και ήταν πιο φυσικός, στη ροή του λόγου του, εστιασμένος, όμως, στο να αμφισβητήσει την αξιοπιστία του Κατηγορούμενου πως περιείχε το συγκεκριμένο ποσό, χωρίς να υποστηρίζει την εκδοχή πως το πορτοφόλι ήταν εντελώς άδειο. Η ίδια η υπεράσπιση εξάλλου είχε δηλώσει πως δεν αμφισβητεί την εκδοχή του ΜΚ4 πως δεν ήταν άδειο το πορτοφόλι, κατά τη θέση της πριν το βρει το Κατηγορούμενος, με την πεποίθηση ότι θα χωρούσε αμφιβολία ως προς το τι μεσολάβησε. Ο Κατηγορούμενος απαντούσε, σε εκείνο το σημείο, με ειλικρινή ενόχληση, για τον τρόπο που ο παραπονούμενος ισχυρίστηκε πως υπήρχε το συγκεκριμένο ποσό, των €2.100, θεωρώντας ότι έγινε και κατάχρηση της ιδιότητας του Αστυνομικού εις βάρος του.
32. Στο σύνολό της η μαρτυρία του Κατηγορούμενου, ως προς το αμφισβητούμενο θέμα, εάν υπήρχε ή όχι χρηματικό ποσό μέσα στο πορτοφόλι, όταν το πήρε μαζί του, για τους λόγους που αναφέρθηκαν, δεν μπορεί να γίνει δεκτή ως αξιόπιστη μαρτυρία, για να βασίσει εύρημα, για τους λόγους που εξηγήθηκαν.
Σύνοψη ευρημάτων
33. Με βάση την αποδεκτή μαρτυρία, και όσα συνομολογούνται, προκύπτουν τα εξής γεγονότα, στη σύνοψή τους: Την 25.03.2019, ώρα 18:40, καταγγέλθηκε από τον παραπονούμενο ότι την ίδια ημέρα, περί ώρα 17:00, σταμάτησε στο περίπτερο Bayside, στην Κισσόνεργα, για να αγοράσει προϊόντα, και μετά την αναχώρησή του από το περίπτερο, στη διαδρομή, διαπίστωσε πως δεν είχε στην κατοχή του το πορτοφόλι του. Επέστρεψε στο περίπτερο, που ήταν ο μόνος τόπος που θα μπορούσε να είχε αφεθεί, χωρίς ωστόσο να το βρει. Στο περίπτερο υπήρχαν κάμερες ασφαλείας που κατέγραφαν πλάνα τόσο από τον εξωτερικό χώρο όσο και από τον εσωτερικό χρόνο. Όπως διαπιστώθηκε από τα πλάνα του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης που υπήρχαν στο περίπτερο, ο παραπονούμενος ήταν όντως ο κύριος του πορτοφολιού που είχε πέσει από τη δεξιά του τσέπη, καθώς έβγαινε από το περίπτερο και πορεύονταν προς το όχημά του. Το πορτοφόλι είχε βρει στο πάτωμα, έξω από το περίπτερο, και πάρει μαζί του ο Κατηγορούμενος, ο οποίος παραδέχθηκε πως, όντως, είχε πάρει το πορτοφόλι. Δεν προσέγγισε το πορτοφόλι οποιοσδήποτε άλλος μετά την πτώση του στο πάτωμα. Ειδικότερα, ο Κατηγορούμενος είχε πάρει το πορτοφόλι από το έδαφος, έξω από το περίπτερο, επέστρεψε στο περίπτερο, αντιλαμβανόμενος ότι από κάποιον θα είχε πέσει και εν γνώσει του ότι υπάρχουν κάμερες ασφαλείας στο περίπτερο και θα μπορούσε να εντοπιστεί ο ιδιοκτήτης, ωστόσο, ουδέποτε παρέδωσε το πορτοφόλι στον περιπτεριούχο. Κινήθηκε προς τα ψυγεία, με διακριτικότητα, άνοιξε το πορτοφόλι και είδε το περιεχόμενό του, το έβαλε κάτω από τη μασχάλη, και έφυγε από το περίπτερο, χωρίς να μιλήσει με οποιονδήποτε. Όταν ο Κατηγορούμενος εντοπίστηκε από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, ειδοποιήθηκε, για να επιστρέψει το πορτοφόλι που πήρε, αλλά ισχυρίστηκε ότι το πέταξε τα Πότιμα. Το πορτοφόλι, αξίας €25, ουδέποτε επιστράφηκε στον παραπονούμενο. Το πορτοφόλι δεν ήταν άδειο, αλλά είχε περιεχόμενο άγνωστης αξίας, που δεν υπερβαίνει τις €2.100.
Νομικές πτυχές και εξέταση
34. Παρεμβάλλεται πως το βάρος απόδειξης της σωρευτικής ύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων ενός αδικήματος το έχει η Κατηγορούσα Αρχή στο ύψιστο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδεικνύει με αποδεκτή μαρτυρία την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου του επίδικου αδικήματος και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσον εύλογες και εάν είναι[2]. Η μαρτυρία θα πρέπει να είναι αξιόπιστη και σαφής[3]. Εάν απορριφθεί η μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, δεν είναι δυνατή η καταδίκη[4]. Εάν, στο τέλος της υπόθεσης, μείνει έστω και η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του Δικαστηρίου για την ενοχή του Κατηγορουμένου τότε αυτό θα πρέπει να αποφασιστεί υπέρ του και να αθωωθεί και να απαλλαγεί από την κατηγορία[5].
35. Σύμφωνα με το άρθρο 255 ΠΚ:
«(1) Όποιος κλέβει, χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη, που γίνεται με δόλιο τρόπο και χωρίς αξίωση δικαιώματος με καλή πίστη, αποκτά κατοχή και αποκομίζει οτιδήποτε που μπορεί να καταστεί αντικείμενο κλοπής με σκοπό, κατά το χρόνο της απόκτησης, να αποστερήσει τον ιδιοκτήτη μόνιμα από αυτό:
Νοείται ότι πρόσωπο δύναται να είναι ένοχο κλοπής οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος, ανεξάρτητα του ότι κατέχει αυτό νόμιμα, αν είναι θεματοφύλακας ή συνιδιοκτήτης του, με δόλιο τρόπο σφετερίζεται αυτό για χρήση από τον ίδιο ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο παρά του ιδιοκτήτη.
(2) (α) Ο όρος “αποκτά κατοχή” περιλαμβάνει και το να αποκτά κατοχή-
(i) με τέχνασμα·
(ii) με εκφοβισμό·
(iii) με συνέπεια πλάνης του ιδιοκτήτη που είναι σε γνώση του αποκτώντα ότι κατοχή του αποκτώμενου αποκτήθηκε με τέτοιο τρόπο·
(iv) με ανεύρεση, εφόσον κατά το χρόνο της ανεύρεσης αυτός που το βρήκε πιστεύει ότι ο ιδιοκτήτης μπορεί να ανακαλυφθεί με εύλογα διαβήματα·
(β) ο όρος “αποκομίζει” περιλαμβάνει κάθε μετακίνηση οποιουδήποτε πράγματος από το χώρο τον οποίο αυτό κατέχει, προκειμένου όμως για πράγμα προσαρτημένο, μόνο αν αυτό αποσπάστηκε εντελώς.
(γ) ο όρος “ιδιοκτήτης” περιλαμβάνει και τον ιδιοκτήτη μέρους ή αυτόν που έχει κατοχή ή έλεγχο ή ειδική ιδιοκτησία πράγματος το οποίο δύναται να καταστεί αντικείμενο κλοπής.
(3) Δύναται να είναι αντικείμενο κλοπής κάθε πράγμα που έχει αξία και που ανήκει σε οποιοδήποτε πρόσωπο, προκειμένου όμως για πράγμα προσκολλημένο σε ακίνητο μετά το διαχωρισμό του από τέτοιο ακίνητο.»
36. Για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της κλοπής, θα πρέπει να αποδειχθούν σωρευτικά τα ακόλουθα[6]:
(α) απόκτηση κατοχής ή αποκόμιση ή ιδιοποίηση πράγματος (υπαλλακτικά)·
(β) που ανήκει σε άλλο πρόσωπο·
(γ) που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κλοπής·
(δ) ενώ υπάρχει απουσία συναίνεσης του ιδιοκτήτη του πράγματος·
(ε) και ενώ υπάρχει απουσία αξίωσης δικαιώματος με καλή πίστη·
(στ) με σκοπό, κατά τον χρόνο της συμπεριφοράς αυτής, ο ιδιοκτήτης του πράγματος να στερηθεί το πράγμα αυτό μόνιμα·
(ζ) με δόλο, που καλύπτει όλα τα προαναφερόμενα, δηλαδή ο δράστης να γνωρίζει και να θέλει αυτά.
37. Το σύνολο της μαρτυρίας που παρουσιάστηκε αποδεικνύει, χωρίς λογική αμφιβολία, ότι ο Κατηγορούμενος απέκτησε την κατοχή του πορτοφολιού, μετά που το βρήκε στο έδαφος, έξω από το περίπτερο, και το κράτησε, φεύγοντας από το περίπτερο με το πορτοφόλι στην κατοχή του. Το πορτοφόλι ανήκε σε άλλο πρόσωπο, τον ΜΚ4. Ήταν ακριβώς έξω από το περίπτερο, στο οδόστρωμα, σε χώρο που ήλεγχε το περίπτερο, που διέθετε κάμερες ασφαλείας. Θα μπορούσε, με εύλογα διαβήματα, να εντοπιστεί ο ιδιοκτήτης του από τον περιπτεριούχο, ο οποίος πιθανόν να αναζητούσε το πορτοφόλι. Ήταν εν γνώσει του Κατηγορούμενου και το γεγονός πως το περίπτερο είχε κάμερες και ήλεγχε τον συγκεκριμένο χώρο, και η πιθανότητα κάποιο άλλο πρόσωπο να αναζητά αυτό το πορτοφόλι. Με βάση τα πλάνα που εξασφαλίστηκαν από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, ο Κατηγορούμενος εισήλθε στο περίπτερο με το πορτοφόλι χωρίς να μιλήσει με οποιονδήποτε, κατευθύνθηκε διακριτικά προς τα ψυγεία, κοίταξε το περιεχόμενο του πορτοφολιού, το έβαλε κάτω από τη μασχάλη, και έφυγε, απομακρυνόμενος από το περίπτερο. Ο Κατηγορούμενος επέστρεψε στο περίπτερο, όταν εντοπίστηκε από τις κάμερες ασφαλείας και διαπιστώθηκε πως ήταν το πρόσωπο που περιμάζεψε και έπειτα έφυγε με το πορτοφόλι, αλλά δεν παρέδωσε το πορτοφόλι, λέγοντας ότι το πέταξε στα Πότιμα. Δεν υπήρξε συναίνεση του ιδιοκτήτη του πορτοφολιού στο να αποκτήσει την κατοχή του ο Κατηγορούμενος, ούτε ο Κατηγορούμενος έχει αξίωση δικαιώματος με καλή πίστη επί του πορτοφολιού. Το γεγονός ότι δεν υπήρχε «αποδεικτικό» ταυτότητας του ιδιοκτήτη τοποθετημένο μέσα στο πορτοφόλι, δεν καθιστούσε το αντικείμενο, υπό τις περιστάσεις, εγκαταλελειμμένο (abandoned) και αδέσποτο, ούτε υφίστατο, εξ αυτής της συνθήκης, δικαίωμα του Κατηγορούμενου να το κρατήσει για τον εαυτό του, και ως ο κύριος του, να αποφασίσει να το πετάξει ή να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη μεταχείρισή του[7]. Η συμπεριφορά του Κατηγορούμενου, ως εκδηλώθηκε, συνιστούσε απόκτηση της κατοχής του πορτοφολιού, οικειοποίησή του (appropriation), που ενείχε και το στοιχείο της ανεντιμότητας (dishonesty). Δεν έχει σημασία εάν η αρχική σκέψη του ήταν να το παραδώσει στο περίπτερο, όπως κι αν διαμορφώθηκε, από καθωσπρεπισμό ή ειλικρίνεια, ή εάν ήταν μια αθώα σκέψη. Μεταγενέστερα επικράτησε η ένοχη σκέψη του να το κρατήσει για τον εαυτό του, με το όποιο περιεχόμενό του, να επωφεληθεί της συνθήκης ότι πρόκειται για αντικείμενο χωρίς φανερή «ταυτότητα», που βρήκε τυχαία στο έδαφος, γι’ αυτό απομακρύνθηκε με το πορτοφόλι, σκέψη και έπειτα πράξη που δεν ήταν καλόπιστες, αλλά ιδιοτελείς. Το πορτοφόλι είναι αντικείμενο που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κλοπής. Προκύπτει, από την υφιστάμενη μαρτυρία, και ότι ο σκοπός του Κατηγορούμενου, με το να πάρει το πορτοφόλι και να απομακρυνθεί από το περίπτερο, μη επιστρέφοντάς το, αδιάφορα από τα δικαιώματα του κυρίου του, ήταν να το στερηθεί ο ιδιοκτήτης του μόνιμα, γνωρίζοντας και επιθυμώντας αυτό το αποτέλεσμα. Η πράξη της εξαφάνισης του πορτοφολιού δεν ήταν εγκατάλειψη ενός άχρηστου αντικειμένου σε ένα άλλο χώρο, επειδή μετάνιωσε που το πήρε ο Κατηγορούμενος από το έδαφος, εφόσον η διαπίστωση ήταν ότι το πορτοφόλι είχε ιδία αξία αλλά και περιεχόμενο, και ουδέποτε εντοπίστηκε μετά από τη λήψη του από τον Κατηγορούμενο. Υπό το σύνολο των περιστάσεων, υπήρξε, μέσα από τις πράξεις του Κατηγορούμενος, ο σκοπός να στερηθεί ο παραπονούμενος την κυριότητα του πορτοφολιού και του άγνωστου περιεχομένου του, μόνιμα.
38. Όσον αφορά το περιεχόμενο του πορτοφολιού, εφόσον ο Κατηγορούμενος πήρε το πορτοφόλι στην κατοχή του και απομακρύνθηκε και στη συνέχεια αυτό εξαφανίστηκε, δεν υπάρχει άλλη ανακριτική πράξη που θα μπορούσε να γίνει με την χρήση του πορτοφολιού, όπως ήταν η επιχειρηματολογία της πλευράς της υπεράσπισης κατά το στάδιο των αγορεύσεων, ούτε θα ήταν σχετική κάποια αναπαράσταση με άσχετα αντικείμενα, για να διαγνωστεί το περιεχόμενο του πορτοφολιού, όπως εισηγήθηκε η πλευρά της υπεράσπισης. Ουδεμία παραπομπή έγινε σε τέτοια ανακριτική πρακτική ως συνήθη σε τέτοιας φύσης υποθέσεις.
39. Όπως αναφέρθηκε και στην ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 31.01.2025, δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο του αδικήματος της κλοπής η πρόσθετη – δια του περιεχομένου του φερόμενου ως κλαπέντος πορτοφολιού – αξία του· στον βαθμό που δεν καθίσταται μη επιδεκτικό κλοπής, ως αντικείμενο, ακόμα και άδειο. Η σύσταση του αδικήματος της κλοπής δεν φαίνεται να επηρεάζεται από το περιεχόμενο του πορτοφολιού όσον αφορά την πράξη της κλοπής καθαυτή. Η αξία του πορτοφολιού, που συντίθεται και από τυχόν χρηματικό ποσό που περιέχει, έχει σημασία για την ταξινόμηση του αδικήματος της κλοπής σε επίπεδο σοβαρότητας. Στην προκειμένη περίπτωση, αποδείχθηκε, μέσα από την αποδεκτή μαρτυρία, πως δεν ήταν μεν άδειο το πορτοφόλι, δηλαδή ότι ο παραπονούμενος δεν κατέβηκε στο περίπτερο να ψωνίσει, κρατώντας στα χέρια του ένα άδειο πορτοφόλι, αλλά ότι περιείχε χρηματικό ποσό, το οποίο, όμως, δεν αποδείχθηκε πως ήταν €2.100. Ήταν άγνωστο χρηματικό ποσό, που, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τις €2.100.
Κατάληξη
40. Καταληκτικά, η Κατηγορούσα Αρχή έχει επιτύχει να αποδείξει την υπόθεση στον απαιτούμενο βαθμό, ώστε να μην χωρεί λογική αμφιβολία για την ενοχή του Κατηγορούμενου. Δεν χρειάζεται προηγούμενη τροποποίηση των λεπτομερειών της κατηγορίας, για την καταδίκη του Κατηγορούμενου. Ως αποτέλεσμα, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στην κατηγορία που αντιμετωπίζει.
(Υπ.) ………………………….
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1]. Χριστοδούλου ν. Αριστοδήμου (1996) 1 ΑΑΔ 552, Ζερβού ν. Χαραλάμπους (1996) 1 ΑΑΔ 447, Καρεκλά ν. Κλεάνθους (1997) 1 ΑΑΔ 1119, Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1 ΑΑΔ 614, Παπακοκκίνου ν. Σμυρλή (2001) 1 ΑΑΔ 1653, Χριστοφή ν. Ζαχαριάδη (2002) 1 ΑΑΔ 401, Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1 ΑΑΔ 207, Ιωάννου ν. Παλάζη (2004) 1 ΑΑΔ 576, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Vlatislaw (2011) 1 ΑΑΔ 55, Τσιντίδης ν. Χαριδήμου (2012) 1 ΑΑΔ 2290.
[2] Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 363.
[3] Φλουρής ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 401.
[4] Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευριπίδου (2002) 2 ΑΑΔ 246.
[6] Πλατρίτης ν. Αστυνομίας (1967) 2 CLR 174, R. v. Cockburn [1968] 1 All ER 466, Lawrence v Commissioner of Police of the Metropolis (otherwise known as R v Lawrence) [1972] AC 262, Ζησιμίδης ν. Δημοκρατίας (1978) 2 CLR 382, Azinas v. Police (1981) 2 CLR 9, Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 14, Ανδρονίκου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 486, Αντωνιάδης ν. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 700, Κλεάνθους ν. Αστυνομίας, ΠΕ 236/2018, 11.01.2019, ECLI:CY:AD:2019:B3.
[7] R (on the application of Ricketts) v Basildon Magistrates' Court [2010] EWHC 2358 (Admin), όπου ο Κατηγορούμενος είχε περισυλλέξει αντικείμενα που είχαν αφεθεί έξω από φιλανθρωπικό κατάστημα, σε κοντινή απόσταση, σε κοντινή απόσταση και από άλλο κατάστημα. Τα οικειοποιήθηκε, επιχειρώντας να επωφεληθεί από το γεγονός ότι είχαν αφεθεί εκτός, κατά τρόπο που θα μπορούσε να θεωρηθεί πως είχαν εγκαταλειφθεί και δεν ανήκαν σε συγκεκριμένο άλλο πρόσωπο. Αρκούσε, όμως, να υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν το συμπέρασμα ότι το πράγμα ανήκε σε κάποιον άλλον εκτός από τον Κατηγορούμενο. Βλ. και Williams v Phillips (1957) 41 Cr App Rep 5, DC.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο