
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Αίτηση Προσωποκράτησης αρ.: 206 / 2025
Αναφορικά με τον A. M. I. C. και την αίτηση της Αστυνομίας ημερομηνίας 01.09.2025 για προσωποκράτηση (ανανέωση)
____________
Ημερομηνία: 01 Σεπτεμβρίου 2025
Εμφανίσεις:
Σ. Σοφοκλέους, για την Αστυνομία
Η. Σατολιάς με Α. Σατολιά, για τον 1ο ύποπτο
1ος Ύποπτος: παρών
____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(ex tempore)
1. Με αίτηση της Αστυνομίας που υποβάλλεται μέσω του Υπαστυνόμου Χ. Δημητρίου, η Αστυνομία ζητά την κράτηση του φερόμενου ως 1ου υπόπτου, που κατονομάζεται στην αίτηση, για τη διευκόλυνση των ανακρίσεων σχετικά με τα αδικήματα που αναφέρονται στην αίτηση:
· Συνωμοσία προς Διάπραξη Κακουργήματος (άρθρο 371 ΠΚ)
· Κλοπή (άρθρα 255, 262 ΠΚ)
2. Η αίτηση υποστηρίζεται από τον όρκο του Αστ.3782 Ν. Νικολάου, που κατατέθηκε στο Δικαστήριο σε έγγραφη μορφή, υιοθετήθηκε, και συνιστά το σύνολο της ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας μαζί με τις απαντήσεις που έδωσε ο μάρτυρας κατά την αντεξέτασή του από τον συνήγορο του 1ου υπόπτου και την επανεξέτασή του, ως έχουν καταγραφεί στα πρακτικά της διαδικασίας. Έχω ακούσει επίσης την επιχειρηματολογία που εκτέθηκε σε σχέση με το υπό εξέταση αίτημα.
Νομικές αρχές
3. Όπως προκύπτει από τον νόμο[1] αλλά και πάγια νομολογία, ο σκοπός της κράτησης είναι η διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων για το αδίκημα ή τα αδικήματα για τα οποία έγινε η σύλληψη και αναφέρονται και στην αίτηση[2].
4. Η έκδοση διαταγμάτων προσωποκράτησης επηρεάζει την ελευθερία του ατόμου. Τέτοια διατάγματα πρέπει να αιτιολογούνται δικαστικά, σε κάθε περίπτωση. Οι αρχές που διέπουν την άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου να διατάσσει την κράτηση ύποπτου για διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων είναι οι εξής[3]:
(i) υπάρχει μαρτυρία η οποία αποκαλύπτει πως έχει διαπραχθεί αδίκημα·
(ii) η υφιστάμενη μαρτυρία δημιουργεί εύλογη και γνήσια υπόνοια περί του ότι ο ύποπτος εμπλέκεται στη διάπραξη του·
(iii) οι ανακρίσεις ευρίσκονται σε εξέλιξη· και
(iv) η κράτηση είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση των ανακρίσεων
Όταν η αίτηση αφορά παράταση του χρόνου κράτησης, τα ζητήματα που τίθενται πρόσθετα είναι: κατά πόσον ο διαρρεύσας χρόνος αξιοποιήθηκε δεόντως από την Αστυνομία, για τη διερεύνηση των αδικημάτων, και κατά πόσον η παράταση της κράτησης κρίνεται ευλόγως αναγκαία για την περαιτέρω διερεύνηση.
5. Οι προαναφερόμενες αρχές αποτελούν προϋποθέσεις τη συνδρομή των οποίων πρέπει να αποδεικνύει η Αστυνομία, σωρευτικά.
6. Όσον αφορά το «εύλογο» της υπόνοιας ή υποψίας, η τελική απόφαση συναρτάται με την ύπαρξη στοιχείων στην κατοχή της Αστυνομίας, τέτοιων που να τείνουν, κατά λογική προέκταση, να καταδείξουν τη διάπραξη των αδικημάτων και να συνδέσουν τον ύποπτο με αυτά.
7. Δεν αξιολογούνται στο στάδιο αυτό η μαρτυρία ως προς την αποδεικτική της αξία ή την δραστικότητά της[4]. Δεν απαιτείται η προσαγωγή μαρτυρίας που να αποδεικνύει τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων ή εκ πρώτης όψεως υπόθεση ούτε μαρτυρία που να καταδεικνύει σε οποιονδήποτε άλλο βαθμό τη σύνδεση του ύποπτου με τη διάπραξη των αδικημάτων. Ο λόγος είναι περί εύλογης υπόνοιας ή υποψίας, όπου «υπόνοια» και «υποψία» χρησιμοποιούνται, για τους σκοπούς της διαδικασίας, ως συνώνυμες. Η υπόνοια, για να είναι «εύλογη», δεν θα πρέπει να είναι εντελώς θεωρητική ή υποθετική, αλλά να είναι συνδεδεμένη με συγκεκριμένο πραγματικό πλαίσιο. Πρέπει να εξισορροπηθεί, από τη μια, η αναγκαιότητα για προστασία της ελευθερίας του ατόμου, και από την άλλη να δοθεί λογική ευκαιρία στις ανακριτικές αρχές να διαλευκάνουν αποτελεσματικά το έγκλημα.
8. Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον ικανοποιείται το ελάχιστο πρότυπο για το «εύλογο» μιας υπόνοιας, το Δικαστήριο οφείλει, με βάση τη νομολογία του ΕΔΔΑ, να λαμβάνει υπόψη το γενικό πλαίσιο των γεγονότων της συγκεκριμένης περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένης της ιδιότητας του υπόπτου, της σειράς των γεγονότων, του τρόπου με τον οποίον διενεργήθηκαν έρευνες και τη συμπεριφορά των αρχών[5]. Ενώ πρέπει να υπάρχει εύλογη υποψία κατά την στιγμή της σύλληψης και της αρχικής κράτησης, πρέπει επίσης να αποδεικνύεται, σε περιπτώσεις παρατεταμένης κράτησης, ότι η υποψία παρέμεινε και παραμένει «εύλογη» καθ' όλη τη διάρκεια της κράτησης.
9. Σε ότι αφορά το «γνήσιο» της υποψίας, αυτή δεν πρέπει να αναδύεται από κατάχρηση εξουσίας ή να προσβλέπει προς μια τέτοια κατεύθυνση, σε κράτηση για σκοπούς άλλους από αυτούς για τους οποίους επιτρέπεται τέτοιου είδους περιορισμός της ελευθερίας. Κάθε τέτοια πιθανότητα πρέπει να αποκλείεται σε κάθε περίπτωση.
10. Αναφορικά με την αναγκαιότητα της κράτησης, το ζήτημα εξετάζεται πρόσθετα και σε συνάρτηση με τη φύση του ανακριτικού έργου. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί κίνδυνος επηρεασμού είτε μαρτύρων είτε καταστροφής τεκμηρίων η εν γένει οιοσδήποτε επηρεασμός, τότε δικαιολογείται η κράτηση.
11. Δεν χρειάζεται να θεμελιωθεί με μαρτυρία ότι πράγματι ο ύποπτος επηρέασε ήδη ή προσπάθησε να επηρεάσει μάρτυρες ή να καταστρέψει τεκμήρια. Κριτήριο αποτελεί το κατά πόσον υπάρχουν πιθανοί κίνδυνοι και εύλογος δικαιολογημένος φόβος να επηρεαστεί το ανακριτικό έργο[6].
12. Αναφορικά με την χρονική διάρκεια της κράτησης, αυτή μπορεί να συναρτηθεί άμεσα και μόνο με το εναπομείναν ανακριτικό έργο. Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του τον όγκο του εναπομείναντος έργου και το είδος των ανακριτικών πράξεων· αυτό όμως όχι προς αντιπαραβολή ή ελάττωση της υποχρέωσης των ανακριτικών αρχών για γρήγορη διεκπεραίωση του ανακριτικού έργου, που θα οδηγήσει στο ξεκαθάρισμα της θέσης του ύποπτου. Είναι καθήκον της Αστυνομίας να περατώσει το ανακριτικό έργο το ταχύτερο δυνατό.
13. Επειδή ο χρόνος κράτησης συναρτάται άμεσα με το ανακριτικό έργο, το αποδεικτικό βάρος επαυξάνεται με κάθε αίτηση για ανανέωση της κράτησης. Αναμένεται, επίσης, παροχή περισσότερων λεπτομερειών, για τη φύση της μαρτυρίας που τείνει να καταδείξει εμπλοκή του υπόπτου[7].
Εξέταση
14. Η αίτηση για προσωποκράτηση υποβλήθηκε παραδεκτά και μπορεί να τύχει ουσιαστικής εξέτασης.
15. Από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου, προς υποστήριξη της αίτησης, προκύπτουν τα εξής, σε συνάρτηση με τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις:
15.1. Υπάρχει μαρτυρία η οποία αποκαλύπτει πως έχει διαπραχθεί αδίκημα. Ειδικότερα, υπήρξε αρχικά η πληροφορία για την κλοπή του αναφερόμενου οχήματος, το όχημα εντοπίστηκε στην κατοχή του 1ου υπόπτου, ο οποίος κατονόμασε άλλο πρόσωπο, τον 2ο ύποπτο, λέγοντας πως ο ίδιος ήταν στη θέση του οδηγού κατά την άφιξη της Αστυνομίας. Μετέπειτα υπήρξε καταγγελία από τον ιδιοκτήτη του ιδίου οχήματος για την κλοπή του. Ευλόγως η Αστυνομία διερευνά τα αδικήματα που αναφέρονται στην αίτηση.
15.2. Από την υφιστάμενη μαρτυρία δημιουργείται εύλογη και γνήσια υπόνοια περί του ότι ο 1ος ύποπτος εμπλέκεται στη διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων, εφόσον εντοπίστηκε το κλαπέν όχημα στην κατοχή του και μετέπειτα κατονομάστηκε και από τον 2ο ύποπτο, μετά τη σύλληψη του 2ου υπόπτου την 01.09.2025 και ώρα 02:00, στην ανακριτική κατάθεση που ελήφθη από τον 2ο ύποπτο σήμερα, ώρα 09:00. Υπήρξαν συγκεκριμένοι ισχυρισμοί του 2ου υπόπτου, σχετικά με την εμπλοκή του 1ου υπόπτου. Η υποψία για την εμπλοκή του 1ου υπόπτου παραμένει εύλογη μέχρι και σήμερα, ενώ δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η διερεύνησή του ως υπόπτου εξυπηρετεί οποιονδήποτε άλλο σκοπό πλην της διαλεύκανσης των διερευνώμενων αδικημάτων.
15.3. Οι ανακρίσεις βρίσκονται σε εξέλιξη, έγινε αναφορά στο εναπομείναν ανακριτικό έργο. Δεν αμφισβητήθηκε το γεγονός αυτό.
15.4. Ο 1ος ύποπτος συνελήφθη την 29.08.2025 ώρα 13:00. Την 30.08.2025 εκδόθηκε διάταγμα προσωποκράτησης δύο ημερών. Στον χρόνο που παρήλθε, σύμφωνα με τον μάρτυρα, έγινε μία έρευνα και λήφθηκαν και επτά καταθέσεις. Δεν θεωρώ, με βάση όσα αναφέρθηκαν, πως υπήρξε σκόπιμη «ολιγωρία», βλέποντας τα πράγματα και σε ένα ρεαλιστικό πλαίσιο. Το γεγονός ότι δεν ήταν εφικτό να ολοκληρωθεί το ανακριτικό έργο δεν ερμηνεύεται από μόνο του ως «ολιγωρία», όπως είναι η θέση της πλευράς του 1ου υπόπτου. Δεν θα συμφωνήσω πως η πρόσθετη ανακριτική κατάθεση από τον 1ο ύποπτο, βάσει των ισχυρισμών του 2ου υπόπτου, θα μπορούσε να ληφθεί μέχρι αυτή τη στιγμή, με δεδομένο ότι η ανακριτική κατάθεση του 2ου υπόπτου ελήφθη ώρα 09:00, πριν από λίγη ώρα. Μπορεί όμως να ληφθεί η νέα ανακριτική κατάθεση του 1ου υπόπτου μέχρι τη λήξη της υφιστάμενης προσωποκράτησης. Συναφώς αναφέρεται πως, σύμφωνα με το άρθρο 24 Κεφ.155, υπολογίζεται ως πρώτη ημέρα της περιόδου κράτησης η επόμενη ημέρα της παραπομπής σε αστυνομική κράτηση.
15.5. Το σημερινό αίτημα για τη μία επιπλέον ημέρα υφίσταται γιατί προέκυψαν, κατά τον μάρτυρα, νέα στοιχεία βάσει των οποίων αναμένεται να ληφθούν ακόμα πέντε με έξι καταθέσεις. Τα νέα στοιχεία βασικά προκύπτουν κυρίως από τους ισχυρισμούς του 2ου υπόπτου, τον οποίο ενέπλεξε με τη σειρά του ο 1ος ύποπτος. Είναι κατανοητό ότι η Αστυνομία προσεγγίζει τη διερεύνηση με ολιστικό τρόπο, για τους δύο υπόπτους. Αυτή η παράμετρος όμως, όσο κατανοητή κι αν είναι, δεν λειτουργεί καθοριστικά ως προς το να επεκτείνεται η κράτηση και για τον 1ο ύποπτο, εάν δεν ενδέχεται να επηρεάσει το ανακριτικό έργο· εκείνο είναι το βασικό προαπαιτούμενο. Οι καταθέσεις θα είναι αποκλειστικά από το περιβάλλον του 2ου υπόπτου, όπως συμφώνησε και ο μάρτυρας, ενώ ο 2ος ύποπτος, οι ισχυρισμοί του οποίου διερευνώνται, είναι υπό κράτηση. Δεν φαίνεται στο Δικαστήριο πως ο 1ος ύποπτος μπορεί να επηρεάσει αυτό το εναπομείναν ανακριτικό έργο. Θα γίνει, όπως αναφέρθηκε, ακόμα μία έρευνα. Δεν εξηγήθηκε πώς ο 1ος ύποπτος μπορεί να επηρεάσει αυτήν τη συγκεκριμένη διαδικασία. Θα ληφθούν, όπως αναφέρθηκε, νέες ανακριτικές καταθέσεις από τους δύο υπόπτους. Από τον 2ο ύποπτο μπορεί να ληφθεί ανακριτική κατάθεση χωρίς επηρεασμό από τον 1ο ύποπτο, εφόσον ο 2ος ύποπτος τελεί υπό κράτηση. Ο μάρτυρας ανέφερε πως, τόσο με την ανακριτική κατάθεση του 2ου υπόπτου όσο και με τα στοιχεία που θα ληφθούν, θα βοηθηθεί η διαδικασία. Η αναφορά ήταν αρκετά γενική, στο ότι υπάρχει γενικά η πεποίθηση πως θα υπάρξει νέα μαρτυρία. Δεν έχω πειστεί ότι χρειάζεται η επέκταση της κράτησης του 1ου υπόπτου, η ανακριτική κατάθεση από τον οποίο μπορεί να ληφθεί εφόσον είναι ήδη στη διάθεση της Αστυνομίας. Η αναφορά ότι «μπορεί να προκύψουν νέα στοιχεία» δεν επαρκεί. Η αναφορά επίσης στον «φόρτο της Αστυνομίας» επίσης, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως αυτοτελές κριτήριο επέκτασης της κράτησης, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η προσέγγιση αποκλίνει από το να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές διαστάσεις του χρονοπλαισίου εντός του οποίου λειτουργεί κανονικά η αστυνομική δύναμη. Συμφωνώ με τη διάσταση που δόθηκε πως το εναπομείναν ανακριτικό έργο μπορεί να ολοκληρωθεί ακόμα και εάν αφεθεί ελεύθερος ο 1ος ύποπτος, χωρίς επηρεασμό του.
Κατάληξη
16. Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, επειδή δεν μπορεί να δικαιολογηθεί και να εγκριθεί το αίτημα για επέκταση της κράτησης του 1ου υπόπτου για ακόμα μία ημέρα, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και γι’ αυτό απορρίπτεται.
(Υπ.) …………………………
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Άρθρο 24 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155
[2] Sletkeviciute v. Αστυνομίας, ΠΕ 171/23, 04.07.2024, Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, ΠΕ 120/2024 κ.ά., 28.05.2024, Ιγνατίου ν. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 502.
[3] Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χριστοφή, ΠΕ 18/2025, 04.02.2025, Sletkeviciute v. Αστυνομίας, ΠΕ 171/23, 04.07.2024, Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, ΠΕ 120/2024 κ.ά., 28.05.2024, Ιωσήφ ν. Αστυνομίας, ΠΕ 104/24 κ.ά, 02.05.2024, Ιωσήφ ν. Αστυνομίας, ΠΕ 111/24 κ.ά, 14.05.2024, Yordanova v. Αστυνομίας, ΠΕ 22/24, 19.02.2024, Αριστοδήμου v. Αστυνομίας (2014) 2(Β) ΑΑΔ 667, Ζαννέτου v. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 652, Mahapini v. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 330, Stamataris v. The Police (1983) 2 CLR 107.
[4] Συμιλλίδης ν. Αστυνομίας (Αρ. 1) (1997) 2 ΑΑΔ 160, Αντωνίου ν. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 240.
[5] Ibrahimov and Mammadov ν. Azerbaijan, 2020, §§ 113-131.
[6] Πέτρου ν Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 679.
[7] Σχουρή ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 56, Πέτρου ν Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 679.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο