ΑΚΙΝΗΤΑ Ε. & Ν. ΘΕΜΙΣΤΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. MAKARIOU GROUP LTD, Αίτηση Αρ.: Κ11/23, 29/2/2024
print
Τίτλος:
ΑΚΙΝΗΤΑ Ε. & Ν. ΘΕΜΙΣΤΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. MAKARIOU GROUP LTD, Αίτηση Αρ.: Κ11/23, 29/2/2024

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

 

Ενώπιον:      Λ.Σ. Καμμίτση, Προέδρου

Αίτηση Αρ.: Κ11/23

(i-justice)

Μεταξύ:

ΑΚΙΝΗΤΑ Ε. & Ν. ΘΕΜΙΣΤΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ HE 2336

Αιτήτριας

και

 

MAKARIOU GROUP LTD HE 268917

Καθ’ ης η Αίτηση

----------------------------------------------------------------------------------------

Αίτηση για την τροποποίηση της Απάντησης

29.2.2024

Για την Αιτήτρια – Καθ’ ης η Αίτηση στην κυρίως Αίτηση: κ. Δ. Μιχαηλίδης για κ.κ. Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης Δ.Ε.Π.Ε

Για την Καθ’ ης η Αίτηση – Αιτήτρια στην κυρίως Αίτηση: κ. Αγγ. Μαρκιτανής για κ.κ. Νίκη Κληρίδου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

 

Ενδιάμεση  Απόφαση

 

Με αίτηση δια κλήσεως ημερομηνίας 17.11.2023, η Καθ’ ης η Αίτηση στην κυρίως Αίτηση (εν τοις εφεξής καλούμενη «η Καθ’ ης η Αίτηση»), εξαιτείται ως ακολούθως:

 

«A.     Τροποποίηση της Απάντησης ως ακολούθως:

(α)      Την προσθήκη μετά από το τίτλο της Αίτησης και πριν των γεγονότων που παρατίθενται της λέξης «ΑΠΑΝΤΗΣΗ».

(β)      Τη προσθήκη αμέσως μετά της λέξεως «ΑΠΑΝΤΗΣΗ» της ακόλουθης φράσης αριθμούμενης με τον αριθμό 1.

«Η Καθ' ης η Αίτηση εγείρει προδικαστική ένσταση και/η ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας στερείται δικαιοδοσίας και/ή είναι αναρμόδιο όπως εκδικάσει τη παρούσα Αίτηση καθ' ότι σύμφωνα με τη συμφωνία ημερομηνίας 1/2/2013 και συγκεκριμένα σύμφωνα με τον όρο 7 αυτής σε περίπτωση που τα μέρη δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε υπόδειξη κοινού εκτιμητή για το αγοραίο ενοίκιο, τότε η εκτίμηση αγοραίου ενοικίου θα τεθή σε διαιτησία σύμφωνα με τους περί Διαιτησίας Νόμους».

(γ)      Τη προσθήκη μετά της νέας παραγράφου (1), νέας παραγράφου αριθμημένης με τον αριθμό 2 ως ακολούθως:

«Άνευ βλάβης της πιο πάνω Προδικαστικής Ένστασης η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται ως ακολούθως».

 

Β.      Οποιαδήποτε άλλη και/ή περαιτέρω θεραπεία την οποία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε κρίνει ορθή και δίκαιη υπό τις περιστάσεις.

Γ.       Έξοδα της Αιτήσεως και Φ.Π.Α.»

 

Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται στον περί Ενοικιοστασίου Νόμο του 1983, ως τροποποιήθηκε, στους περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς 1983 ως τροποποιήθηκαν, Κανονισμοί 7, 8 και 11, στον Νόμο 14/1960, άρθρα 29, 30, 31, 32 και 47, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.12 θ.4, Δ.25, Δ.48 θθ.1, 2, 3, 4 (ως αντικαταστάθηκε), 8 και 9, στις εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου και στις γενικές αρχές του Νόμου και της Νομολογίας.

 

            Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκο δήλωση του κ. Γιώργου Μακαρίου, εκ Λευκωσίας. Ο ενόρκως δηλών λέγει ότι είναι Διευθυντής της Καθ’ ης η Αίτηση εταιρείας και γνωρίζει τα γεγονότα που αφορούν στην παρούσα υπόθεση από μελέτη του σχετικού φακέλου και από προσωπική γνώση. Είναι δε πλήρως εξουσιοδοτημένος να προβεί στη δήλωση του.

 

Την 21.2.2023 καταχωρήθηκε η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση και περί την 16.3.2023, καταχωρήθηκε η Απάντηση εκ μέρους της Καθ' ης η Αίτηση. Την 18.9.203 η Καθ’ ης η Αίτηση διόρισε τους σημερινούς δικηγόρους της, οι οποίοι μετά από μελέτη των διαφόρων εγγράφων που τους παρέδωσε, έκριναν αναγκαία την τροποποίηση, ούτως ώστε να εγερθεί η προδικαστική ένσταση, σχετικά με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Είναι ορθό και δίκαιο όπως επιτραπεί η αιτούμενη τροποποίηση, ούτως ώστε να ευρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα πραγματικά γεγονότα και ισχυρισμοί.

 

 

Ένσταση:

            Ένσταση εκ μέρους της Αιτήτριας στην κυρίως Αίτηση (εν τοις εφεξής καλούμενη «η Αιτήτρια»), καταχωρήθηκε την 19.12.2023 και αυτή βασίζεται στον περί Ενοικιοστασίου Νόμο 1983, ως τροποποιήθηκε, στους περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς 1983, ως τροποποιήθηκαν, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.25 θθ.1-7, Δ.48 θθ.1-4, 7, 8 και 9 και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου. Οι συγκεκριμένοι λόγοι ένστασης είναι οι ακόλουθοι:

 

«Α.     Η Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση δεν αποκαλύπτει επαρκή γεγονότα που να μπορούν να δικαιολογήσουν και/ή να στηρίξουν την αιτούμενη θεραπεία.

Β.      Η αίτηση υποβάλλεται καθυστερημένα και/ή σε προχωρημένο στάδιο της δίκης και/ή με υπέρμετρη καθυστέρηση, η οποία δεν δικαιολογείται καθόλου και/ή επαρκώς.

Γ.       Η αίτηση είναι υπό τις περιστάσεις κακόπιστη ή/και καταχρηστική ή/και επιδιώκει αλλότριο σκοπό.

Δ.      Η αίτηση είναι αντικανονική και/ή παράτυπη, διότι επιδιώκει την προσθήκη προδικαστικής ένστασης το φραστικό της οποίας είναι σε πλήρη αντίθεση με το υπόλοιπο σώμα της Απάντησης και γενικότερα την γραμμή υπεράσπισης που υιοθέτησε η Καθ' ης η Αίτηση/Αιτήτρια.

Ε.      Η αιτούμενη τροποποίηση προσβάλλει το συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα της Αιτήτριας για γρήγορη απονομή δικαιοσύνης και η διατήρηση της εκκρεμοδικίας παραβλάπτει τα συμφέροντα της.

ΣΤ.     Δεν τηρούνται οι νομικές και πραγματικές προϋποθέσεις για την έγκριση του αιτήματος τροποποίησης.

Ζ.       Η Αίτηση περιλαμβάνει άρθρα άσχετα με τα επίδικα θέματα.»

 

            Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκο δήλωση του κ. Χρίστου Θεμιστού, από τη Λευκωσία. Ο ενόρκως δηλών κατέθεσε ότι είναι ένας εκ των διευθυντών της Αιτήτριας και γνωρίζει προσωπικά όλα τα γεγονότα που καταθέτει. Η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί για τους νομικούς λόγους που αναφέρονται στο σώμα της ένστασης.

 

Είναι η θέση του πως είναι προφανές ότι η Καθ’ ης η Αίτηση δεν έρχεται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια, αλλά επιχειρεί να προωθήσει νέα γραμμή υπεράσπισης, με στόχο την καθυστέρηση και την παρέκκλιση της διαδικασίας. Παρά το γεγονός ότι η κύρια προσθήκη που επιδιώκει η Καθ' ης η Αίτηση, εδράζεται επί του όρου 7 του ενοικιαστήριου εγγράφου ημερομηνίας 1.2.2013, εντούτοις παραλείπει να καταθέσει το ενοικιαστήριο έγγραφο στο Δικαστήριο, έτσι ώστε να μπορεί και το Δικαστήριο να αντλήσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την αναγκαιότητα η μη της προσθήκης σ’ αυτό το στάδιο. Ο συγκεκριμένος όρος, αφορά ρύθμιση μεταξύ των μερών αναφορικά με το ενοίκιο του επίδικου ακινήτου, στην περίπτωση μόνο που η ενοικίαση κατά την 1.11.2019, ανανεωνόταν ανά διετία, η οποία όμως δεν ανανεώθηκε με βάση το ενοικιαστήριο έγγραφο, από υπαιτιότητα της Καθ' ης η Αίτηση.

 

Ειδικότερα, η Καθ' ης η Αίτηση, με την αιτούμενη προσθήκη προσπαθεί να επικαλεστεί ότι το συμβόλαιο ενοικίασης δεν έχει λήξει και κατ' επέκτασην, σε περίπτωση ανανέωσης του και ασυμφωνίας ως προς το ενοίκιο, αυτό θα έπρεπε να παραπεμφθεί σε Διαιτησία. Επίσης, να προσθέσει ότι το συμβόλαιο βρίσκεται σε ισχύ, ενώ ταυτόχρονα είναι παραδεκτό στα δικόγραφα ότι αυτό έχει λήξει στις 31.10.2019, να ισχυρίζεται ταυτόχρονα ότι δεν είναι θέσμια ενοικιάστρια αλλά και ότι είναι, προβάλλοντας ως υπεράσπιση την προστασία που της παρέχει ο περί Ενοικιοστασίου Νόμος.

 

Είναι η θέση του ότι η υπό εξέταση αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί, με έξοδα σε βάρος της Καθ’ ης  η Αίτηση.

 

Ιστορικό:

Δικόγραφα:

Για την ολοκλήρωση της ενώπιον του Δικαστηρίου εικόνας για σκοπούς, πάντοτε, της υπό εξέταση αίτησης και μόνο, σημειώνω ότι η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση καταχωρίστηκε την 21.2.203 και μ’ αυτήν η Αιτήτρια εταιρεία εξαιτείται Απόφασης και/ή Διαταγής η οποία να καθορίζει το ενοίκιο το οποίο θα πληρώνει η Καθ’ ης η Αίτηση για το επίδικο κατάστημα, στο ποσό του 90% του μέσου όρου των ενοικίων της μικρής περιοχής που βρίσκεται το κατάστημα και/ή στο ποσό του 70% του ενοικίου που εισπράττει η Καθ’ ης η Αίτηση από την υπενοικίαση του καταστήματος και/ή οποιοδήποτε ποσό θα θεωρήσει το Δικαστήριο εύλογο στην παρούσα περίπτωση, από την καταχώριση της Αίτησης.

 

Η Αιτήτρια ενάγει ως ιδιοκτήτρια ενός καταστήματος επί της Λεωφόρου Ευαγόρου αρ. 18ε, Τ.Κ. 1065, Λευκωσία, καθώς και τριών χώρων στάθμευσης στο ισόγειο και πέντε χώρων στάθμευσης στο υπόγειο, πλέον ενός χώρου στάθμευσης για ανάπηρους στο υπόγειο, κοινού για όλα τα καταστήματα (στην παρούσα καλούμενο «το επίδικο κατάστημα»), το οποίο ανεγέρθηκε το 1969, βρίσκεται σε ένα από τα κεντρικότερα σημεία της Λευκωσίας και χρησιμοποιείται ως εστιατόριο. Η Καθ’ ης η Αίτηση ενάγεται ως θέσμια ενοικιάστρια του επίδικου καταστήματος. Το σημερινό καταβαλλόμενο ενοίκιο είναι €700.- μηνιαίως. Η Καθ’ ης η Αίτηση έχει ενοικιάσει το επίδικο και πραγματοποιεί υπερκέρδη σε βάρος της Αιτήτριας.

 

Η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρισε δικόγραφο εν είδη Απάντησης, την 14.3.2023, πριν το διορισμό των δικηγόρων της, με την οποία, μεταξύ άλλων, απορρίπτει τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας περί πραγματοποίησης υπερκερδών και ισχυρίζεται ότι για να λειτουργήσει το επίδικο ως εστιατόριο, έγιναν έξοδα χωρίς τη συνεισφορά της ιδιοκτήτριας.

 

Η Αιτήτρια καταχώρισε Απάντηση στην Απάντηση, την 22.3.2023. Η Καθ’ ης η Αίτηση, προσωπικά, καταχώρησε Απάντηση στην Απάντηση την 24.3.2023, έγγραφο το οποίο δεν προβλέπεται μήτε από τους περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς, μήτε από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας οι οποίοι ήταν σε ισχύ μέχρι την 31.8.2023 και ως τέτοιο, δεν λαμβάνεται υπόψην. Η παράγραφος 1 του εν λόγω εγγράφου, είναι όμως σχετική με το σημερινό αίτημα ενώπιον του Δικαστηρίου και την παραθέτω:

 

«1. Έχουμε στηρίξει όλους μας τους ισχυρισμούς με επιχειρήματα που είναι περιγραφή της πραγματικότητας και υποστηρίζουν την ένσταση μας στις αιτούμενες θεραπείες. Ο όρος 7 της συμφωνίας ενοικίασης ημερ. 1/2/2013 προνοεί καθορισμό κοινού εκτιμητή ή Διαιτησία. Παραθέτω πιο κάτω το απόσπασμα του όρου 7:

 

….. Σε περίπτωση που τα Μέρη δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε υπόδειξη κοινού εκτιμητή τότε η εκτίμηση του αγοραίου ενοικίου θα τεθεί σε διαιτησία σύμφωνα με τους περί Διαιτησίας Νόμους και τα Μέρη είναι υπόχρεα να αποδεχθούν την μέθοδο εκτίμησης της διαιτησίας ως και το ποσό του νέου ενοικίου ……

 

Η συμφωνία δεν προνοεί να καθοριστεί το ενοίκιο από το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Εισηγούμαστε τον εκτιμητή Άντη Τηλεμάχου και καλούνται οι ιδιοκτήτες να τον αποδεχθούν ή να υποδείξουν 2 άλλα ονόματα εκτιμητών μελών του ΕΤΕΚ για να δούμε αν συμφωνήσουμε αλλιώς να γίνει αίτημα διαιτησίας.»

 

Οι δικηγόροι της Καθ’ ης η Αίτηση διορίστηκαν την 21.9.2023.

Διαδικασία:

Στην παρούσα υπόθεση, είχε ακολουθηθεί η διαδικασία η οποία προβλέπεται από τη Διαταγή 30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως αυτοί ήταν σε ισχύ μέχρι την 31.8.2023. Η Αιτήτρια καταχώρισε Κλήση για Οδηγίες την 22.3.2023 και η Καθ’ ης η Αίτηση, προσωπικά, καταχώρισε το Παράρτημα της την 26.5.2023. Το Δικαστήριο εξέδωσε Διατάγματα αποκάλυψης εγγράφων και έδωσε Οδηγίες στη Λειτουργό του Δικαστηρίου να ετοιμάσει γραπτή Έκθεση Εκτίμησης για το δίκαιο ενοίκιο του επίδικου υποστατικού. Καταχωρήθηκαν Ένορκες Δηλώσεις Αποκάλυψης εγγράφων και από τις δύο πλευρές. Στη συνέχεια, την 13.9.2023, δόθηκαν οδηγίες από το Δικαστήριο, για την καταχώρηση γραπτής μαρτυρίας υπό τη μορφή ενόρκων δηλώσεων, εφόσον η υπόθεση κατηγοριοποιήθηκε ως Ταχείας Εκδίκασης. Ορίστηκε δε για Αγορεύσεις / Διευκρινήσεις, την 20.12.2023.

 

Αμέσως μετά, διορίστηκαν δικηγόροι από πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση και το Δικαστήριο έδωσε χρόνο για την καταχώρηση της γραπτής μαρτυρίας, ώστε να ετοιμαστεί εν τω μεταξύ η Έκθεση Εκτίμησης της Λειτουργού. Η Έκθεση καταχωρήθηκε την 7.12.2023. Μεσολάβησε η καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης.

 

Το Δικαστήριο παρέλαβε τις αγορεύσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων την 31.1.2024 και επιφύλαξε την απόφαση του για να εκδοθεί σήμερα. Ερμηνεύοντας τις σχετικές πρόνοιες του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, Ν. 23/83 όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, όπως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και επειδή η υπό εξέταση αφορά ενδιάμεσο ζήτημα και όχι την ουσία της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων, έκρινα ότι η παρουσία των Παρέδρων δεν ήταν αναγκαία και το Δικαστήριο συνεδρίασε με μονομελή σύνθεση.

 

Νομική και δικονομική πτυχή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας:   Οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζονται σε υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δυνάμει του Κανονισμού 12(α) [1] των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, ως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

Διαταγή 25:

Ο θεσμός 7 της Διαταγής 25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας οι οποίοι ήταν σε ισχύ μέχρι την 31.8.2023, όπως τροποποιήθηκε ή αντικαταστάθηκε από τον περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2018, προνοεί τα εξής:

 

«7.     Οι διατάξεις της Δ.25 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στις διαδικασίες που λαμβάνονται στα Δικαστήρια Ειδικής Δικαιοδοσίας ανεξαρτήτως του τρόπου έναρξης της διαδικασίας σ’ αυτά και οι έννοιες του κλητηρίου και της αγωγής στις Δ.25, θα διαβάζονται ανάλογα.»

 

Οι θεσμοί 1, 5 και 6 της Διαταγής 25, προνοούν ως ακολούθως:

 

«1. (1)   Μετά την καταχώρηση αλλά πριν την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος, ο ενάγων δύναται οποτεδήποτε χωρίς να λάβει προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου να τροποποιήσει το κλητήριο ένταλμα του. Προς τούτο καταχωρείται τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα με ανάλογη ένδειξη:

 

Νοείται ότι σε περίπτωση περισσότερων εναγομένων, επίδοση κλητηρίου εντάλματος εννοείται σε οποιοδήποτε εξ’ αυτών.

 

(2)      Μετά την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος και πριν την έκδοση από τον ενάγοντα της Κλήσης για Οδηγίες σύμφωνα με τη Διαταγή 30, επιτρέπεται άπαξ η τροποποίηση του χωρίς άδεια του Δικαστηρίου. Σε τέτοια περίπτωση καταχωρούνται τα τροποποιημένα δικόγραφα με ανάλογη ένδειξη:

 

Νοείται ότι, όπου ο ενάγων καταχωρεί τροποποιημένο κλητήριο ή έκθεση απαίτησης, ο εναγόμενος καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση, ανάλογα με την περίπτωση, τροποποιημένη έκθεση υπεράσπισης. Όπου ο εναγομένος τροποποιεί το δικόγραφο του, ο ενάγων καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση του, την τροποποιημένη απάντηση του, όπου χρειάζεται.

 

Νοείται ότι, όπου η έκδοση της κλήσης οδηγιών καταχωρείται από διάδικο ταυτόχρονα με τη συμπλήρωση της δικογραφίας, τότε η άπαξ τροποποίηση χωρίς άδεια του Δικαστηρίου δύναται να γίνεται εντός περαιτέρω περιόδου 15 ημερών.

 

(3)      Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.»

 

«5.     To Δικαστήριο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο και με τέτοιους όρους ως προς τα έξοδα ή άλλως, ως θα έκρινε δίκαιο, να τροποποιήσει οποιοδήποτε ελάττωμα ή λάθος σε οποιαδήποτε διαδικασία, όλες δε οι αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνονται με σκοπό τον καθορισμό του πραγματικού ζητήματος ή επίδικου θέματος, το οποίο εγείρεται από ή κατά τη διαδικασία.»

 

«6.     Γραφικά λάθη σε δικόγραφα, αποφάσεις ή διατάγματα, ή λάθη που προκύπτουν σ' αυτά από οποιοδήποτε τυχαίο σφάλμα ή παράλειψη, μπορούν σε οποιοδήποτε χρόνο να διορθωθούν ανάλογα με τη φύση και έκταση του λάθους από το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης, γραπτής ή προφορικής, χωρίς δικαίωμα έφεσης.»

 

Εφόσον η Κλήση για Οδηγίες καταχωρήθηκε προ πολλού, η υπό εξέταση αίτηση εμπίπτει στις πρόνοιες του θεσμού 1(3) της Διαταγής 25, όπου ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται κατά κανόνα. Η Καθ’ ης η Αίτηση πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι δύναται να επιτρέψει εξαίρεση, διότι υπάρχει εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της Απάντησης ή επειδή πρόκειται για περίπτωση που έχουν προκύψει νέα δεδομένα, μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για καταχώρηση της Απάντησης και το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι όντως υπάρχουν τέτοια νέα δεδομένα.

 

Νομολογία:

Υπάρχει σωρεία νομολογίας η οποία ερμήνευσε τη Διαταγή 25 ως είχε πριν την αντικατάσταση της αρχικά το 2014 και στη συνέχεια με τις μετέπειτα τροποποιήσεις και έθεσε τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τροποποίηση δικογράφου. Έχω αντλήσει καθοδήγηση από τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που πραγματεύονται το θέμα της τροποποίησης δικογράφου, όπως και από Αγγλικές αυθεντίες και συγγράμματα. Αναφέρω ενδεικτικά τις αυθεντίες: Tsiappas v. The Republic (1974) 1 C.L.R. 167, Mahattou v. Viceroy Shipping Co. Ltd. and Another (1979) 1 C.L.R. 542, Evripidou and Another v. Kannaourou (1985) 1 C.L.R. 24, Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation (1989) 1E A.A.Δ. 33, Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου & άλλης (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, Χρίστου ν. Στυλιανού Αζά (1992) 1 Α.Α.Δ. 704, Sait Electronic S.A. v. The shipDominique” & Others (1992) 1 A.A.Δ. 264, Astor Co. κ.ά. ν. Α. & G. Leventis Ltd κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, Saba & Co. (T.M.P.) v. T.M.P. Agents (1994) 1 A.A.Δ. 426, Γραμμές Στρίντζη v. Επίσημου Παραλήπτη (1995) 1 Α.Α.Δ. 607, Federal Bank of Lebanon (S.A.L.) v. Ν.Κ. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44, Agini v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (1999) 1 Α.Α.Δ. 11, Δημοτικό Συμβούλιο Αγλαντζιάς v. Χαρικλείδη κ.ά. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1608, Στέλλα Λάμπρου v. Λάμπρου Λάμπρου (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 1092, Νικολάου v. Μιλτιάδους κ.ά. (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1005, Preece κ.ά. v. Ρωσσίδου, (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2138, Παπαχρυσοστόμου v. Κώστα Γρηγοριάδη & Συνεταίροι κ.ά., (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 817, Compania Naviera Iris S.A. κ.ά.v. Andrenal Shipping Co. Ltd. κ.ά., (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1838, Kayat Trading Ltd. v. Genzyme Corporation, (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 543, Hipgrave v. Case 28 Ch. D. 361, Tildesley v. Harper, 10 Ch. D. 393, Clarapede v. Commercial Union Association 32 W.R. 262, Steward v. North Metropolitan Tramways Company (1885 – 86) 16 Q.B. p. 556, Associated Leisure Ltd. and Others v. Associated Newspapers Ltd. (1970) 2 All ER 754, Bullen & Leake & Jacob’s Precedents of Pleadings, 12η έκδοση, σελίδες 128, 130, 379 και 685, Atkins Court Forms & Precedents, 2η έκδοση, Τόμος 1, σελίδα 82.

 

Ως γενικός κανόνας, η τάση πριν το 2014, όπως φαίνεται από την νομολογία, ήταν να επιτρέπεται η τροποποίηση δικογράφου στην κατάλληλη υπόθεση, ακόμα και όταν ήταν αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης, νοουμένου ότι δεν θα προκαλείτο αδικία στην άλλη πλευρά που δεν μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα. Η τροποποίηση έπρεπε και πρέπει να είναι αναγκαία για τον προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς. Για να αποφασίσει το Δικαστήριο εάν είναι η υπόθεση κατάλληλη, δηλαδή εάν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, συνεκτιμούνταν και εξακολουθούν να λαμβάνονται υπόψην και να ζυγίζονται, οι επιπτώσεις στα δικαιώματα και συμφέροντα της άλλης πλευράς, η ανάγκη διεξαγωγής της δίκης σε εύλογο χρόνο σύμφωνα με την επιταγή του άρθρου 30.2 του Συντάγματος, η ύπαρξη ή μη κακής πίστης από πλευράς του αιτούντος, η ανάγκη κάλυψης πραγματικής και σημαντικής ανάγκης του αιτούντος.

 

Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος και της καθυστέρησης στη διατύπωση των θέσεων του αιτούντα, ποικίλλει ανάλογα με το στάδιο στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση για τροποποίηση. Εάν έχει αρχίσει η ακροαματική διαδικασία, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με φειδώ, λαμβάνοντας υπόψη τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις στα δικαιώματα της άλλη πλευράς. Όλοι οι παράγοντες είναι σχετικοί αλλά κανένας δεν είναι αποφασιστικής σημασίας από μόνος του. Η καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος είναι σχετικός παράγων σε αιτήσεις για τροποποίηση αλλά δεν είναι εκ προοιμίου και απαρέγκλιτα αποφασιστικής σημασίας. Λαμβάνονται υπόψη κάθε φορά οι ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης.

 

Παραθέτω ορισμένα αποσπάσματα από το σύγγραμμα Bullen & Leake & Jacobs Precedents of Pleadings, 12η έκδοση. Στη σελίδα 128, κάτω από την επικεφαλίδα ‘Amendment with leavetime to amend’ αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Again, at the trial, leave to amend may be granted, when to do so will not cause injustice to the other side, and on proper terms as to costs, and the adjournment of the trial, if necessary. As a rule, leave to amend at the trial will not so readily be given, especially where the necessity for such amendment was obviously apparent long before the trial and was not then asked for or where the amendment would involve a complete change in the nature of the claim or the whole character of the action, or setting up an entirely different claim from that which the defendant came to meet or the raising of an entirely new ground of defence or counterclaim, and an amendment will not be allowed at the trial which for the first time introduces a charge of fraud. Nevertheless, even where the amendment is substantial so as completely to change the plaintiff’s cause of action or nature of claim, leave to amend may be given on proper terms.»

        

Στη σελίδα 130, κάτω από την επικεφαλίδα ‘Amendments not allowed, αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«The first and in a way the paramount consideration is whether the application for leave to amend is made in good faith. For this purpose, good faith means that the amendment is sought for the purpose of raising ‘the real question in controversy between the parties’ and is not dishonest or intended to overreach the opposite party, or made for any other ulterior motive and relies on facts which are substantially true and germane to the matters in controversy between the parties. If, therefore, the court is not satisfied as to the truth and substantiality of the proposed amendment, it will be refused.»

 

Στο σύγγραμμα Atkins Court Forms & Precedents, 2η έκδοση, Τόμος 1, σελίδα 82, αναφέρονται τα ακόλουθα:

«The Court has wide powers of amendment and it seems will exercise those powers to permit amendment where possible. Amendment may be allowed at any stage of the proceedings, whether before, at, or after the trial, or even after judgement or on appeal.»

 

            Ως καθαρά διαφαίνεται από το ίδιο το λεκτικό, η νέα Διαταγή 25, στο θεσμό 1(1), (2) και (3), περιλαμβάνει τρία ξεχωριστά, τόσο χρονικά όσο και διαδικαστικά, στάδια, στα οποία επιτρέπεται, με συγκεκριμένο τρόπο, η τροποποίηση δικογράφου. Είναι η κρίση μου ότι η γενικότερη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου όπως αυτή έχει καταγραφεί στις πιο πάνω αυθεντίες, έχει περιοριστεί, με την έννοια ότι ασκείται αυστηρώς εντός των πλαισίων της Διαταγής στο κάθε ένα από τα τρία στάδια και στο βαθμό και την εμβέλεια που καθορίζει αυτή τούτη η Διαταγή 25. Οι πιο πάνω αυθεντίες εξακολουθούν να αποτελούν καθοδήγηση για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, εντός όμως των παραμέτρων της Διαταγής 25 ως αυτή είχε διαμορφωθεί και ίσχυε μέχρι την 31.8.2023.

 

Το στάδιο στο οποίο ασκείται, ουσιαστικά, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, είναι το τρίτο στάδιο, όπου το Δικαστήριο είναι επιφορτισμένο να διακρίνει και να αποφασίσει εάν υπάρχει εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας ή, σε περίπτωση που υπάρχει ισχυρισμός για νέα δεδομένα, μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για καταχώρηση του δικογράφου, εάν όντως υπάρχουν τέτοια νέα δεδομένα.

 

Ευρήματα:

Η αίτηση για τροποποίηση καταχωρίστηκε οκτώ μήνες μετά την καταχώρηση της Απάντησης. Αυτό από μόνο του δεν είναι μοιραίο για την τύχη της υπό εξέταση αίτησης. Η ακροαματική διαδικασία δεν έχει αρχίσει, ενώ η Κλήση για Οδηγίες καταχωρίστηκε επίσης οκτώ μήνες πριν την καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης. Είναι η κρίση μου ότι από την έγκριση της αίτησης δεν θα προκληθεί επιπλέον καθυστέρηση, τέτοια που να επηρεάσει αρνητικά τη χρονική εξέλιξη και διεκπεραίωση της υπόθεσης. Επιπλέον, υπό το φως του γεγονότος ότι η Καθ’ ης η Αίτηση έλαβε όλα τα διαβήματα στην υπόθεση, προσωπικά, μέχρι το Σεπτέμβριο 2023, διαπιστώνεται ότι ήταν μεν υπόψην της σχετικός όρος του ενοικιαστηρίου εγγράφου, αλλά όχι ο τρόπος νομικής εφαρμογής ή επίκλησης του, ώστε να μην ήταν προδήλως φανερή εξ’ αρχής στην ίδια την Καθ’ ης η Αίτηση η ανάγκη δικογράφησης σχετικής θέσης. Δεν διακρίνω κακή πίστη από πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση.

 

Είναι η κρίση μου ότι η αιτούμενη τροποποίηση αλλάζει την υπόθεση την οποία αντιμετωπίζει η Αιτήτρια, επί ενός νομικού σημείου, χωρίς αρνητικές σ’ αυτήν επιπτώσεις, τέτοιες που να επηρεάζονται οι δικοί της ισχυρισμοί και θέσεις. Κρίνω ότι η κατάλληλη διαταγή ως προς τα έξοδα, θα αποζημιώσει σε ικανοποιητικό βαθμό την Αιτήτρια.

 

Το Δικαστήριο έχει σχηματίσει την εικόνα από τα ενώπιον του τεθέντα και αντιλαμβάνεται, ότι η παρούσα είναι περίπτωση όπου η Καθ’ ης η Αίτηση δεν εξέτασε ή δεν κατεύθυνε την προσοχή της στο συγκεκριμένο θέμα το οποίο εγείρει με την υπό εξέταση αίτηση, εκ παραδρομής, λόγω έλλειψης νομικών γνώσεων και κατάλληλης συμβουλής και/ή εκπροσώπησης και ότι γι’ αυτό το λόγο, αυτό δεν ήταν φανερό ή σε γνώση της εξ’ αρχής. Το Δικαστήριο έχει ικανοποιηθεί ότι πρόκειται για καλόπιστο λάθος.

 

Εν κατακλείδι, από τα ενώπιον μου τεθέντα, κρίνω ότι εάν επιτραπεί η αιτούμενη τροποποίηση θα εξυπηρετηθούν καλύτερα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης και δεν θα διαστρεβλωθεί η βάση και η πορεία της υπόθεσης.

 

Το άρθρο 30.2 του Συντάγματος προνοεί το συνταγματικό δικαίωμα εκδίκασης εντός ευλόγου χρόνου. Στην παρούσα υπόθεση, η καθυστέρηση που εκ των πραγμάτων θα δημιουργηθεί εάν εκδοθεί το αιτούμενο Διάταγμα, προστιθέμενη στους υπόλοιπους λόγους που αναφέρω και όχι αφ’ εαυτής, δεν αποκλείει τη δυνατότητα έγκρισης του αιτήματος για τροποποίηση. Το Δικαστήριο καταλήγει σ’ αυτό το εύρημα, έχοντας υπόψην ότι το άρθρο 30.3(β) του Συντάγματος, διασφαλίζει το δικαίωμα του διαδίκου να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Κρίνω ότι η παρούσα είναι κατάλληλη υπόθεση για την έγκριση της προτεινόμενης τροποποίησης της Απάντησης. Έχει ενώπιον μου αποδειχθεί ικανοποιητικά ότι η αίτηση αποβλέπει στην κάλυψη πραγματικής ανάγκης και έκθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου όλων των σχετικών γεγονότων για να κριθούν όλες οι διαφορές μεταξύ των διαδίκων. Κρίνω ότι η Καθ’ ης η Αίτηση, η οποία φέρει το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος της, το έχει αποσείσει. Δεν διαβλέπει κατάχρηση της Δικαστικής διαδικασίας δια της καταχώρισης και προώθησης της υπό εξέταση αίτησης στο παρόν στάδιο.

 

Απόφαση:

Ως εκ των ανωτέρω, η αίτηση επιτυγχάνει και εκδίδεται Διάταγμα ως η παράγραφος (Α) αυτής. Τροποποιημένη Απάντηση από πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση, να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών από τη σύνταξη του Διατάγματος δια της ανάρτησης στον ηλεκτρονικό φάκελο. Τροποποιημένη Απάντηση στην Απάντηση από πλευράς της Αιτήτριας, να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών από την καταχώρηση της τροποποιημένης Απάντησης, δια της ανάρτησης στον ηλεκτρονικό φάκελο.

 

Τα έξοδα της υπό εξέταση αίτησης, καθώς και τα έξοδα τα οποία θα χαθούν λόγω της τροποποίησης (thrown away), επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €500 - €2.000 και να πληρωθούν στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

                                                (Υπ.)   …………………………………….

Λ. Σ. Καμμίτση         

Πρόεδρος     

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Γραμματέας

 

ΛΣΚ/ΕΠ

 



[1] «12(α) Εκτός αν άλλως προβλέπεται στο Νόμο ή στους Κανονισμούς αναφορικά με τη διεξαγωγή της διαδικασίας τη λήψη μαρτυρίας και τη διασφάλιση του κύρους του δικαστηρίου εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Δικαστηρίων Νόμου, 1960 και των Θεσμών με τις αναγκαίες προσαρμογές για να συνάδουν με τους σκοπούς του Νόμου.»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο