ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Τ. Μ. Ο. Μ., Αρ. Υπόθεσης: 7206/2023, 14/11/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Τ. Μ. Ο. Μ., Αρ. Υπόθεσης: 7206/2023, 14/11/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Λ. Χατζηξενοφώντος, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 7206/2023

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

εναντίον

 

Τ. Μ. Ο. Μ.

Κατηγορούμενος

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 14/11/2025

 

Εμφανίσεις:

Για Κατηγορούσα Αρχή: κος Κ. Στυλιανού

Για Κατηγορούμενο: κος Ι. Τηλεμάχου

Κατηγορούμενος παρών

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α.   Κατηγορητήριο

Ο Κατηγορούμενος με βάση το κατηγορητήριο αντιμετωπίζει τις ακόλουθες έξι κατηγορίες που αφορούν οδικές παραβιάσεις, (1) οδήγηση μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς ισχύουσα άδεια οδήγησης, (2) χρήση μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου, (3) παράλειψη συμμόρφωσης από οδηγό σε σήμα αστυνομικού με στολή, (4) παράλειψη οδηγού μηχανοκίνητου οχήματος να συμμορφωθεί με την ένδειξη του κόκκινου φανού σε φωτεινούς σηματοδότες για οχήματα, (5) υπέρβαση ορίου ταχύτητας και (6) χρήση μηχανοκίνητου οχήματος που δηλώθηκε ως ακινητοποιημένο.

 

Ο Κατηγορούμενος αρνήθηκε τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει και η υπόθεση προχώρησε σε ακροαματική διαδικασία. Η Κατηγορούσα Αρχή για σκοπούς απόδειξης της υπόθεσης της κάλεσε δύο μάρτυρες κατηγορίας, την Αστυφύλακα 3381 Ν. Χαραλάμπους (Μ.Κ.1) και τον Αστυφύλακα 4918, Α. Χαπέσιη (Μ.Κ.2). Ο Κατηγορούμενος μετά που κρίθηκε εκ πρώτης όψεως ένοχος και κλήθηκε σε απολογία στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει, τήρησε το δικαίωμα της σιωπής.

 

Β.   Παραδεκτά Γεγονότα

Κατά την ακροαματική διαδικασία δηλώθηκαν τα ακόλουθα παραδεκτά γεγονότα, τα οποία εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο στην βάση του άρθρου 19 του Περί Αποδείξεως Νόμου:

·         Στις 30/5/2023 ο Κατηγορούμενος δεν ήταν κάτοχος άδειας οδήγησης μοτοσυκλέτας κατηγορίας Α ή Α2.

·         Στις 30/5/2023 η μοτοσυκλέτα με αριθμούς εγγραφής [  ] δεν καλυπτόταν από πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου.

·         Στις 30/5/2023 η μοτοσυκλέτα με αριθμούς εγγραφής [  ] ήταν δηλωμένη ως ακινητοποιημένη από τις 24/5/2023.

·         Στις 30/5/2023 ο Κατηγορούμενος βρισκόταν στην επαρχία Πάφου.

 

Γ.    Μαρτυρία

Το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της υπόθεσης και μαζί με το περιεχόμενο των τεκμηρίων έχει μελετηθεί και λαμβάνεται υπόψη στο σύνολό του. Δεν θα προβώ σε εκτενή και λεπτομερή παράθεση της μαρτυρίας, αλλά θα περιοριστώ στα ουσιώδη σημεία της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα.

 

Μ.Κ.1

Η Αστυφύλακας 3381, Ν. Χαραλάμπους ήταν η εξεταστής της παρούσας υπόθεσης. Όπως εξήγησε, για τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης πληροφορήθηκε από τον  Αστυφύλακα 4918, Α. Χαπέσιη (Μ.Κ.2), ο οποίος συνέταξε γραπτή κατάθεση στις  30/5/2023 (Τεκμήριο 1). Ο Μ.Κ.2 της ανέφερε επιπλέον ότι ο ίδιος είχε μιλήσει τηλεφωνικώς με τον Κατηγορούμενο αμέσως μετά τη διάπραξη των τροχαίων αδικημάτων, και ο Κατηγορούμενος τον ενημέρωσε ότι βρισκόταν στην Αγία Νάπα και ότι η μοτοσυκλέτα του ήταν στο σπίτι του, αλλά μετά από μισή ώρα περίπου ο Κατηγορούμενος παρουσιάστηκε στην Τροχαία Πάφου. Επίσης, ο Μ.Κ.2 της ανέφερε ότι είχε μιλήσει και με την μητέρα του Κατηγορούμενου τηλεφωνικώς, η οποία ως του ανέφερε δεν γνώριζε ότι ο Κατηγορούμενος είχε μοτοσυκλέτα. Η Μ.Κ.1 κατέθεσε στο Δικαστήριο έντυπο της Αστυνομίας ημερομηνίας 30/5/2023, στο οποίο παρουσιάζονται διάφορα στοιχεία του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [  ] (Τεκμήριο 2). Σύμφωνα με αυτό το έντυπο, ιδιοκτήτης της εν λόγω μοτοσυκλέτας στις 30/5/2023 ήταν ο Κατηγορούμενος, το εν λόγω όχημα ήταν ακινητοποιημένο από τις 24/5/2023, δεν βρισκόταν σε ισχύ πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου και η μοτοσυκλέτα δεν είχε δηλωθεί ως κλοπιμαία.

 

Η Μ.Κ.1 στις 31/5/2023 και ώρα 12.55 παρέδωσε στον Κατηγορούμενο έγγραφο σχετικά με τα δικαιώματα υπόπτων/ κατηγορούμενων, το οποίο έγγραφο ο Κατηγορούμενος παρέλαβε και υπέγραψε στη παρουσία της. Στις 31/5/2023 και μεταξύ των ωρών 13.00 - 13.40 στην Τροχαία Πάφου η Μ.Κ.1 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο και λίγο αργότερο τον κατηγόρησε γραπτώς για τα υπό εκδίκαση αδικήματα. Αφότου η Μ.Κ.1 επέστησε στον Κατηγορούμενο την προσοχή του στον Νόμο, ο τελευταίος απάντησε «Δεν παραδέχομαι καμία κατηγορία».

 

Η Μ.Κ.1 κατέθεσε επίσης στο Δικαστήριο εσωτερικό μήνυμα το οποίο αποστάλθηκε στο Αρχηγείο Αστυνομίας από τον Αστυνομικό Σταθμό Κουκλιών στις 31/5/2023 (Τεκμήριο 7). Στο εν λόγω μήνυμα καταγράφεται ότι στις 31/5/2023 και ώρα 01.00 καταγγέλθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Κουκλιών από τον Κατηγορούμενο ότι στις 30/5/2023 κλάπηκε η μοτοσυκλέτα του με αριθμούς εγγραφής [ ], ενώ αυτή βρισκόταν σταθμευμένη έξω από την οικία του.  Αντεξεταζόμενη ανέφερε ότι δεν είχε οποιαδήποτε εμπλοκή στην διερεύνηση της καταγγελίας για την κλοπή της μοτοσυκλέτας και δεν γνώριζε το αποτέλεσμα αυτής της καταγγελίας.

 

Μ.Κ.2

Ο Αστυφύλακας 4918, Α. Χαπέσιης, υπηρετεί στην Αστυνομική Διεύθυνση Πάφου, στην Ομάδα Ζ της Τροχαίας Πάφου. Στις 30/5/2023 και περί ώρα 21.40 ενώ βρισκόταν για ελέγχους ταχύτητας στην Λεωφόρο Σπύρου Κυπριανού στην Πάφο, αντιλήφθηκε με την βοήθεια ραντάρ ότι μοτοσυκλέτα προσέγγιζε το σημείο όπου βρισκόταν με ταχύτητα 74 ΧΑΩ αντί 50 ΧΑΩ που είναι το ανώτατο όριο ταχύτητας στην εν λόγω λεωφόρο. Ο ίδιος, έχοντας το φωσφορούχο γιλέκο του και χρησιμοποιώντας κόκκινο αναλάμποντα φανό, εισήλθε εντός του δρόμου και έκανε κατάλληλο σήμα στον οδηγό της για να σταματήσει για έλεγχο στα αριστερά, σε παγκέτο που βρισκόταν στο οδόστρωμα. Ο οδηγός της εν λόγω μοτοσυκλέτας ελάττωσε ταχύτητα, και αντί να συμμορφωθεί στο σήμα που του έκανε ο Μ.Κ.2 και να σταματήσει τελείως αριστερά, σταμάτησε σχεδόν τελείως μπροστά του, στην δεξιά λωρίδα που χρησιμοποιούσε σύμφωνα με την πορεία του, με τρόπο ώστε ο μπροστινός τροχός της μοτοσυκλέτας σταμάτησε ανάμεσα στο πόδια του Μ.Κ.2,. Αμέσως ο Μ.Κ.2 ζήτησε από τον οδηγό, ο οποίος βρισκόταν μπροστά του, να σταματήσει τελείως αριστερά και εκτός του δρόμου, και ο οδηγός του απάντησε «Εντάξει, τώρα να σταματήσω». Ακολούθως, ο οδηγός προχώρησε λίγο μπροστά και αριστερά για να σταθμεύσει ως οι υποδείξεις του Μ.Κ.2, αλλά στην συνέχεια ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα παραβιάζοντας τον κόκκινο φωτεινό σηματοδότη της συμβολής στην Λεωφόρο Σπύρου Κυπριανού με την οδό Μελίνας Μερκούρη, ανακόπτοντας στα αριστερά του σύμφωνα με την πορεία του την ελεύθερη πορεία οχήματος ταξί. Ο οδηγός συνέχισε την πορεία του προς την Λεωφόρο Άγιων Αναργύρων όπου και διέφυγε.

 

Όπως ανέφερε ο Μ.Κ.2, οι αριθμοί εγγραφής της μοτοσυκλέτας ήταν [   ], και μάλιστα είχε δει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του οδηγού της εν λόγω μοτοσυκλέτας μέσα από το κράνος το οποίο φορούσε, αφού είχε σταματήσει «σχεδόν εντελώς μπροστά» του. Όπως εξήγησε το κράνος που φορούσε ο οδηγός είχε προστατευτικό γυαλί, το οποίο την δεδομένη στιγμή ήταν ανοιχτό και έτσι μπορούσε να δει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Αντεξεταζόμενος εξήγησε ότι η απόσταση που είχε με το πρόσωπο του Κατηγορούμενου ήταν περίπου μισό μέτρο, και η οπτική επαφή που είχαν σε αυτή την απόσταση διήρκησε περίπου 30 δευτερόλεπτα. Συγκεκριμένα, διαπίστωσε ότι ο οδηγός ήταν νεαρής ηλικίας, έγχρωμος και τα μαλλιά του έβγαιναν έξω από το κράνος και ήταν τύπου «ράστα». Όπως ανέφερε, κατά την ουσιώδη στιγμή ο φωτισμός στον εν λόγω δρόμο ήταν υψηλής ένστασης. Επίσης ένεκα του τρόπου που σταμάτησε η μοτοσυκλέτα ανάμεσα στα πόδια του, το φως της μοτοσυκλέτας αποτελούσε επιπρόσθετο φωτισμό, όπως επίσης και το ατομικό φανάρι που κρατούσε ο Μ.Κ.2 και οποίο το είχε στραμμένο προς το πρόσωπο του οδηγού. Όλα αυτά του επέτρεπαν να δει με ευκρίνεια τα χαρακτηριστικά του προσώπου του οδηγού της μοτοσυκλέτας.

 

Ο Μ.Κ.2 είχε αντιληφθεί ότι ο οδηγός της μοτοσυκλέτας ήταν ο Κατηγορούμενος, τον οποίο γνώριζε αφού έτυχε και στο παρελθόν, στις 12/11/2022, δηλαδή περίπου έξι μήνες πριν την ουσιώδη ημέρα, να σταματήσει τον Κατηγορούμενο για έλεγχο αλκοόλης και όταν διαπίστωσε ότι οδηγούσε υπό την επήρεια αλκοόλης τον κατήγγειλε. Στην εν λόγω διαδικασία, η οποία διαρκεί περί την μια ώρα περίπου, ο Μ.Κ.2 είχε μιλήσει με τον Κατηγορούμενο. Παρά το ότι κατά την αντεξέταση του συμφώνησε ότι στα πλαίσια της εργασίας του προβαίνει σε έλεγχο σε αρκετούς οδηγούς, εντούτοις ο συγκεκριμένος οδηγός κατά την διενέργεια ελέγχου αλκοόλης του είχε κάνει εντύπωση όπως ανέφερε, καθ’ ότι ενώ ανέμενε να επικοινωνήσει μαζί του στην αγγλική γλώσσα, μιλούσε άπταιστα την κυπριακή διάλεκτο. Επίσης του είχαν κάνει εντύπωση τα μαλλιά του, τα οποία ήταν τύπου «ράστα».

 

Αργότερα το ίδιο βράδυ, ο Μ.Κ.2 μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος της Αστυνομίας εντόπισε τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη της μοτοσυκλέτας,  ο οποίος ήταν ο Κατηγορούμενος. Περί ώρα 22.40 τηλεφώνησε στην μητέρα του Κατηγορούμενου, το τηλέφωνο της οποίας αναγράφεται στο Τεκμήριο 2. Αφότου ο Μ.Κ.2 την ενημέρωσε για όσα διαδραματίστηκαν, αυτή τον ενημέρωσε ότι δεν γνώριζε ότι ο υιός της έχει μοτοσυκλέτα. Η μητέρα του Κατηγορούμενου τότε ανέφερε στον Μ.Κ.2 ότι θα επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τον υιό της για να του ζητήσει να επικοινωνήσει με τον Μ.Κ.2 τηλεφωνικώς.

 

Μετά την πάροδο λίγων λεπτών ο Κατηγορούμενος επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον Μ.Κ.2 και του ανέφερε ότι την δεδομένη στιγμή βρισκόταν στην Αγία Νάπα, και ότι όπως τον ενημέρωσε η μητέρα του η μοτοσυκλέτα του απουσιάζει από το σπίτι του και κάποιο άτομο οδηγεί στην μοτοσυκλέτα του στην Πάφο. Ο Μ.Κ.2 του ανέφερε ότι δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός του ότι βρίσκεται στην Αγία Νάπα, και έτσι ο Μ.Κ.2 του ζήτησε όπως παρουσιαστεί στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίας Νάπα με την ταυτότητα του για να επιβεβαιωθούν οι ισχυρισμοί του. Μετά από 30 λεπτά περίπου, δηλαδή στις 30/5/2023 και ώρα 23.20, ο Κατηγορούμενος παρουσιάστηκε στην Τροχαία Πάφου μαζί με τον δικηγόρο του. Στα γραφεία της Τροχαίας Πάφου ο Μ.Κ.2 αναγνώρισε αμέσως τον Κατηγορούμενο ως τον οδηγό της μοτοσυκλέτας.

 

Τέλος, όπως ο Μ.Κ.2 ανέφερε, ο Κατηγορούμενος δεν είναι κάτοχος άδειας οδήγησης μοτοσυκλέτας κατηγορίας Α ή Α2, όπως χρειάζεται για τον τύπο της μοτοσυκλέτας με αριθμούς εγγραφής [   ].

 

Αναφερόμενος στο εσωτερικό μήνυμα του Αστυνομικού Σταθμού Κουκλιών για την κλοπή της μοτοσυκλέτας, ο Μ.Κ.2 ανέφερε ότι για το εν λόγω μήνυμα υπάρχει ακυρωτικό μήνυμα της ίδιας ή της επόμενης ημέρας από τον Αστυνομικό Σταθμό Κουκλιών, ότι ο Κατηγορούμενος ψευδώς κατάγγειλε ότι η μοτοσυκλέτα του είχε κλαπεί. Προς τούτο έχει καταχωρηθεί ποινική υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, λόγω του ότι προέβη σε ψευδή κατάθεση σε αστυνομικό.

 

Δ.   Αξιολόγηση Μαρτυρίας

Έχω παρακολουθήσει με προσοχή όλους τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την μαρτυρία τους, έχοντας την ευκαιρία να παρακολουθήσω τις αντιδράσεις τους, φυσικές ή αφύσικες, τον τρόπο που απαντούσαν, τη νευρικότητα ή την επιφυλακτικότητά τους, ή την ιδιοσυγκρασία που εκδήλωσαν, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές που έχει καθιερώσει η σχετική νομολογία (βλ.  Αυξεντίου v. Διγκλη (2007) 1 ΑΑΔ 1367, Χάρης Χρίστου v. Ευγενείας Khoreva (2002) 1 AAΔ 454, Παπαδοπούλου v Αστυνομίας (2007) 2 ΑΑΔ 173).

 

Είναι καλά γνωστό ότι η μαρτυρία που παρουσιάζεται απ' όλες τις πλευρές στο Δικαστήριο, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μικροσκοπικά, αλλά μέσα στο συνολικό της πλαίσιο, με όλα τα πιθανά επακόλουθα που μπορεί να επιφέρει. Έτσι στην αξιολόγηση της μαρτυρίας που παρουσιάζεται, το Δικαστήριο, που έχει την ευκαιρία να ακούσει και να παρακολουθήσει τους μάρτυρες που καταθέτουν, έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποδεχθεί ολόκληρη ή μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα και να ενεργήσει ανάλογα (βλ.  Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109). Σημειώνεται ότι η αξιολόγηση δεν έχει περιοριστεί στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα αλλά συσχετίστηκε, τέθηκε σε αντιπαράθεση και διερευνήθηκε με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων (βλ. Στυλιανίδης v Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056 και Mustafa v Κακουρή κ.α (2002) 1 ΑΑΔ 165).

 

Με γνώμονα τις πιο πάνω αρχές προχωρώ με την αξιολόγηση της ενώπιον μου μαρτυρίας.

 

Μ.Κ.1

Η Μ.Κ.1 μου έκανε καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα και κρίνω ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια και να αναφέρει την δική της εμπλοκή στην υπόθεση λόγω της ιδιότητας της ως εξεταστής στην υπόθεση. Στην κατάθεση της αλλά και στη μαρτυρία της ενώπιον του Δικαστηρίου, προσήγαγε άμεση και εξ ακοής μαρτυρία, και θα αξιολογήσω αυτές ξεχωριστά.

 

Εξ ακοής μαρτυρία που προσκομίστηκε από την Μ.Κ.1 αποτελούν οι αναφορές της σχετικά με το τι διαμείφθηκε μεταξύ του Μ.Κ.2 και του οδηγού της μοτοσυκλέτας με αριθμούς εγγραφής [   ] στις 30/5/2023, όσο και για το τηλεφώνημα του Μ.Κ.2 με τον Κατηγορούμενο και την μητέρα του.  Διευκρινίζω ότι οι εν λόγω εξ ακοής αναφορές της Μ.Κ.1 γίνονται αποδεκτές από το Δικαστήριο, εφόσον στη συνέχεια οι εν λόγω αναφορές μετουσιώθηκαν σε πραγματικότητα για την οποία τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου η άμεση μαρτυρία του Μ.Κ.2 Αποδέχομαι δηλαδή ότι όντως αυτά της αναφέρθηκαν, τα οποία επιβεβαιώνονται και από την μαρτυρία και την γραπτή κατάθεση του Μ.Κ.2

 

Άμεση μαρτυρία της Μ.Κ.1 αποτελούν οι ενέργειες όπου έλαβε η ίδια στην συνέχεια για τα υπό διερεύνηση αδικήματα, μεταξύ των οποίων ήταν η λήψη ανακριτικής κατάθεσης από τον Κατηγορούμενο.  Η Μ.Κ.1 μου έκανε καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα και κρίνω ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια και να αναφέρει την δική της εμπλοκή στην υπόθεση λόγω της ιδιότητας της. Καθ' όλη τη διάρκεια της εξέτασης της ήτο σταθερή στις απαντήσεις της, απαντούσε με αμεσότητα, σαφήνεια. Ως εκ των ανωτέρω, χωρίς κανένα ενδοιασμό, θεωρώ τη μαρτυρία της Μ.Κ.1 ως απόλυτα αξιόπιστη και επομένως την αποδέχομαι.

 

Μ.Κ.2

Η μαρτυρία του Μ.Κ.2 έχει ήδη εκτεθεί με λεπτομέρεια πιο πάνω και δεν χρήζει επανάληψης. Ο Μ.Κ.2 ήταν το άτομο το οποίο διενήργησε τον έλεγχο στον οδηγό της μοτοσυκλέτας με αριθμούς εγγραφής [  ] και το άτομο που αναγνώρισε ότι ο οδηγός της μοτοσυκλέτας ήταν ο Κατηγορούμενος. Ο αξιολογούμενος μάρτυρας μου έκανε πολύ καλή εντύπωση. Δεν περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση, ικανή να κλονίσει την αξιοπιστία του καθ' οιονδήποτε τρόπο.  Επεξήγησε, κατά τρόπο σαφή, πειστικό και τεκμηριωμένο, τι διαμείφθηκε το βράδυ στις 30/5/2023 κατά τον έλεγχο, και τον τρόπο που αντιλήφθηκε ότι ο οδηγός ήταν ο Κατηγορούμενος.

 

Κεντρικός άξονας της επιχειρηματολογίας της υπεράσπισης για την αθώωση του Κατηγορούμενου αποτέλεσε το γεγονός ότι δεν υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι ο Κατηγορούμενος είναι το πρόσωπο το οποίο διέπραξε τα υπό κρίση αδικήματα. Επομένως, το αρχικό ζήτημα το οποίο καλείται να αποφασίσει το Δικαστήριο είναι κατά πόσον ήταν ο Κατηγορούμενος όπου οδηγούσε την μοτοσυκλέτα [  ] το βράδυ στις 30/5/2023 και στην συνέχεια τράπηκε σε φυγή.

 

Σύμφωνα με την υπόθεση Τουμάζου ν Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 166/2016, το Δικαστήριο θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό όταν αμφισβητείται η ορθότητα της αναγνώρισης υπόπτου και να προειδοποιείται σύμφωνα με τις αρχές της υπόθεσης R. v. Turnbull [1976] 3 All ER 549. Ωστόσο η προειδοποίηση αυτή έχει νόημα μόνο εάν και εφόσον προηγουμένως το Δικαστήριο κρίνει ότι η αναγνώριση προέρχεται από αξιόπιστο μάρτυρα και το ζητούμενο είναι κατά πόσο, παρά ταύτα, προέβη σε λανθασμένη αναγνώριση. Στην εν λόγω υπόθεση το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την έφεση του εφεσείοντα, αναφέρθηκε στα κριτήρια που έλαβε υπόψη του το Πρωτόδικο Δικαστήριο, και συγκεκριμένα ότι, (1) επρόκειτο για αναγνώριση από το εδώλιο, (2) η στιχομυθία μεταξύ του αστυνομικού και του κατηγορούμενου διήρκησε περίπου 20 δευτερόλεπτα, (3) όταν ο αστυνομικός είχε ανεμπόδιστη ορατότητα υπό συνθήκες φωτισμού ημέρας, και (4) η συνομιλία έγινε πρόσωπο με πρόσωπο, σχεδόν εξ επαφής. Μάλιστα στην εν λόγω υπόθεση είχε ληφθεί υπόψιν το γεγονός ότι ο μάρτυρας είχε στο μεταξύ δει αρκετές φορές τον εφεσείοντα μετά το συμβάν και τον είχε αναγνωρίσει ως οδηγό του οχήματος. Όπως αναφέρθηκε τέτοια μαρτυρία είναι αποδεκτή με σκοπό να καταδειχθεί ότι η αναγνώριση στο εδώλιο δεν είναι προϊόν δεύτερης σκέψης ή λάθους.

 

Στην Turnbull (ανωτέρω), διαγράφονται οι κίνδυνοι από την εμφιλοχώρηση σφάλματος στην αναγνώριση υπόπτων και οι διαδικασίες που πρέπει να τηρούνται για να αποκλειστούν λάθη στην αναγνώριση. Ανάλογη καθοδήγηση παρέχεται και για την αξιολόγηση μαρτυρίας αναγνώρισης υπόπτων και της σημασίας ενισχυτικής μαρτυρίας ως ασφαλιστικής δικλείδας για την αποφυγή λαθών που μπορεί να παρεισφρήσουν στην αναγνώριση.

 

Ως λέχθηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν Νεοφύτου Κωνσταντίνου Ιωάννου (2013) 2 ΑΑΔ 601, θέμα εφαρμογής των αρχών που τέθηκαν στην Turnbull εγείρεται μόνο όταν η υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου εξαρτάται αποκλειστικά ή ουσιαστικά, από την αναγνωριστική μαρτυρία και η ορθότητα της εν λόγω μαρτυρίας αμφισβητείται από την υπεράσπιση. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα:

 

«Η υποστηρικτική μαρτυρία σε θέματα αναγνώρισης υπόπτων πρέπει να έχει προέλευση ανεξάρτητη από το μάρτυρα, τη μαρτυρία του οποίου αποβλέπει να υποστηρίξει και ταυτόχρονα να τείνει να υποστηρίξει την ορθότητα της αναγνώρισης, αποκλείοντας, κατά το δυνατό, το ενδεχόμενο λάθους.

 

Δεν εγείρεται θέμα εφαρμογής των αρχών της Turnbull και κατ' επέκταση θέμα αναζήτησης υποστηρικτικής μαρτυρίας, στην περίπτωση που το Δικαστήριο δεν θα ήταν διατεθειμένο, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, να δεχθεί ως αληθή και να στηριχθεί σ' αυτήν, την εκδοχή του μάρτυρα ότι όντως είδε το δράστη. Σε μια τέτοια περίπτωση το θέμα τελειώνει εκεί.

 

Σε περίπτωση όμως, που ο μάρτυς, όντως είδε το δράστη και το ζητούμενο είναι η ορθότητα της αναγνώρισης του υπόπτου στο πρόσωπο του δράστη, τότε και μόνο τότε, εγείρεται θέμα εφαρμογής των αρχών που τέθηκαν στην Turnbull. Κοντολογίς, το θέμα είναι αποκλειστικά θέμα ποιότητας της αναγνωριστικής μαρτυρίας.

 

Αν η ποιότητα της αναγνώρισης είναι ικανοποιητική σε βαθμό που το δικαστήριο αισθάνεται ασφαλές να στηριχθεί σ' αυτή χωρίς υποστηρικτική μαρτυρία, τότε δεν συντρέχει λόγος αναζήτησης τέτοιας μαρτυρίας.

 

Αν όμως η ποιότητα της μαρτυρίας αναγνώρισης είναι φτωχή, τότε το δικαστήριο θα πρέπει να αθωώσει τον κατηγορούμενο, εφόσον άλλωστε, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής εδράζεται αποκλειστικά ή ουσιαστικά επί της αναγνωριστικής μαρτυρίας, εκτός αν υπάρχει άλλη μαρτυρία, όχι κατ' ανάγκη αναγνωριστικής φύσης, η οποία τείνει να υποστηρίξει την ορθότητα της αναγνώρισης, αποκλείοντας, κατά το δυνατό, το ενδεχόμενο λάθους (βλ. Younnas (2012) ENCA CRIM. 2022, στην οποία υιοθετήθηκαν πλήρως οι αρχές της Turnbull).

 

Επομένως, δεν τίθεται θέμα υποχρέωσης ή μη του εκδικάζοντος την υπόθεση δικαστηρίου να αναζητήσει υποστηρικτική μαρτυρία, εφόσον, ούτως ή άλλως, τέτοια μαρτυρία, υπόκειται στη βάσανο της αξιολόγησης αφού αυτή αποτελεί μέρος του συνόλου της μαρτυρίας που κρίθηκε αξιόπιστη».

 

Στην πιο πάνω υπόθεση, το Κακουργιοδικείο δεν αποδέχθηκε την εκδοχή των μαρτύρων κατηγορίας ότι είδαν τον κατηγορούμενο, και επομένως δεν τέθηκε ζήτημα εφαρμογής των αρχών της Turnbull.

 

Επομένως, σύμφωνα με τις πιο πάνω αρχές, όταν μια υπόθεση εναντίον κατηγορούμενου στηρίζεται σε αναγνωριστική μαρτυρία, που κατά την υπεράσπιση είναι εσφαλμένη, ο Δικαστής οφείλει να αυτοπροειδοποιείται για την ειδική ανάγκη προσοχής πριν καταδικάσει με βάση την αναγνώριση αυτή. Οφείλει επίσης να εξηγεί σαφώς τον λόγο που χρειάζεται μια τέτοια αυτοπροειδοποίηση και ότι ένας μάρτυρας που έκανε λάθος στην αναγνώριση του κατηγορούμενου μπορεί να είναι πειστικός, και έστω και αν υπάρχει αριθμός τέτοιων μαρτύρων μπορεί όλοι να έκαναν λάθος.

 

Το Δικαστήριο μπορεί και στην απουσία υποστηρικτικής μαρτυρίας να αποφασίσει με ασφάλεια κατά πόσο η αναγνώριση ενός κατηγορούμενου ήταν επαρκής από ένα μάρτυρα, αφού όμως λάβει υπόψη διαφόρους παράγοντες, ήτοι το χρονικό διάστημα για το οποίο διατηρήθηκε οπτική επαφή, την απόσταση, το είδος του φωτισμού, τυχόν ύπαρξη εμποδίου στην ορατότητα, κατά πόσο ο μάρτυρας γνώριζε ή είχε δει τον κατηγορούμενο προηγουμένως και αν η απάντηση στο τελευταίο ζήτημα είναι θετική, τότε πόσες φορές. Επίσης μπορεί να λάβει υπόψη του τον χρόνο που μεσολάβησε από την ώρα που τον είδε αρχικώς μέχρι την αναγνώριση που έγινε στον αστυνομικό σταθμό και αν υπήρξε οποιαδήποτε ουσιώδης αντίφαση με την περιγραφή που έδωσε για τον κατηγορούμενο και για την εμφάνιση του όταν πρωτομίλησε με την Αστυνομία.

 

Ακόμη και όταν ένας μάρτυρας ισχυρίζεται ότι αναγνωρίζει κάποιον που ήδη γνωρίζει, το Δικαστήριο πρέπει να αυτουπενθυμίζεται ότι και στην περίπτωση αναγνώρισης στενών συγγενών και φίλων κάποτε γίνονται λάθη. Όταν η ποιότητα της αναγνωριστικής μαρτυρίας είναι καλή, τότε το Δικαστήριο μπορεί με ασφάλεια να εκτιμήσει την αξία της αναγνωριστικής μαρτυρίας έστω και αν δεν υπάρχει άλλη μαρτυρία που να την υποστηρίζει, δεδομένου πάντοτε ότι αυτοπροειδοποιηθεί καταλλήλως.

 

Έχοντας υπόψιν μου τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές, και μετά από αυτοπροειδοποίηση του παρόντος Δικαστηρίου για την ειδική ανάγκη προσοχής πριν προχωρήσει σε καταδίκη στην βάση της αναγνώρισης αυτής, κρίνω ότι στην υπό κρίση περίπτωση η ποιότητα της αναγνωριστικής μαρτυρίας από τον Μ.Κ.2 είναι καλή, και το Δικαστήριο μπορεί με ασφάλεια να εκτιμήσει την αξία της αναγνωριστικής μαρτυρίας, έστω και αν δεν υπάρχει άλλη μαρτυρία που να την υποστηρίζει για τους ακόλουθους λόγους:

(1)  Η απόσταση του Μ.Κ.2 με το πρόσωπο του οδηγού της μοτοσυκλέτας ήταν σε πολύ κοντινή απόσταση, περίπου μισό μέτρο∙

(2)  Η στιχομυθία μεταξύ του Μ.Κ.2 και του οδηγού της μοτοσυκλέτας διήρκησε περίπου 30 δευτερόλεπτα και έγινε πρόσωπο με πρόσωπο∙

(3)  Ο Μ.Κ.2 είχε ανεμπόδιστη ορατότητα∙

(4)  Ο φωτισμός στον εν λόγω δρόμο ήταν υψηλής έντασης και επιπλέον του οδικού φωτισμού, υπήρχε επιπρόσθετος φωτισμός από το ατομικό φανάρι που κρατούσε ο Μ.Κ.2 και το οποίο το είχε στραμμένο προς το πρόσωπο του οδηγού καθώς και λόγω του φωτισμού της μοτοσυκλέτας∙

(5)  Παρά το ότι ο οδηγός της μοτοσυκλέτας φορούσε κράνος, εντούτοις το γυαλί του ήταν διάφανο και ανοικτό και έτσι ο Μ.Κ.2 μπορούσε να αντιληφθεί τα χαρακτηριστικά του προσώπου του οδηγού και να διακρίνει το στόμα, την μύτη, τα μάτια και τα μαλλιά∙

(6)  Ο Μ.Κ.2 είχε δει στο παρελθόν τον Κατηγορούμενο όταν διενήργησε σε αυτόν έλεγχο αλκοόλης και τελικά κατήγγειλε τον Κατηγορούμενο για το εν λόγω αδίκημα. Συγκεκριμένα, πριν από έξι μήνες από το υπό κρίση περιστατικό, σε έλεγχο αλκοόλης, ο οποίος έλεγχος διάρκεσε περίπου μια ώρα, ο Μ.Κ.2 συνομίλησε με τον Κατηγορούμενο, και μάλιστα όπως ανέφερε του είχε κάνει εντύπωση το γεγονός ότι μιλούσε άπταιστα την κυπριακή διάλεκτο και ότι τα μαλλιά του ήταν τύπου «ράστα»∙ και

(7)  Η αναγνώριση του Κατηγορούμενου ως το πρόσωπο που οδηγούσε την μοτοσυκλέτα έγινε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα από την ώρα που τον είδε αρχικώς, αφού μετά την πάροδο δύο ωρών από την επαφή του Μ.Κ.2 με τον οδηγό, ο Κατηγορούμενος παρουσιάστηκε στην Τροχαία Πάφου. 

Η Υπεράσπιση προσπάθησε να προσβάλει την αξιοπιστία του Μ.Κ.2 σε σχέση με την αναγνώριση του Κατηγορούμενου, λόγω του ότι δεν ανέγραψε ο Μ.Κ.2 στην γραπτή του κατάθεση ότι ο οδικός φωτισμός ήταν υψηλής έντασης, ή ότι ο μπροστινός τροχός της μοτοσυκλέτας του σταμάτησε ανάμεσα στο πόδια του ή ότι το γυαλί του κράνους ήταν ανοιχτό. Δεν θεωρώ ότι τα πιο πάνω πλήττουν την αξιοπιστία του αξιολογούμενου μάρτυρα. Ασφαλώς, δεν αναμένεται σε μια να κατάθεση να δοθούν όλες οι λεπτομέρειες ενός συμβάντος.

 

Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι ο Μ.Κ.2 είπε την αλήθεια, και μπορώ με βεβαιότητα να στηριχθώ στα όσα ανέφερε. Ως εκ των ανωτέρω, αποδέχομαι την μαρτυρία που προσφέρθηκε από τον Μ.Κ.2 ως απόλυτα αξιόπιστη.

 

Κατηγορούμενος

Ο Κατηγορούμενος μετά που κρίθηκε εκ πρώτης όψεως ένοχος τήρησε το δικαίωμα της σιωπής. Σημειώνεται ότι δεν μπορούν να εξαχθούν ενοχοποιητικά συμπεράσματα από την άσκηση του δικαιώματος της σιωπής από τον Κατηγορούμενο, δικαίωμα το οποίο δίδει ο νόμος, αφού σε  αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχει κίνδυνος να παραβιαστεί το δικαίωμα εναντίον της μη αυτοενοχοποίησης και του τεκμηρίου της αθωότητας (βλ. Χάμαλης ν. Αστυνομικού Διευθυντή Αμμοχώστου (2010) 2 ΑΑΔ 329).

 

Στρέφομαι τώρα στο περιεχόμενο της κατάθεσης του Κατηγορούμενου που έδωσε στην Αστυνομία, ημερομηνίας 31/5/2023 (Τεκμήριο 5). Για σκοπούς πληρότητας, παρατίθεται κατωτέρω μια σύνοψη της ανακριτικής του κατάθεσης στην Αστυνομία.

 

Ο Κατηγορούμενος ανέφερε ότι είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέτας με αριθμούς εγγραφής [   ], την είχε αγοράσει το Μάιο του 2023, την είχε παρκαρισμένη στο σπίτι του αλλά δεν την οδηγούσε. Η εν λόγω μοτοσυκλέτα ήταν δηλωμένη ως ακινητοποιημένη και ο ίδιος δεν είναι κάτοχος άδειας οδήγησης. Στις 30/5/2023 και περί ώρα 21.40 βρισκόταν στην περιοχή κοντά στο «Kings Avenue Mall». Σε σχέση με τα υπό διερεύνηση αδικήματα ανέφερε στην ανακριτική του κατάθεση τα ακόλουθα «δεν έχω να πω τίποτε. Ότι έχω να πω θα το πω στο Δικαστήριο». Ανέφερε ότι όταν του τηλεφώνησαν πριν από λίγο για τα υπό διερεύνηση αδικήματα, ο ίδιος τους ενημέρωσε ότι δεν οδηγούσε την εν λόγω μοτοσυκλέτα και κάποιος πρέπει να την είχε κλέψει την μοτοσυκλέτα. Όταν στην συνέχεια μετέβηκε στο σπίτι του διαπίστωσε ότι η μοτοσυκλέτα του δεν ήταν εκεί, και έτσι μετέβηκε σε αστυνομικό σταθμό όπου και κατάγγειλε την κλοπή της μοτοσυκλέτας του.

 

Αυτά ανέφερε στην ανακριτική του κατάθεση. Το Δικαστήριο είναι ελεύθερο και μπορεί να αποδώσει την βαρύτητα που κρίνει ότι επιβάλλεται σε διαφορετικά μέρη της κατάθεσης. Καθοδηγητική επί του θέματος είναι η απόφαση Χαράλαμπος Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109, όπου υιοθετήθηκαν οι αρχές της αγγλικής απόφασης Duncan (1989) Cr. App. R 359. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

 

«Δηλώσεις του κατηγορουμένου που συνιστούν άμεσα ή έμμεσα παραδοχή του αδικήματος γίνονται παραδεκτές ως μαρτυρία κατ' εξαίρεση προς τον κανόνα που αποκλείει την εξ ακοής μαρτυρία (hearsay rule). Αυστηρή εφαρμογή του κανόνα περί εξ ακοής μαρτυρίας θα περιόριζε την αποδεικτική αξία του μέρους της κατάθεσης κατηγορουμένου που δεν συνιστά άμεσα ή έμμεσα παραδοχή σε πρωτογενή μαρτυρία (original evidence). Στην υπόθεση Duncan αποφασίστηκε ότι κάθε μέρος της κατάθεσης λαμβάνεται υπόψη και εκτιμάται και ως προς την αλήθεια των ισχυρισμών που προβάλλονται. Η προσέγγιση αυτή είναι και ρεαλιστική και δίκαιη. Τονίστηκε όμως στην Duncan ότι το Δικαστήριο είναι ελεύθερο και μπορεί να αποδώσει την βαρύτητα που κρίνει ότι επιβάλλεται σε διαφορετικά μέρη κατάθεσης. Όπως είναι φυσικό μπορεί να αποδοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στο μέρος εκείνο το οποίο συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια προς τα συμφέροντα του κατηγορουμένου. Είναι όμως ελεύθερο το Δικαστήριο να αποδώσει μικρότερη σημασία ή ακόμη να απορρίψει άλλα μέρη της κατάθεσης για τα οποία παρέχεται εξήγηση ή δικαιολογία για εκ πρώτης όψης εγκληματικές πράξεις. Συνοψίζοντας η απόφαση στην Duncan αφήνει το βάρος το οποίο θα αποδοθεί στα διάφορα μέρη της κατάθεσης κατηγορουμένου στη διακριτική ευχέρεια των κριτών των γεγονότων της υπόθεσης».

 

Διερχόμενη της κατάθεσης του Κατηγορούμενου παρατηρώ ότι παραδέχεται ότι ήταν ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέτας με αριθμούς εγγραφής [  ], αυτή ήταν ακινητοποιημένη και ο ίδιος δεν είναι κάτοχος άδειας οδήγησης για την εν λόγω κατηγορία. Αυτά άλλωστε προέκυψαν ως αδιαμφησβήτητα γεγονότα.

 

Στην συνέχεια αναφέρει την δική του εκδοχή ως προς τα γεγονότα της υπόθεσης, και συγκεκριμένα ότι δεν οδηγούσε ο ίδιος την εν λόγω μοτοσυκλέτα, η οποία είχε κλαπεί από την οικία του όπου ήταν παρκαρισμένη. Το Δικαστήριο για να προσέδιδε σε αυτούς τους ισχυρισμούς βαρύτητα θα έπρεπε να δοθούν ενόρκως, έτσι ώστε να τεθούν στη βάσανο της αντεξέτασης. Μόνο τότε θα μπορούσε να κριθεί και να αξιολογηθεί η αξιοπιστία των ισχυρισμών αυτών.

 

Ε.   Ευρήματα Δικαστηρίου

Υπό το φως της πιο πάνω αξιολόγησης της μαρτυρίας που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, καθώς και από την τεθείσα ενώπιον μου αποδεκτή έγγραφη μαρτυρία, αλλά και από τα αδιαμφησβήτητα γεγονότα ως έχουν προκύψει μέσω του χειρισμού των συνηγόρων των μερών κατά την ακροαματική διαδικασία (βλ. Κυριακίδης ν Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολιτική           Έφεση 185/2012, 19/4/2018), καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση:

 

Στις 30/5/2023 και περί ώρα 21.40 ο Κατηγορούμενος οδηγούσε την μοτοσυκλέτα με αριθμούς εγγραφής [   ] στην Λεωφόρο Σπύρου Κυπριανού στην Πάφο με ταχύτητα 74 ΧΑΩ αντί 50 ΧΑΩ που είναι το ανώτατο όριο ταχύτητας στην εν λόγω λεωφόρο. Ο Μ.Κ.2, ο οποίος την δεδομένη στιγμή ήταν ένστολος, έκανε σήμα στον Κατηγορούμενο να σταματήσει στο αριστερό παγκέτο, αλλά αυτός δεν συμμορφώθηκε και ανέπτυξε ταχύτητα παραβιάζοντας τον κόκκινο φωτεινό σηματοδότη της συμβολής στην Λεωφόρο Σπύρου Κυπριανού με την οδό Μελίνας Μερκούρη, ανακόπτοντας στα αριστερά του, σύμφωνα με την πορεία του, την ελεύθερη πορεία οχήματος ταξί, και συνέχισε την πορεία του προς την Λεωφόρο Άγιων Αναργύρων όπου και διέφυγε.

 

Κατά τους ουσιώδεις χρόνους ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέτας με αριθμούς εγγραφής [   ] ήταν ο Κατηγορούμενος, και η εν λόγω μοτοσυκλέτα δεν καλυπτόταν από πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου και ήταν δηλωμένη ως ακινητοποιημένη από τις 24/5/2023.

Επίσης κατά την ουσιώδη περίοδο ο Κατηγορούμενος δεν ήταν κάτοχος άδειας οδήγησης μοτοσυκλέτας κατηγορίας Α ή Α2, όπως χρειάζεται για τον τύπο της μοτοσυκλέτας με αριθμούς εγγραφής [   ].

 

ΣΤ.Νομική πτυχή

Έχοντας υπόψη μου τις υπό εκδίκαση κατηγορίες, παραθέτω κατωτέρω το νομοθετικό πλαίσιο των κατηγοριών.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 8(1) του Περί Άδειας Οδήγησης Νόμου 94(Ι)/2001, ως ίσχυε κατά τους ουσιώδεις χρόνους, απαγορεύεται η οδήγηση μηχανοκίνητου οχήματος σε οποιοδήποτε δρόμο ή άλλο δημόσιο χώρο, εκτός αν ο οδηγός κατέχει ισχύουσα άδεια οδήγησης. Σχετικό είναι επίσης το άρθρο 3 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμος του 2000 (96(I)/2000), ως ίσχυε κατά τους ουσιώδεις χρόνους, όπου επιβάλει σε οποιοδήποτε πρόσωπο όπου χρησιμοποιεί μηχανοκίνητο όχημα σε οδό, να βρίσκεται σε ισχύ, σχετικά με τη χρήση του από το πρόσωπο αυτό, τέτοιο ασφαλιστήριο που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου.

 

Επιπλέον σύμφωνα με τους Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών 66/84, ως τροποποιήθηκαν και ίσχυαν κατά τους ουσιώδεις χρόνους:

·         Κάθε πρόσωπο το οποίο οδηγεί ή έχει την ευθύνη ή τον έλεγχο μηχανοκινήτου οχήματος, σε περίπτωση όπου καλείται από αστυνομικό με στολή να ακινητοποιήσει το όχημα του ή να ελαττώσει την ταχύτητα του οχήματος του έχει καθήκον και υποχρέωση να το πράξει (βλ. Κανονισμός 58(2)(στ))∙ και

·         Η ένδειξη του κόκκινου φανού σημαίνει απαγόρευση για κάθε όχημα που βρίσκεται στον δρόμο να προχωρήσει πέραν της γραμμή στάσης, της άσπρης δηλαδή γραμμής (βλ. Κανονισμός 66Β(1)(α)(i)).

 

Τέλος, σύμφωνα με τον Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμος του 1972 (86/1972), ως ίσχυε κατά τους ουσιώδεις χρόνους:

·         πρόσωπο το οποίο οδηγεί μηχανοκίνητόν όχημα με ταχύτητα μεγαλύτερη του ανώτατου ή μικρότερη του κατωτάτου ορίου ταχύτητος ως αυτή η ταχύτητα έχει ορισθεί υπό την αρμόδια αρχή είναι ένοχο αδικήματος (βλ. άρθρο 6(4))∙ και

·         Πρόσωπο το οποίο χρησιμοποιεί ή επιτρέπει τη χρήση οχήματος το οποίο δηλώθηκε ως ακινητοποιημένο είναι ένοχο αδικήματος (βλ. άρθρο 5Β(4)).

 

Ζ.    Βάρος Απόδειξης

Σε όλες τις ποινικές υποθέσεις, το βάρος της απόδειξης σωρευτικής συνύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος το έχει η Kατηγορούσα Aρχή, με υψηλότατο επίπεδο απόδειξης, δηλαδή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Εναπόκειται στην Κατηγορούσα Αρχή να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής (βλ. Φλουρής v. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ 401).

 

Η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδείξει, με αποδεκτή μαρτυρία, την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλSener Erbekci v. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ 434). Εάν στο τέλος της υπόθεσης μείνει έστω και η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του Δικαστηρίου για την ενοχή του Κατηγορούμενου, τότε αυτό θα πρέπει να αποφασισθεί υπέρ του και να απαλλαγεί της κατηγορίας.

 

Η πεμπτουσία της ποινικής δίκης είναι η θεμελιακή αρχή ότι η καταδίκη είναι επιτρεπτή μόνο όταν αναδύεται, ασφαλής, ως αποτέλεσμα κρυστάλλινης και χωρίς λογική αμφιβολία δικανικής πεποίθησης (βλ. ΧΧ ΧΧ ν Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 294/2018, ημερομηνίας 19/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:B474).

 

Η.   Κατάληξη

Έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω, δηλαδή την μαρτυρία που έχω κρίνει ως αποδεκτή, τα ευρήματα του Δικαστηρίου, την νομική πτυχή και το βάρος απόδειξης, καταλήγω ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος και κατά συνέπεια ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος σε όλες τις κατηγορίες.

 

 

(Υπογρ.)……………………………….

                                                                                           Λ. Χατζηξενοφώντος, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο