FRANCOUDI & STEPHANOU LTD ν. ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΙΔΗ κ.α., Αίτηση Αρ.: Κ26/20, 28/6/2024
print
Τίτλος:
FRANCOUDI & STEPHANOU LTD ν. ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΙΔΗ κ.α., Αίτηση Αρ.: Κ26/20, 28/6/2024

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

 

Ενώπιον:      Λ.Σ. Καμμίτση, Προέδρου και

                        Σπ. Σπυριδάκι και Κ. Φραγκούδη, Παρέδρων

Αίτηση Αρ.: Κ26/20

Μεταξύ:

FRANCOUDI & STEPHANOU LTD, εκ Λεμεσού

Αιτητών

και

 

1. ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΙΔΗ, εκ Λευκωσίας

2. ΜΑΡΙΝΑΣ ΠΑΝΤΕΛΙΔΟΥ, εκ Λευκωσίας

3. ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗ, εκ Λευκωσίας

Καθ’ ων η Αίτηση

----------------------------------------------------------------------------------------

28.6.2024

Για τους Αιτητές: κ. Χρ. Χατζηλοίζου για κ.κ. Χρήστος Χατζηλοίζου Δ.Ε.Π.Ε.

Για τους Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3: κ. Ρ. Μαππουρίδης και κα. Ι. Χαραλάμπους για κ.κ. Ρίκκος Μαππουρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

            Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση καταχωρήθηκε αρχικά την 22.9.2020 και τροποποιημένη την 22.6.2022 και μ’ αυτήν οι Αιτητές εξαιτούνται ως ακολούθως:

 

«1.     Ποσόν εκ €7260:- αντιπροσωπεύον τα ενοίκια της περιόδου από Ιούνιο του 2019 μέχρι και τον Μάρτιο του 2020.

2.       €158= Κατανάλωση νερού για την περίοδο από 4 Μαΐου 2020 μέχρι 3 Ιουλίου 2020 (καθυστερήσεις €149,60 = ΦΠΑ 0,40 = €8= πάγιο)

3.       Έξοδα πλέον 19% Φ.Π.Α [   ]

4.       Οποιανδήποτε περαιτέρω και/ή ετέραν θεραπεία το σεβαστό Δικαστήριο κρίνει δίκαια.»

 

Οι Αιτητές ισχυρίζονται ότι είναι νόμιμοι ιδιοκτήτες και/ή κάτοχοι και/ή δικαιούμενοι εις εγγραφήν και/ή άλλως πως, του καταστήματος το οποίο βρίσκεται επί της οδού Ζήνας Κάνθερ αρ.12Γ, Λευκωσία (εν τοις εφεξής καλούμενο «το επίδικο κατάστημα») και είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, δεόντως εγγεγραμμένη στην Κύπρο, με έδρα των εργασιών τους, τη Λεμεσό. Η ιδιότητα των Αιτητών, είναι παραδεκτή.

 

Κατά ή περί την 2.12.2014, δυνάμει γραπτής συμφωνίας συνομολογούμενης στη Λευκωσία, οι Αιτητές ενοικίασαν το επίδικο κατάστημα στον Καθ’ ου η Αίτηση 1, για την περίοδο από 1.12.2014 μέχρι 30.11.2016, αντί μηνιαίου ενοικίου εκ €600.-, προπληρωτέο την 1η ημέρα εκάστου επομένου μηνός μέχρι τη λήξη της ενοικίασης. Συμφωνήθηκε ότι το μηνιαίο ενοίκιο, σε περίπτωση όπου η ενοικίαση συνεχιζόταν μετά την 1.12.2016, θα αυξανόταν κάθε δύο χρόνια κατά 10%. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 άσκησε το δικαίωμα της ανανέωσης της ενοικιάσεως και το ενοίκιο για την περίοδο από 1.12.2016, ECLI:CY:AD:2016:D147 έως 1.12.2018, ήταν €660.- μηνιαίως και για την περίοδο από 1.12.2018 μέχρι 1.12.2020, ήταν €726.- μηνιαίως.

 

Κατά τη περί την 2.12.2014, οι Καθ’ ων η Αίτηση 2 και 3 εγγυήθηκαν προσωπικά, αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα, όλες τις υποχρεώσεις του Καθ’ ου η Αίτηση προς τους Αιτητές σε σχέση με την ως άνω γραπτή συμφωνία. Το ενοικιαζόμενο υποστατικό χρησιμοποιείτο από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, ως κουρείο. Είναι κατάστημα με μεσοπάτωμα και ένα χώρο στάθμευσης με αρ. 201. Οι προαναφερθέντες ισχυρισμοί είναι παραδεκτοί. Οι Αιτητές δικογραφούν επίσης ότι το επίδικο ανεγέρθηκε κατά ή περί το έτος 1988 και ότι καλύπτεται από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο.

 

Οι Αιτητές, με επιστολή του δικηγόρου τους κατά ή περί την 5.5.2020, κάλεσαν τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, όπως εντός 21 ημερών από της λήψεως της επιστολής, πληρώσει στους Αιτητές το ποσό των €8.712.-, το οποίο αντιπροσώπευε τα ενοίκια της περιόδου από τον Ιούνιο 2019 μέχρι και το Μάιο 2020. Η λήψη της επιστολής, είναι παραδεκτή. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρέδωσε την κατοχή του επίδικου κατά ή περί την 31.3.2020, παρέλειψε δε να πληρώσει το ως άνω οφειλόμενο ποσό. Η παράδοση της κατοχής την 31.3.2020, είναι παραδεκτή.

 

Απάντηση:

Απάντηση εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3 καταχωρήθηκε αρχικά την 13.10.2020 και τροποποιημένη την 29.6.2022 και μ’ αυτήν αρνούνται τις αιτούμενες θεραπείες, υπό Β 1, 3, και 4. Αναφορικά με την κατανάλωση νερού που αξιώνεται στην παράγραφο Β2 της Αίτησης, ο Καθ’ ου η Αίτηση, παραδέχεται ότι το ποσό που φαίνεται στο λογαριασμό της περιόδου 4.5.2020 – 3.7.2020, αποτελούσε καθυστερημένες οφειλές προηγούμενης περιόδου, τις οποίες αποδέχεται ότι οφείλει στους Αιτητές. Περαιτέρω, αρνούνται όλους μαζί και καθένα ξεχωριστά τους ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί περιέχονται στην Αίτηση του, εκτός όπου ρητά προβαίνουν σε παραδοχή. Σημειώνουμε πιο πάνω τις παραδοχές των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Εγείρεται προδικαστική ένσταση, ότι το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει την παρούσα Αίτηση, καθότι η ενοικίαση διέπεται από σύμβαση ημερομηνίας 2.12.2014, το δε ακίνητο είχε ανεγερθεί κατά/ή περί το έτος 1988 και δεν προβλήθηκε στην Αίτηση ισχυρισμός ότι κατά την 31.12.1999, το επίδικο ήταν είτε υπό ενοικίαση, είτε προς ενοικίαση για κατοικία ή κατάστημα, ώστε να εμπίπτει στη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου. Ο Καθ’ ου η Αίτηση ισχυρίζεται ότι το ακίνητο δεν καλύπτεται από θέσμια ενοικίαση, όπως νομολογήθηκε με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Φυσεντζίδη ν. K&C Snooker & Pool Entertainment.

 

Εγείρεται δεύτερη προδικαστική ένσταση, με την οποία ο Καθ’ ου η Αίτηση ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής ενεργεί κατά κατάχρηση διαδικασίας, αφού τα ενοίκια για την περίοδο από 1.6.2019 μέχρι 31.3.2020, ημέρα κατά την οποία παραδόθηκε στους Αιτητές η κατοχή του επίδικου, είχαν καταβληθεί ως ακολούθως:

 

α)       Επιταγή €660.00, αρ. 36466056 ημερομηνίας 28.5.2019

β)       Επιταγή €660.00, αρ. 36466057 ημερομηνίας 27.6.2019

γ)       Επιταγή €660.00, αρ. 36466058 ημερομηνίας 29.7.2019

δ)       Επιταγή €660.00, αρ. 36466060 ημερομηνίας 28.8.2019

ε)       Επιταγή €726.00, αρ. 36466061 ημερομηνίας 30.9.2019

στ)     Επιταγή €726.00, αρ. 36466062 ημερομηνίας 29.10.2019

ζ)       Επιταγή €726.00, αρ. 36466063 ημερομηνίας 27.11.2019

η)       Επιταγή €726.00, αρ. 36466064 ημερομηνίας 27.12.2019

θ)       Επιταγή €726.00, αρ. 36466065 ημερομηνίας 30.1.2020

ι)        Επιταγή €726.00, αρ. 36466067 ημερομηνίας 28.2.2020

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση δικογραφούν ότι το ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 2.12.2014, προνοούσε πως θα ανανεώνεται ανά διετία από την 1.12.2016 και μετά, εκτός αν ο ενοικιαστής ειδοποιήσει ότι δεν επιθυμεί την ανανέωση. Το συμβόλαιο ορίζει ως αρχικό ενοίκιο, ποσό ύψους €600,00. Σε περίπτωση που η ενοικίαση συνεχιζόταν μετά την 1.12.2016, το μηνιαίο ενοίκιο θα αυξανόταν κάθε 2 χρόνια κατά 10% επί του εκάστοτε τελευταίου ενοικίου. Είναι ισχυρισμός του Καθ’ ου η Αίτηση ότι, παρά τα όσα αναφέρονται στο ενοικιαστήριο έγγραφο, η πρώτη αύξηση απαιτήθηκε από την ιδιοκτήτρια εταιρεία, αντί την 1.12.2016, την 1.9.2017 και γι’ αυτό το πρώτο ενοίκιο των €660,00 καταβλήθηκε στις 8.9.2017. Από εκεί και πέρα, η επόμενη διετία ακολούθησε τις ημερομηνίες αυτές και για το λόγο αυτό, το πρώτο ενοίκιο των €726,00 καταβλήθηκε αντίστοιχα, στις 30.9.2019.

 

Ουδέποτε ζητήθηκε από τον Καθ’ ου η Αίτηση να καταβάλει αυξήσεις όπως προβλέπεται στο ενοικιαστήριο έγγραφο, αλλά με προφορική συμφωνία με τον εκπρόσωπο της Αιτήτριας, οι περίοδοι προσαρμόστηκαν όπως πιο πάνω. Σε κανένα στάδιο της ενοικίασης πριν τη λήξη της, δόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση οποιαδήποτε γραπτή ή προφορική ειδοποίηση με την οποία να αξιώνεται αύξηση το Δεκέμβριο αντί τον επόμενο Σεπτέμβριο, αλλά ούτε και διαμαρτυρήθηκε οποιοσδήποτε από την ιδιοκτήτρια, για το γεγονός της μετάθεσης της ημερομηνίας της διετούς προκαθορισμένης αύξησης ενοικίου.

 

Ο κύριος λόγος για τον οποίο μετατέθηκε η ημερομηνία αναπροσαρμογής της διετούς αύξησης του ενοικίου, μεταγενέστερα από την προβλεπόμενη από το ενοικιαστήριο έγγραφο περίοδο, ήταν ότι κατά το 2016, οι εργασίες των καταστημάτων της περιοχής δεν είχαν ακόμα ανακάμψει, ενώ στην περιοχή προγραμματιζόταν η διεξαγωγή κατασκευαστικών έργων ανάπλασης, τα οποία άρχισαν το Σεπτέμβριο 2018 και εμπόδιζαν την πρόσβαση στο επίδικο κατάστημα, μειώνοντας δραστικά τον κύκλο εργασιών του κομμωτηρίου.

 

Το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 5.5.2020, δεν ανταποκρινόταν στα πραγματικά γεγονότα, αφού τα ενοίκια είχαν πλήρως εξοφληθεί, ενώ η κατοχή του ακινήτου είχε επιστραφεί στους Αιτητές από 31.3.2020. Περαιτέρω, με βάση τον όρο 3 του ενοικιαστηρίου εγγράφου, αναγνωρίζεται ότι ο ενοικιαστής είχε δώσει ποσό €600.- ως εγγύηση. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αξιώνει ανταπαιτητικά το ποσό των €600,00 το οποίο κατέβαλε κατά την έναρξη της ενοικίασης, την 2.12.2014.

 

Απάντηση στην Απάντηση:

Το δικόγραφο των Αιτητών καταχωρήθηκε την 13.11.2020 και τροποποιημένο την 4.7.2022 και μ’ αυτό αρνούνται την προδικαστική ένσταση, ισχυρίζονται ότι το επίδικο εμπίπτει στην πρόνοια του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, ότι ο Καθ' ου η Αίτηση 1 είναι θέσμιος ενοικιαστής και ότι το επίδικο ανεγέρθηκε κατά ή περί το έτος 1988. Το επίδικο ακίνητο καλύπτεται από θέσμια ενοικίαση. Οι Αιτητές αρνούνται τους ισχυρισμούς των Καθ’ ων η Αίτηση και περαιτέρω, αιτούνται την απόρριψη της Ανταπαιτήσεως τους.

 

Ιστορικό:

Στην παρούσα υπόθεση, καταχωρήθηκε Κλήση για Οδηγίες σύμφωνα με τη Διαταγή 30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ως αυτοί ίσχυαν μέχρι την 31.8.2023 και το Δικαστήριο εξέδωσε εκατέρωθεν Διατάγματα αποκάλυψης εγγράφων, με τα οποία συμμορφώθηκαν και οι δύο πλευρές. Έδωσε επίσης οδηγίες για την καταχώρηση Καταλόγου Μαρτύρων και Σύνοψης Μαρτυρίας.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση, δήλωσε ως παραδεκτά, ότι: το Τεκμήριο 1 είναι το ενοικιαστήριο έγγραφο, αυτό νομίμως υπεγράφη, το επίδικο είναι ενοικιοστασιακό, το Τεκμήριο 2 παραλήφθηκε, το ποσό των €158.- είναι οφειλόμενο, οι Αιτητές είναι ιδιοκτήτες του ακινήτου και, εάν εκδοθεί Απόφαση, οι Αιτητές είναι δικαιούχοι να εισπράξουν οποιοδήποτε ποσό.

 

Μαρτυρία και αξιολόγηση:

Αιτητών:

            Πρώτος μάρτυρας για την πλευρά των Αιτητών, κατέθεσε ο κ. Νικόλας Νικολαΐδης. Ο κ. Νικολαΐδης κατέθεσε Γραπτή Δήλωση, το Τεκμήριο Α, ως μέρος της κυρίως εξέτασης του. Εργάζεται στην υπηρεσία των Αιτητών ως λογιστής από το 1992 και γνωρίζει τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Κατά ή περί την 2.12.2014, στη Λευκωσία, δυνάμει γραπτής συμφωνίας, οι Αιτητές ενοικίασαν στον Καθ’ ου η Αίτηση 1, για την περίοδο από 1.12.2014 μέχρι 30.11.2016, το κατάστημα το οποίον ευρίσκεται επί της οδού Ζήνας Κάνθερ 12Γ, αντί μηνιαίου ενοικίου εκ €600.-, προπληρωτέον την 1η ημέρα εκάστου επόμενου μηνός, μέχρι τη λήξη της ενοικιάσεως, για την περίοδο από 1.12.2014 μέχρι 30.11.2016. Δυνάμει της ενοικιάσεως, συμφωνήθηκε ότι το ενοίκιο, σε περίπτωση όπου η ενοικίαση συνεχιζόταν μετά την 1.12.2016, θα αυξανόταν κάθε δύο χρόνια κατά 10% πάνω στο τελευταίο ενοίκιο.

 

Ο κ. Νικολαΐδης κατέθεσε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 άσκησε το δικαίωμα της ανανέωσης της ενοικιάσεως, το ενοίκιο για την περίοδο από 1.12.2016 – 1.12.2018, ήταν €660.- μηνιαίως και για την περίοδο από 1.12.2018 μέχρι 1.12.2020, ήταν €726.- μηνιαίως. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του μάρτυρα, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δεν κατέστη θέσμιος ενοικιαστής, εφόσον άσκησε το δικαίωμα ανανέωσης της συμβατικής ενοικίασης. Βλέπετε σχετικά και πιο κάτω.

 

Κατά τη περί την 2.12.2014, οι Καθ’ ων η Αίτηση 2 και 3, εγγυήθηκαν προσωπικά, αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα, όλες τις υποχρεώσεις του Καθ’ ου η Αίτηση προς τους Αιτητές σε σχέση με την ως άνω γραπτή συμφωνία. Το ενοικιαζόμενο υποστατικό χρησιμοποιείτο από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ως κουρείο. Είναι κατάστημα με μεσοπάτωμα και ένα χώρο στάθμευσης. Το ενοικιαζόμενο υποστατικό ανεγέρθηκε κατά ή περί το έτος 1988 και καλύπτεται από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο. Ουδέν κατάθεσε ο μάρτυρας περί της ενοικίασης ή προσφοράς προς ενοικίασην του επίδικου καταστήματος, κατά την 31.12.1999, παρόλο που το ζήτημα αυτό ηγέρθη προσηκόντως από τους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Οι Αιτητές, με επιστολή του δικηγόρου τους κατά ή περί την 5.5.2020, κάλεσαν τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, όπως εντός 21 ημερών από της λήψης της επιστολής, πληρώσει στους Αιτητές το ποσό των €7.260, το οποίο αντιπροσώπευε τα ενοίκια της περιόδου από Ιούνιο 2019 μέχρι Μάρτιο 2020, πλέον €158.- απλήρωτο νερό. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρέδωσε την κατοχή του επίδικου κατά ή περί την 31.3.2020, αλλά παρέλειψε να πληρώσει το ως άνω οφειλόμενο ποσό. Ισχυρίστηκε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είναι θέσμιος ενοικιαστής.

 

Αναφορικά με την ιδιοκτησία του επίδικου, ο Μ.Α.1 κατέθεσε ότι ο παλιός τίτλος ήταν γραμμένος στην Federated Agencies Ltd., που είναι μέλος του ομίλου των Αιτητών. Ο νέος τίτλος είναι στο όνομα των Αιτητών. Η εταιρεία Federated Agencies Ltd., διαλύθηκε.

Ο μάρτυρας ετοίμασε Κατάσταση Πληρωμών (Τεκμήριο 6), από τα ενοίκια για τα οποία εξέδιδαν απόδειξη κάθε μήνα, από τις αποδείξεις που έδιναν στον πελάτη και από τα ποσά. Τις αποδείξεις τις εξέδιδε κάποιος συνεργάτης των Αιτητών στη Λευκωσία. Ήταν υπάλληλος της εταιρείας Aeolos Cyprus Travel Ltd., η οποία ανήκει στον όμιλο εταιρειών των Αιτητών, ονόματι Λάμπρος Μάρκου. Οι εν λόγω αποδείξεις είναι στους φακέλους του μάρτυρα, συνημμένες με τις καταθέσεις. Ο κ. Μάρκου παρέδιδε αποδείξεις στον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Τον πρώτο χρόνο, το 2015, εξέδιδε τις αποδείξεις είσπραξης μία κοπέλα, ονόματι Σ.Δ., η οποία έφυγε από την εταιρεία και μετά, ανέλαβε ο κ. Μάρκου να τις εκδίδει και να τις παραδίδει.

 

Οι αποδείξεις κατατέθηκαν ως Τεκμήριο 5, δέσμη εγγράφων. Σ’ αυτές, μέχρι 5.1.2016, υπέγραφε η κα. Σ.Φ. (προηγούμενα, ο μάρτυρας είχε αναφέρει άλλο επίθετο), η οποία ήταν γραμματέας και στη συνέχεια, ο κ. Λάμπρος Μάρκου. Ο κ. Μάρκου εισέπραττε τα ενοίκια, ενώ η Σ.Φ. δεν εισέπραττε, μόνο εξέδιδε την απόδειξη. Η πρωτότυπη απόδειξη διδόταν στον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Η δεύτερη απόδειξη στελνόταν στους Αιτητές, μαζί με την κατάθεση ή μαζί με το αντίγραφο της επιταγής, όταν δίδονταν επιταγές και ελέγχονταν όλα από το λογιστήριο και το μάρτυρα.

 

Στο Τεκμήριο 6, η αναφορά σε «invoice», είναι για το εσωτερικό τιμολόγιο που εκδίδουν για τα βιβλία της εταιρείας. Είναι εσωτερικό έγγραφο, για σκοπούς των Αιτητών. Είναι η ημερομηνία που βγαίνει το ενοίκιο, όπως είπε και είναι πάντα η πρώτη του μήνα. Η δεύτερη ημερομηνία, είναι η ημερομηνία που εισέπραξαν από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 και είναι η ημερομηνία της απόδειξης. Στο Τεκμήριο 6, η ημερομηνία 1.12.2016, είναι η ημερομηνία του ενοικίου, η ημερομηνία που εισέπραξαν είναι η 11.9.2017 και το γράφει πάνω στην απόδειξη. Ο κ. Νικολαΐδης κατέθεσε ότι η πρώτη αύξηση πληρώθηκε την 11.9.2017. Η πρώτη αύξηση έγινε την 1.12.2016, δύο χρόνια μετά την 1.12.2014, όπως έλεγε το συμβόλαιο. Η δεύτερη αύξηση την 1.12.2018, μετά από άλλα δύο χρόνια, σύμφωνα με το συμβόλαιο. Πληρώθηκε την 30.9.2019 και αφορούσε το Δεκέμβριο 2018.

 

Σε σχέση με τις επιταγές που δικογραφούνται στην Απάντηση (βλέπετε πιο πάνω), ο μάρτυρας κατέθεσε ότι αυτές εξόφλησαν τα ενοίκια, με τη σειρά και αντίστοιχα, Αυγούστου 2018 έως Μαΐου 2019, αμφοτέρων περιλαμβανομένων. Οι Αιτητές ζητούσαν αύξηση του ενοικίου τηλεφωνικώς και πάρα πολλές φορές τηλεφωνούσαν στον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ότι έχει καθυστερημένα ενοίκια, αλλά τους αγνοούσε. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 πάντοτε λάμβανε απόδειξη όταν πλήρωνε. Ο κ. Νικολαΐδης κατέθεσε ότι οι αποδείξεις έγραφαν ημερομηνία, ήταν αριθμημένες βάσει του ενοικίου, αν είχε δοθεί επιταγή, έγραφε τον αριθμό της, ή αν ήταν μετρητά το έγραφε και για ποια περίοδο ενοικίου πλήρωσε ο ενοικιαστής.

 

Κατά την αντεξέταση του, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι δεν επισκέφθηκε το υποστατικό, αλλά γνωρίζει πού είναι τα γραφεία των Αιτητών, επειδή ανήκουν στον όμιλο τους και πριν ενοικιαστεί, το χρησιμοποιούσαν ως γραφείο. Δεν γνωρίζει εάν ο δρόμος όπου κείται το επίδικο, ήταν κλειστός λόγω κατασκευαστικών έργων, επειδή κατοικεί στη Λεμεσό. Στεγάζονταν εκεί και τα γραφεία της εταιρείας του ομίλου των Αιτητών, Aeolos Travel Cyprus Ltd. Δεν έχει συνεργασία με την Aeolos, είναι εταιρεία στην οποία κατέχουν μετοχές, έχει ξεχωριστό λογιστήριο και διευθυντές. Ούτε ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, ούτε από την Aeolos, του ανέφεραν ότι ο δρόμος ήταν κλειστός.

 

Το όνομα της υπαλλήλου που υπέγραφε τις αποδείξεις μεταξύ 1.12.2014 και 5.1.2016, ήταν Σ.Φ. Έφυγε από την εταιρεία την 5.1.2016. Παρέδιδε τις αποδείξεις στον κ. Μάρκου. Ο κ. Νικολαΐδης κατέθεσε ότι, στο Έγγραφο Α προς Αναγνώρισην, υπάρχει μία μαύρη γραμμή και δεν φαίνεται η ημερομηνία και ο αριθμός απόδειξης. Ο γραφικός χαρακτήρας είναι ακριβώς ο ίδιος ως στο Τεκμήριο 5. Οι τελευταίες τρεις αποδείξεις είναι του κ. Μάρκου και όχι της Σ.Φ., η υπογραφή είναι διαφορετική.

 

Υποβλήθηκε στο μάρτυρα ότι απαιτήθηκε αύξηση ενοικίου, αντί την 1.12.2016, την 1.9.2017, οπότε το ποσό των €660.- που έπρεπε να δοθεί στα δύο χρόνια, απαιτήθηκε την 1.9.2017, μετά από προφορική συμφωνία με τον κ. Λάμπρο Μάρκου, σε συνεννόηση με τα γραφεία των Αιτητών. Ο κ. Νικολαΐδης αποκρίθηκε ότι ο κ. Μάρκου δεν είχε δικαίωμα να κάμει τέτοια συμφωνία, ήταν εισπράκτορας. Ήταν υπάλληλος της Aeolos και ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ήταν πελάτης. Αυτό ισχύει και για την μεταγενέστερη αύξηση. Αν ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είχε απαίτηση, έπρεπε να τους τη στείλει. Με βάση το ενοικιαστήριο έγγραφο, οι Αιτητές δεν είχαν υποχρέωση να του το δώσουν γραπτώς. Στις 8.9.2017, πληρώθηκε το ενοίκιο του Δεκεμβρίου 2016, διότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είχε απλήρωτα 9 ενοίκια μέχρι εκείνη την περίοδο. Στις 30.9.2019, εξοφλήθηκε το ενοίκιο Δεκεμβρίου 2018. Ήταν η πρώτη φορά που δόθηκε η αύξηση στα €726.-. Στην προηγούμενη απόδειξη, ο Καθ’ ου η Αίτηση πλήρωσε €660.- και ήταν για τον Νοέμβριο 2018.

 

Ο Μ.Α.1 δέχθηκε ότι οι επιταγές που του επιδείχθηκαν, Έγγραφον Β προς Αναγνώρισην, είναι αυτές που αναφέρονται στο Τεκμήριο 6 ότι δόθηκαν για πληρωμή ενοικίου. Στις αποδείξεις του Τεκμηρίου 5, την περίοδο για την οποία γινόταν η πληρωμή, την έγραφε εκείνος που υπέγραφε την απόδειξη και αυτά ελέγχονταν και από το λογιστήριο των Αιτητών εκ των υστέρων, όταν τα έστελναν στη Λεμεσό.

 

Ο κ. Νικολαίδης είναι ο Αρχιλογιστής των Αιτητών και επί θεμάτων που αφορούν την αρμοδιότητα του, δηλαδή τις πληρωμές του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και τις οφειλές του, κατέθεσε ειλικρινώς και ευθαρσώς, με σαφήνεια και ικανοποιητικά στοιχεία, τα οποία εν τέλει, δεν αμφισβητήθηκαν κιόλας. Κρίνεται ως μάρτυρας της αλήθειας και η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή. Αναφορικά με το καθεστώς του Καθ’ ου η Αίτηση 1 ως θέσμιου ενοικιαστή, ήταν φανερόν ότι δεν είχε επαρκή γνώση ώστε να διαμορφώσει κρίση.

 

Δεύτερος μάρτυρας για τους Αιτητές, κατέθεσε ο κ. Λάμπρος Μάρκου. Μεταξύ 1.12.2014 και 31.12.2020, εργαζόταν στην Aeolos Cyprus Travel Ltd. Η εταιρεία στην οποία εργαζόταν, είναι θυγατρική των Αιτητών. Μεταξύ 2014 και 2020, τα γραφεία τους ήταν στην οδό Ζήνας Κάνθερ. Ο μάρτυρας γνωρίζει τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, ο οποίος διατηρούσε κουρείο στη γειτονιά όπου εργαζόταν και είναι και ο κουρέας του. Ο μάρτυρας εργαζόταν στον τέταρτο όροφο και ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, στο ισόγειο.

 

Υποδείχθηκε στο μάρτυρα το Τεκμήριο 5. Κατέθεσε ότι σ’ ορισμένες αποδείξεις υπάρχει η δική του υπογραφή και σ’ άλλες, η υπογραφή άλλου συναδέλφου του. Συγκεκριμένα, του Γ.Ι. που ήταν Οικονομικός Διευθυντής. Στις αποδείξεις από 30.12.2014 μέχρι 5.1.2016, δεν είναι η δική του υπογραφή. Από 16.2.2016 μέχρι 28.2.2020, υπέγραψε ο ίδιος. Εκτός από τις δύο πρώτες αποδείξεις, που δεν ήταν παρών, τις υπόλοιπες τις παρέδωσε ο ίδιος στον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Είναι της δικής τους εταιρείας. Πήγαινε στο κατάστημα του Καθ’ ου η Αίτηση 1, ο τελευταίος του έδινε μετρητά ή επιταγή, ο μάρτυρας τα έπαιρνε στο γραφείο του και πήγαινε πίσω να δώσει απόδειξη στον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δεν του είχε διαμαρτυρηθεί για τις αποδείξεις.

Ο κ. Μάρκου κατέθεσε ότι το Έγγραφον Α προς Αναγνώρισην, είναι παρόμοιο με τις αποδείξεις, απλώς λείπει η ημερομηνία και ο αριθμός της απόδειξης. Ο ίδιος δεν παρέδωσε ποτέ τέτοια απόδειξη στον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Γίνονταν έργα στο δρόμο του επίδικου από το Σεπτέμβριο 2018. Την περίοδο αυτή, το κουρείο λειτουργούσε. Ο μάρτυρας περνούσε καθημερινά από εκεί, για να πάει στο γραφείο του.

 

Κατά την αντεξέταση του, ο Μ.Α.2 κατέθεσε ότι οι αποδείξεις τυπώνονταν στον ηλεκτρονική υπολογιστή, έδινε μία εκτύπωση στον Καθ’ ου η Αίτηση 1, μία έμενε στη Λευκωσία και άλλη στελνόταν στη Λεμεσό. Οι αποδείξεις δίνονταν αυθημερόν. Δεν ζητούσε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 να υπογράψει κατά την παραλαβή της απόδειξης, δεν είχε εξουσιοδότηση να ζητήσει και δεν του ζητήθηκε από το λογιστήριο. Δέχθηκε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 υπέγραφε τις επιταγές και ότι τις συμπλήρωνε ο μάρτυρας, όπως και το στέλεχος. Υποδείχθηκε στο μάρτυρα και αναγνώρισε το γραφικό του χαρακτήρα, στα στελέχη επτά επιταγών στο μπλοκ Τεκμήριο 7, σε στελέχη δέκα πέντε επιταγών στο μπλοκ Τεκμήριο 8 και σε στελέχη επτά επιταγών στο Τεκμήριο 9

 

Ο κ. Μάρκου είχε εις χείρας του σε κάποια φάση, όπως είπε, το ενοικιαστήριο έγγραφο για το επίδικο κατάστημα. Ενημερωνόταν από το συμβόλαιο για το πότε έπρεπε να δοθούν αυξήσεις. Η αύξηση έπρεπε να δοθεί το Δεκέμβριο 2016, αλλά αφού τα ενοίκια δεν ήταν πληρωμένα από το Σεπτέμβριο 2016, πήγαιναν με το παλιό ενοίκιο. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι δεν είχε ούτε ρόλο, ούτε εξουσιοδότηση σε οποιαδήποτε συμφωνία να παραμείνει το ενοίκιο από Δεκέμβριο 2016. Συμφώνησε ότι η προσέλευση πελατών στο επίδικο, μειώθηκε κατά τη διάρκεια των οδικών έργων, αλλά εάν είχε γίνει οποιαδήποτε συμφωνία να δοθεί η αύξηση καθυστερημένα, το Σεπτέμβριο 2019, δεν τον ενημέρωσε κανείς και ο ίδιος δεν είχε εξουσιοδότηση να κάμει τέτοια συμφωνία. Έτυχε να πει στον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ότι οφείλει ποσό και έγραφε και στην απόδειξη τι όφειλε.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 έστειλε email ότι θα φύγει αλλά ο μάρτυρας δεν θυμόταν πότε. Ο ίδιος δεν του είπε να πληρώσει τα καθυστερημένα ενοίκια του πριν φύγει. Ο κ. Λάμπρου έφυγε από την εργασία του τον Απρίλιο 2022. Από το Μάρτιο 2020 μέχρι την αποχώρηση του από την εργασία του, δεν του είχε ζητήσει κανένας να επισκεφθεί τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 και να του πει ότι οφείλει οποιοδήποτε ποσό.

Στρωτή μαρτυρία, με ειρμό και σειρά, σαφής και άμεσος, ο μάρτυρας αναγνώρισε την υπογραφή του και το γραφικό χαρακτήρα του σε αποδείξεις και στελέχη επιταγών, δεν ανασκεύασε, δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις, δεν κόμπιασε, ούτε προσπάθησε να κρυφτεί ή να απαντήσει με μισόλογα. Τον έχουμε πιστέψει και η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή.

 

Καθ’ ου η Αίτηση:

Μοναδικός μάρτυρας για την πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση, κατέθεσε ο ίδιος ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, κ. Ευγένιος Παντελίδης. Ο κ. Παντελίδης κατέθεσε Γραπτή Δήλωση, το Τεκμήριο Β, ως μέρος της κυρίως εξέτασης του. Είναι ο ιδιοκτήτης του Κουρείου/Κομμωτηρίου με την επωνυμία «FREE FORM», το οποίο στεγαζόταν μέχρι τις 31.3.2020, στο υποστατικό των Αιτητών, στην οδό Ζήνας Κάνθερ αρ. 12 Γ, στη Λευκωσία.

 

Το αρχικό ενοικιαστήριο έγγραφο, ημερομηνίας 2.12.2014, προνοούσε για ενοίκιο ύψους €600.- για την περίοδο από 1.12.2014 έως 30.11.2016, ενώ προνοούσε για την περίοδο από 1.12.2016 μέχρι 30.11.2018, αύξηση 10%, δηλαδή ενοίκιο ύψους €660.-. Το τελευταίο καταβλητέο ενοίκιο θα έπρεπε επίσης να αναπροσαρμοστεί με αύξηση 10%, δηλαδή σε ποσό ύψους €726.-, για την περίοδο από 1.12.2018 μέχρι 30.11.2020. Η περίοδος ενοικίασης ήταν από 1.12.2014 μέχρι 30.11.2016 και, επομένως, κάθε επόμενη αύξηση θα έπρεπε να αντιστοιχεί στις περιόδους αυτές, όπως είπε.

 

Ο κ. Παντελίδης κατέθεσε ότι, παρά τα όσα αναφέρονται στο ενοικιαστήριο έγγραφο, η πρώτη αύξηση απαιτήθηκε από την ιδιοκτήτρια εταιρεία, αντί την 1.12.2016, την 1.9.2017 και γι’ αυτό το πρώτο ενοίκιο των €660.- καταβλήθηκε στις 8.9.2017. Σημειώνουμε ότι ο κ. Παντελίδης δεν κατέθεσε πώς ζητήθηκε τότε η αύξηση από τους Αιτητές. Με επιστολή, προφορικά; Οι μάρτυρες των Αιτητών είχαν καταθέσει ότι αφενός, δεν ήταν ανάγκη να του ζητήσουν αύξηση, αφού υπήρχε πρόνοια και αφετέρου, ότι δεν είχε γίνει οποιαδήποτε συμφωνία για την καθυστέρηση στην καταβολή της αύξησης.

 

Ο κ. Παντελίδης κατέθεσε ότι, από εκεί και πέρα, η επόμενη διετία ακολούθησε τις ημερομηνίες αυτές και για το λόγο αυτό, το πρώτο ενοίκιο των €726.- καταβλήθηκε, αντίστοιχα, στις 30.9.2019. Ουδέποτε του ζητήθηκε να καταβάλει αυξήσεις όπως προβλέπεται στο ενοικιαστήριο έγγραφο, αλλά με προφορική συμφωνία με τον εκπρόσωπο των Αιτητών, οι περίοδοι προσαρμόστηκαν όπως πιο πάνω και τούτο, γιατί οι ιδιοκτήτες αναγνώρισαν την οικονομική κρίση που υπήρχε, ενώ από το 2018, το υποστατικό υπολειτουργούσε λόγω των κατασκευαστικών έργων που διεξάγονταν και διάρκεσαν πέραν από 20 μήνες. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 κατέθεσε ότι, σε κανένα στάδιο της ενοικίασης πριν τη λήξη της, του δόθηκε οποιαδήποτε γραπτή ή προφορική ειδοποίηση, με την οποία να αξιώνεται αύξηση το Δεκέμβριο αντί τον επόμενο Σεπτέμβριο, αλλά ούτε και διαμαρτυρήθηκε οποιοσδήποτε από την ιδιοκτήτρια, για το γεγονός της μετάθεσης της ημερομηνίας της διετούς προκαθορισμένης αύξησης ενοικίου.

 

Ειρήσθω εν παρόδω, παρόλο που αρχικά η γραμμή της υπεράσπισης ήταν ότι συμφωνήθηκε προφορικά η μετάθεση της ημερομηνίας έναρξης της πρώτης αύξησης, και, κατά συνέπεια και της δεύτερης, στη συνέχεια άλλαξε, προς την κατεύθυνση ότι δεν είχε δοθεί η αύξηση ενωρίτερα, δηλαδή στο συμφωνηθέντα αρχικά χρόνο, αλλά όταν ζητήθηκε από τους Αιτητές.

 

Ο κύριος λόγος για τον οποίο μετατέθηκε η ημερομηνία αναπροσαρμογής της διετούς αύξησης του ενοικίου, μεταγενέστερα από την προβλεπόμενη από το ενοικιαστήριο έγγραφο περίοδο, ήταν ότι κατά το 2016, οι εργασίες των καταστημάτων της περιοχής δεν είχαν ακόμα ανακάμψει, ενώ στην περιοχή προγραμματιζόταν η διεξαγωγή κατασκευαστικών έργων ανάπλασης. Τελικά, το έργο παραδόθηκε στις 31.5.2020, αλλά η πρόσβαση στο επίδικο από την ανάπλαση του οδικού δικτύου, είχε γίνει μερικούς μήνες νωρίτερα. Η έκταση των κατασκευαστικών έργων και οι επιπτώσεις τους στον κύκλο εργασιών της επιχείρησης, ήταν ο λόγος που ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αναζήτησε υποστατικό σε άλλη περιοχή στο οποίο μετεγκαταστάθηκε τον Απρίλιο 2020, μέσα στην περίοδο που τα κομμωτήρια και κουρεία, ήταν κλειστά.

 

Κατά την περίοδο της αρχικής ενοικίασης, ο κ. Παντελίδης κατέβαλλε ενοίκια σε μετρητά προς τον εκπρόσωπο των Αιτητών και, παρά την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος, κατάφερε να εντοπίσει κάποιες από τις αποδείξεις πληρωμής σε μετρητά για την περίοδο από Ιανουάριο 2015 μέχρι Ιανουάριο 2016, προς €600.-. Κατέθεσε ότι, κατέβαλλε προηγούμενο ενοίκιο ύψους €660.-, όπως φαίνεται από τις τέσσερις επιταγές ημερομηνίας 28.5.2019 μέχρι 28.8.2019, χωρίς να του ζητηθεί η αύξηση του ποσού από €660.- σε €726.- από Δεκέμβριο 2018. Θεωρεί ότι ήταν λογικό να μην του ζητηθεί η αύξηση, αφού κατ’ εκείνην την περίοδο, από Σεπτέμβριο 2018, η πρόσβαση στο κατάστημα λόγω των οδικών έργων, ήταν δυσχερής. Τα έτη 2018 και 2019, ήταν, από άποψη πρόσβασης και επομένως κύκλου εργασιών, η χειρότερη περίοδος για τα καταστήματα της περιοχής. Όταν του ζητήθηκε η αύξηση, μετά τη λήξη της διετίας από την καταβολή της τελευταίας αύξησης το Σεπτέμβριο 2017, κατέβαλλε το ποσό των €726.- συνεχώς από 1.9.2019, με πρώτη επιταγή για το ποσό των €726.- να έχει ημερομηνία 30.9.2019 και να αφορά την περίοδο από 1.10.2019 μέχρι 31.10.2019. Σημειώνουμε ότι και πάλιν, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δεν αναφέρει πώς, εν τέλει, του ζητήθηκε η αύξηση, ενώ φαίνεται ότι το πρώτο αυξημένο ποσό το πλήρωσε, όπως είπε ο ίδιος, για το μήνα Οκτώβριο 2019 και όχι για το μήνα Σεπτέμβριο 2019. Αντιληφθήκαμε ότι ο ισχυρισμός ήταν πως η δεύτερη αύξηση δόθηκε το Σεπτέμβριο 2019, όχι τον Οκτώβριο και όχι επειδή ζητήθηκε, αλλά επειδή η πρώτη αύξηση δόθηκε το Σεπτέμβριο 2017.

 

Είπε ότι το ποσό των €726.- συνιστά τη συμβατική αύξηση 10% που έλαβαν οι Αιτητές από 1.10.2019, αφού το ποσό αυτό αποτελεί την αύξηση κατά 10% επί του ποσού των €660.- που αντίστοιχα καταβαλλόταν από το Σεπτέμβριο 2017. Έτσι, οι Αιτητές δεν μπορούν να ζητούν ποσό ύψους €726.- από 1.6.2019, αφού το έλαβαν για την περίοδο από 1.10.2019. Κατά τη διάρκεια της ενοικίασης, δεν στάλθηκε οποιαδήποτε επιστολή με την οποία να του ζητούν αύξηση ενοικίου, στους μήνες που προνοείται στο ενοικιαστήριο έγγραφο και αυτό ήταν λογικό, αφενός μεν λόγω της κατάστασης του οδικού δικτύου της περιοχής και αφετέρου, επειδή υπήρξε προφορική συμφωνία μετάθεσης του χρόνου επιβολής της αύξησης και μόλις ο αντιπρόσωπος των ιδιοκτητών, κ. Σ.Σ., του ζήτησε να αρχίσει να καταβάλλει το αυξημένο ενοίκιο, το έπραξε αμέσως.

 

Σημειώνουμε ότι είχε υποβληθεί στους μάρτυρες των Αιτητών ότι έγινε συμφωνία για την παράταση του χρόνου καταβολής της αύξησης με τον Μ.Α.2, ενώ κατά την κυρίως εξέταση του, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρέλειψε να αναφερθεί στο όνομα του Μ.Α.2 και επίσης, ότι το όνομα του κ. Σ.Σ., δεν είχε τεθεί στους μάρτυρες των Αιτητών κατά την αντεξέταση τους και δεν είχε αναφερθεί καθόλου. Ένας από τους κανόνες πρακτικής αναφορικά με την αντεξέταση είναι ότι κατ’ αυτήν τίθεται στο μάρτυρα η υπόθεση που θα στηθεί από τον αντίδικο. Τέτοια αντεξέταση είναι προϋπόθεση για να κληθεί μαρτυρία που να αντικρούει το μάρτυρα (βλέπετε σχετικά Adidas v. Jonitexo Ltd. (1987) 1 C.L.R. 383). Η παράλειψη αντεξέτασης είναι καθοριστική και σημαίνει το τέλος του ζητήματος (βλέπετε Frederickou Schools Co. Ltd. κ.ά. v. Acuac Inc., (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1527.

 

Ο κ. Παντελίδης κατέθεσε ακόμα ότι, η απαίτηση για αυξημένο ενοίκιο σύμφωνα με τους όρους του ενοικιαστήριου εγγράφου, προβλήθηκε για πρώτη φορά αφού εγκατέλειψε το ακίνητο, με επιστολή ημερομηνίας 5.5.2020 που του επιδόθηκε στις 12.5.2020, ενώ αμέσως προηγουμένως είχε καταθέσει ότι του είχε ζητηθεί να καταβάλλει το αυξημένο ενοίκιο από τον κ. Σ.Σ., αντιπρόσωπο των Αιτητών. Κατέθεσε ότι, οι Αιτητές ζητούν ποσό ύψους €7.260,00 ως καθυστερημένα ενοίκια για την περίοδο από Ιούνιο 2019 μέχρι Μάρτιο 2020. Επίσης, ζητούν ποσό ύψους €158,00 για την κατανάλωση νερού για την περίοδο από 4.5.2020 μέχρι 3.7.2020. Ο ίδιος εγκατέλειψε το ακίνητο στις 14.3.2020, δηλαδή μόλις επιβλήθηκαν τα περιοριστικά μέτρα λόγω πανδημίας, τα οποία άρχισαν να ισχύουν στις 16.3.2020 και με τα οποία προβλεπόταν η αναστολή λειτουργίας των κομμωτηρίων και κουρείων. Είναι έτοιμος να πληρώσει τις καθυστερήσεις που φαίνονται στο λογαριασμό της Υδατοπρομήθειας για την περίοδο από 4 Μαΐου μέχρι 3 Ιουλίου, οι οποίες αφορούν προηγούμενους μήνες και είναι ύψους €149,60.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 κατέθεσε ότι, από την ανάλυση του λογαριασμού του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, για την περίοδο από 4.5.2020 μέχρι 3.7.2020, την οποία δεν είχε υπόψιν του και του αποκαλύφθηκε στο πλαίσιο της Ενόρκου Δηλώσεως Αποκάλυψης Εγγράφων των Αιτητών, φαίνεται ότι οι Αιτητές έχουν δίκαιο στην αξίωση τους αυτή. Ποσό €158,00 φαίνεται ότι αφορούσε καθυστερημένες οφειλές τις οποίες δεν πλήρωσε, επειδή ο λογαριασμός της Υδατοπρομήθειας ήταν στο όνομα της εταιρείας ΑΙΟΛΟΣ «ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ» και ο κ. Σ.Σ. δεν του τον έδωσε όταν εγκατέλειπε το επίδικο. Δήλωσε έτοιμος να καταβάλει στους Αιτητές αυτό το ποσό.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δέχθηκε ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 2 και 3, πράγματι εγγυήθηκαν εκ μέρους του τις υποχρεώσεις του προς τους Αιτητές σε σχέση με τη γραπτή συμφωνία.

Όπως φαίνεται από τις τραπεζικές Καταστάσεις που κατατέθηκαν, παρόλο ότι είχε εξοφλήσει τα οφειλόμενα ενοίκια, οι Αιτητές του απέστειλαν μέσω του δικηγόρου τους, την επιστολή ημερομηνίας 5.5.2020, η οποία του επιδόθηκε στις 12.5.2020. Είχε ενημερώσει τον εκπρόσωπο των Αιτητών κ. Σ.Σ., ότι είχε πληρώσει όλα τα ποσά και θεώρησε ότι το θέμα είχε λήξει. Παρέλαβε την κυρίως Αίτηση στις 29.9.2020 και ανέθεσε την υπόθεση στους δικηγόρους του.

 

Αναφορικά με τα ενοίκια, είπε ότι, στην αρχή, τα ποσά καταβάλλονταν στους ιδιοκτήτες σε μετρητά, αλλά από τις 14.2.2017, καταβάλλονταν μέσω τραπεζικών επιταγών και ισχυρίστηκε ότι υπάρχουν τραπεζικές Καταστάσεις, στις οποίες φαίνονται οι καταβολές των ενοικίων για τις περιόδους από 30.3.2019 έως 28.2.2020 (Έγγραφον Β προς Αναγνώρισην το οποίο εν τέλει, δεν κατατέθηκε ως Τεκμήριο). Στις Καταστάσεις αυτές, επισημαίνεται με υπογράμμιση η επιταγή που αντιστοιχεί στο ποσό κάθε ενοικίου που περιγράφεται πιο κάτω. Ο κ. Παντελίδης κατέθεσε ότι, τα ενοίκια για την περίοδο από 1.6.2019 μέχρι 31.3.2020, καταβλήθηκαν ως ακολούθως:

 

α)       Επιταγή για €660.00, αρ.36466056 ημερομηνίας 28.5.2019

β)       Επιταγή για €660.00, αρ.36466057 ημερομηνίας 27.6.2019

γ)       Επιταγή για €660.00, αρ.36466058 ημερομηνίας 29.7.2019

δ)       Επιταγή για €660.00, αρ.36466060 ημερομηνίας 28.8.2019

ε)       Επιταγή για €726.00, αρ.36466061 ημερομηνίας 30.9.2019

στ)     Επιταγή για €726.00, αρ.36466062 ημερομηνίας 29.10.2019

ζ)       Επιταγή για €726.00, αρ.36466063 ημερομηνίας 27.11.2019

η)       Επιταγή για €726.00, αρ.36466064 ημερομηνίας 27.12.2019

θ)       Επιταγή για €726.00, αρ.36466065 ημερομηνίας 30.1.2020

ι)        Επιταγή για €726.00, αρ.36466067 ημερομηνίας 28.2.2020

 

Η μαρτυρία του ανατρέπεται και διαψεύδεται από την ανάλυση και αντιπαραβολή των Τεκμηρίων. Βλέπετε σχετικά πιο κάτω.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 κατέθεσε ότι, το Μάρτιο 2020, η λειτουργεία του κουρείου αναστάλθηκε, συγκεκριμένα από 16.3.2020 με βάση Διάταγμα του Υπουργού Υγείας και το επίδικο κατάστημα παραδόθηκε στις 31.3.2020. Οι Αιτητές είχαν εις πίστην των, ποσό δύο ενοικίων δηλαδή €600.00 για 2 μήνες = €1.200,00, το οποίο είχε προκαταβληθεί ως εγγύηση κατά την υπογραφή της αρχικής σύμβασης και το οποίο χρησιμοποιήθηκε μερικώς για κάλυψη του ενοικίου του Μάρτη. Είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, πως θα έπρεπε να αφορά μόνο τις πρώτες 16 ημέρες του μήνα, ενώ ολόκληρο το ενοίκιο του Μαρτίου 2020 ανερχόταν σε €726,00. Γι’ αυτό και ανταπαιτεί τη διαφορά, ποσό €480,00. Αυτή η απαίτηση διαφέρει από τη δικογραφημένη απαίτηση και θέση.

 

Ο κ. Παντελίδης επισήμανε ότι στην Απάντηση στην Απάντηση, η οποία καταχωρήθηκε εκ μέρους των Αιτητών, ημερομηνίας 13.11.2020, στην παράγραφο 2Β, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι: «Οι αναφερόμενες επιταγές εν παραγράφω 3 Α παραδόθηκαν από τους Καθ’ ων η Αίτηση στους Αιτητές αλλά, αφορούν πληρωμή απλήρωτων ενοικίων προγενέστερης περιόδου από την επίδικη περίοδο από 01/06/2019-31/03/2020.» Με επιστολή τους ημερομηνίας 21.1.2021, οι δικηγόροι του Καθ’ ου η Αίτηση 1, ζήτησαν όπως προσδιοριστεί η περίοδος αυτή, ώστε να γνωρίζουν με ακρίβεια την έκταση του ισχυρισμού τους. Δεν έλαβαν απάντηση και έτσι, η πλευρά του Καθ’ ου η Αίτηση 1 περιορίστηκε να αναφέρει στον Κατάλογο Εγγράφων που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, τις τραπεζικές Καταστάσεις για τις ακόλουθες περιόδους:

 

α)       30.3.2019 - 25.4.2019

β)       26.4.2019 - 31.5.2019

γ)       1.6.2019 - 28.6.2019

δ)       1.8.2019 - 30.8.2019

ε)       31.8.2019 - 30.9.2019

στ)     1.11.2019 - 29.11.2019

ζ)       30.11.2019 - 31.12.2019

η)       1.1.2020 - 31.1.2020

θ)       1.2.2020 - 28.2.2020

 

Οι δικηγόροι του κ. Παντελίδη, του ζήτησαν να εντοπίσει τις τραπεζικές Καταστάσεις προγενέστερων ημερομηνιών, ώστε να φανεί αν υπήρχαν προηγούμενα οφειλόμενα ποσά. Γι’ αυτό, προσκόμισε τα βιβλιάρια των επιταγών, τα αποκόμματα των οποίων αποστάλθηκαν στο δικηγόρο των Αιτητών με επιστολή των δικηγόρων του μάρτυρα, ημερομηνίας 8.3.2021. Από τα αποκόμματα αυτά, (Τεκμήρια 7, 8 και 9), φαίνεται η καταβολή όλων των ποσών για την περίοδο από 14.2.2017 μέχρι 31.3.2020, ως ακολούθως:

 

1.         Επιταγή για €600.00, αρ.23519106 ημερομηνίας 14.2.2017

2.         Επιταγή για €600.00, αρ.23519108 ημερομηνίας 10.3.2017

3.         Επιταγή για €600.00, αρ.23519114 ημερομηνίας 12.4.2017

4.         Επιταγή για €600.00, αρ.23519119 ημερομηνίας 16.5.2017

5.         Επιταγή για €600.00, αρ.23519125 ημερομηνίας 16.6.2017

6.         Επιταγή για €600.00, αρ.23519134 ημερομηνίας 21.7.2017

7.         Επιταγή για €660.00, αρ.23519138 ημερομηνίας 8.9.2017

8.         Επιταγή για €660.00, αρ.23519141 ημερομηνίας 23.10.2017

9.         Επιταγή για €660.00, αρ.23519144 ημερομηνίας 24.11.2017

10.       Επιταγή για €660.00, αρ.23519148 ημερομηνίας 29.12.2017

11.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696704 ημερομηνίας 26.1.2018

12.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696711 ημερομηνίας 27.2.2018

13.       Επιταγή για €660.00 , αρ.31696717 ημερομηνίας 27/03/2018

14.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696725 ημερομηνίας 27.4.2018

15.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696729 ημερομηνίας 25.5.2018

16.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696735 ημερομηνίας 26.6.2018

17.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696740 ημερομηνίας 25.7.2018

18.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696743 ημερομηνίας 24.8.2018

19.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696744 ημερομηνίας 28.9.2018

20.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696746 ημερομηνίας 28.10.2018

21.       Επιταγή για €660.00, αρ.31696748 ημερομηνίας 28.11.2018

22.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466051 ημερομηνίας 28.12.2018

23.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466052 ημερομηνίας 28.1.2019

24.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466053 ημερομηνίας 26.2.2019

25.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466054 ημερομηνίας 26.3.2019

26.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466055 ημερομηνίας 24.4.2019

27.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466056 ημερομηνίας 28.5.2019

28.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466057 ημερομηνίας 27.6.2019

29.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466058 ημερομηνίας 29.7.2019

30.       Επιταγή για €660.00, αρ.36466060 ημερομηνίας 28.8.2019

31.       Επιταγή για €726.00, αρ.36466061 ημερομηνίας 30.9.2019

32.       Επιταγή για €726.00, αρ.36466062 ημερομηνίας 29.10.2019

33.       Επιταγή για €726.00, αρ.36466063 ημερομηνίας 27.11.2019

34.       Επιταγή για €726.00, αρ.36466064 ημερομηνίας 27.12.2019

35.       Επιταγή για €726.00, αρ.36466065 ημερομηνίας 30.1.2020

36.       Επιταγή για €726.00, αρ.36466067 ημερομηνίας 28.2.2020

 

Ο μάρτυρας πρόσθεσε ότι κάποτε πήγαινε μία κοπέλα και είσπραττε, κάποτε δίδονταν στον ιδιοκτήτη τα χρήματα, τον κ.κ. Σ.Σ. Ο κ. Ιωάννου ήταν ο Γενικός Λογιστής της εταιρείας Aeolos, αλλά δεν είσπραξε χρήματα από τον κ. Παντελίδη. Μετά, άρχισε να εκδίδει επιταγές, επειδή του είπαν ότι έγινε μία αλλαγή στην εταιρεία Aeolos και έπρεπε να δίνει επιταγές. Πλήρωνε πριν το τέλος του μήνα. Από την περίοδο που άρχισε να δίνει επιταγές, εισέπραττε ο κ. Λάμπρος Μάρκου, ο οποίος ήταν πελάτης του κ. Παντελίδη. Ο τελευταίος ζητούσε από τον κ. Μάρκου να συμπληρώσει την επιταγή και μετά, την υπέγραφε. Γνώριζε τον κ. Μάρκου, ήταν λογιστής, δεν ήταν κάποιος τυχαίος. Κατά τη διάρκεια της ενοικίασης, δεν είχε τεθεί ζήτημα οφειλής ενοικίων. Του έστειλαν επιστολή ότι είχε οφειλές, μόλις έφυγε από το επίδικο. Τη δε αύξηση, την έδωσε όταν του ζητήθηκε. Ο κ. Παντελίδης αρνήθηκε ότι είχε ποτέ πάρει απόδειξη στα χέρια του. Έπαιρνε τα αποκόμματα του βιβλιαρίου επιταγών, όπως είπε.

 

Κατά την αντεξέταση του, αναγνώρισε την υπογραφή του στο Τεκμήριο 1. Δέχθηκε ότι το κουρείο του, ήταν κάτω από τα γραφεία όπου εργαζόταν ο κ. Μάρκου. Δεν είχε στείλει επιστολή στους Αιτητές για να διαμαρτυρηθεί ότι δεν έχει αποδείξεις. Ήταν όλα σε φιλική βάση και ουδέποτε είχε πρόβλημα με τους Αιτητές, μόνο τον καιρό που ήταν να φύγει από το επίδικο κατάστημα. Ο κ. Παντελίδης αρνήθηκε επανειλημμένα ότι πήρε ποτέ οποιαδήποτε απόδειξη, ως οι αποδείξεις στο Τεκμήριο 5 ή άλλως πως. Ουδέποτε καθυστερούσε να πληρώσει το ενοίκιο του. Όταν ενοικίασε το επίδικο, επικρατούσε ένα χάος με το ποιος εισέπραττε το ενοίκιο. Στον κ. Μάρκου, ουδέποτε έδωσε μετρητά, όπως είπε, ενώ προηγούμενα είχε καταθέσει ότι πλήρωνε το αντιπρόσωπο των Αιτητών σε μετρητά. Επέμεινε επίσης, ότι δεν του είχε ζητηθεί αύξηση και όταν του ζητήθηκε, την έδωσε και τις δύο φορές. Με τον κ. Μάρκου είχε φιλική σχέση και με τον κ. Σ.Σ., φιλία διαφορετική από τη σχέση ιδιοκτήτη – ενοικιαστή.

 

Μαρτυρία συγκεχυμένη, ασαφής, μπερδεμένη, με σαφή αλλά αποτυχημένη προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων, ο μάρτυρας υπέπεσε σε αντιφάσεις, άλλαξε την υπερασπιστική γραμμή του, ανασκεύασε, αναφέρθηκε σε μη δικογραφημένα γεγονότα και πρόσωπα και γενικώς, συνέθεσε ο ίδιος μία αρνητική εικόνα για τον ίδιο και τη μαρτυρία του. Αξιολογείται αρνητικά.

 

Πραγματικά γεγονότα και ευρήματα:

Από την ενώπιον μας αποδεκτή μαρτυρία, κρίνουμε ότι τα πραγματικά γεγονότα έχουν ως ακολούθως:

 

Οι Αιτητές είναι εταιρεία και είναι οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες, από την 13.7.2016, ενός καταστήματος με μεσοπάτωμα αρ. 2, βοηθητικό χώρο αρ. 2 στο υπόγειο και χώρο στάθμευσης αρ. 12, σε κτίριο οριζόντια διαχωρισμένο με το όνομα «Πολυκατοικία Μαριλένα», επί της οδού Πριγκηπίσσης Ζήνας ντε Τύρας, στην Ενορία Τρυπιώτη, εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Λευκωσίας, δηλαδή εντός ελεγχόμενης περιοχής εν τη εννοία του άρθρου 2 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου και υπό το φως της Κ.Δ.Π. 519/2007, με αρ. εγγραφής 25/4276, Φ/Σχ. 21.460504, Τμήμα 25, Τεμάχιο ΕΠΙ 975 (Τεκμήριο 4). Αποτέλεσε κοινό έδαφος ότι το κτίριο μέρος του οποίου αποτελεί το επίδικο κατάστημα, συμπληρώθηκε περί το 1988 και ότι αυτό είναι ενοικιοστασιακό.

 

Δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία αναφορικά με το κατά πόσον το επίδικο κατάστημα ενοικιαζόταν ή προσφερόταν προς ενοικίασην κατά την 31.12.1999. Ο Μ.Α.1 κατέθεσε ότι το χρησιμοποιούσαν οι ιδιοκτήτες ή άλλη εταιρεία του ιδίου συγκροτήματος εταιρειών, ως γραφείο, πριν την ενοικίαση του στον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Το ζήτημα ηγέρθη από τους Καθ’ ων η Αίτηση στην Απάντηση τους, αλλά ουδεμία σχετική μαρτυρία προσκομίστηκε από την πλευρά των Αιτητών. Αυτή η παράλειψη αποτελεί θανάσιμο πλήγμα για την υπόθεση της Αιτήτριας, εφόσον αφορά σ’ αυτή τούτη την καθ’ ύλην αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου να εκδικάσει την παρούσα υπόθεση και η κυρίως Αίτηση υπόκειται σε απόρριψη. Βλέπετε σχετικά την αυθεντία Κωστάκης Φυσεντζίδης v. K & C SNOOKER & POOL ENTERTAINMENT, Πολιτική Έφεση Αρ. 30/19, Απόφαση ημερομηνίας 1.6.2020, ECLI:CY:AD:2020:A171. Η πρώτη προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει.

 

Το Δικαστήριο θα προχωρήσει στην εξέταση ολοκλήρου της μαρτυρίας ώστε να καταλήξει στην ετυμηγορία του, σε περίπτωση που το πιο πάνω εύρημα ανατραπεί κατ’ Έφεσην.

 

Οι Αιτητές και ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, συνομολόγησαν ενοικιαστήριο έγγραφο την 2.12.2014 (Τεκμήριο 1), για την ενοικίαση του επίδικου ισογείου καταστήματος, του οποίου η διεύθυνση δίδεται ως Ζήνας Κάνθερ 12Γ, για περίοδο δύο χρόνων, από 1.12.2014 μέχρι 30.11.2016. Το επίδικο ενοικιάστηκε για να χρησιμοποιηθεί ως κουρείο και χρησιμοποιήθηκε ως κουρείο. Είναι παραδεκτόν ότι το Τεκμήριο 1 είναι το ενοικιαστήριο έγγραφο μεταξύ των μερών και ότι αυτό νομίμως υπεγράφη. Σημειώνουμε ότι, κατά την ημερομηνία που φέρεται να υπεγράφη, η Αιτήτρια εταιρεία δεν ήταν εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του επίδικου καταστήματος. Ενεγράφη ως ιδιοκτήτρια το Ιούλιο 2016, δηλαδή πριν τη λήξη της συμβατικής ενοικίασης (Τεκμήριο 4). Ουδέν λέχθηκε επί του θέματος στην ενώπιον μας μαρτυρία. Επειδή δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι οι Αιτητές είναι ιδιοκτήτες και δικαιούμενοι σε οποιοδήποτε ποσό τυχόν επιδικασθεί υπέρ των, το Δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί περαιτέρω μ’ αυτό το ζήτημα.

 

Το ενοίκιο συμφωνήθηκε σε €600.- μηνιαίως, για την περίοδο από 1.12.2014 μέχρι 30.11.2016, προπληρωτέο την πρώτη ημέρα κάθε μήνα. Το έγγραφο προνοούσε επίσης ότι: «Σε περίπτωση που η ενοικίαση συνεχιστεί μετά την 01/12/2016, το μηνιαίο ενοίκιο θα αυξάνεται κάθε 2 χρόνια κατά 10% πάνω στο εκάστοτε τελευταίο ενοίκιο.» Σχετικοί είναι επίσης και οι όροι 2, 8, 9, 10, 12 και 22:

 

«2. Το παρόν ενοικιαστήριο έγγραφο θα ανανεώνεται ανά διετία από την 1/12/2016 και μετά, εκτός εάν ο Ενοικιαστής δώσει γραπτή ειδοποίηση δια διπλοσυστημένης επιστολής ή άλλο κατάλληλο τρόπο στον Ιδιοκτήτη, ότι δεν επιθυμεί την ανανέωση του ενοικιαστηρίου για την επόμενη δίχρονη περίοδο ενοικίασης, τουλάχιστον τρεις μήνες (3) μήνες πριν την λήξη της προηγούμενης περιόδου ενοικιάσεως.»

 

«8. Ο Ιδιοκτήτης δεν είναι υπόχρεος να δεχθεί μέρος της δόσης του ενοικίου. Αν όμως δεχθεί πληρωμή μέρος οφειλόμενου ενοικίου δεν χάνει το δικαίωμα τερματισμού και  αποζημιώσεων ή και διεκδίκησης των οφειλομένων.

Η αποδοχή μικρότερου ή και χαμηλότερου ή και μέρους ενοικίου δεν θα ερμηνεύεται σαν μείωση του ενοικίου και ο Ιδιοκτήτης θα έχει το δικαίωμα διεκδίκησης παντός οφειλομένου ποσού και τόκων ανα πάσα στιγμή.»

 

«9. Σε περίπτωση κατά την οποία στο ποσό του ενοικίου, δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής ή άλλης κανονιστικής ρύθμισης, ήθελε επιβληθεί οποιαδήποτε ποσό Φ.Π.Α. τέτοιο ποσό θα είναι επιπρόσθετο του συμφωνηθέντος ενοικίου και θα καταβάλλεται από τον Ενοικιαστή.»

 

«10. Νοείται ότι οι συμβαλλόμενου συμφωνούν ότι σε περίπτωση κατά την οποία δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής ή και κανονιστικής ρύθμισης, αποφασιστεί καθολική μείωση των ενοικίων, δεν θα εφαρμόζεται και δεν θα επηρεάζει την παρούσα συμφωνία. Οι συμβαλλόμενοι αναγνωρίζουν ότι το καθορισμένο ποσό του ενοικίου είναι αισθητά μειωμένο από τις τρέχουσες ενοικιαστικές αξίες και ανταποκρίνεται στις οικονομικές συνθήκες της αγοράς όπως επηρεάστηκαν από την οικονομική κρίση και καμία περαιτέρω μείωση δεν θα επιβληθεί.»

«12. Ο ενοικιαστής δεν δικαιούται να καθυστερήσει την πληρωμή οποιασδήποτε μηνιαίας δόση ή μέρους αυτή και οιανδήποτε καθυστέρηση με το ενοίκιο θα φέρει τόκο προς 7,5% ετησίως ή οποιοδήποτε άλλο επιτόκιο γνωστοποιήσει γραπτώς ο ιδιοκτήτης στον ενοικιαστή.»

 

«22. Το ενοίκιο πληρώνεται επί μηνιαίας βάσεως, άρα τυχόν εκκένωση του κτήματος πριν το τέλος του μηνός θα προϋποθέτει την πληρωμή ολοκλήρου του μηνιαίου ενοικίου.»

 

Δεν έχει τεθεί ενώπιον μας μαρτυρία αναφορικά με την αποστολή οποιασδήποτε ειδοποίησης από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 προς τους Αιτητές (οι οποίοι είχαν εν τω μεταξύ καταστεί ιδιοκτήτες του επίδικου καταστήματος), τρεις μήνες πριν την 1.12.2016, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δεν επιθυμεί την ανανέωση της συμβατικής ενοικίασης. Το ίδιο ισχύει και για την περίοδο πριν την 1.12.2018. Όμως, το ενοικιαστήριο έγγραφο Τεκμήριο 1, το οποίο προνοούσε για αρχική περίοδο ενοικίασης δύο ετών, υπογράφεται από μόνο ένα μάρτυρα και ως εκ τούτου, αυτό ήταν άκυρο εξ’ υπαρχής δυνάμει των προνοιών του άρθρου 77(1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα. Μεταξύ των μερών δημιουργήθηκε περιοδική, συμβατική ενοικίαση, από μήνα σε μήνα, η οποία έληξε κατά τη λήξη της περιόδου που προνοείται στο άκυρο ενοικιαστήριο έγγραφο, δηλαδή την 30.11.2016. Βλέπετε σχετικά και πιο κάτω.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρέμεινε σε κατοχή του επίδικου καταστήματος μετά την 30.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:D147 και αυτός θα καθίστατο θέσμιος ενοικιαστής από την 1.12.2016, εάν το επίδικο ήταν υπό ενοικίαση ή προσφερόταν προς ενοικίασην κατά την 31.12.1999. Για σκοπούς ολοκλήρωσης της ετυμηγορίας μας επί του συνόλου της μαρτυρίας, θα βασιστούμε στην υπόθεση ότι η επιταγή της αυθεντίας Φυσεντζίδης (πιο πάνω), ικανοποιείται και θα εξετάσουμε τα λοιπά ζητήματα που εγείρονται. 

 

Οι όροι του τελευταίου ενοικιαστηρίου εγγράφου εφαρμόζονται στη θέσμια ενοικίαση, εκτός από το ύψος του ενοικίου και τη διάρκεια της ενοικίασης. Σχετικό είναι το άρθρο 27(1) [1] του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, Ν.23/83, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

Οι συμβατικές αυξήσεις δεν ισχύουν στη θέσμια ενοικίαση, σύμφωνα με την νομολογία (βλέπετε σχετικά τις αυθεντίες Katsikides v. Constantinides (1969) 1 C.L.R. 31, Elli Meitz and others v. Pelengaris (1977) 1 C.L.R. 226 και Χ’’Κυριάκος (Φρου-Φρου) Λτδ. v. Terzian Trading House Ltd. (Αρ. 2) (1998) 1 (Γ) Α.Α.Δ.1292). Το πληρωτέο υπό του Καθ’ ου η Αίτηση 1 ενοίκιο κατά την 30.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:D147 και εντεύθεν, όσο και κατά την 1.12.2018, ήταν €600.- μηνιαίως.

 

Σύμφωνα με τον όρο 3 του ενοικιαστηρίου εγγράφου ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 κατέβαλε στους ιδιοκτήτες, το ποσό των €600.- ως εγγύηση:

 

«Ο Ενοικιαστής έχει παραδώσει σήμερα στον Ιδιοκτήτη ποσό €600 ως εγγύηση (ντεπόζιτο) για την πιστή τήρηση των όρων του παρόντος εγγράφου από τον ίδιο, και το οποίο θα του επιστρέφεται από τον Ιδιοκτήτης χωρίς τόκο, μετά τη λήξη τη ενοικίασης και την παραλαβή από τον Ιδιοκτήτη της ελεύθερης και απρόσκοπτης κατοχής, νοουμένου ότι ο Ενοικιαστής θα παραδώσει στο ακίνητο σε άριστη κατάσταση και σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει με αυτή την συμφωνία. Σε καμία περίπτωση το πιο πάνω ποσό θα θεωρηθεί ως ενοίκιο.»

 

Το ποσό εισπράχθηκε και είναι εις χείρας των Αιτητών (Τεκμήριο 5, πρώτη απόδειξη, αρ. 2014-02).

 

Στο ενοικιαστήριο έγγραφο επισυνάπτεται Εγγύηση, η οποία υπεγράφη από τους Καθ’ ων η Αίτηση 2 και 3, Μαρίνα Παντελίδου και Χρίστο Χριστοφίδη. Βλέπετε σχετικά και πιο κάτω.

 

Στις οδικές αρτηρίες μπροστά και γύρω από το επίδικο κατάστημα, πραγματοποιούνταν οδικά έργα κατά τα έτη 2018 – 2020. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 απέστειλε ειδοποίηση στους Αιτητές, ημερομηνίας 19.3.2020, ότι η ενοικίαση του επίδικου τερματίζεται από 31.3.2020 (Τεκμήριο 12). Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρέδωσε κενή και ελεύθερη κατοχή του επίδικου καταστήματος. Η παράδοση της κατοχής την 31.3.2020, είναι παραδεκτή.

 

Οι δικηγόροι των Αιτητών, απηύθυναν επιστολή στον Καθ’ ου η Αίτηση 1, ημερομηνίας 5.5.2020, η οποία επιδόθηκε την 12.5.2020, δια της επίδοσης αυτής στην Καθ’ ης η Αίτηση 2, σύζυγο του Καθ’ ου η Αίτηση 1 (Τεκμήριο 2), με την οποία τον ειδοποιούσαν όπως καταβάλει εντός 21 ημερών από την επίδοση της επιστολής, το ποσό των €8.712 το οποίο αντιπροσώπευε οφειλόμενα ενοίκια για την περίοδο από 1.6.2019 μέχρι 1.5.2020. Είναι παραδεκτόν ότι το Τεκμήριο 2 παραλήφθηκε.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση παραδέχθηκε κατά την κατάθεση του και δια δηλώσεως του δικηγόρου του, ότι το ποσό των €158.- για την κατανάλωση νερού στο επίδικο κατάστημα (Τεκμήριο 3), είναι οφειλόμενο από τον ίδιο. Το Δικαστήριο δεν εκδίδει απόφαση για το ποσό αυτό, εφόσον η ουσιαστική και βασική κατάληξη του Δικαστηρίου, είναι ότι δεν έχει ικανοποιηθεί ως προς την ύπαρξη καθ’ ύλην αρμοδιότητας του να εκδικάσει καν την παρούσα υπόθεση.

 

Από το Τεκμήριο 5, φαίνεται ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση κατέβαλε τα ενοίκια της περιόδου από Δεκέμβριο 2014 μέχρι Νοέμβριο 2016, σε ποσό €600.- μηνιαίως. Τα ενοίκια των μηνών από Ιανουάριο 2015 μέχρι τον Ιανουάριο 2016, πληρώθηκαν με μετρητά. Για τους υπόλοιπους εκ των ως άνω μηνών, πληρώθηκαν με επιταγές επί της Τραπέζης Κύπρου. Με την απόδειξη αρ. 2016-12, ημερομηνίας 11.9.2017, φαίνεται ότι εισπράχθηκε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, το ποσό των €660.- με επιταγή επί της Τραπέζης Κύπρου, ως ενοίκιο για το μήνα Δεκέμβριο 2016.

 

Οι μεταγενέστερες αποδείξεις, αφορούν την πληρωμή από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, με επιταγή, του ποσού των €660.- μηνιαίως, ως ενοίκιο για την περίοδο από τον Ιανουάριο 2017 μέχρι τον Νοέμβριο 2018. Το ενοίκιο του μηνός Νοεμβρίου 2018 φαίνεται να καταβλήθηκε την 28.8.2019 (απόδειξη αρ. 2018-11).

 

Οι αριθμοί των επιταγών στις αποδείξεις αρ. 2016-06 έως 2017-03 στο Τεκμήριο 5, που αφορούν τα ενοίκια των μηνών από Ιούνιο 2016 έως Μάρτιο 2017, φαίνονται στο βιβλιάριο επιταγών Τεκμήριο 9 και συνάδουν μ’ αυτό.

 

Οι αριθμοί των επιταγών στις αποδείξεις αρ. 2017-04 έως 2018-02 στο Τεκμήριο 5, που αφορούν τα ενοίκια των μηνών από Απρίλιο 2017 έως Φεβρουάριο 2018, φαίνονται στο βιβλιάριο επιταγών Τεκμήριο 7 και συνάδουν μ’ αυτό.

 

Την 30.9.2019, καταβλήθηκε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, ποσό €726.- με επιταγή επί της Τραπέζης Κύπρου, για το μήνα Δεκέμβριο 2018 (απόδειξη αρ. 2018-12). Οι επόμενες αποδείξεις στο Τεκμήριο 5, αφορούν την πληρωμή των ενοικίων των μηνών από Ιανουάριο 2019 έως Μάιου 2019, από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, με επιταγές επί της Τραπέζης Κύπρου, για ποσό €726.- μηνιαίως. Το ενοίκιο του μηνός Μαΐου 2019, φαίνεται ότι πληρώθηκε την 28.2.2020 (απόδειξη αρ. 2019-05).

 

Οι αριθμοί των επιταγών στις αποδείξεις αρ. 2018-03 έως 2019-05 στο Τεκμήριο 5, που αφορούν τα ενοίκια των μηνών από Μάρτιο 2018 έως Μάιο 2019, φαίνονται στο βιβλιάριο επιταγών Τεκμήριο 8 και συνάδουν μ’ αυτό.

 

Δεν έχουν αμφισβητηθεί οι αποδείξεις στο Τεκμήριο 5 που αφορούν πληρωμές σε μετρητά, δηλαδή οι αποδείξεις αρ. 2015-01 έως 2016-01 για τους μήνες από Ιανουάριο 2015 έως Ιανουάριο 2016, ούτε έχει αμφισβητηθεί ότι έγιναν αυτές οι πληρωμές. Για τις πληρωμές με επιταγές στο Τεκμήριο 5, απόδειξη αρ. 2016-02 έως 2016-05, που αφορούν τους μήνες από Φεβρουάριο 2016 έως Μάιο 2016, δεν έχει κατατεθεί σχετικό βιβλιάριο επιταγών. Δεν έχει αμφισβητηθεί ότι οι πληρωμές αυτές έχουν όντως γίνει.

 

Το Τεκμήριο 5 και τα Τεκμήρια 7, 8 και 9, συνάδουν με την Κατάσταση Τεκμήριο 6. Δεν έχει κατατεθεί ενώπιον μας οποιαδήποτε αποδεκτή μαρτυρία αναφορικά με άλλες πληρωμές τις οποίες πραγματοποίησε ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 προς τους Αιτητές και οι οποίες δεν έχουν συμπεριληφθεί στο Τεκμήριο 6. Δεν έχει κατατεθεί ενώπιον μας οποιαδήποτε αποδεκτή μαρτυρία, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 κατέβαλε τα ενοίκια για το επίδικο κατάστημα, σε ποσό €600.-, €660.- ή €726.- ή σε οποιοδήποτε ποσό, για τους μήνες από Ιούνιο 2019 έως Μάρτιο 2020. Οι επιταγές τις οποίες δικογραφεί στην Απάντηση του, ότι καταβλήθηκαν σε συγκεκριμένες ημερομηνίες για τα ενοίκια της περιόδου από 1.6.2019 έως 31.3.2020, καταγράφονται στα Τεκμήρια 5 και 6, αλλά μ’ αυτές οι Αιτητές έχουν εξοφλήσει προγενέστερα ενοίκια, συγκεκριμένα των μηνών από Αύγουστο 2018 έως Μάιο 2019, αφού φαίνεται ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 καθυστερούσε την καταβολή των ενοικίων του για το επίδικο κατάστημα. Δεν έχει κατατεθεί ενώπιον μας οποιαδήποτε αποδεκτή μαρτυρία η οποία να ανατρέπει αυτό το εύρημα. Ούτε ότι είχε πληρώσει σε μετρητά και δεν υπάρχει απόδειξη, ούτε ότι είχε πληρώσει τους προηγούμενους μήνες που φαίνονται να εξοφλούνται μ’ αυτές τις πληρωμές και συνεπώς, αυτοί δεν οφείλονταν, ούτε οτιδήποτε άλλο σχετικό. Η δεύτερη προδικαστική ένσταση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Κρίνουμε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 οφείλει στους Αιτητές ενοίκιο για το επίδικο κατάστημα για τους εν λόγω μήνες. Το ποσό το οποίο οφείλεται, υπολογίζεται σε €726.- μηνιαίως, εφόσον ο ίδιος διαφοροποίησε το πληρωτέο ενοίκιο για το επίδικο κατάστημα σε €726.-, από το Σεπτέμβριο 2019, με την πληρωμή για το μήνα Δεκέμβριο 2018.

 

Νομική πτυχή:

Περιοδικές Ενοικιάσεις (Periodic Tenancies):

Το ενοικιαστήριο έγγραφο Τεκμήριο 1, προνοούσε για περίοδο ενοικίασης δύο ετών, αλλά δεν υπεγράφη από δύο μάρτυρες. Το έγγραφο ήταν άκυρο εξ’ υπαρχής (void ab initio) δυνάμει των προνοιών του άρθρου 77(1) [2] του Κεφ. 149 και, εφόσον το ενοίκιο ήταν πληρωτέο επί μηνιαίας βάσεως, μεταξύ των μερών δημιουργήθηκε περιοδική συμβατική ενοικίαση από μήνα σε μήνα. Σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην αυθεντία Nicos Christou Developments Ltd. v. Τοφινής (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 1990, η μηνιαία εκμίσθωση δεν εκπνέει στο τέλος κάθε μήνα, αλλά συνεχίζεται μέχρι του τερματισμού της με τη δέουσα ειδοποίηση τερματισμού ή τη λήξη της περιόδου που προβλέπεται στο άκυρο ενοικιαστήριο έγγραφο (βλέπετε σελίδα 1995 [3]). Τα ίδια αποφασίστηκαν και στην αυθεντία Μιχαήλ κ.ά. ν. Γιαννή, (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2052.

Ακολουθώντας τις αυθεντίες Glykys v. Ioannides (1959-60) XXIV C.L.R. 220, Tryfon Co. v. Black and Decker (1983) 1 C.L.R. 971) και Sergiou Estates Ltd. v. Μπεντέζη (1995) 1 Α.Α.Δ. 889, πρέπει να δοθεί ειδοποίηση τερματισμού με ένα μήνα προειδοποίηση η οποία να εκπνέει στο τέλος της περιόδου της περιοδικής ενοικίασης. Ειδοποίηση η οποία λήγει στο μέσο της περιόδου της περιοδικής ενοικίασης δεν είναι καλή ειδοποίηση και δεν έχει το αποτέλεσμα του τερματισμού της συμβατικής ενοικίασης (βλέπετε Sergiou Estates Ltd. v. Μπεντέζη, πιο πάνω).

 

Με τον Τροποποιητικό Νόμο 128(Ι)/2007, εισήχθη στη βασική νομοθεσία, δηλαδή τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο, Ν.23/83, νέο άρθρο 11(4). Λαμβάνοντας υπόψην το λεκτικό του εν λόγω εδαφίου [4], καθώς και την αυθεντία Εταιρεία Ακινήτων Ονασαγόρας Λτδ v. Κύπρος Σπανούδης, (2014) 1(Β) Α.Α.Δ. 1533, η ειδοποίηση η οποία στέλνεται από τον ιδιοκτήτη προς τον ενοικιαστή για την εξόφληση καθυστερημένων ενοικίων εντός 21 ημερών, σύμφωνα με το άρθρο 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, δύναται να τερματίσει και περιοδική ενοικίαση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 11(4).

 

Από την ενώπιον μας αποδεκτή μαρτυρία, φαίνεται ότι η περίοδος ενοικίασης η οποία προβλεπόταν στο άκυρο ενοικιαστήριο έγγραφο, έληξε την 30.11.2016. Νοουμένου ότι το επίδικο κατάστημα ήταν ενοικιασμένο ή προσφερόταν προς ενοικίασην κατά την 31.12.1999, εφόσον ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρέμεινε στο επίδικο, αυτός κατέστη θέσμιος ενοικιαστής από την 1.12.2016.

 

Εγγύηση και θέσμια ενοικίαση:

Λεκτικό:

            Το λεκτικό της εγγύησης στο Τεκμήριο 1, έχει ως εξής:

 

«Εμείς οι Μαρίνα Παντελίδου και Χρίστος Χριστοφίδης από την Λευκωσία, με την παρούσα εγγυόμαστε προσωπικά, αλληλέγγυα και κεχωρισμένα την πιστή και πλήρη τήρηση από τον Ενοικιαστή όλων των όρων και υποχρεώσεων που απορρέουν από το Ενοικιαστήριο έγγραφο.

Η εγγύηση μας είναι δεσμευτική για μας και θα εξακολουθούμε να καλύπτουμε κάθε ρητή ή υπονοούμενη παράταση της ενοικίασης, είτε κατόπιν συμφωνίας είτε λόγω εφαρμογής οποιουδήποτε νόμου, σε σχέση με θέσμιες ενοικιάσεις ή άλλως και ανεξάρτητα αν ειδοποιηθήκαμε ή όχι για την παράταση αυτή, ως επίσης και σε περίπτωση που ο Ιδιοκτήτης ανεχθεί ή αποδεχθεί παρατάσεις πληρωμής ανεξάρτητα αν λάβαμε ή όχι γνώση γι’ αυτό.

 

Όλα αυτά θα ισχύουν ανεξάρτητα αν δόθηκε ή όχι σε μας προηγουμένως ειδοποίηση και θα εξακολουθούμε να ευθυνόμαστε σαν εγγυητές μέχρι την εκκένωση και παράδοση της ελεύθερης κατοχής του «κτήματος» στον Ιδιοκτήτη του, και μέχρι την πλήρη διευθέτηση όλων των υποχρεώσεων του Ενοικιαστή προς τον Ιδιοκτήτη.

 

Η εγγύηση αυτή υπογράφτηκε από τους εγγυητές ταυτόχρονα με την υπογραφή του πιο πάνω εγγράφου.»

 

Η ισχύς της εγγύησης στη θέσμια ενοικίαση:

Σχετικές είναι οι αυθεντίες Metochis v. Schiza (1952) 1 C.L.R. 149, Michael v. Nishanian (1966) 1 C.L.R. 150, Kyriakidou v. Mangaldjian (1969) 1 C.L.R. 1, Αργύρη v. Χρυσοστόμου (2006) 1(Β) Α.Α.Δ. 1362 και Μάντζαλος v. Μιχαηλίδη κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 74/2013, απόφαση ημερομηνίας 14.2.2019. Κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης στην πρώτη αυθεντία, η σχετική νομοθεσία στην Κύπρο ήταν το Κεφ. 108, Rent Restriction Law. Ο έντιμος Δικαστής Hallinan, αποφάσισε ότι (σελίδα 150):

 

“It is quite clear that such guarantee would not apply to a statutory tenancy under the Increase of Rent and Mortgage Interest (Restrictions) Act, 1920. In the commentary on section 15 of that Act contained in Megarry Rent Acts (6th Edition, page 165) the learned author states:-

‘Again the statutory tenancy is a different tenancy from the contractual tenancy whence it sprang, so that a guarantor of the rent under the contractual term is not liable for rent accruing during the statutory tenancy.’

…..

“It is clear from the wording of section 8(3) of our law that the legislative authority merely intended to confer a right of occupation on the tenant who becomes statutory tenant and he is, as in England, obliged to observe the conditions and is entitled to the rights under the original contract of tenancy in so far as they may be applicable; subject to the provisions of this law, as in England, the statutory tenancy is a different tenancy from the contractual tenancy.”

 

Πέραν του πιο πάνω αποσπάσματος, το οποίο είναι το απαύγασμα της νομολογίας κατά την κρίση μου, ο έντιμος Δικαστής κ. Χατζηαναστασίου ξεκαθάρισε επίσης, στη σελίδα 16 της αυθεντίας Kyriakidou v. Mangaldjian (πιο πάνω), ότι, ενόψει ρητρών στο ενοικιαστήριο έγγραφο για την υποχρέωση του ενοικιαστή να παραδώσει το μίσθιο στο τέλος της περιόδου ενοικιάσεως και για το δικαίωμα του ιδιοκτήτη να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση παραβιάσεως όρου αυτής από τον ενοικιαστή, δηλαδή ρητρών που προνοούν το τέλος της σχέσης, δεν υπάρχει συνεχής εγγύηση (continuing guarantee) εφόσον δεν υπάρχει συνεχής σχέση (continuing relationship).

 

Στην αυθεντία Michael v. Nishanian (πιο πάνω), αποφασίστηκε ουσιαστικά, ότι όπου το ενοικιαστήριο έγγραφο προβλέπει περίοδο ανανέωσης, τότε η εγγύηση θεωρείται ότι ισχύει και για την περίοδο ανανέωσης [5]. Στην παρούσα περίπτωση, το ενοικιαστήριο έγγραφο περιλάμβανε πρόνοια ανανέωσης (βλέπετε πιο πάνω), αλλά η ενοικίαση μεταξύ των μερών ήταν περιοδική και αυτή δεν είχε ισχύι πέραν της αρχικής περιόδου, δηλαδή μέχρι την 30.11.2016.

 

Με την απόφαση στην υπόθεση Kyriakidou v. Mangaldjian (πιο πάνω), και ενώ η νομοθεσία σε ισχύ τότε ήταν το Κεφ. 86, Rent (Control) Law, κατέστη σαφές ότι η εγγύηση σε ενοικιαστήριο έγγραφο δεν ισχύει στη θέσμια ενοικίαση, δηλαδή μετά που το εν λόγω έγγραφο έληξε ή τερματίστηκε νόμιμα, και μόνον, εάν χρησιμοποιείται πολύ σαφές και ξεκάθαρο λεκτικό, δυνατόν να θεωρηθεί ότι ισχύει [6].

Στην αυθεντία Αργύρη v. Χρυσοστόμου (πιο πάνω), και πάλιν υπήρχε σύμβαση ενοικίασης, με συγκεκριμένη περίοδο ενοικίασης και δικαίωμα ανανέωσης για περαιτέρω περίοδο. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η συμφωνία ενοικίασης είχε δυνητικά καταληκτικό χρόνο τη λήξη της περιόδου ανανέωσης και όχι τη λήξη της αρχικής περιόδου, ο εγγυητής γνώριζε για το δικαίωμα μονομερούς ανανέωσης και θα πρέπει να είχε την πρόθεση να εγγυηθεί τον ενοικιαστή για ολόκληρη την περίοδο, όχι μόνο την αρχική. Επίσης, αποφασίστηκε ότι, η επέκταση της συμφωνίας για περαιτέρω περίοδο, δεν δημιουργούσε νέα συμφωνία και κατ’ επέκτασιν, δεν απάλλασσε τον εγγυητή από τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με το άρθρο 91 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149.

 

Στην πιο πρόσφατη αυθεντία, Μάντζαλος v. Μιχαηλίδη κ.ά. (πιο πάνω), στη δεύτερη σελίδα της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο έντιμος Δικαστής, ως ήταν τότε, κ. Α.Ρ. Λιάτσος, είπε τα εξής:

 

«Υπενθυμίζουμε ότι σύμβαση εγγύησης είναι, ουσιαστικά, η συμφωνία προς εκπλήρωση υποχρέωσης τρίτου προσώπου, σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό αρνείται και/ή παραλείπει να την εκπληρώσει. Παραμένει βασική αρχή του δικαίου των συμβάσεων ότι κάθε μεταβολή των όρων συμφωνίας εγγύησης, η οποία επέρχεται χωρίς την συναίνεση του εγγυητή, έχει ως αποτέλεσμα την απαλλαγή του εν λόγω εγγυητή από κάθε ευθύνη από μεταγενέστερες συναλλαγές.

Όπως σημειώθηκε στην απόφαση Λαϊκή Τράπεζα Λτδ v. T.G. & Sons Importing Ltd. κ.ά. (2004) 1 ΑΑΔ 180 και υιοθετήθηκε στην Γεωργίου v. Τράπεζας Κύπρου (2009) 1 ΑΑΔ 862, το κατά πόσο σε μια συγκεκριμένη υπόθεση μια εγγύηση είναι συνεχής ή όχι, είναι ζήτημα που σχετίζεται με την πρόθεση των μερών, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το λεκτικό που χρησιμοποίησαν και όπως αυτό γίνεται δίκαια αντιληπτό με την έννοια που είχε χρησιμοποιηθεί. Η πρόθεση των μερών διακριβώνεται με τον καλύτερο τόπο αφού εξετασθεί η σχετική κατάσταση των μερών κατά τον χρόνο συγγραφή του εγγράφου. Συνιστά περαιτέρω προσέγγιση της νομολογίας ότι το όλο θέμα δεν μπορεί να αποφασισθεί με βάση και μόνο την απλή ερμηνεία του εγγράφου χωρίς να εξετασθούν οι συνθήκες που το περιβάλλουν για να ανευρεθεί ποιο ήταν το αντικείμενο το οποίο τα μέρη είχαν κατά νουν όταν δόθηκε η εγγύηση (Heffield v. Meadows (1869) L.R. 4 C.P. 595, 599). Στην απόφαση Αργύρη v. Χρυσοστόμου (2006) 1 ΑΑΔ 1362, επαναλήφθηκε η θεμελιωμένη νομολογιακή προσέγγιση ότι το Δικαστήριο έχει καθήκον, ερμηνεύοντας μια συμφωνία, να εντοπίσει την πρόθεση των συμβληθέντων και να ερμηνεύσει τα αναγραφόμενα στη συμφωνία κατά τρόπο που να συνάδει, να εφαρμόζει και να υλοποιεί την πρόθεση των μερών.»

 

Στην παρούσα περίπτωση, εκ του λεκτικού της φαίνεται ότι η εγγύηση δόθηκε για τον ενοικιαστή, ο οποίος κατονομάζεται στο ενοικιαστήριο έγγραφο, δηλαδή τον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Η εγγύηση υπογράφεται και από δύο μάρτυρες. Η ενοικίαση του επίδικου καταστήματος από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, άρχισε και συνεχίστηκε δυνάμει των προνοιών του άκυρου ενοικιαστηρίου έγγραφου, Τεκμήριο 1, μέχρι την 30.11.2016. Αυτή ήταν η σχετική κατάσταση των μερών κατά το χρόνο υπογραφής του εγγράφου Τεκμήριο 1 και της Εγγύησης και αυτές ήταν οι περιβάλλουσες συνθήκες.

 

Στη σελίδα 3 της ίδιας αυθεντίας αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Προκύπτει αβίαστα ότι η θέσμια ενοικίαση είναι διαφορετική μορφή ενοικίασης από τη συμβατική. Με αυτό ως δεδομένο, η εγγύηση καταβολής ενοικίου σε σχέση με συμβατική ενοικίαση δεν καλύπτει μετέπειτα θέσμια ενοικίαση, εκτός εάν με ξεκάθαρο τρόπο προκύπτει τέτοια υποχρέωση από το λεκτικό της συμφωνίας εγγύησης. Τότε και μόνο το Δικαστήριο θα μπορεί να οδηγηθεί σε συμπέρασμα ότι η σύμβαση εγγύησης εφαρμόζεται και σε σχέση με την πληρωμή ενοικίου θέσμιας ενοικίασης. Ας μη διαφεύγει ότι η θέσμια ενοικίαση είναι απροσδιορίστου χρονικής διάρκειας, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό και το οποίο συνιστά επιπρόσθετο βάρος στους ώμους του όποιου εγγυητή καταβολής ενοικίου. Το ζήτημα διαφοροποιείται βεβαίως στις περιπτώσεις όπου στο ίδιο το ενοικιαστήριο έγγραφο προβλέπεται περίοδος ανανέωσης ή όπου η συμφωνία ενοικίασης είχε δυνητικά καταληκτικό χρόνο τη λήξη της περιόδου ανανέωσης. Σε τέτοια περίπτωση και με δεδομένο ότι ο εγγυητής γνώριζε για το δικαίωμα μονομερούς ανανέωσης και ότι η ανανέωση επήλθε, η εγγύηση θεωρείται ότι ισχύει και για την περίοδο ανανέωσης (Michael v. Nishanian (1966) 1 C.L.R. 150, Αργύρη (ανωτέρω).»

 

Κρίνουμε ότι από το λεκτικό της εγγύησης που δόθηκε, προκύπτει με ξεκάθαρο τρόπο, η παραχώρηση εγγύησης για την καταβολή του ενοικίου κατά τη θέσμια ενοικίαση. Κρίνουμε ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 2 και 3, είναι υπόλογοι για οποιαδήποτε καθυστερημένα και οφειλόμενα υπό του Καθ’ ου η Αίτηση 1 ενοίκια ή άλλα ποσά, μετά τη λήξη της συμβατικής ενοικίασης και αφού ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 κατέστη θέσμιος ενοικιαστής, δηλαδή μετά την 30.11.2016, νοουμένου ότι ικανοποιούνται οι πρόνοιες της αυθεντίας Φυσεντζίδης.

 

Απόφαση:

Ως εκ των ανωτέρω και με τη σύμφωνο γνώμη των Παρέδρων, η κυρίως Αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται λόγω έλλειψης καθ’ ύλην αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου. Η υπόθεση δεν παραπέμπεται στο Επαρχιακό Δικαστήριο προς εκδίκασην, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 64Α του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60 όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, καθότι το εύρημα του Δικαστηρίου εκδίδεται ελλείψει σχετικής μαρτυρίας και όχι με βάση σχετική μαρτυρία. Εάν οι Αιτητές δεν έχουν μεν προσκομίσει, αλλά έχουν στοιχεία για την ενοικίαση ή προσφορά προς ενοικίασην του επίδικου καταστήματος, κατά την 31.12.1999, τότε καθ’ ύλην αρμοδιότητα θα έχει το παρόν Δικαστήριο, ώστε η οποιαδήποτε παραπομπή της υπόθεσης να αποβαίνει μάταιη.

 

Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3 και εναντίον των Αιτητών, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €2.000 - €10.000.

 

Η απόφαση να συνταχθεί αφού χαρτοσημανθεί το ενοικιαστήριο έγγραφο, Τεκμήριο 1.

 

(Υπ.)                                                  

Λ.Σ. Καμμίτση          

Πρόεδρος                 

Πιστόν Αντίγραφον

           

Γραμματέας

 

ΛΣΚ/ΕΠ

 

 

 



 

[1] «27(1) Ενοικιαστής όστις, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, διατηρεί κατοχήν οποιασδήποτε κατοικίας ή καταστήματος, εν όσω διατηρεί την τοιαύτην κατοχή, τηρεί πάντας τους όρους και προϋποθέσεις του τελευταίου ενοικιαστηρίου συμβολαίου, έστω και αν έχει λήξει η ισχύς του και δικαιούται εις τα εξ αυτών απορρέοντα οφέλη, εφ’ όσον τούτοι είναι σύμφωνοι προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, δικαιούται να παραιτηθή της κατοχής της κατοικίας ή του καταστήματος μόνον κατόπιν επιδόσεως τοιαύτης ειδοποιήσεως οία θα απητείτο δυνάμει του ενοικιαστηρίου συμβολαίου και σε περίπτωση που δεν απαιτείται τέτοια ειδοποίηση, μόνο κατόπιν γραπτής προειδοποίησης, έναν τουλάχιστο μήνα προηγουμένως.

 

Νοείται ότι εις περίπτωσιν καθ’ ην υπενοικιαστής καθίσταται ενοικιαστής ο τοιούτος θέσμιος ενοικιαστής κατέχει την κατοικίαν ή το κατάστημα τηρουμένων επιπροσθέτως οιωνδήποτε υφισταμένων περιοριστικών συμφωνιών περιεχομένων εις τους μεταξύ του ιδιοκτήτου και του ενοικιαστού όρους και προϋποθέσεις ενοικιάσεως.»

 

[υπογράμμιση του Δικαστηρίου]

[2] 77(1) «Σύμβαση που αφορά μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας για περίοδο που υπερβαίνει το ένα έτος δεν είναι έγκυρη και εκτελεστή εκτός αν-

(α) είναι γραπτή και

(β) υπογράφεται στο τέλος αυτής, από το κάθε πρόσωπο που βαρύνεται από τη σύμβαση ή από πρόσωπο το οποίο είναι ικανό προς το συμβάλλεσθαι και το οποίο έχει δεόντως εξουσιοδοτηθεί να υπογράψει εκ μέρους του πιο πάνω προσώπου στην παρουσία δύο τουλάχιστον μαρτύρων ικανών προς το συμβάλλεσθαι, οι οποίοι και προσυπογράφουν τη σύμβαση ως μάρτυρες.»

 

[3] «Έτσι, προκύπτει καθαρά από τα πιο πάνω, ότι για να θεωρηθεί η ενοικίαση ως λήξασα ή θα πρέπει να έχει λήξει η περίοδος ενοικίασης που αναφέρεται στο άκυρο ενοικιαστήριο έγγραφο ή να έχει δοθεί νόμιμη ειδοποίηση τερματισμού.»

 

[4] «Η γραπτή προειδοποίηση που αποστέλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου θεωρείται και ως κατάλληλη ειδοποίηση που τερματίζει αυτόματα τη σύμβαση ενοικίασης, χωρίς αυτό να επηρεάζει, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Ενοικιοστασίου (Τροποποιητικού) Νόμου του 2007, τις εκκρεμούσες ενώπιον του Δικαστηρίου ή ενώπιον οποιουδήποτε επαρχιακού δικαστηρίου υποθέσεις.»

 

[5] “ Another relevant important clause in this contract is the guarantee clause. This clause is so worded in our view, as to render the guarantor’s liability co-extensive with that of the principal. It provides expressly that the guarantor undertakes the exact performance of all the terms included in the contract of lease. The right to renew the lease for another year being embodied in the terms of the contract, the liabilities following the exercise of such right are covered by the guarantee clause.

We have carefully studied the contents of the contract of lease in question in the light of the submission of the learned counsel for the appellant and we have come to the conclusion that the guarantee signed by the appellant (guarantor) covered the liability of the principal (tenant) to pay rents and damages until the latter delivered vacant possession of the premises leased by the landlord, the respondent. The appeal is, therefore, dismissed with costs.” (σελίδα 152)

 

[6] “… I have reached the conclusion that the guarantee would not apply to a statutory tenancy under the provisions of the Increase of Rent and Mortgage Interest (Restrictions) Act, 1920, in England; and certainly would not apply to section 23 of our Rent (Control) Law Cap. 86. In my view, the statutory tenancy is a different tenancy from the contractual tenancy whence it sprang so that the guarantor of the rent under the contractual terms is not liable for rent accruing during the statutory tenancy. It is clear from the wording of our law that the legislating authority merely intended to confirm a right of occupation on the tenant who becomes statutory tenant and he is, as in England obliged to observe the conditions and is entitled to the rights under the original contract of tenancy in so far as they may be applicable.

….

Since there is nothing in the Rent (Control) Law that interferes with the contractual rights of outside parties in respect of matters like guarantees, I would be prepared to express the view, that it is conceivable in a case where strong and clear language has been used in a guarantee, that the Court would be ready to reach a conclusion that the guarantee would also apply to the payment of rent in a statutory tenancy. However, in view of the different character of the statutory tenancy, - as distinct from the contractual tenancy – particularly it indefinite duration, I am of the opinion, that the language in this contract of guarantee is not so clearly worded at to warrant a finding that the parties intended it to extend to the statutory tenancy and that the guarantor undertook to bind himself until the delivery of the premises in question including the period the tenant was so holding over as a statutory tenant.”

 

(σελίδες 14 και 15) – υπογράμμιση του Δικαστηρίου


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο