ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. Χ. Π κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 3057/2024, 19/9/2025
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. Χ. Π κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 3057/2024, 19/9/2025

ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΦΟΥ

EΝΩΠΙΟΝ:   Λ. Μάρκου, Π.Ε.Δ.

                     Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

                     Θ. Συμεωνίδης, Ε.Δ.

     Αρ. Υπόθεσης: 3057/2024

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

v.

1. Χ. Π

        2. Α. Α

3. Μ. Θ

                   4. Γ. Ε

         Κατηγορουμένων

                                                            ---------------------------

Ημερομηνία: 19.09.2025 

Εμφανίσεις:

Για Δημοκρατία: κος Ανδρέας Χατζηκύρου & κα. Νικολέτα Παπούτσα

Για Κατηγορούμενη 4: κος Αλέξανδρος Αλεξάνδρου 

Κατηγορούμενη 4: Παρούσα

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

(αίτημα από πλευράς Κατηγορουμένης 4 για καλύτερες λεπτομέρειες)

 

Στις 12.09.2025 η πλευρά της Κατηγορουμένης 4 η οποία δεν έχει ακόμα απαντήσει στις κατηγορίες που της καταλογίζονται, ήτοι τις κατηγορίες με αρ. 122 - 131 επί του κατηγορητηρίου της υπόθεσης, μέσω του ευπαίδευτου συνηγόρου της υπέβαλε αίτημα όπως της δοθούν καλύτερες λεπτομέρειες αναφορικά με τις κατηγορίες με αρ. 124, 125, 126 και 127. Στο στάδιο αυτό να υπενθυμίσουμε ότι τροποποίηση του κατηγορητηρίου έλαβε χώρα τόσο στις 09.01.2025 όσο και στις 12.09.2025 και μεταξύ άλλων είχε τροποποιηθεί και μέρος των λεπτομερειών των κατηγοριών 125 και 126. 

Για να γίνει καλύτερα αντιληπτό το αίτημα της πλευράς της υπεράσπισης της Κατηγορουμένης 4, παραθέτουμε αυτούσιο το περιεχόμενο των κατηγοριών για τις οποίες ζητούνται λεπτομέρειες:

ΕΚΘΕΣΙΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 124

Κλεπταποδοχή, κατά παράβαση του άρθρου 306(α) του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Η 4η κατηγορούμενη, μεταξύ των ημερομηνιών 15/02/2024 με 09/05/2024 στην Πάφο, αποδέχθηκε χρυσαφικά συνολικής αξίας €305,000=, ιδιοκτησίας του Ανδρέα Συμεού από την Γεροσκήπου, γνωρίζοντας ότι αποτελούσαν προϊόν κλοπής.  

ΕΚΘΕΣΙΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 125

Καταστροφή αποδεικτικού στοιχείου, κατά παράβαση των άρθρων 120 και 35 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Η 4η κατηγορούμενη, μεταξύ των ημερομηνιών 21/12/2023 με 09/05/2024 στην Πάφο, εν γνώση της ότι η ποσότητα χρυσαφικών που αναφέρεται στην κατηγορία αρ. 124 δυνατόν να χρησιμοποιηθεί ή δυνατόν να χρησιμεύσει ως αποδεικτικό στοιχείο σε δικαστική διαδικασία, με σκοπό να αποτρέψει την χρήση τους ως αποδεικτικό στοιχείο, εσκεμμένα τα έλιωσε με αποτέλεσμα να ήταν αδύνατο να προσδιοριστεί ή ταυτότητα τους. 

ΕΚΘΕΣΙΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 126

Αδίκημα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3, 4(1)(III) και (2), 5, 7 και 8 του Περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από παράνομες δραστηριότητες Νόμος 188(1)/2007, όπως έχει τροποποιηθεί.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Η 4η κατηγορούμενη, μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και 16/06/2024 στην Πάφο, κατείχε περιουσία η αξία της οποίας ανέρχεται στο ποσό των €1.042,615, ενώ γνώριζε ότι αποτελούσε έσοδα από τη διάπραξη των γενεσιουργών αδικημάτων που αναφέρονται στις κατηγορίες 123, 124, 127, 130 και 131.

ΕΚΘΕΣΙΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 127

Παράνομη κατοχή περιουσίας, κατά παράβαση του άρθρου 309 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Η 4η κατηγορούμενη, στις 16 Ιουνίου του 2024 στην Πάφο, είχε στην κατοχή της περιουσία για την οποία υπήρχε υπόνοια ότι ήταν κλοπιμαία, ήτοι χρυσαφικά συνολικής αξίας €737,115=, το χρηματικό ποσό των €18,820= και δύο σακουλάκια εντός των οποίων υπήρχαν ξύσματα χρυσού.

 

Τόσο η 124η όσο και η 125η κατηγορία έτυχαν κοινής επιχειρηματολογίας από τον κ. Αλεξάνδρου αναφορικά με το αίτημα του για παροχή λεπτομερειών. Ουσιαστικά υποστήριξε την θέση πως η πλευρά της υπεράσπισης της 4ης Κατηγορουμένης θα πρέπει να γνωρίζει κατά τρόπο συγκεκριμένο ποια είναι τα χρυσαφικά συνολικής αξίας €305.000 τα οποία της καταλογίζεται ότι απέκτησε δια κλεπταποδοχής (124η κατηγορία) και στην συνέχεια προχώρησε στην καταστροφή τους (125η κατηγορία). Εξέφρασε την θέση πως η πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής θα πρέπει να προσδιορίσει και να επισυνάψει κατάλογο με τα αντικείμενα αυτά επικαλούμενος μάλιστα την δυνατότητα που δίδεται από το άρθρο 39(ζ) της Ποινικής Δικονομίας Κεφ. 155

Στρεφόμενος προς την 126η κατηγορία που αφορά το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ο κος Αλεξάνδρου εξέφρασε την θέση ότι το ποσό που αναγράφεται σε αυτήν, ως έτυχε κατά καιρούς τροποποίησης από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής, ήτοι το ποσό του €1.061.435 δεν αντιστοιχεί με το άθροισμα των χρηματικών ποσών που αναφέρονται στις κατηγορίες 123, 124, 127, 130 και 131, ήτοι των κατ’ ισχυρισμό γενεσιουργών αδικημάτων, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στην Υπεράσπιση.

Τέλος σε σχέση με την 127η κατηγορία, ο κος Αλεξάνδρου εξέφρασε την θέση πως η πελάτιδα του θα πρέπει να γνωρίζει ποια είναι τα χρυσαφικά συνολικής αξίας €737.115 για τα οποία της καταλογίζεται ότι κατείχε παράνομα, αφού, κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, στο κοσμηματοπωλείο της εντοπίστηκαν και παραλήφθηκαν από τις αρχές σωρεία χρυσαφικών, κάποια εκ των οποίων κατέχονταν για προσωπική της χρήση. Ζήτησε όπως η πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής ετοιμάσει σχετικό κατάλογο στον οποίο να προσδιορίζονται τα αντικείμενα αυτά.

Ο κος Χατζηκύρου από την πλευρά του έφερε ένσταση στο αίτημα που προωθήθηκε από πλευράς Κατηγορουμένης 4. Όπως επεξήγησε είχε ήδη προηγηθεί συζήτησή μεταξύ του ιδίου και του κ. Αλεξάνδρου για τα θέματα αυτά και έχουν δοθεί οι αιτούμενες λεπτομέρειες με αποκορύφωμα τις 05.02.2025 όπου απέστειλε επιστολή, αντίγραφο της οποίας παρέδωσε στο Δικαστήριο, απαντώντας και γραπτώς στο αίτημα των λεπτομερειών. Σημείωσε πως οι κατηγορίες ως αυτές έχουν διαμορφωθεί μετά τις τροποποιήσεις δεν παρουσιάζουν οποιοδήποτε θολό σημείο δυνάμενο να προκαλέσει σύγχυση στην υπεράσπιση.

Τόνισε πως στην απόφαση του Δικαστηρίου για το κατά πόσον μια κατηγορία είναι ή όχι ορθά διατυπωμένη και περιλαμβάνει τις απαιτούμενες λεπτομέρειες για να μπορεί η υπεράσπιση να αναπτύξει το έργο της, λαμβάνεται υπόψη, όχι μόνο το περιεχόμενο του κατηγορητηρίου, αλλά και το μαρτυρικό υλικό που δίδεται στην υπεράσπιση, το οποίο, στην προκειμένη περίπτωση, ως ισχυρίστηκε, παραπέμποντας σε σχετικά σημεία αυτού,  περιλαμβάνει όλες τις διευκρινίσεις που ζητούνται από την υπεράσπιση μέσω της υπό κρίση αίτησης.

Σε σχέση με την 124η και 125η κατηγορία παρέπεμψε στο περιεχόμενο της επιστολής του ημερ. 05.02.2025 στην οποία αναφέρεται επακριβώς στο μαρτυρικό υλικό που θα χρησιμοποιηθεί για απόδειξη των κατηγοριών και υπενθύμισε ότι δεν είναι αυτό το στάδιο που θα εκδικαστεί η υπόθεση τονίζοντας πως οι θέσεις του κ. Αλεξάνδρου αφορούν ουσιαστικά την ουσία της υπόθεσης αλλά και την αντεξέταση που ενδεχόμενα να διενεργήσει. Υπάρχει τόνισε τόσο ο κατάλογος που ο ιδιοκτήτης του χρυσοχοείου έδωσε στην Αστυνομία όσο και συγκεκριμένο φωτογραφικό υλικό λεπτομέρειες του οποίου περιλαμβάνονται στην επιστολή του και με βάση αυτά θα υποστηρίξουν τις κατηγορίες αυτές για την απόδειξη της ποσότητας των χρυσαφικών η συνολική αξία των οποίων αναφέρεται στις λεπτομέρειες των άνω κατηγοριών.  

Στρεφόμενος προς την 126η κατηγορία διευκρίνισε πως σε αυτήν έχει συμπεριληφθεί μετά και από την τροποποίηση ημερομηνίας 12.09.2025 το ποσό του €1.061.435 το οποίο προκύπτει ως συνολικό ποσό από την άθροιση των επιμέρους ποσών των κατηγοριών 123, 124 και 127 και μόνο, σημειώνοντας πως στις τρεις κατηγορίες αυτές έχουν ήδη περιληφθεί τα ποσά της αξίας των χρυσαφικών των κατηγοριών 130 και 131. Συνεπώς ως επεξήγησε δεν υπάρχει οποιοδήποτε άλλο ποσό για να προστεθεί σε αυτό που ήδη έχει διαμορφωθεί στην 126η κατηγορία.

Αναφορικά με την 127η κατηγορία σημείωσε πως υπάρχει και για αυτήν την κατηγορία στο μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης ειδική μαρτυρία και συγκεκριμένα εκτίμηση χρυσαφικών η οποία καταλήγει στο ποσό που αναγράφεται ως συνολική αξία χρυσαφικών της άνω κατηγορίας και στην οποία προσδιορίζεται ποια είναι τα χρυσαφικά αυτά για τα οποία καταλογίζεται η παράνομη κατοχή τους.

Καταληκτικά σημείωσε πως δεν υπάρχει βάση στο αίτημα του κ. Αλεξάνδρου και κάλεσε το Δικαστήριο να το απορρίψει αφού δεν τίθεται ανάγκη για παροχή περαιτέρω λεπτομερειών. Υπενθύμισε το Δικαστήριο το γεγονός ότι ο κ. Αλεξάνδρου έχει επιβεβαιώσει πως κατέχει το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης και ουδέποτε ανέφερε ή υποστήριξε ότι τα όσα παρέπεμψε ο ίδιος ως μαρτυρία και τα οποία απαντούν στα ερωτήματα του συνηγόρου υπεράσπισης δεν περιλαμβάνονται στο μαρτυρικό υλικό που έχει στην κατοχή του ή ότι ο τελευταίος αδυνατεί να τα εντοπίσει. 

Ο κος Αλεξάνδρου απαντητικά επέμενε πως θα πρέπει σε σχέση με τις κατηγορίες 124, 125 και 127 να του δοθούν καταλόγοι των αντικειμένων και μάλιστα να αποτελέσουν και παραρτήματα του Κατηγορητηρίου. Δεν αρνήθηκε ότι έλαβε για λογαριασμό της πελάτιδας του το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης το οποίο χαρακτήρισε ογκωδέστατο και ότι σε αυτό περιλαμβάνονται τα όσα ο κ. Χατζηκύρου έκαμε αναφορά, συνέχισε όμως να επικαλείται την πρόκληση σύγχυσης στην υπεράσπιση αν δεν δοθούν οι σχετικοί κατάλογοι.

Στρεφόμενοι στη νομική πτυχή του αιτήματος, επισημαίνουμε ότι το κατηγορητήριο είναι το έγγραφο που περιέχει τις κατηγορίες που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει στη βάση του οποίου προσάγεται ενώπιον της δικαιοσύνης για ν' απαντήσει. Αποτελεί συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του κάθε διάδικου να πληροφορείται τη φύση και τους λόγους της κατηγορίας που του αποδίδεται.

Σύμφωνα με το άρθρο 12.5 (α) του Συντάγματος:

"Πας κατηγορούμενος δι' αδίκημα τι έχει τα ακόλουθα κατ' ελάχιστον όρον δικαιώματα:

(α) να πληροφορηθή εις καταληπτήν υπ' αυτού γλώσσαν αμέσως και

    λεπτομερώς την φύσιν και τους λόγους της εις αυτόν αποδιδόμενης

   κατηγορίας."

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 30.3. (α) του Συντάγματος:

"Έκαστος έχει το δικαίωμα:

(α) Να πληροφορηθεί τους λόγους δι' ούς καλείται να εμφανισθή ενώπιον

     του δικαστηρίου,".


Στην Ποινική Έφεση 187/2007 Αντωνίου Σίμος Αμβροσίου ν. Αστυνομίας
(2008) 2 ΑΑΔ 766
ημερ. 21.11.2008 αναφέρθηκαν από τον Δικαστή Ναθαναήλ τα ακόλουθα:

"Το άρθρο 6(3)(α) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επιβάλλει να γνωστοποιούνται οι συγκεκριμένες κατηγορίες και οι αναγκαίες λεπτομέρειες. Αυτό είναι βέβαια ορθό εφόσον οι λεπτομέρειες ενός αδικήματος διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο στην όλη ποινική διαδικασία, ώστε ο κατηγορούμενος να γνωρίζει εκ των προτέρων τι επακριβώς αντιμετωπίζει, ώστε να δύναται να ετοιμάσει την υπεράσπιση του σε κάθε μια από τις κατηγορίες. Το ουσιώδες πάντοτε για τον κατηγορούμενο είναι να γνωρίζει με επάρκεια το μέγεθος και την έκταση των κατηγοριών. Αυτό πέραν βέβαια της δυνατότητας που αυτός έχει να ζητήσει περαιτέρω λεπτομέρειες των συνθηκών κάτω από τις οποίες επέδειξε την κατ' ισχυρισμόν παράνομη συμπεριφορά (Loizou & Pikis: "Criminal Procedure in Cyprus" σελ. 47)."

Την ευθύνη για την ορθή σύνταξη, την επάρκεια του λεκτικού και γενικά την καλύτερη δυνατή παρουσίαση του κατηγορητηρίου φέρει πάντοτε ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής (βλέπε Blackstone's Criminal Practice 2000, παρ. D9.3, σελ. 1238 και τις αγγλικές υποθέσεις R v. Newland [1988] QB 402, R v. Moss [1995] Crim LR 828).

Στην υπόθεση Ανδρονίκου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 486, σελ. 512-513, επισημαίνονται τα εξής:

"Όπως αναφέρεται στον Archbold - supra - σελ. 82 παρ. 1-110, η διατύπωση κατηγορητηρίου χρειάζεται πάντοτε ιδιαίτερη επιμέλεια, το δε Αγγλικό Εφετείο έχει εκφράσει την ανησυχία του από τον αυξανόμενο αριθμό υποθέσεων που περιέχουν ελλιπή κατηγορητήρια. Στις παρ. 1-116 και 1-117 σελ. 84-85, αναφέρεται ότι εάν οι λεπτομέρειες του αδικήματος είναι ανεπαρκείς, θα πρέπει να γίνει αίτηση από την υπεράσπιση ή ακόμη και το ίδιο το Δικαστήριο να δώσει αυτεπάγγελτα σχετικές οδηγίες. Ιδιαιτέρως οι λεπτομέρειες χρειάζονται για να αποφευχθεί η δυνατότητα καταδίκης στη βάση εναλλακτικού τρόπου διάπραξης του αδικήματος (δέστε R. v. Litanzios [1999] Crim. L.R. 667, C.A.)." 

Παραπέμπουμε ακόμη και στο απόσπασμα που ακολουθεί συναφώς με το θέμα και ειδικότερα με την παράγραφο 12.5(α) του Συντάγματος, από το σύγγραμμα "Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας" του Ανδρέα Ν. Λοΐζου 2001 στη σελ. 95:

"Κατά πόσο μια κατηγορία είναι αρκετά λεπτομερής, ώστε να ικανοποιεί την υποπαράγραφο αυτή, εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης που μπορεί να δείχνουν ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε τα ουσιώδη στοιχεία του αδικήματος με το οποίο κατηγορείτο. Για να αποφευχθεί παραβίαση πρέπει όλες οι ουσιώδεις λεπτομέρειες να περιλαμβάνονται στην κατηγορία."

Χρήσιμη αναφορά εντοπίζεται ακόμη στο κυπριακό νομικό σύγγραμμα Criminal Procedure in Cyprus των Α.Ν. Λοΐζου και Γ.Μ.Πική όπου στη σελίδα 47 σημειώνονται τα εξής:

            "The charge must contain sufficient particulars to enable the accused to know with reasonable certainty the case he has to meet at the trial. In deciding if a charge is sufficiently detailed, what has to be examined is whether or not an accused person has been deprived, through the omission from the charge of any element, of the possibility of adequately preparing his defence... It imposes a duty to state all the essential details of the offence. The object of the charge is to serve as a    framework of the trial. The particulars in each count must give the     accused sufficient notice of what the prosecution intends to prove on each count, without causing confusion or embarrassment to the defence... Whether the particulars contained in the charge give adequate information to apprise the accused of the case he has to meet and prepare his defence, is a question of fact and degree... The test is whether the accused may be prejudiced in his defence and no complaint can be made on this ground if he is supplied with further particulars before the evidence is heard."

Επίσης, στην υπόθεση Μελανή Νεάρχου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 33 λέχθηκαν τ' ακόλουθα:

"Το συνταγματικό κατοχυρωμένο δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου να πληροφορηθεί αμέσως και λεπτομερώς σε καταληπτή σ' αυτόν γλώσσα, τη φύση και τους λόγους της αποδιδόμενης σ΄ αυτόν κατηγορίας, δικαίωμα που επίσης προστατεύεται από το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, απασχόλησε τη νομολογία μας από πολύ νωρίς (βλ. Kannas Alias Pombas vThe Police (1968) α CLR 29). Κρίθηκε ότι θα πρέπει να εξετάζεται κατά πόσο ο κατηγορούμενος έχει στερηθεί, λόγω της παράλειψης από το κατηγορητήριο οιουδήποτε συστατικού στοιχείου του αδικήματος, της δυνατότητας να ετοιμάσει ικανοποιητικά την υπεράσπιση του."

 Στην δε υπόθεση Γεώργιος Ιωσηφίδης (Ππαϊλα) ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 204 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα πιο κάτω:

 " . σκοπός του κατηγορητηρίου είναι να θέσει το πλαίσιο της δίκης. Οι λεπτομέρειες σε κάθε κατηγορία θα πρέπει να παρέχουν επαρκή ενημέρωση για το υπόβαθρο που η Κατηγορούσα Αρχή σκοπεύει να αποδείξει σε κάθε κατηγορία. Κριτήριο για να αποφασισθεί αν οι λεπτομέρειες που δίδονται είναι ικανοποιητικές είναι κατά πόσο από τυχόν παραλείψεις, η υπεράσπιση του κατηγορούμενου επηρεάζεται δυσμενώς. Αν δηλαδή οι κατηγορίες διατυπώνονται με τέτοιο τρόπο και είναι σε πόσο βαθμό αόριστες ή ασαφείς που να επηρεάζεται η υπεράσπιση ."

Στην Κύπρο η ορθή σύνταξη του κατηγορητηρίου ρυθμίζεται μέσα από τις διατάξεις του άρθρου 39 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155. Συγκεκριμένα, τα εδάφια (γ) και (ζ) του εν λόγω άρθρου καθώς και η επιφύλαξη στο τέλος του προνοούν ότι:

……..

(γ) η κατηγορία στο κατηγορητήριο, περιγράφει εν συντομία σε κοινή γλώσσα το ποινικό αδίκημα για το οποίο κατηγορείται ο κατηγορούμενος, αποφεύγοντας, στο μέτρο του δυνατού τη χρήση τεχνικών όρων και χωρίς απαραίτητα να εκτίθενται όλα τα ουσιώδη στοιχεία του ποινικού αδικήματος, και περιλαμβάνει αναφορά στο άρθρο του νομοθετήματος που δημιουργεί το ποινικό αδίκημα

………

(ζ) δεν είναι αναγκαίο ή δεν χρησιμοποιείται βεβαιότητα ή λεπτομέρεια αναφοράς σχετικά με έγγραφα, γεγονότα, πράγματα, πρόσωπα, τόπους, χρόνο ή οποιοδήποτε άλλο ζήτημα, στο κατηγορητήριο μεγαλύτερη από αυτή που είναι εύλογα επαρκή για το σκοπό παροχής ειδοποίησης στον κατηγορούμενο για αυτά. 

…………….

Νοείται ότι κανένα λάθος στην έκθεση του ποινικού αδικήματος ή των λεπτομερειών που απαιτούνται να αναφερθούν στο κατηγορητήριο δεν θεωρείται σε οποιοδήποτε στάδιο της υπόθεσης ως μη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του Νόμου αυτού εκτός αν σύμφωνα με τη γνώμη του Δικαστηρίου, ο κατηγορούμενος πράγματι παραπλανήθηκε λόγω του λάθους αυτού.

Σχετικά με την εν λόγω επιφύλαξη στην Ανδρέας Σ. Κοιλιάρης ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 194, λέχθηκαν τα ακόλουθα: 

«Η παράλειψη πλήρους συμμόρφωσης με τα όσα προβλέπει το άρθρο 39(γ) του Κεφ. 155, αναφορικά με τη σύνταξη του κατηγορητηρίου, έχει εξεταστεί σε σειρά υποθέσεων στις οποίες έχει τονιστεί, ότι μόνο ουσιώδεις παρατυπίες που επιφέρουν βλάβη στον κατηγορούμενο (prejudice) και μπορεί να οδηγήσουν σε παραπλάνηση του, μπορεί να επηρεάσουν την εγκυρότητα του κατηγορητηρίου. (Ίδε Constantinides v. Republic (1978) 2 C.L.R. 337, Fourri and Others v. Republic (1980) 2 C.L.R. 152, A.G. v. Kyprianou (1988) 2 C.L.R. 209, Begonia Fashions Ltd κ.ά. ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 451 και Ξυδιά κ.ά. ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 174, 225)».

 

Στις σελίδες 100 και 101 του συγγράμματος ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ, Δεύτερη Αναθεωρημένη Έκδοση του Criminal Procedure in Cyprus (1975) στα Ελληνικά του Γ. Πική αναφέρονται και τα εξής σχετικά με το υπό εξέταση θέμα:

‘’ Η κατηγορία πρέπει να περιέχει επαρκείς λεπτομέρειες σε βαθμό που να επιτρέπει στον κατηγορούμενο να γνωρίζει με λογική βεβαιότητα την υπόθεση την οποία θα αντιμετωπίσει στη δίκη. Το κριτήριο για την επάρκεια των λεπτομερειών είναι κατά πόσο ο κατηγορούμενος στερείται λογικής πληροφόρησης σχετικά με τον προσδιορισμό της κατηγορίας και συν αυτώ της δυνατότητας επαρκούς προετοιμασίας της υπεράσπισης του.

Υποχρέωση για τη δέουσα πληροφόρηση του κατηγορούμενου για το αδίκημα ή αδικήματα κατοχυρώνεται ως θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου από το Άρθρο 12.2 του Συντάγματος. Η πρόνοια αυτή επιβάλλει τον προσδιορισμό στην κατηγορία όλων των ουσιωδών λεπτομερειών του αδικήματος. Το κατηγορητήριο προσδιορίζει το πλαίσιο της δίκης. Οι λεπτομέρειες σκοπούν στην παροχή στον κατηγορούμενο επαρκούς προειδοποίησης για την υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής σε κάθε κατηγορία χωρίς την πρόκληση σύγχυσης ή δυσχέρειας στην Υπεράσπιση.

Παρόλο που δεν είναι απαραίτητη η αναφορά σε όλες τις λεπτομέρειες του αδικήματος, αυτές πρέπει να αποκαλύπτουν τη διάπραξη του αδικήματος. Κατά πόσο οι παρεχόμενες λεπτομέρειες στην κατηγορία είναι επαρκείς για να πληροφορήσουν τον κατηγορούμενο για την υπόθεση την οποία θα αντιμετωπίσει η Υπεράσπιση, είναι θέμα γεγονότων και βαθμού. Το δικαστήριο δικαιούται να λάβει υπόψη – εκτός από την κατηγορία – όλες τις πληροφορίες οι οποίες ήταν κατά τα άλλα, διαθέσιμες στον κατηγορούμενο και κατά πόσο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ζήτησε να του παρασχεθούν περαιτέρω λεπτομέρειες. Παρέχεται ευχέρεια στον κατηγορούμενο να ζητήσει πρόσθετες λεπτομέρειες κατά την έναρξη της διαδικασίας και το δικαστήριο, κατά κανόνα, εγκρίνει τέτοια αιτήματα όπου συνάγεται ότι οι λεπτομέρειες που παρέχονται στην κατηγορία είναι επαρκείς για τον σκοπό της δέουσας πληροφόρησης του κατηγορούμενου για την υπόθεση που καλείται να αντιμετωπίσει. 

Όπου προσάπτεται κατηγορία ενώπιον του Κακουργιοδικείου, το περιεχόμενο των καταθέσεων των μαρτύρων κατηγορίας είναι άλλη πηγή, πρόσθετη προς το κατηγορητήριο, από όπου ο κατηγορούμενος μπορεί να αντλήσει γνώση για την υπόθεση εναντίον του. Το κριτήριο για την επάρκεια της πληροφόρησης του κατηγορούμενου για την κατηγορία ή κατηγορίες που αντιμετωπίζει, είναι κατά πόσο θα υποστεί δυσμενή επηρεασμό στην υπεράσπιση του πριν ακουστεί η μαρτυρία. Ο χρόνος κατά τον οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα πρέπει να προσδιορίζεται με λογική βεβαιότητα. Είναι σκληρό και παράλογο να αναμένεται από τον κατηγορούμενο να απαντήσει για τις πράξεις του για μακρά χρονική περίοδο.΄΄

(*υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου)

Στην προκειμένη περίπτωση, έχοντας υπόψη τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας ως επιχειρηματολογία από έκαστη πλευρά αλλά και το νομικό πλαίσιο που διέπει το υπό εξέταση αίτημα καταλήγουμε στα ακόλουθα:

Σε σχέση με την επιχειρηματολογία που αφορά το αδίκημα της 126ης κατηγορίας ήτοι αυτό της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες η επιχειρηματολογία του κ. Αλεξάνδρου περί λανθασμένου υπολογισμού του ποσού του €1.061.435 δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Και αυτό γιατί ως ξεκαθάρισε ο κ. Χατζηκύρου, και διαπιστώνεται και από το Δικαστήριο, το εν λόγω ποσό προκύπτει από την πρόσθεση της αξίας των αντικειμένων ως περιγράφεται στις κατηγορίες 123 (500), 124 (305.000) και 127 (737.115 + 18.820) και μόνο, το άθροισμα των οποίων ανέρχεται στο ποσό των €1.061.435. Υπενθυμίζεται ότι τα ποσά που αναφέρονται στις κατηγορίες με αρ. 130 και 131, συμπεριλαμβάνονται σε αυτά που αναφέρονται στις κατηγορίες με αρ. 123, 124 και 127 και άρα δεν συνυπολογίζονται  (διπλά) στον καθορισμό του χρηματικού ποσού που αναγράφεται στην κατηγορία με αρ. 126. Συνεπώς δεν τίθεται ανάγκη παροχής οιονδήποτε περαιτέρω λεπτομερειών αναφορικά με την άνω κατηγορία. 

Στρεφόμενοι προς τις κατηγορίες με αρ. 124, 125 και 127, παρατηρούμαι ότι  σε κάθε μία από αυτές, παρατίθεται με ξεκάθαρο τρόπο, το  είδος του αδικήματος που προσάπτεται στην 4η Κατηγορούμενη με το Actus Reus των αδικημάτων να καθορίζεται σαφώς σε κάθε επιμέρους κατηγορία. Επιπρόσθετα στις λεπτομέρειες κατηγορίας περιλαμβάνεται ο τόπος, ο χρόνος καθώς και το είδος των αντικειμένων ήτοι χρυσαφικών για τα οποία της καταλογίζεται η κλεπταποδοχή τους (124η κατηγορία), η καταστροφή τους (125η κατηγορία) και η παράνομη κατοχή τους (127η κατηγορία) ενώ κάθε φορά προσδιορίζεται και η συνολική αξία των χρυσαφικών.

Συνεπώς, έχοντας μελετήσει το λεκτικό των πιο πάνω κατηγοριών, διαπιστώνουμε ότι σε αυτό προσδιορίζεται και οριοθετείται σε ικανοποιητικό βαθμό το τι είναι που καταλογίζεται στην Κατηγορουμένη 4, η οποία, συναφώς, καθίσταται σε θέση να αντιληφθεί επαρκώς την φύση των κατηγοριών που αντιμετωπίζει, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 39 του Κεφ. 155, χωρίς παράλληλα να δημιουργείται κίνδυνος πρόκλησης παραπλάνησης σε αυτήν ή βλάβης ή δυσμενούς επηρεασμούς των δικαιωμάτων της.

Όσον αφορά το αίτημα της Υπεράσπισης για παράθεση περιγραφής των “χρυσαφικών” που αποτελούν αντικείμενο των υπό κρίση κατηγοριών, υπενθυμίζεται αυτό που η νομολογία μας έχει αναγνωρίσει, ότι το περιεχόμενο των καταθέσεων των μαρτύρων κατηγορίας και γενικά το μαρτυρικό υλικό μιας υπόθεσης αποτελεί, πέραν από το κατηγορητήριο, άλλη (επιπρόσθετη) πηγή άντλησης γνώσης ως προς το εύρος των κατηγοριών που αντιμετωπίζει ο εκάστοτε κατηγορούμενος.

Στην υπό εξέταση υπόθεση, ο κος Χατζηκύρου τόσο με την επιστολή του ημερ. 05.02.2025 προς τον κ. Αλεξάνδρου, η οποία έχει τεθεί ενώπιον μας, όσο και στο πλαίσιο της προφορικής του αγόρευσης στις 12.09.2025, έχει παραπέμψει σε συγκεκριμένα σημεία του μαρτυρικού υλικού, το οποίο βρίσκεται ήδη στην κατοχή της υπεράσπισης, στα οποία γίνεται περιγραφή των “χρυσαφικών” που αφορούν στην κάθε κατηγορία. Ειδικότερα, αναφορικά με τις κατηγορίες αρ. 124 και 125, διευκρινίστηκε με δεσμευτικό τρόπο από την Κατηγορούσα Αρχή ότι πρόκειται για τα χρυσαφικά που περιγράφονται στον κατάλογο που έχει ετοιμάσει ο κ. Ανδρέας Συμεού, από το χρυσοχοείο του οποίου έχουν κατ’ ισχυρισμό κλαπεί τα εν λόγω χρυσαφικά και αυτά που απεικονίζονται σε συγκεκριμένες φωτογραφίες οι οποίες περιγράφονται στην επιστολή ημερομηνίας 05.02.25.

Ο κος Αλεξάνδρου, ο οποίος μάλιστα ερωτήθηκε ειδικά από το Δικαστήριο για το ζήτημα αυτό, ανεξαρτήτως της αναφοράς του ότι το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης είναι “ογκωδέστατο”, ουδέποτε εξέφρασε την θέση ότι αδυνατεί να εντοπίσει τα σημεία του μαρτυρικού υλικού στα οποία γίνεται αναφορά στην επιστολή ημερομηνίας 05.02.25 ή ότι δεν έχει στην κατοχή του το εν λόγω μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης ή ότι αυτό δεν αντιστοιχεί στην περιγραφή που γίνεται από τον κ. Χατζηκύρου.

Συνεπώς, η αναφορά σε “χρυσαφικά” που γίνεται στις κατηγορίες αρ. 124 και 125 εκτείνεται μόνο σε αυτά που είτε περιγράφονται στον πιο πάνω κατάλογο, είτε απεικονίζονται στις φωτογραφίες,  που αποτελούν μέρος του δοθέντος μαρτυρικού υλικού και δεν εκτείνεται σε οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο. Ακόμη και στην περίπτωση όπου κάποια από τα χρυσαφικά που περιλαμβάνονται στον κατάλογο δεν απεικονίζονται στο φωτογραφικό υλικό, ή και αντιστρόφως, είμαστε της άποψης ότι αυτό δεν προκαλεί σύγχυση στην Κατηγορούμενη 4, σε βαθμό που να μην της επιτρέπει να ετοιμάσει δεόντως της υπεράσπισή της, καθότι η θέση της Κατηγορούσας Αρχής παραμένει ότι τα «χρυσαφικά» των κατηγοριών αρ. 124 και 125, περιλαμβάνουν όλα τα χρυσαφικά που είτε αναφέρονται στον κατάλογο είτε στο φωτογραφικό υλικό χωρίς να απαιτούνται σε αυτό το στάδιο άλλες λεπτομέρειες. Κατά την κρίση μας, οι πιο πάνω διευκρινίσεις αρκούν ώστε να γνωρίζει η Κατηγορούμενη 4 με την απαιτούμενη βεβαιότητα το εύρος των συγκεκριμένων κατηγοριών που αντιμετωπίζει και να ετοιμάσει την υπεράσπισή της αναλόγως. Η μη συμπερίληψη λεπτομερούς περιγραφής, ένα προς ένα, των χρυσαφικών στις λεπτομέρειες του αδικήματος της κάθε κατηγορίας ή μη επισύναψη τέτοιου καταλόγου ως παράρτημα ή μέρος του κατηγορητηρίου, δεν εμποδίζει την 4η Κατηγορούμενη από του να αντιληφθεί τη φύση ή την έκταση των κατηγοριών που αντιμετωπίζει και να προετοιμάσει επαρκώς την υπεράσπιση της απαλλαγμένη από σύγχυση και δυσμενή επηρεασμό.

Ομοίως, όσον αφορά την κατηγορία αρ. 127, έχει διευκρινιστεί από τον εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής ότι η αναφορά σε “χρυσαφικά” που γίνεται στις λεπτομέρειες του συγκεκριμένου αδικήματος αφορά σε όλα τα τιμαλφή που καταγράφονται σε συγκεκριμένη έκθεση εκτιμητή, ο οποίος προφανώς κλήθηκε να εκτιμήσει την αξία των χρυσαφικών που εντοπίστηκαν στο χρυσοχοείο της Κατηγορούμενης 4, και η οποία επίσης περιλαμβάνεται στο μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης που έχει στην κατοχή της η πλευρά της Υπεράσπισης. Ούτε σε αυτή την περίπτωση, αμφισβητήθηκε η κατοχή της εν λόγω έκθεσης από την πλευρά της Υπεράσπισης ή δυσκολία εντοπισμού της ή εισήγηση ότι σε αυτήν δεν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένα χρυσαφικά και παράθεση της εκτίμησης ως προς την αξία τους.  

Από τα πιο πάνω είναι σαφές ότι το κριτήριο που έχει καθορίσει διαχρονικά η νομολογία, ότι ένα κατηγορούμενο πρόσωπο δεν θα πρέπει να επηρεάζεται αρνητικά από το κατηγορητήριο λόγω ασάφειας, έχει τηρηθεί και σε σχέση με την κατηγορία αρ. 127.

Νοείται ότι το κατά πόσο η Κατηγορούσα Αρχή θα καταφέρει να αποδείξει τους ισχυρισμούς της περί κλεπταποδοχής, καταστροφής ή παράνομης κατοχής όλων ή μέρους των χρυσαφικών που αναφέρονται στις εκάστοτε κατηγορίες και τα οποία προσδιορίζονται πλέον με παραπομπή σε συγκεκριμένα σημεία του μαρτυρικού υλικού (είτε μέσω περιγραφής, είτε μέσω φωτογραφιών), είναι ζήτημα που ανάγεται στο στάδιο της δίκης της υπόθεσης.

Κρίνουμε, συνεπώς, ότι το περιεχόμενο των κατηγοριών με αρ. 124, 125, 126 και 127, συναρτώμενο με τις διευκρινίσεις που έχουν ήδη δοθεί από την πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής, με παραπομπή σε συγκεκριμένα σημεία του μαρτυρικού υλικού της υπόθεσης, τα οποία, ως έχουμε ήδη αναφέρει, δεν αμφισβητείται ότι βρίσκονται στην κατοχή της υπεράσπισης, είναι εύλογα επαρκές ώστε να παρέχει στην Κατηγορούμενη 4 την απαιτούμενη ειδοποίηση ως προς τη φύση και το εύρος των κατηγοριών που της προσάπτονται, επιτρέποντάς της να ετοιμάσει την υπεράσπισή της, χωρίς οποιαδήποτε σύγχυση.

Ενόψει των πιο πάνω, η απλή αναπαραγωγή του περιεχομένου των συγκεκριμένων σημείων του μαρτυρικού υλικού, ή λεκτική περιγραφή των χρυσαφικών που απεικονίζονται σε φωτογραφίες, μέσω της ετοιμασίας από την Κατηγορούσα Αρχή ξεχωριστού καταλόγου ή παραρτήματος στο κατηγορητήριο δεν θα εξυπηρετούσε σε οτιδήποτε περαιτέρω, πέραν από την πρόκληση περαιτέρω καθυστέρησης στην εκδίκαση της υπόθεσης.

Ενόψει των πιο πάνω, η εισήγηση της πλευράς της Κατηγορούμενης 4 ως προς την ανάγκη παροχής περαιτέρω λεπτομερειών σε σχέση με τις κατηγορίες αρ. 124, 125, 126 και 127 δεν μας βρίσκει σύμφωνους και απορρίπτεται.

 

(Υπ.)………………

Λ. Μάρκου, Π.Ε.Δ.

(Υπ.) ......................

Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

(Υπ.) .......................

Θ. Συμεωνίδης, Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο