
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Υπόθεση αρ. 3040/2025
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ
ν.
Χ. Μ.
_______________
Ημερομηνία: 10 Ιουνίου 2025
Εμφανίσεις:
Σ. Χρυσοστόμου, για την Κατηγορούσα Αρχή / Αιτητές
Αλ. Αλεξάνδρου, για την Κατηγορούμενη
Αίτηση ημερομηνίας 28.05.2025
και προσωρινά διατάγματα ημερομηνίας 28.05.2025
Α Π Ο Φ Α Σ Η
1. Τα γεγονότα που ανάγονται στην υπό κρίση ποινική υπόθεση, όπως εκ πρώτης όψεως προκύπτουν από το διαθέσιμο μαρτυρικό υλικό, είναι τα εξής: Την 18.07.2024, μεταξύ των ωρών 19:45-20:45, στο πλαίσιο συντονισμένης επιχείρησης για την πάταξη του παράνομου ηλεκτρονικού τζόγου, ο Αστ.2814 Μ. Μενελάου, με άλλα μέλη της Αστυνομίας, μετέβησαν, κατόπιν δικαστικού εντάλματος έρευνας, στο υποστατικό «Chris Palace», στην οδό που αναφέρεται, στην Πάφο. Κατά την είσοδό τους στο υποστατικό, διαπίστωσαν ότι υπήρχαν δύο θυροτηλέφωνα με κουδούνι, σύστημα μέσω του οποίου μπορούσε κάποιος από μέσα να δει ποιοι ήταν έξω. Φώναξαν: «Αστυνομία». Μετά από περίπου δύο λεπτά, άνοιξε η πόρτα. Στην πόρτα, υπήρχε σύρτης και άνοιγε από μέσα. Αφού ο Αστ.2814 εισήλθε στο υποστατικό, εντόπισε την υπεύθυνη, την οποία, όπως αναφέρει, γνωρίζει από άλλες έρευνες στο υποστατικό, και είναι η Κατηγορούμενη. Της υπέδειξε την αστυνομική του ταυτότητα και το δικαστικό ένταλμα και την πληροφόρησε για την πρόθεση να ερευνήσουν το υποστατικό. Αφού της επέστησε την προσοχή στον νόμο, εκείνη απάντησε: «κανένα πρόβλημα». Στη συνέχεια, της εξήγησε προφορικά τα δικαιώματά της και της έδωσε σχετικό έντυπο. Το διάβασε, ανέφερε ότι το κατανόησε και ότι δεν επιθυμούσε να ασκήσει οποιοδήποτε δικαίωμα σε εκείνο το στάδιο και υπέγραψε στην παρουσία του Αστ.2814. Μέσα στο υποστατικό, όπως καταθέτει ο μάρτυρας, υπήρχαν εγκατεστημένοι 7 ηλεκτρονικοί υπολογιστές, οι οποίοι ήταν σε λειτουργία επανεκκίνησης. Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές εξετάστηκαν προκαταρκτικά από τον Αν.Λοχ.2655, με ειδικότητα στη συλλογή, χειρισμό και εξέταση ηλεκτρονικών τεκμηρίων που αφορούν ηλεκτρονικό τζόγο, παιγνιομηχανήματα περιορισμένου οφέλους και παράνομα στοιχήματα, και ακολούθως αποσυνδέθηκαν. Στη συνέχεια, καθ’ υπόδειξή του, κατασχέθηκαν οι πύργοι των 7 ηλεκτρονικών υπολογιστών, που περιγράφονται, και ένας αποδιαμορφωτής, που περιγράφεται. Τα τεκμήρια υποδείχθηκαν στην Κατηγορούμενη και αφού της επιστήθηκε η προσοχή εκ νέου στον νόμο, εκείνη απάντησε: «κάμετε τη δουλειά σας». Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αν.Λοχ.2655 Δ. Ταπακούδη, δεν έγινε περαιτέρω προκαταρκτική εξέταση στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές λόγω του ότι ήταν εκτός λειτουργίας κατά την είσοδο στο υποστατικό. Κατά την εξέταση της σκηνής, διαπίστωσε ότι στο υποστατικό υπήρχε σύνδεση στο διαδίκτυο μέσω του παροχέα υπηρεσιών CYTA με την I.P. που αναφέρεται. Αποσυνέδεσε τους υπολογιστές και τους έδωσε διακριτικά 1-7 καθώς και τον αποδιαμορφωτή, στον οποίο έδωσε διακριτικό 8. Περιγράφεται στη μαρτυρία η διακίνηση των τεκμηρίων από την αρχική στιγμή της παραλαβής τους από την σκηνή. Τα τεκμήρια, την 22.07.2024, παραδόθηκαν στον Αστ.3200 του Δικανικού Εργαστηρίου Ηλεκτρονικών Δεδομένων (Δ.Ε.Η.Δ.), για εξετάσεις. Την 07.08.2024 συντάχθηκε σχετική δικανική έκθεση. Η ζητούμενη εξέταση, όπως καταγράφει ο Αστ.3200 στην έκθεσή του, ήταν για η διαπίστωση κατά πόσο στους υπολογιστές υπάρχουν εγκατεστημένα προγράμματα που τους μετατρέπουν σε μηχανές τυχερού παιγνίου. Αναφέρεται στη διαδικασία της εξέτασης και της δικανικής αντιγραφής, καθώς και στη διαδικασία της δικανικής ανάλυσης. Στη συνέχεια, εκθέτει τα ευρήματα της δικανικής ανάλυσης, που είναι τα εξής:
(α) στον υπολογιστή 1, μεταξύ άλλων, εντοπίστηκε λογαριασμός χρήστη με τελευταία ημερομηνία σύνδεσης την 15.07.2024. Με την χρήση του λογισμικού που περιγράφεται, εντοπίστηκαν επισκέψεις μέσω του περιηγητή Chrome σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα, που αναφέρεται, την 27.12.2023 και την 11.01.2024. Για να εισέλθει κανείς στη συγκεκριμένη σελίδα, που στο υπόβαθρό της έχει εικόνα με τυχερά παίγνια, χρειάζεται όνομα χρήστη και κωδικός και δεν υπάρχει η δυνατότητα εγγραφής καινούργιου χρήστη. Παρέχονται πληροφορίες για τη συγκεκριμένη σελίδα.
(β) στους υπολογιστές 2, 3 και 6 και στο modem (8) δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε το επιλήψιμο.
(γ) στον υπολογιστή 4, μεταξύ άλλων, εντοπίστηκε λογαριασμός χρήστη με τελευταία ημερομηνία σύνδεσης την 15.07.2024. Με την χρήση του λογισμικού που περιγράφεται, εντοπίστηκαν επισκέψεις μέσω του περιηγητή Chrome σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα, που αναφέρεται, ίδια με τη σελίδα στην οποία εντοπίστηκε πρόσβαση στον υπολογιστή 1, μεταξύ της 27.12.2023 – 15.02.2024.
(δ) στον υπολογιστή 5, μεταξύ άλλων, εντοπίστηκε λογαριασμός χρήστη με τελευταία ημερομηνία σύνδεσης την 15.07.2024. Με την χρήση του λογισμικού που περιγράφεται, εντοπίστηκαν επισκέψεις μέσω του περιηγητή Chrome σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα, που αναφέρεται, την 15.07.2024. Για να εισέλθει κανείς στη συγκεκριμένη σελίδα, χρειάζεται όνομα χρήστη και κωδικός και δεν υπάρχει η δυνατότητα εγγραφής καινούργιου χρήστη. Παρέχονται πληροφορίες για την συγκεκριμένη σελίδα. Πρόκειται για διαφορετική σελίδα από εκείνη στην οποία είχε εντοπιστεί πρόσβαση στον υπολογιστή 1 και στον υπολογιστή 4. Από περαιτέρω εξετάσεις σχετικά με τη σελίδα, συνδέθηκε με εικόνες που παραπέμπουν σε ηλεκτρονικό τζόγο. Εντοπίστηκε, πρόσθετα, αριθμός ονομάτων που παραπέμπουν σε παίγνια ηλεκτρονικού τζόγου.
(ε) στον υπολογιστή 7, μεταξύ άλλων, εντοπίστηκε λογαριασμός χρήστη με τελευταία ημερομηνία σύνδεσης την 15.07.2024. Με την χρήση του λογισμικού που περιγράφεται, εντοπίστηκαν επισκέψεις μέσω του περιηγητή Chrome σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα, που αναφέρεται, ίδια με τη σελίδα στην οποία εντοπίστηκε πρόσβαση στον υπολογιστή 5, μεταξύ της 14.05.2024 – 31.05.2024. Εντοπίστηκε αριθμός ονομάτων που παραπέμπουν σε παίγνια ηλεκτρονικού τζόγου. Σε δεύτερο σκληρό δίσκο, δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε.
Ανακριτική κατάθεση είχε ληφθεί από την Κατηγορούμενη την 22.07.2024, πριν από τη λήψη των αποτελεσμάτων της δικανικής εξέτασης, αφού προηγουμένως της είχε επιστηθεί η προσοχή στον νόμο. Η ανακριτική κατάθεση ήταν με τη μέθοδο των ερωταπαντήσεων. Η Κατηγορούμενη είχε ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής.
2. Στη βάση των ανωτέρω γεγονότων, καταχωρίστηκε ποινική υπόθεση εναντίον της Κατηγορούμενης: για απαγόρευση παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνιδιών καζίνο [άρθρο 6Β περί Οίκων Στοιχημάτων, Οίκων Κυβείας και Παρεμποδίσεως της Κυβείας Νόμο Κεφ.151], για απαγόρευση λειτουργίας υποστατικού για παροχή υπηρεσιών τυχερών παιγνιδιών [άρθρο 6Δ Κεφ.151], για απαγόρευση λειτουργίας υποστατικού ή τόπου για παροχή υπηρεσιών τυχερών παιγνιδιών καζίνου παρεχόμενων με απευθείας σύνδεση ή για παροχή υπηρεσιών για διεξαγωγή παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους ή στοιχήματος δια μέσω ανταλλακτηρίου στοιχημάτων [άρθρα 82 § 3, 92, 94 περί Στοιχημάτων Νόμος 37(Ι)/2019], για απαγόρευση κατοχής ή λειτουργίας παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους [άρθρα 83, 92, 94 ν.37(Ι)/2019], και για απαγόρευση τυχερών παιγνιδιών καζίνο παρεχόμενων με απευθείας σύνδεση [άρθρα 84, 92 και 94 ν.37(Ι)/2019]. Όλες οι κατηγορίες αναφέρονται στον ίδιο χρόνο και στον ίδιο τόπο, ειδικότερα στην 18.07.2024 στο υποστατικό «Chris Palace», στην περιγραφόμενη οδό.
3. Μετά την καταχώριση της ποινικής υπόθεσης, υποβλήθηκε μονομερής αίτηση, με την οποία ο Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου ζήτησε από το Δικαστήριο την έκδοση διαταγμάτων αναστολής της λειτουργίας του υποστατικού «Chris Palace», στην περιγραφόμενη οδό, μέχρι την πλήρη εκδίκαση της υπόθεσης, και σχετική δέσμευση της Κατηγορούμενης, η οποία κατηγορείται ως η διαχειρίστριά του, να προβεί στην αναστολή της λειτουργίας του. Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Λοχ.3142 Π. Ζωττή, ο οποίος υπηρετεί στην Αστυνομική Διεύθυνση Πάφου και αναφέρει πως έχει εξουσιοδοτηθεί από τον Αρχηγό Αστυνομίας να υποβάλει την αίτηση, και αναφέρει τα γεγονότα, όπως προκύπτουν μέσα από το υφιστάμενο μαρτυρικό υλικό, που επίσης προσκομίζει δια της ένορκης του δήλωσης. Ο μάρτυρας υποστηρίζει πως πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
4. Το Δικαστήριο, εξετάζοντας την αίτηση, για τους λόγους που αναφέρονται στο πρακτικό ημερομηνίας 29.05.2025, με την επιφύλαξη αναθεώρησης κατόπιν ακρόασης και της Καθ’ ης η αίτηση / Κατηγορούμενης, εξέδωσε τα αιτούμενα διατάγματα[1].
5. Η Κατηγορούμενη, με ένστασή της, ζητά την ακύρωση των διαταγμάτων, για τους λόγους που προβάλλει, 15 στον αριθμό, οι οποίοι συνοψίζονται και κατηγοριοποιούνται ως εξής: το άρθρο 3Α Κεφ.151 και ειδικότερα το σκέλος του εδαφίου 1 που αναφέρει «και/ή διάταγμα αναστολής της λειτουργίας οποιουδήποτε υποστατικού ή τόπου που συνδέεται με το εκδικαζόμενο αδίκημα» αντίκειται στο άρθρο 23 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΣτΚ) (δικαίωμα ιδιοκτησίας και απόλαυσης ή διάθεσης αυτού) και στο άρθρο 12 ΣτΚ (τεκμήριο της αθωότητας) (1ος λόγος ένστασης, 9ος λόγος ένστασης)· η έκδοση των διαταγμάτων στην πράξη τερμάτισε τη λειτουργία επιχείρησης που ασκείται σύμφωνα με τον νόμο, και δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με την παροχή υπηρεσιών τυχερών παιγνίων – καζίνο, χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε αυτή την επιχειρηματική λειτουργία μέχρι και την καταχώριση της ποινικής υπόθεσης, χωρίς δυνατότητα ακρόασης της Κατηγορούμενης, ως τιμωρία, γεγονός που παραβιάζει κατοχυρωμένα ατομικά δικαιώματά της και τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης (2ος λόγος ένστασης, 3ος λόγος ένστασης, 10ος λόγος ένστασης, 12ος λόγος ένστασης, 13ος λόγος ένστασης)· δεν παρουσιάστηκε οποιοδήποτε στοιχείο για την σχέση της Κατηγορούμενης με το υποστατικό για το οποίο εκδόθηκαν τα αιτούμενα διατάγματα, πέραν του ισχυρισμού ότι ήταν στο μέρος κατά τον χρόνο της αστυνομικής έρευνας, και η μαρτυρία που συνοδεύει την αίτηση, στο απόγειό της, δεν αποκαλύπτει τη διάπραξη αδικήματος ((4ος λόγος ένστασης, 5ος λόγος ένστασης)· η αίτηση είναι παράτυπη και αντινομική, στερείται νομικού και ουσιαστικού ερείσματος, και δεν πληρείται οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων (6ος λόγος ένστασης, 8ος λόγος ένστασης, 14ος λόγος ένστασης)· δεν υπήρχε επείγων λόγος έκδοσης των διαταγμάτων, τα οποία εκδόθηκαν αρκετούς μήνες μετά τη φερόμενη ως διάπραξη των αδικημάτων (7ος λόγος ένστασης)· υπάρχει κακοπιστία και καταχρηστικότητα στην αίτηση (11ος λόγος ένστασης)· υπήρξε απόκρυψη ουσιαστικών και καθοριστικών γεγονότων, ειδικότερα ότι στο παρελθόν καταχωρίστηκαν εκ μέρους της Αστυνομίας παρόμοιες αιτήσεις που αφορούσαν το ίδιο υποστατικό και την Κατηγορούμενη, οι οποίες απορρίφθηκαν από τα Δικαστήρια, με τελευταία την ποινική υπόθεση 2922/2023, στην οποία την 27.04.2023 εκδόθηκαν προσωρινά διατάγματα, τα οποία ακυρώθηκαν μετά από ακροαματική διαδικασία (15ος λόγος ένστασης).
6. Η ένσταση συνοδεύεται επίσης από μαρτυρία, την ένορκη δήλωση της Κατηγορούμενης, η οποία επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης και αναφέρει πως το υποστατικό για το οποίο εκδόθηκαν τα προσωρινά διατάγματα λειτουργεί εδώ και αρκετά χρόνια ως internet café με την επωνυμία «Chris Palace Internet Café» και δεν έχει σχέση με υποστατικό για παροχή υπηρεσιών τυχερών παιγνίων. Από τη λειτουργία του, όπως αναφέρει η Κατηγορούμενη, δεν έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα. Δηλώνει αθώα στις κατηγορίες και σχολιάζει την καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπόθεσης καθώς και τη μαρτυρία του κύριου Ζωττή, λέγοντας πως δεν αναφέρεται εάν την 18.07.2024 υπήρχε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στο υποστατικό και γενικά άλλη μαρτυρία, που να δίδει την εικόνα ότι το υποστατικό συνδέεται με τη διεξαγωγή παράνομων τυχερών παιγνίων. Το γεγονός ότι σε ορισμένους υπολογιστές βρέθηκαν ίχνη από επισκέψεις σε σελίδες που υποψιάζονται ότι συνδέονται με ηλεκτρονικό τζόγο δεν συνιστά μαρτυρία πως στο υποστατικό διεξάγονται τέτοιου είδους επιχειρήσεις, ενώ ούτε για την σχέση της ίδιας της Κατηγορούμενης με το υποστατικό υπάρχει μαρτυρία.
7. Η ακρόαση της αίτησης και της ένστασης έγινε στη βάση των αρχικών ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την κάθε μία, χωρίς αντεξέταση. Οι συνήγοροι των δύο πλευρών αγόρευσαν, προς ανάπτυξη των θέσεων τους. Έχω υπόψη μου ό,τι αναφέρθηκε, σε πλήρη μορφή.
8. Η δυνατότητα έκδοσης διατάγματος με το οποίο, μεταξύ άλλων, να αναστέλλεται η λειτουργεία υποστατικού, ακόμα και εκκρεμούσης της ποινικής υπόθεσης, εισήχθη στο Κεφ.151 με τον τροποποιητικό ν.168(Ι)/2014. Το άρθρο 3Α §§ 1-3, στο οποίο εδράζεται, έχει ως εξής:
3Α.-(1) Η Εθνική Αρχή Στοιχημάτων ή αστυνομικός κατ’ εντολή του Αρχηγού της Αστυνομίας, δύναται να υποβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου μονομερή (ex parte) αίτηση, σε οποιοδήποτε στάδιο μετά την καταχώριση κατηγορητηρίου, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 6Β, 6Δ και 6Ε του παρόντος Νόμου, και το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα απαγόρευσης διενέργειας τυχερών παιχνιδιών καζίνο ή παροχής υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνο ή κατοχής και λειτουργίας παιγνιομηχανήματος περιορισμένου οφέλους ή/και διάταγμα αναστολής της λειτουργίας οποιουδήποτε υποστατικού ή τόπου που συνδέεται με το εκδικαζόμενο αδίκημα, αφού ικανοποιηθεί ότι:
(α) το κατηγορητήριο περιέχει αναφορά σε αδικήματα του παρόντος Νόμου· και
(β) υπάρχει εκ πρώτης όψεως μαρτυρία που να συνδέει συγκεκριμένο πρόσωπο ή υποστατικό ή τόπο με το εκδικαζόμενο αδίκημα.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου ή Κανονισμών ή πρακτικής για την έκδοση των αναφερόμενων στο εδάφιο (1) διαταγμάτων, δεν απαιτείται στα πλαίσια του παρόντος Νόμου, να συντρέχει οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση ή επείγουσα περίσταση.
(3) Ως προς τον τύπο (form) της αίτησης ακολουθούνται οι διατάξεις των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που αφορούν ενδιάμεσες μονομερείς (ex parte) αιτήσεις.
9. Προϋποθέσεις έκδοσης διαταγμάτων με βάση την εν λόγω νομοθετική διάταξη είναι οι ακόλουθες:
(α) η αίτηση να έχει υποβληθεί είτε από την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων είτε από Αστυνομικό, κατ’ εντολή του Αρχηγού της Αστυνομίας·
(β) να έχει ήδη εκδοθεί το κατηγορητήριο της υπόθεσης το οποίο να αφορά αδικήματα με βάση τα άρθρα 6Β, 6Δ και 6Ε του ιδίου νόμου. Το άρθρο 6Β απαγορεύει και καθιστά ποινικό αδίκημα την παροχή υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνο. Το άρθρο 6Δ απαγορεύει και καθιστά ποινικό αδίκημα τη λειτουργία υποστατικού για παροχή υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνο, ενώ το άρθρο 6Ε απαγορεύει και καθιστά ποινικό αδίκημα την κατοχή ή λειτουργία παιγνιομηχανήματος περιορισμένου οφέλους. Συναφώς, τα διατάγματα που μπορούν να ζητηθούν με βάση το άρθρο 3Α είναι:
· διάταγμα απαγόρευσης διενέργειας τυχερών παιχνιδιών καζίνο·
· διάταγμα απαγόρευσης παροχής υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνο·
· διάταγμα απαγόρευσης κατοχής παιγνιομηχανήματος περιορισμένου οφέλους·
· διάταγμα απαγόρευσης λειτουργίας παιγνιομηχανήματος περιορισμένου οφέλους·
· διάταγμα αναστολής της λειτουργίας οποιουδήποτε υποστατικού ή τόπου που συνδέεται με το εκδικαζόμενο αδίκημα.
Μπορούν να ζητηθούν ένα ή περισσότερα διατάγματα, αναλόγως του εύρους του κατηγορητηρίου.
(γ) να υπάρχει εκ πρώτης όψεως μαρτυρία που συνδέει το πρόσωπο ή το υποστατικό ή τον τόπο με τα εκδικαζόμενα αδικήματα. Συναφώς, αναφέρεται και πως «τυχερά παιχνίδια καζίνο», στην ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 2 Κεφ.151, σημαίνει οποιαδήποτε τυχερά παιχνίδια ή παιγνίδια μεικτά τύχης και δεξιότητας τα οποία παρέχονται με παιγνιομηχανήματα περιορισμένου οφέλους ή με απευθείας σύνδεση (on line) μέσω τερματικών μηχανών διασυνδεδεμένων με κεντρικό μηχανογραφικό σύστημα ή μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών και μέσω τηλεπικοινωνιών, πόκερ, black jack, άλλο παρόμοιο παιχνίδι με τραπουλόχαρτα, τσιόλο, ζάρι, ρουλέτα, τροχό της τύχης ή οποιοδήποτε άλλο παιχνίδι που παίζεται σε καζίνο.
10. Η αίτηση υποβάλλεται, όπως ρητά προβλέπεται, μονομερώς. Όπως επίσης ρητά προβλέπεται, δεν συνιστά προϋπόθεση έκδοσης του διατάγματος το κατεπείγον.
11. Πρόκειται για έκτακτη διαδικασία που εξυπηρετεί την άμεση πρόληψη και καταστολή της παράνομης διεξαγωγής απαγορευμένων παιγνίων. Δεν απαιτείται καταδίκη. Σκοπός της είναι η προστασία της δημόσιας τάξης και της κοινωνίας από τις συνέπειες της παράνομης διεξαγωγής απαγορευμένων παιγνίων. Δεν απαιτείται η παρουσία ή η ενημέρωση του επηρεαζόμενου προσώπου πριν από την έκδοση σχετικού διατάγματος, ενώ είναι ελαφρύτερο το αποδεικτικό βάρος. Ειδικότερα, δεν απαιτείται πλήρης απόδειξη, αλλά απλή εκ πρώτης όψεως μαρτυρία που συνδέει το πρόσωπο ή τον χώρο με το αδίκημα. Επιπλέον, δεν υφίστανται πρόσθετες απαιτήσεις, όπως η απόδειξη επείγουσας ανάγκης ή κινδύνου ανεπανόρθωτης ζημίας, όπως συνήθως σε άλλης φύσης προσωρινά διατάγματα.
12. Υπάρχει και μία άλλη ουσιαστική προϋπόθεση, η οποία αναδύεται με συμπληρωματική ερμηνεία, στην οποία θα γίνει αναφορά και επεξήγηση στη συνέχεια.
13. Η εξέταση θα πρέπει να αρχίσει από τον 15ο λόγο ένστασης, ο οποίος σχετίζεται με την ισχυριζόμενη απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων από την αιτούσα Αρχή κατά την υποβολή της μονομερούς αίτησης. Όπως είναι πάγια αρχή, σε κάθε περίπτωση όπου ζητείται έκδοση προσωρινών διαταγμάτων με μονομερή διαδικασία, δημιουργείται καθήκον πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης όλων των ουσιωδών στοιχείων που ενδέχεται να επηρεάσουν την κρίση του Δικαστηρίου. Στην παρούσα υπόθεση, είναι αληθές ότι δεν αποκαλύφθηκε η ύπαρξη προηγούμενων ποινικών διαδικασιών ή αποτυχημένων προσπαθειών εξασφάλισης διαταγμάτων ανάλογης φύσης σε άλλες υποθέσεις που φέρονται να σχετίζονται με την ίδια Κατηγορούμενη και τον ίδιο χώρο. Αναφέρεται στη μαρτυρία ότι η Κατηγορούμενη είναι γνωστή στην Αστυνομία ως διαχειρίστρια του υποστατικού από προηγούμενες έρευνες, πλην όμως η δήλωση αυτή είναι γενικής φύσης και δεν παραπέμπει σε συγκεκριμένες διαδικασίες ή απορρίψεις αιτημάτων. Το γεγονός ότι σε προηγούμενη υπόθεση δεν επετράπη η έκδοση παρόμοιων διαταγμάτων, δεν συνιστά αυτοτελώς τέτοιο ουσιώδες γεγονός, που εάν γνωστοποιείτο, θα καθιστούσε την παρούσα αίτηση αβάσιμη. Αντιθέτως, θα μπορούσε να ενισχύσει την εντύπωση ύπαρξης επαναλαμβανόμενης ή συνεχιζόμενης δραστηριότητας, υποκείμενης σε έλεγχο. Ούτε από πλευράς της Κατηγορούμενης παρέχονται επαρκή στοιχεία ή διευκρινίσεις σχετικά με την ακριβή φύση ή το αποτέλεσμα των προηγούμενων υποθέσεων ή για τους λόγους που απορρίφθηκαν αιτήματα της Αστυνομίας σε παρόμοιο πλαίσιο. Ο 15ος λόγος ένστασης κρίνεται αβάσιμος. Βεβαίως, το γεγονός πως δεν αναφέρθηκαν άλλες εκκρεμείς υποθέσεις ή προηγούμενες καταδίκες, ξεφεύγει από την εμβέλεια εξέτασης αυτού του λόγου ένστασης, αλλά θα εξεταστεί στη συνέχεια.
14. Η αίτηση βάσει της οποίας εκδόθηκαν τα προσωρινά διατάγματα διέθετε σαφή και επαρκή νομική βάση. Εδράστηκε στο άρθρο 3Α Κεφ.151, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα υποβολής μονομερούς αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο μετά την καταχώριση του κατηγορητηρίου, με στόχο την έκδοση διαταγμάτων αναστολής λειτουργίας υποστατικών ή απαγόρευσης παροχής συγκεκριμένων υπηρεσιών, όταν υπάρχουν αδικήματα σχετιζόμενα με την παράνομη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων. Η μαρτυρία που προσκομίστηκε από την Αστυνομία περιλαμβάνει συγκεκριμένα στοιχεία που συνδέουν το υποστατικό με παράνομη δραστηριότητα: πρόκειται για χώρο με ελεγχόμενο σύστημα εισόδου (θυροτηλέφωνα, εσωτερικός σύρτης), στοιχείο που δεν παραπέμπει σε ελεύθερα προσβάσιμο χώρο καφετέριας. Εντός του υποστατικού εντοπίστηκαν 7 ηλεκτρονικοί υπολογιστές σε κατάσταση επανεκκίνησης. Από τη δικανική εξέταση, διαπιστώθηκε ότι 4 εξ αυτών περιείχαν ψηφιακά ίχνη επισκέψεων σε ιστοσελίδες περιορισμένης πρόσβασης, οι οποίες εμφανίζουν χαρακτηριστικά ιστοσελίδων που σχετίζονται με τυχερά παίγνια ή ηλεκτρονικό καζίνο. Η πρόσβαση σε αυτές απαιτούσε όνομα χρήστη και κωδικό, ενώ δεν υπήρχε η δυνατότητα δημιουργίας νέου λογαριασμού, γεγονός που ενισχύει την εντύπωση ότι πρόκειται για πλατφόρμες μη νόμιμης χρήσης. Η Κατηγορούμενη ήταν παρούσα στο χώρο κατά την είσοδο της Αστυνομίας, αναγνωρίστηκε από αστυνομικό μάρτυρα ως η διαχειρίστρια του χώρου – γνώση που αποδίδεται σε προηγούμενη σχετική εμπειρία του μάρτυρα σε παρόμοια περιστατικά. Αν και η μαρτυρία αυτή δεν έχει υποβληθεί στη βάσανο της αντεξέτασης, και ενδεχομένως από αυτήν να εγείρονται περαιτέρω ζητήματα, πληροί τις απαιτήσεις εκ πρώτης όψεως μαρτυρίας που απαιτεί η διαδικασία του άρθρου 3Α. Αντιθέτως, από πλευράς της Κατηγορούμενης δεν προσκομίστηκε αποδεικτικό υλικό που να αντικρούει την εικόνα που προκύπτει από την αστυνομική μαρτυρία. Η ίδια η Κατηγορούμενη δηλώνει ότι το υποστατικό λειτουργεί ως «internet café», γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά: αν πράγματι δεν διατηρεί σχέση με το εν λόγω υποστατικό ή αν δεν είναι υπεύθυνη για αυτό, πώς γνωρίζει με βεβαιότητα τη φύση των υπηρεσιών που παρέχονται. Επίσης, εάν έχει παρασχεθεί στο παρελθόν προειδοποίηση ή είχε γίνει παρέμβαση από την Αστυνομία, γιατί δεν ελήφθησαν προληπτικά μέτρα, όπως η εγκατάσταση λογισμικού φραγής πρόσβασης σε παράνομες ιστοσελίδες. Οι πιο πάνω διαπιστώσεις καθιστούν αβάσιμους τους λόγους ένστασης 4ο, 5ο, και εν μέρει τους λόγους ένστασης 6ο, 8ο και 14ο, στον βαθμό που συμπλέκονται με τα προαναφερόμενα ζητήματα.
15. Αναφορικά με τον χρόνο έκδοσης της αίτησης, παρά την παρέλευση περίπου δέκα μηνών από τα φερόμενα αδικήματα ή ακόμα και μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος από την πρόσβαση σε συγκεκριμένες σελίδες μέσω των ηλεκτρονικών υπολογιστών, αυτή δεν καθιστά την αίτηση εκπρόθεσμη ή παράτυπη, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 3Α, τέτοιου είδους αιτήσεις δύνανται να καταχωρούνται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, χωρίς να απαιτείται απόδειξη κατεπείγοντος. Η μονομερής φύση της διαδικασίας είναι θεσμοθετημένη, συναρτάται με τη φύση και τον σκοπό του αιτούμενου διατάγματος η έκδοση του οποίου προωθείται από την Αστυνομία για την επιβολή προληπτικού μέτρου. Το γεγονός ότι η άλλη πλευρά δεν είχε προηγουμένως ακουστεί δεν παραβιάζει κατ’ ανάγκη τις αρχές φυσικής δικαιοσύνης, εφόσον δόθηκε και ασκήθηκε το δικαίωμα ακρόασης στη συνέχεια. Δεν ευσταθούν οι λόγοι ένστασης 2ος, 3ος, 7ος, 10ος, 11ος, 12ος και 13ος.
16. Επανερχόμενη τώρα στο θέμα των ουσιαστικών προϋποθέσεων, και στην περαιτέρω εξέταση των λόγων ένστασης 6ος, 8ος, 14ος, θα πρέπει να επισημανθεί το εξής: όπως σε όλα τα ειδικοπροληπτικής φύσης διατάγματα, έτσι και στην περίπτωση των διαταγμάτων αυτής της φύσης, περιλαμβανομένου του διατάγματος αναστολής της λειτουργίας υποστατικού που συνδέθηκε με τον ηλεκτρονικό τζόγο, θα πρέπει να προκύπτει, από τη μαρτυρία που κατέχει η αστυνομία, εύλογος κίνδυνος τέλεσης αδικήματος στο μέλλον εντός του υποστατικού, εάν επιτραπεί η συνέχιση της λειτουργίας του, ώστε η έκδοση ενός τέτοιου διατάγματος να είναι αναλογική. Πρόκειται για δραστικό ειδικοπροληπτικό μέτρο, η δε αρχή της αναλογικότητας εφαρμόζεται ακόμα κι αν δεν προβλέπεται ρητά. Εξάλλου, ερμηνευτικά (argumentum a simili), όταν για την έκδοση διατάγματος αναστολής της λειτουργίας υποστατικού που συνδέεται με τη διάπραξη αδικημάτων σχετικών με τον ηλεκτρονικό τζόγο, στο πλαίσιο επιβολής ποινής, απαιτείται ρητά, ως ουσιώδης προϋπόθεση, η ύπαρξη εύλογου κινδύνου τέλεσης νέου αδικήματος στο μέλλον (άρθρο 3Α § 4 Κεφ.151), η ίδια προϋπόθεση πρέπει ευλόγως να απαιτείται και για την έκδοση προσωρινής διαταγής αντίστοιχου περιεχομένου και σκοπού, έως την εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης (άρθρο 3Α § 1 Κεφ.151). Το προσωρινό μέτρο, αν και προδήλως προσωρινής ισχύος, επεμβαίνει με ουσιαστικά παρόμοιο τρόπο στην ελευθερία άσκησης επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας και έχει τον ίδιο σκοπό: την αποτροπή της περαιτέρω τέλεσης του ποινικού αδικήματος. Συνεπώς, η προϋπόθεση της ύπαρξης εύλογου κινδύνου νέας παραβίασης συνιστά κοινό έρεισμα των δύο παρεμφερών μέτρων. Αυτή η συμπληρωματική ερμηνεία και η διάπλαση του κανόνα του άρθρου 3Α § 1 Κεφ.151 με την αναλογική μέθοδο είναι αναγκαία, και για τη διατήρηση του μέτρου μέσα στο υφιστάμενο συνταγματικό πλαίσιο.
17. Κατά ανάλογη εφαρμογή της νομολογιακής προσέγγισης στον περιορισμό της ατομικής ελευθερίας λόγω κινδύνου τέλεσης νέων αδικημάτων — ενός διαφορετικού ατομικού δικαιώματος — το Δικαστήριο, και στην παρούσα περίπτωση, δεν απαιτεί ακριβή μαρτυρία για την εκτίμηση του σχετικού κινδύνου. Η απόδειξη συγκεκριμένου μελλοντικού περιστατικού είναι λογικά ανέφικτη· αρκεί, επομένως, η διαμόρφωση ισχυρής και αιτιολογημένης εντύπωσης ότι τέτοιος κίνδυνος υφίσταται. Η πιθανολόγηση του κινδύνου δεν προϋποθέτει βεβαιότητα, αλλά προκύπτει από την εν γένει ροπή προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος, όπως αυτή αποτυπώνεται στο ποινικό ιστορικό, στη φύση και τον τρόπο τέλεσης των υπό εκδίκαση αδικημάτων, σε εγγενή χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς ή των περιστάσεων της υπόθεσης, καθώς και σε άλλες συναφείς παραμέτρους, ικανές να διαμορφώσουν πειστικό και εξατομικευμένο προφίλ επικινδυνότητας. Η πρόβλεψη μελλοντικής εγκληματικής συμπεριφοράς βάσει υφιστάμενων ή εκκρεμών ποινικών διαδικασιών δεν παραβιάζει το τεκμήριο αθωότητας, υπό την προϋπόθεση ότι το Δικαστήριο αποφεύγει οποιαδήποτε ουσιαστική κρίση περί ενοχής. Η σχετική εκτίμηση ερείδεται σε προληπτικά δεδομένα κινδύνου, όχι σε αξιολόγηση ενοχής ή αθωότητας. Η επίκληση της πρόληψης νέων αδικημάτων ως λόγου για την επιβολή περιοριστικού μέτρου οφείλει να βασίζεται σε συγκεκριμένα και εξατομικευμένα πραγματικά περιστατικά. Απλή απαρίθμηση προηγούμενων καταδικών, χωρίς αξιολόγηση της μεταξύ τους σχέσης ή των υφιστάμενων συνθηκών, ενδέχεται να είναι ανεπαρκής. Ο κίνδυνος τέλεσης νέων αδικημάτων πρέπει να είναι πραγματικός (plausible), και ως τέτοιος, ζωντανός και υφιστάμενος στον παρόντα χρόνο, και ο περιορισμός που επιβάλλεται να συνιστά κατάλληλο και αναλογικό μέτρο. Προς τούτο, συνεκτιμώνται τα χαρακτηριστικά, η προσωπικότητα και το ιστορικό του κατηγορούμενου. Η ευθύνη απόδειξης της αναγκαιότητας επιβολής ή διατήρησης του μέτρου βαρύνει την Αστυνομία, όχι τον κατηγορούμενο. Η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει επίσης την προηγούμενη εξέταση ηπιότερων μέτρων. Η προληπτική αναστολή του υποστατικού ενεργοποιείται, επομένως, μόνο εφόσον έχουν εξαντληθεί άλλα εναλλακτικά μέσα ή έχει αποδειχθεί η ανεπάρκειά τους.
18. Από τη μαρτυρία της Αστυνομίας δεν προκύπτουν επαρκή και συγκεκριμένα δεδομένα ικανά να στοιχειοθετήσουν πραγματικό και παρόντα κίνδυνο τέλεσης όμοιου ή συναφούς αδικήματος εντός του υποστατικού. Η σύνδεση του χώρου με δραστηριότητες ηλεκτρονικού τζόγου, αν και εμφανής σε πρώτο επίπεδο, για τους σκοπούς αυτής της διαδικασίας, δεν ενισχύεται από στοιχεία που να καθιστούν την επανάληψη τέτοιας δραστηριότητας εύλογα προβλέψιμη. Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές έχουν κατασχεθεί, δεν υφίσταται μαρτυρία για την παρούσα κατάσταση του χώρου και έχει παρέλθει εύλογο χρονικό διάστημα από τη φερόμενη τέλεση των αδικημάτων. Περαιτέρω, δεν προβάλλεται συγκεκριμένο ποινικό ιστορικό ή εκκρεμείς ποινικές διαδικασίες, πέραν γενικών και αόριστων αναφορών περί γνωριμίας της Κατηγορούμενης από άλλες υποθέσεις, ή της δικής της δήλωσης περί προηγούμενης εμπλοκής χωρίς καταδικαστικό αποτέλεσμα. Τα στοιχεία αυτά δεν επαρκούν, ούτε μεμονωμένα ούτε σωρευτικά, για τη διαμόρφωση προφίλ ποινικής ροπής. Ως εκ τούτου, δεν τεκμηριώνεται επαρκώς εύλογος και εξατομικευμένος κίνδυνος τέλεσης νέου αδικήματος που να δικαιολογεί τη διατήρηση του συγκεκριμένου προσωρινού περιοριστικού μέτρου, της αναστολής της λειτουργίας του υποστατικού μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης. Κατά δε την αρχή της αναλογικότητας, η επιβολή ή συνέχιση μέτρων περιοριστικού χαρακτήρα προϋποθέτει την προηγούμενη διερεύνηση της δυνατότητας επίτευξης του επιδιωκόμενου σκοπού με ηπιότερα μέσα. Ελλείψει τέτοιας δυνατότητας αξιολόγησης, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι δεν υπάρχει καταδίκη και η Κατηγορούμενη απολαμβάνει τεκμήριο αθωότητας, το μέτρο καθίσταται αναγκαστικά δυσανάλογο, χωρίς από την άλλη να παραγνωρίζεται και η δυσκολία ελέγχου της συμμόρφωσης με άλλους προληπτικούς όρους, εντός υποστατικών με ελεγχόμενη πρόσβαση και κλειστές πόρτες.
19. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω διαπιστώσεων, κρίνεται πως τα προσωρινά διατάγματα που εκδόθηκαν την 29.05.2025 θα πρέπει, σε αυτό το στάδιο, να ακυρωθούν.
20. Η πιο πάνω διαπίστωση καθιστά αχρείαστη την εξέταση των λοιπών λόγων ένστασης. Χάριν πληρότητας μόνον, επειδή αναλώθηκε αρκετός χρόνος στο στάδιο των αγορεύσεων, από πλευράς Υπεράσπισης, για να αναπτυχθούν επιχειρήματα περί αντιστυνταγματικότητας της συγκεκριμένης διάταξης του άρθρου 3Α Κεφ.151, να λεχθεί πως, εάν ικανοποιούνταν το Δικαστήριο ότι πληρούνται όλες οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του νόμου για την έκδοση και εξακολούθηση της ισχύος των προσωρινών διαταγμάτων, δεν θα υπήρχε η δυνατότητα εξέτασης ή παραπομπής για εξέταση ζητημάτων αντισυνταγματικότητας. Δεν εγείρονται τα σχετικά ζητήματα με τη δέουσα λεπτομέρεια στην ένσταση (δικογραφία), ούτε έχει καταχωριστεί σχετικό λεπτομερέστερο υπόμνημα. Η πλήρης και λεπτομερής αναφορά δεν μπορεί να υποκατασταθεί από αναφορές στην αγόρευση του δικηγόρου[2], δια της οποίας γίνεται η επιχειρηματολογία και όχι η στοιχειοθέτηση[3].
21. Εν πάση περιπτώσει, για τους λόγους που εξηγήθηκαν προηγουμένως, τα προσωρινά διατάγματα ημερομηνίας 29.05.2025 ακυρώνονται και η αίτηση απορρίπτεται.
(Υπ.) …………………………..
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Με δεδομένη και τη μη ανεξάρτητη εφαρμογή της διάταξης και ως προς τη διαδικασία έκδοσης διαταγμάτων κατόπιν μονομερούς αίτησης, πλην της ανεξάρτητης εφαρμογής της όσον αφορά τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, ακολουθήθηκε ίδια πρακτική ως στην Αστυνομίας ν. Γρηγορίου, Γενική Αίτηση 68/2014 Ε.Δ. Πάφου, 13.02.2015.
[2] Πιπονίδη v. Ελληνικής Τράπεζας, Πολιτική Έφεση 429/2011, 6.12.2017, Αχιλλέως v. Πιττάρα (2012) 1 ΑΑΔ 1590, Τσολάκη v. Στυλιανού (2005) 3 ΑΑΔ 528, Μαυρομμάτης v. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 910 και Δημοκρατία v. Πογιατζή (1992) 3 ΑΑΔ 196, Νικολάου v. Βασιλείου (1999) 1(Γ) ΑΑΔ 1566, Improvement Board of Eylenja v. Constantinou (1967) 1 C.L.R. 167, Κυριακίδης ν. Εφόρου Φ.Π.Α. (1999) 2 ΑΑΔ 75, Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 862, Δημοκρατία ν. Βαρναβίδη (1998) 3 ΑΑΔ 851 και Μαυρομμάτης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 910.
[3] Παπαδόπουλος ν. Ιωσηφίδη (2002) 3 AAΔ 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 AAΔ 5.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο