MICHALAKIS POYIADJIS AND COMPANY LIMITED ν. DAY & DATE DISTRIBUTION LTD κ.α., Αίτηση Αρ.: Ε1/23, 5/4/2024
print
Τίτλος:
MICHALAKIS POYIADJIS AND COMPANY LIMITED ν. DAY & DATE DISTRIBUTION LTD κ.α., Αίτηση Αρ.: Ε1/23, 5/4/2024

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

 

Ενώπιον:      Λ.Σ. Καμμίτση, Προέδρου

Αίτηση Αρ.: Ε1/23

(Αγωγή Αρ. 4725/17)

Μεταξύ:

MICHALAKIS POYIADJIS AND COMPANY LIMITED (Η.Ε. 11709), εκ Λευκωσίας

Αιτήτριας

- και -

 

1. DAY & DATE DISTRIBUTION LTD (H.E.202092), εκ Λευκωσίας

2. ΜΙΛΤΙΑΔΗ (ΜΙΛΤΟΥ) ΑΝΔΡΕΟΥ (Α.Δ.Τ.[   ]), εκ Λευκωσίας

3. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ (ΝΑΤΑΣΑΣ) ΑΓΓΕΛΙΔΟΥ (Α.Δ.Τ.[   ]), εκ Λευκωσίας

Καθ' ων η Αίτηση

-----------------------------------------------------------------------------------------------------

Αίτηση για την τροποποίηση της υπεράσπισης

 

5 Απριλίου 2024

Για τους Αιτητές – Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3 στην κυρίως Αίτηση: κα Ν. Αργυρού για κ.κ. Γεώργιο και Στέφανο Παπαθεοδώρου

Για την Καθ’ ης η Αίτηση – Αιτήτρια στην κυρίως Αίτηση: κα. Μ. Κουλέντη για κ.κ. Kampouri, Gialeli & Co.

Ενδιάμεση  Απόφαση

 

            Με αίτηση δια κλήσεως ημερομηνίας 21.11.2023, οι Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3 στην κυρίως Αίτηση (εν τοις εφεξής «οι Καθ’ ων η Αίτηση»), εξαιτούνται ως ακολούθως:

 

«Α.     Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται και διατάσσεται η τροποποίηση της ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ 1, 2 και 3 η καταχωρηθείσα την 22/3/2018 στα πλαίσια της Αγωγής Αριθμός 4725/2017, με την διαγραφή - ακύρωση ολόκληρης της ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ αυτής και την αντικατάστασή της με νέα τιτλοφορούμενη "ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ 1, 2 ΚΑΙ 3", όπως αυτή επισυνάπτεται ως ΣΥΝΗΜΜΕΝΟ "Α" επί της Ένορκης Δήλωσης του Καθ' ου η Αίτηση 2 - Αιτητή, Μιλτιάδη (Μίλτου) Ανδρέου, με σημερινή ημερομηνία.

Β.       Την διαγραφή της ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΚΑΘ'ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ 1, 2 ΚΑΙ 3 η οποία καταχωρήθηκε την ή περί την 19/9/2023 στο φάκελο της υπόθεσης αυτής χωρίς τη λήψη της προηγούμενης άδειας από το Δικαστήριο.

Γ.       Οποιανδήποτε άλλη διαταγή το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει δίκαιη και /ή εύλογη υπό τις περιστάσεις.

Δ.       Έξοδα της παρούσης αίτησης.»

 

Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται στον περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικό Κανονισμό του 2023, Κ.11(α), στον περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικό Κανονισμό του 1983, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.12 θθ.1, 2, 3, 4 και 5, Δ.25, Δ.40 θθ.1, 2, 3 και 8, Δ.48 θθ.1, 2, 8 και 9, Δ.64, στην Νομολογία και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκο δήλωση του κ. Μιλτιάδη (Μίλτου) Ανδρέου, από τη Λευκωσία. Ο κ. Ανδρέου λέγει ότι είναι ο Καθ' ου η Αίτηση 2 στην υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό Αίτηση, διευθυντής της Καθ' ης η Αίτηση 1 εταιρείας και σύζυγος της Καθ' ης η Αίτηση 3. Είναι δε εξουσιοδοτημένος από τους Καθ' ων η Αίτηση 1 και 3 όπως προβεί στη δήλωση του και γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται.

 

Η υπό τον άνω τίτλο και αριθμό Αίτηση, αποτελεί συνέχεια της αγωγής Αρ. 4725/2017 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η οποία είχε καταχωρηθεί από τους νυν Αιτητές ως Ενάγοντες, εναντίον των νυν Καθ' ων η Αίτηση 1, 2, και 3, αφορούσε το ίδιο ακριβώς θέμα, δηλαδή τη διεκδίκηση από τους Αιτητές ενοικίων, αποζημιώσεων και άλλων θεραπειών, που είχαν ως βάση την ενοικίαση του ακινήτου επί της οδού Ονησίλου 24 και γωνία Αθηνών, στη Λευκωσία, ιδιοκτησία των Αιτητών.

 

Ο κ. Ανδρέου κατέθεσε ότι, μετά από διαδικαστικό διάβημα των Εναγομένων στην Αγωγή και Καθ' ων η Αίτηση στην παρούσα διαδικασία, το Δικαστήριο με απόφαση του ημερομηνίας 12.5.2023, διέκοψε τη διαδικασία της Αγωγής λόγω έλλειψης καθ' ύλην δικαιοδοσίας και παρέπεμψε την υπόθεση στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας προς εκδίκασην. Συνεπεία της παραπομπής, κατέστη αναγκαία η προσαρμογή των δικογράφων και η αντικατάσταση τους, σύμφωνα με τις πρόνοιες των ειδικών Θεσμών που ρυθμίζουν την νέα διαδικασία. Μετά από σχετικές οδηγίες του Δικαστηρίου, οι διάδικοι διετάχθησαν όπως καταχωρίσουν νέα δικόγραφα, όπως προβλέπεται από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο και τους σχετικούς Κανονισμούς του 1983 μέχρι 2023.

 

Την 27.6.2023, οι Αιτητές καταχώρησαν την Αίτηση με τη μορφή και τον τρόπο που ορίζεται από τους περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 1983. Την ή περί την 19.9.2023, οι Καθ' ων η Αίτηση καταχώρησαν Απάντηση και Ανταπαίτηση, χωρίς την προηγούμενη εξασφάλιση της αναγκαίας άδειας από το Δικαστήριο, την ακύρωση της οποίας αιτούνται και/ή τη θεώρηση της ως μη καταχωρηθείσας, σε περίπτωση κατά την οποία δεν έγινε ήδη αυτό μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου.

 

Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι η καταχωρηθείσα από την 22.3.2018 Υπεράσπιση  των Εναγομένων στην Αγωγή, είναι αναγκαίο όπως αντικατασταθεί εξ’ ολοκλήρου με νέα, ως το Συνημμένο 1 στην ένορκο δήλωση. Η υπεράσπιση στην Αγωγή στηρίζεται ιδίως σε γενικές αρνήσεις, δεν απαντά στις συγκεκριμένες αξιώσεις της Αιτήτριας και δεν δικογραφεί θέματα τα οποία είναι αναγκαία όπως δικογραφηθούν, όπως του δεδικασμένου, των προηγούμενων τερματισμών ενοικίασης από την Αιτήτρια του επίδικου ενοικιαστήριου εγγράφου, οι οποίοι τερματισμοί έγιναν από την Αιτήτρια με τρεις προηγούμενες επιστολές της μέσω του δικηγόρου της, ημερομηνίας 30.8.2013, 31.1.2014 και 8.11.2017 προς τους Καθ' ων η Αίτηση. Αυτές οι επιστολές δεν έχουν δικογραφηθεί στην Υπεράσπιση στην Αγωγή, είναι όμως αναγκαία η δικογράφηση τους στην παρούσα δικαιοδοσία.

 

Ο κ. Ανδρέου υποστήριξε ότι, όπως διαπιστώνεται και από την νέα Απάντηση και Ανταπαίτηση, η οποία σκοπείται όπως καταχωρηθεί από τους Καθ' ων η Αίτηση, είναι αδύνατη η διαμόρφωση / τροποποίηση της ήδη υφιστάμενης στο φάκελο της υπόθεσης Υπεράσπισης στην Αγωγή, με τρόπο συγκροτημένο και κατανοητό που να παραθέτει τις θέσεις των Καθ' ων η Αίτηση έναντι των αξιώσεων της Αιτήτριας, όπως αυτές εκτίθενται στην Αίτηση. Η έγκριση του αιτήματος θα έχει επίσης ως αποτέλεσμα τη διευκόλυνση του έργου του Δικαστηρίου, εκ της τοποθέτησης των Καθ' ων η Αίτηση με τρόπο συγκροτημένο και καθαρό επί όλων των αξιώσεων της Αιτήτριας και με τον καθορισμένο, συγκεκριμένο τύπο ή τρόπο, ο οποίος προνοείται από τον Τύπο 2 του περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1983.

 

Ένσταση:

Ένσταση εκ μέρους της Αιτήτριας στην κυρίως Αίτηση (εν τοις εφεξής «η Αιτήτρια»), καταχωρήθηκε την 2.2.2024 και αυτή βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.25, Δ.39, Δ.48 θθ.1, 2, 3, 4 και 9, Δ.57, Δ.59, Δ.64, στον περί Δικαστηρίων Νόμο του 1960, Ν.14/60, άρθρο 43, στον περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικό Κανονισμό του 1983, Κ. 12(α), στα Άρθρα 30 και 30.2 του Συντάγματος, στον περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμο του 2012, Ν.66(Ι)/2012, όπως έχει τροποποιηθεί, άρθρα 2 και 7(1), στην Νομολογία και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου. Οι συγκεκριμένοι λόγοι ένστασης είναι οι ακόλουθοι:

 

«1.     Η αίτηση είναι και/ή εγείρεται καταχρηστικά και/ή αντικανονικά και/ή παράτυπα και/ή παράνομα.

2.       Η αίτηση δεν πληροί τις απαραίτητες προϋποθέσεις που τάσσει ο σχετικός Κανονισμός 12(α) του περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1983 και η νομολογία για έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

3.       Δεν δίδεται καμία εξήγηση ή μαρτυρία περί της υπάρξεως καλόπιστου λάθους ή και νέα δεδομένα τα οποία προέκυψαν μετά την παραπομπή της υπόθεσης στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας προς εκδίκαση και η μη δικογράφιση των οποίων να πλήττει την δυνατότητα Καθ’ ων η Αίτηση-Αιτητών να παρουσιάσουν ενώπιον του σεβαστού Δικαστηρίου την υπόθεση τους ή που να πλήττει την δίκαιη απονομή της δικαιοσύνης.

4.       Οι Καθ’ ων η Αίτηση-Αιτητές καθυστέρησαν αδικαιολόγητα στην έγερση της αιτούμενης ανταπαίτησης και ουδεμία εξήγηση δίδουν προς τούτο, αφού όπως οι ίδιοι αναφέρουν στην Ένορκη Δήλωση του Καθ’ ου η Αίτηση 2 που συνοδεύει την Αίτηση, τα γεγονότα που στηρίζουν την ανταπαίτηση τους, ήταν γνωστά από τον Δεκέμβριο του 2010, ήτοι από την 07/12/2010, ημερομηνία κατά την οποία υπογράφηκε η Γραπτή Συμφωνία και/ή Ενοικιαστήριο Έγγραφο μεταξύ της Αιτήτριας-Καθ’ ης η Αίτηση και των Καθ’ ων η Αίτηση-Αιτητών. Σε κάθε περίπτωση, το περιεχόμενο της ανταπαίτησής τους, θα μπορούσε να έχει εγερθεί στα πλαίσια της Αγωγής, η οποία έχει καταχωρηθεί από το 2017 και είναι άνευ σημασίας το γεγονός ότι μεταγενέστερα η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας. Ως εκ τούτου, οι Καθ’ ων η Αίτηση-Αιτητές κωλύονται να εγείρουν την παρούσα ανταπαίτηση στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.

5.       Η αίτηση εγείρεται με αλλότρια κίνητρα και με σκοπό να περιπλέξει τα επίδικα θέματα και/ή οι αιτούμενες τροποποιήσεις δεν αφορούν διόρθωση της Υπεράσπισης των Καθ’ ων η Αίτηση-Αιτητών, αλλά προσπάθεια διάσωσης λαθών και παραλείψεων στην Υπεράσπιση και επιπρόσθετα προσπάθεια πρόκλησης περαιτέρω καθυστέρησης στην εκδίκαση της παρούσας Αίτησης, ειδικότερα με την προσπάθεια προσθήκης Ανταπαίτησης.

6.       Οι αιτούμενες προσθήκες / τροποποιήσεις δεν προσφέρουν τίποτα στην υπόθεση της Ενάγουσας, πέραν της καθυστέρησης που προκαλούν, της αύξησης των εξόδων και κατασπατάλησης πολύτιμου Δικαστικού χρόνου, του εκτροχιασμού της όλης δικαστικής διαδικασίας και κατ’ επέκταση η Αίτηση καθίσταται αχρείαστη. Σχετικά με αυτό, η τροποποίηση η οποία ζητείται δυνάμει της Αίτησης των Καθ’ ων η Αίτηση-Αιτητών με την προσθήκη για πρώτη φορά, ανταπαίτησης από πλευράς των Καθ’ ων η Αίτηση-Αιτητών, δεν μπορεί να ευδοκιμήσει και είναι νόμω αβάσιμη, αφού το τυχόν αγώγιμο δικαίωμα των εξ ανταπαιτήσεως Αιτητών εναντίον της εξ ανταπαιτήσεως Καθ' ής η Αίτηση, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της ανταπαίτησης τους έχει παραγραφεί πριν την ημερομηνία καταχώρισης της Αίτησης τους εναντίον της εξ ανταπαιτήσεως Καθ' ης η Αίτηση, δηλαδή πριν την 21/11/2023.»

 

            Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκο δήλωση της κας. Πηνελόπης Χριστοφορίδη, εκ Λευκωσίας. Η ενόρκως δηλούσα λέγει ότι είναι μια εκ των διευθυντών της Αιτήτριας και είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη να προβεί στη δήλωση της, καθότι γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα της υπόθεσης. Η κα. Χριστοφορίδη συμφωνεί με τα όσα αναφέρονται στις παραγράφους 3 έως 8 της ενόρκου δηλώσεως του Καθ’ ου η  Αίτηση 2 που συνοδεύει την Αίτηση, οι οποίες ανάγονται στο ιστορικό της παρούσας υπόθεσης μέχρι και την καταχώριση της Αίτησης της Αιτήτριας στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση αντικανονικά και καταχρηστικά προβαίνουν στην υπό εξέταση αίτηση, αφού με τις αιτούμενες τροποποιήσεις επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου για πρώτη φορά, τόσο νέους ισχυρισμούς εναντίον των αξιώσεων της Αιτήτριας ως αυτές προκύπτουν από την Αίτηση της, όσο και την Ανταπαίτηση τους, η οποία ανάγεται στα επίδικα θέματα ως αυτά ήταν γνωστά στους Καθ’ ων η Αίτηση από το έτος 2017, έτος κατά το οποίο τερματίστηκε η μεταξύ τους σύμβασης ενοικίασης και ηγέρθη η Αγωγή 4725/2017. Η κα. Χριστοφορίδη υποστηρίζει πιο συγκεκριμένα, ότι οι νέοι ισχυρισμοί των Καθ’ ων η Αίτηση προς προσθήκη, ως αυτοί προκύπτουν από την προτεινόμενη Απάντηση και Ανταπαίτηση, είναι οι εξής:

 

α.      Στην προς προσθήκη παράγραφο 7 της Απάντησης και Ανταπαίτησης τους, οι Καθ’ ων η Αίτηση, αρνούμενοι τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, ισχυρίζονται τώρα για πρώτη φορά, ότι ο όρος στη σύμβαση με την Αιτήτρια, ο οποίος παρατίθεται στην παράγραφο 6 της Αίτησής της είναι «καταχρηστικός και νομικά ανίσχυρος» και «τιμωρία και είναι νομικά απαγορευμένος και όχι επιτρεπτός».

β.      Ο ισχυρισμός/υπεράσπιση των Καθ’ ων η Αίτηση ο οποίος προβάλλεται στην προς προσθήκη παράγραφο 8, εγείρεται για πρώτη φορά, σε αντίθεση με τον ισχυρισμό στην Υπεράσπιση τους στα πλαίσια της Αγωγής για το ίδιο επίδικο θέμα (παράγραφος 4 της Υπεράσπισης τους ημερομηνίας 22.3.2018).

γ.       Επιπρόσθετα, οι προς προσθήκη παράγραφοι 9 και 14, αφορούν στην Ανταπαίτησή των Καθ’ ων η Αίτηση, η οποία εγείρεται για πρώτη φορά στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, αδικαιολόγητα καθυστερημένα, αχρείαστα και παράτυπα, αφού η πραγματική βάση της απαίτησης τους υπήρχε από το έτος 2017, ήτοι την 8.11.2017 με τον τερματισμό της συμβατικής σχέσης ανάμεσα στην Αιτήτρια και την Καθ’ ης η Αίτηση 1.

δ.      Η ενόρκως δηλούσα υποστηρίζει ότι, ως εκ των ανωτέρω, είναι φανερό ότι οι τροποποιήσεις και οι προσθήκες που επιδιώκουν οι Καθ’ ων η Αίτηση, περιπλέκουν τα επίδικα θέματα, προκαλώντας δυσχέρειες στην αποπεράτωση της Δικαστικής διαδικασίας, γεγονός που επιτρέπει στο Δικαστήριο να απορρίψει τα αιτούμενα Διατάγματα προς την εξυπηρέτηση του σκοπού ορθής απονομής της δικαιοσύνης.

 

Επιπλέον, το περιεχόμενο της Αίτησης της Αιτήτριας ημερομηνίας 27.6.2023, δεν διέφερε σε τίποτα συγκριτικά με την Έκθεση Απαίτησης της στα πλαίσια της Αγωγής, η οποία διεκόπη και παραπέμφθηκε στο παρόν Δικαστήριο. Σε καμιά περίπτωση δεν εγέρθηκαν νέα στοιχεία και/ή αξιώσεις από πλευράς Αιτήτριας. Η καταχώρηση της Αίτησης έγινε στα πλαίσια συμμόρφωσης με τον περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικό Κανονισμό του 1983, λόγω παραπομπής της υπόθεσης στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας. Η ενόρκως δηλούσα υποδεικνύει ότι, οι Καθ’ ων η Αίτηση είχαν το δικαίωμα να παραθέσουν τους ισχυρισμούς τους και να αντικρούσουν τις αξιώσεις της Ενάγουσας (πλέον Αιτήτριας), στα πλαίσια της καταχώρισης της Υπεράσπισής τους, η οποία χρονολογείται από το έτος 2018. Στα πλαίσια της γραμμής Υπεράσπισης που επέλεξαν οι Εναγόμενοι (πλέον Καθ’ ων η Αίτηση), όχι μόνο δεν απάντησαν συγκεκριμένα στο Αιτητικό της Έκθεσης Απαίτησης, αλλά αντιθέτως, αρκέστηκαν σε γενικές αρνήσεις και ουδέποτε έγινε αναφορά στην απαίτηση που τώρα για πρώτη φορά, στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, διεκδικούν, ενώ οι ίδιοι αναφέρουν ότι πρόκειται για ρητό όρο της μεταξύ των μερών γραπτής συμφωνίας, η οποία αποτέλεσε αντικείμενο για την έγερση Αγωγής εκ μέρους της Αιτήτριας, κατά το έτος 2017.

 

Η παραπομπή της υπόθεσης στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, δεν  μπορεί  να αποτελέσει από μόνη της το διάβημα ώστε να προωθήσουν την απαίτηση τους οι Καθ’ ων η Αίτηση για πρώτη φορά στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, με τη μορφή Ανταπαίτησης, 6 χρόνια μετά από την έγερση της Αγωγής για το ίδιο επίδικο θέμα. Πόσο δε μάλλον όταν η συγκεκριμένη Ανταπαίτηση των Καθ’ ων η Αίτηση αποτελεί ξεχωριστό  αγώγιμο δικαίωμα, το οποίο θα μπορούσε να εγερθεί στα πλαίσια μιας νέας διαδικασίας,  εάν δεν είχε παραγραφεί.

 

Η ενόρκως δηλούσα υποστήριξε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2, δεν επικαλείται σε κανένα σημείο της ενόρκου δηλώσεως του, κάποιο βάσιμο λόγο που να δικαιολογεί την έγερση της Ανταπαίτησης των Καθ’ ων η Αίτηση για πρώτη φορά στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, της οποίας η πραγματική βάση της ανάγεται στη γραπτή σύμβαση μεταξύ Αιτήτριας και Καθ’ ης η Αίτηση 1. Η κα. Χριστοφορίδου υποστήριξε ότι αμφότερα τα μέρη παραδέχονται πως κατά την 8.11.2017, έχει τερματιστεί η σύμβαση μεταξύ των διαδίκων, αφού οι Καθ’ ων η Αίτηση παραδέχονται ρητά στην παράγραφο 12 της προτεινόμενης ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΗΣ ΤΟΥΣ, ότι είναι παραδεκτοί οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας στις παραγράφους 13 και 14 της Αίτησης της. Ως εκ τούτου, η τυχόν αξίωση των Καθ’ ων η Αίτηση βάση της μεταξύ τους σύμβασης, έχει παραγραφεί μετά την πάροδο έξι ετών από την ημέρα συμπλήρωσης της βάσης της Αγωγής, ήτοι την 8.11.2023, ως προβλέπεται στο άρθρο 7(1) του περί Παραγραφής των Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου, Ν.66(Ι)/2012.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση εσκεμμένα και καταχρηστικά ισχυρίζονται ότι η αιτούμενες τροποποιήσεις γίνονται με σκοπό να παραθέσουν συγκροτημένα και κατανοητά τις θέσεις τους σε σχέση με τις αξιώσεις της Αιτήτριας εταιρείας, αφού δεν παραθέτουν κανένα ουσιαστικό και βάσιμο λόγο που να δικαιολογεί γιατί δεν είχε την επιθυμητή μορφή η Υπεράσπισή τους στα πλαίσια της Αγωγής. Είναι η θέση της ενόρκως δηλούσας, ότι η αναφορά στο τυπικό μέρος της διαδικασίας, ως αυτό προβλέπουν οι περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί ως προς τη δικογραφία και τον τρόπο που πρέπει αυτή να καταχωρείται, χρησιμοποιείται στη παρούσα περίπτωση, ως «εργαλείο» για να πετύχουν οι Καθ’ ων η Αίτηση την προσθήκη της Ανταπαίτησης στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, αφού εσφαλμένα δεν το έπραξαν κατά την Υπεράσπισή τους.

 

Οι αιτούμενες προσθήκες / τροποποιήσεις δεν προσφέρουν τίποτα στην υπόθεση, πέραν της καθυστέρησης που προκαλούν, της αύξησης των εξόδων και κατασπατάλησης πολύτιμου Δικαστικού χρόνου και κατ’ επέκτασην, η αίτηση καθίσταται αχρείαστη.

 

Ιστορικό:

Αγωγή και εναρκτήρια Αίτηση:

Για σκοπούς ολοκλήρωσης της ενώπιον του Δικαστηρίου εικόνας για την εξέταση της αίτησης και μόνο, σημειώνω ότι η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση, άρχισε ως Αγωγή αρ. 4725/2017, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Παραπέμφθηκε στο παρόν Δικαστήριο προς εκδίκασην, από την αδελφή Δικαστή κα. Γ. Πετάση-Κορφιώτη, με απόφαση της ημερομηνίας 12.5.2023.

 

Στις 7.6.2023, το παρόν Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για την καταχώρηση δικογράφων σύμφωνα με τους ανάλογους Τύπους των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών. Το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες να καταχωρηθεί το Κλητήριο Ένταλμα με τη μορφή εναρκτήριας Αίτησης με βάση τον Τύπο 1, χωρίς την προσθήκη άλλης απαίτησης και Απάντηση με βάση τον Τύπο 3.

 

Η κυρίως Αίτηση καταχωρήθηκε επί του Τύπου 1, με τις ίδιες θεραπείες ως η Αγωγή, με εξαίρεση την ανάκτηση κατοχής, η οποία παραλήφθηκε. Παρατάθηκε ο χρόνος καταχώρισης Απάντησης εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση. Καταχωρίστηκε δικόγραφο ως «Απάντηση και Ανταπαίτηση», το οποίο αποσύρθηκε και απορρίφθηκε. Δόθηκαν οδηγίες να καταχωρηθεί Απάντηση η οποία να συνάδει με το δικόγραφο το οποίο είχε καταχωρηθεί από τους Καθ’ ων η Αίτηση στα πλαίσια της Αγωγής. Καταχωρήθηκε Απάντηση την 25.9.2023, πανομοιότυπη με την Υπεράσπιση στην Αγωγή. Ακολούθησε η καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης.

 

 Η Αιτήτρια ενάγει ως η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια ακινήτου με αρ. εγγραφής 2/1208, Τμήμα 2, Σ/Σχ. 21/460611, Τεμάχιο 255, επί της οδού Ονησίλου 24 και γωνίας οδού Αθηνών, 1015, Άγιος Αντώνιος, Λευκωσία. Η Καθ’ ης η Αίτηση 1 ενάγεται ως ενοικιάστρια του πιο πάνω περιγραφόμενου επίδικου ισογείου καταστήματος και οι Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3, ως εγγυητές της Καθ’ ης η Αίτηση 1.

 

Αιτούμενες θεραπείες:

Με την κυρίως Αίτηση, η Αιτήτρια εξαιτείται ως ακολούθως:

 

«Α.     Απόφαση για ποσό €40.204,00 δυνάμει οφειλομένων ενοικίων και/ή ως αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας και/ή αδικαιολόγητου πλουτισμού και/ή ζημιάς και/ή άλλως πως, ως κατωτέρω λεπτομερώς εκτίθεται.

Β.      €1.482,00 μηνιαίως από 01/01/2018 μέχρι 31/12/2018 και το ποσό των €1.690,00 μηνιαίως από 01/01/2019 μέχρι 31/12/2020, ως αποζημιώσεις και/ή δυνάμει παράνομης επέμβασης στην ιδιοκτησία της Αιτήτριας και/ή ως ενδιάμεσα οφέλη (users principle) και/ή ενοίκια από 01/01/2018 μέχρι εκκενώσεως και παραδόσεως ελευθέρας της κατοχής του επιδίκου καταστήματος στην Αιτήτρια.

Γ.       Απόφαση για το ποσό των €29.172,00 ως συμφωνηθείσες αποζημιώσεις και/ή ζημιές και/ή άλλως πως, ως κατωτέρω λεπτομερώς εκτίθεται.

Δ.      Οποιαδήποτε περαιτέρω θεραπεία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε κρίνει εύλογη και δίκαιη υπό τις περιστάσεις.

Ε.      Τόκο προς 5,5% ετησίως επί του ποσού των €5.280,00 από 01/01/2014 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον τόκο προς 5,5% ετησίως επί του ποσού των €6.140,00 από 01/01/2015 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον τόκο προς 5,5% ετησίως επί του ποσού των €7.560,00 από 01/01/2016 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον τόκο προς 5,5% ετησίως επί του ποσού των €8.230,00 από 01/01/2017 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον νόμιμο τόκο επί των μη πληρωθέντων ενοικίων μέχρι εκκενώσεως και παραδόσεως ελευθέρας της κατοχής του επίδικου καταστήματος στην Αιτήτρια.

ΣΤ.     Έξοδα πλέον έξοδα επίδοσης.»

 

Με την Απάντηση τους ως έχει καταχωρηθεί, οι Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3, εγείρουν προδικαστική ένσταση και ισχυρίζονται ότι η Αίτηση δεν μπορεί να προχωρήσει, καθότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στερείται δικαιοδοσίας και αποκλειστική αρμοδιότητα για την εκδίκαση της διαφοράς, έχει το παρόν Δικαστήριο. Αρνούνται τις αιτούμενες θεραπείες, τις λεπτομέρειες της ενοικίασης και τα γεγονότα που δικαιολογούν την αιτούμενη θεραπεία. Ισχυρίζονται ότι η εγγύηση δεν είναι νόμιμη και/ή νομότυπη και/ή ότι η διάρκεια αυτής έχει λήξει. Παραδέχονται μόνο ότι η Αιτήτρια είχε καταχωρήσει την Αίτηση Ε32/2015, την οποία απέσυρε άνευ βλάβης και ισχυρίζονται ότι η μη διακοπή της Αγωγής δυνάμει της Διαταγής 15, έχει δημιουργήσει δεδικασμένο. Παραδέχονται επίσης τη συμπερίληψη ποινικής ρήτρας στη σύμβαση.

 

Προτεινόμενο δικόγραφο:

            Στην ένορκο δήλωση η οποία συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση, έχει συνηφθεί έγγραφο «Α», το οποίο αποτελεί το προτεινόμενο δικόγραφο των Καθ’ ων η Αίτηση. Μ’ αυτό παραδέχονται την ιδιότητα της Αιτήτριας. Αρνούνται τις αιτούμενε θεραπείες και ισχυρίζονται ότι από την 1.9/2013, κατέστησαν θέσμιοι ενοικιαστές. Δικογραφούν επίσης ότι η Αιτήτρια τερμάτισε την ενοικίαση με επιστολές, το 2014 και το 2017. Οι λεπτομέρειες ενοικίασης και ορισμένα εκ των γεγονότων που δικαιολογούν την αιτούμενη θεραπεία, γίνονται παραδεκτά, με εξαίρεση τον ισχυρισμό ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 κατείχε το επίδικο κατάστημα. Δικογραφούν ότι το κατείχε η Καθ’ ης η Αίτηση 1 εταιρεία, η οποία το εγκατέλειψε και παρέδωσε την κατοχή, την 28.2.2018.

 

            Οι Καθ’ ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι η ποινική ρήτρα δεν είναι επιτρεπτή, ότι η εγγύηση κάλυπτε μόνο τη συμβατική ενοικίαση, ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 1 κατέβαλε στην Αιτήτρια ποσό €2.500,00 το οποίο έπρεπε να της επιστραφεί με την παράδοση της κατοχής και δεν επεστράφη. Οι Καθ’ ων η Αίτηση ανταπαιτούν αυτό το ποσό. Οι Καθ’ ων η Αίτηση παραδέχονται την καταχώρηση της Ε32/2015 και την απόσυρση της και ισχυρίζονται ότι η Αιτήτρια δεν είχε λάβει την προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου και συνεπώς, εμποδίζει να εγείρει και προωθεί, την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση, λόγω δεδικασμένου. Η αποστολή επιστολών προς τους Καθ’ ων η Αίτηση, για τερματισμό της ενοικίασης, είναι παραδεκτή.

 

Διαδικασία:

Το Δικαστήριο παρέλαβε τις αγορεύσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων την 26.2.2024 και επιφύλαξε την απόφαση του για να εκδοθεί σήμερα. Ερμηνεύοντας τις σχετικές πρόνοιες του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, Ν. 23/83 όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, όπως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και επειδή η υπό εξέταση αφορά ενδιάμεσο ζήτημα και όχι την ουσία της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων, έκρινα ότι η παρουσία των Παρέδρων δεν ήταν αναγκαία και το Δικαστήριο συνεδρίασε με μονομελή σύνθεση.

Νομική και δικονομική πτυχή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας:  

            Οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζονται σε υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δυνάμει του Κανονισμού 12(α) [1] των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, ως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

Διαταγή 25:

Ο θεσμός 7 της Διαταγής 25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας οι οποίοι ήταν σε ισχύ μέχρι την 31.8.2023, όπως τροποποιήθηκε ή αντικαταστάθηκε από τον περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2018, προνοεί τα εξής:

 

«7.     Οι διατάξεις της Δ.25 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στις διαδικασίες που λαμβάνονται στα Δικαστήρια Ειδικής Δικαιοδοσίας ανεξαρτήτως του τρόπου έναρξης της διαδικασίας σ’ αυτά και οι έννοιες του κλητηρίου και της αγωγής στις Δ.25, θα διαβάζονται ανάλογα.»

 

Οι θεσμοί 1, 5 και 6 της Διαταγής 25, προνοούν ως ακολούθως:

 

«1. (1)   Μετά την καταχώρηση αλλά πριν την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος, ο ενάγων δύναται οποτεδήποτε χωρίς να λάβει προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου να τροποποιήσει το κλητήριο ένταλμα του. Προς τούτο καταχωρείται τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα με ανάλογη ένδειξη:

 

Νοείται ότι σε περίπτωση περισσότερων εναγομένων, επίδοση κλητηρίου εντάλματος εννοείται σε οποιοδήποτε εξ’ αυτών.

 

(2)      Μετά την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος και πριν την έκδοση από τον ενάγοντα της Κλήσης για Οδηγίες σύμφωνα με τη Διαταγή 30, επιτρέπεται άπαξ η τροποποίηση του χωρίς άδεια του Δικαστηρίου. Σε τέτοια περίπτωση καταχωρούνται τα τροποποιημένα δικόγραφα με ανάλογη ένδειξη:

 

Νοείται ότι, όπου ο ενάγων καταχωρεί τροποποιημένο κλητήριο ή έκθεση απαίτησης, ο εναγόμενος καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση, ανάλογα με την περίπτωση, τροποποιημένη έκθεση υπεράσπισης. Όπου ο εναγόμενος τροποποιεί το δικόγραφο του, ο ενάγων καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση του, την τροποποιημένη απάντηση του, όπου χρειάζεται.

 

Νοείται ότι, όπου η έκδοση της κλήσης οδηγιών καταχωρείται από διάδικο ταυτόχρονα με τη συμπλήρωση της δικογραφίας, τότε η άπαξ τροποποίηση χωρίς άδεια του Δικαστηρίου δύναται να γίνεται εντός περαιτέρω περιόδου 15 ημερών.

 

(3)      Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.»

 

«5.     To Δικαστήριο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο και με τέτοιους όρους ως προς τα έξοδα ή άλλως, ως θα έκρινε δίκαιο, να τροποποιήσει οποιοδήποτε ελάττωμα ή λάθος σε οποιαδήποτε διαδικασία, όλες δε οι αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνονται με σκοπό τον καθορισμό του πραγματικού ζητήματος ή επίδικου θέματος, το οποίο εγείρεται από ή κατά τη διαδικασία.»

 

«6.     Γραφικά λάθη σε δικόγραφα, αποφάσεις ή διατάγματα, ή λάθη που προκύπτουν σ' αυτά από οποιοδήποτε τυχαίο σφάλμα ή παράλειψη, μπορούν σε οποιοδήποτε χρόνο να διορθωθούν ανάλογα με τη φύση και έκταση του λάθους από το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης, γραπτής ή προφορικής, χωρίς δικαίωμα έφεσης.»

 

Στην παρούσα υπόθεση, δεν έχει καταχωρηθεί ακόμα Κλήση για Οδηγίες, μετά την καταχώρηση των δικογράφων σύμφωνα με τους περί Ενοικιοστασίου Κανονισμούς. Ως εκ τούτου, επιτρέπεται η τροποποίηση της Απάντησης, χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου, δυνάμει του θεσμού 1(2) της Διαταγής 25.

 

Επειδή ζητείται η άδεια του Δικαστηρίου και επειδή η μεταξύ των διαδίκων δικαστική διαδικασία προϋπήρχε, ως Αγωγή, το Δικαστήριο εξετάζει το αίτημα των Καθ’ ων η Αίτηση, ωσάν αυτό να ενέπιπτε στις πρόνοιες του θεσμού 1(3) της Διαταγής 25, όπου ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται κατά κανόνα. Συνεπώς, οι Καθ’ ων η Αίτηση πρέπει να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι δύναται να επιτρέψει εξαίρεση, διότι υπάρχει εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της Απάντησης ή επειδή πρόκειται για περίπτωση που έχουν προκύψει νέα δεδομένα, μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για καταχώρηση της Απάντησης και το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι όντως υπάρχουν τέτοια νέα δεδομένα.

 

Νομολογία:

Υπάρχει σωρεία νομολογίας η οποία ερμήνευσε τη Διαταγή 25 ως είχε πριν την αντικατάσταση της αρχικά το 2014 και στη συνέχεια με τις μετέπειτα τροποποιήσεις και έθεσε τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τροποποίηση δικογράφου. Έχω αντλήσει καθοδήγηση από τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που πραγματεύονται το θέμα της τροποποίησης δικογράφου, όπως και από Αγγλικές αυθεντίες και συγγράμματα. Αναφέρω ενδεικτικά τις αυθεντίες: Tsiappas v. The Republic (1974) 1 C.L.R. 167, Mahattou v. Viceroy Shipping Co. Ltd. and Another (1979) 1 C.L.R. 542, Evripidou and Another v. Kannaourou (1985) 1 C.L.R. 24, Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation (1989) 1E A.A.Δ. 33, Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου & άλλης (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, Χρίστου ν. Στυλιανού Αζά (1992) 1 Α.Α.Δ. 704, Sait Electronic S.A. v. The shipDominique” & Others (1992) 1 A.A.Δ. 264, Astor Co. κ.ά. ν. Α. & G. Leventis Ltd κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, Saba & Co. (T.M.P.) v. T.M.P. Agents (1994) 1 A.A.Δ. 426, Γραμμές Στρίντζη v. Επίσημου Παραλήπτη (1995) 1 Α.Α.Δ. 607, Federal Bank of Lebanon (S.A.L.) v. Ν.Κ. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44, Agini v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (1999) 1 Α.Α.Δ. 11, Δημοτικό Συμβούλιο Αγλαντζιάς v. Χαρικλείδη κ.ά. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1608, Στέλλα Λάμπρου v. Λάμπρου Λάμπρου (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 1092, Νικολάου v. Μιλτιάδους κ.ά. (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1005, Preece κ.ά. v. Ρωσσίδου, (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2138, Παπαχρυσοστόμου v. Κώστα Γρηγοριάδη & Συνεταίροι κ.ά., (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 817, Compania Naviera Iris S.A. κ.ά.v. Andrenal Shipping Co. Ltd. κ.ά., (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1838, Kayat Trading Ltd. v. Genzyme Corporation, (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 543, Hipgrave v. Case 28 Ch. D. 361, Tildesley v. Harper, 10 Ch. D. 393, Clarapede v. Commercial Union Association 32 W.R. 262, Steward v. North Metropolitan Tramways Company (1885 – 86) 16 Q.B. p. 556, Associated Leisure Ltd. and Others v. Associated Newspapers Ltd. (1970) 2 All ER 754, Bullen & Leake & Jacob’s Precedents of Pleadings, 12η έκδοση, σελίδες 128, 130, 379 και 685, Atkins Court Forms & Precedents, 2η έκδοση, Τόμος 1, σελίδα 82.

 

Ως γενικός κανόνας, η τάση πριν το 2014, όπως φαίνεται από την νομολογία, ήταν να επιτρέπεται η τροποποίηση δικογράφου στην κατάλληλη υπόθεση, ακόμα και όταν ήταν αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης, νοουμένου ότι δεν θα προκαλείτο αδικία στην άλλη πλευρά που δεν μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα. Η τροποποίηση έπρεπε και πρέπει να είναι αναγκαία για τον προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς. Για να αποφασίσει το Δικαστήριο εάν είναι η υπόθεση κατάλληλη, δηλαδή εάν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, συνεκτιμούνταν και εξακολουθούν να λαμβάνονται υπόψην και να ζυγίζονται, οι επιπτώσεις στα δικαιώματα και συμφέροντα της άλλης πλευράς, η ανάγκη διεξαγωγής της δίκης σε εύλογο χρόνο σύμφωνα με την επιταγή του άρθρου 30.2 του Συντάγματος, η ύπαρξη ή μη κακής πίστης από πλευράς του αιτούντος, η ανάγκη κάλυψης πραγματικής και σημαντικής ανάγκης του αιτούντος.

 

Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος και της καθυστέρησης στη διατύπωση των θέσεων του αιτούντα, ποικίλλει ανάλογα με το στάδιο στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση για τροποποίηση. Εάν έχει αρχίσει η ακροαματική διαδικασία, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με φειδώ, λαμβάνοντας υπόψη τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις στα δικαιώματα της άλλη πλευράς. Όλοι οι παράγοντες είναι σχετικοί αλλά κανένας δεν είναι αποφασιστικής σημασίας από μόνος του. Η καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος είναι σχετικός παράγων σε αιτήσεις για τροποποίηση αλλά δεν είναι εκ προοιμίου και απαρέγκλιτα αποφασιστικής σημασίας. Λαμβάνονται υπόψη κάθε φορά οι ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης.

 

Παραθέτω ορισμένα αποσπάσματα από το σύγγραμμα Bullen & Leake & Jacobs Precedents of Pleadings, 12η έκδοση. Στη σελίδα 128, κάτω από την επικεφαλίδα ‘Amendment with leavetime to amend’ αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Again, at the trial, leave to amend may be granted, when to do so will not cause injustice to the other side, and on proper terms as to costs, and the adjournment of the trial, if necessary. As a rule, leave to amend at the trial will not so readily be given, especially where the necessity for such amendment was obviously apparent long before the trial and was not then asked for or where the amendment would involve a complete change in the nature of the claim or the whole character of the action, or setting up an entirely different claim from that which the defendant came to meet or the raising of an entirely new ground of defence or counterclaim, and an amendment will not be allowed at the trial which for the first time introduces a charge of fraud. Nevertheless, even where the amendment is substantial so as completely to change the plaintiff’s cause of action or nature of claim, leave to amend may be given on proper terms.»

        

Στη σελίδα 130, κάτω από την επικεφαλίδα ‘Amendments not allowed, αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«The first and in a way the paramount consideration is whether the application for leave to amend is made in good faith. For this purpose, good faith means that the amendment is sought for the purpose of raising ‘the real question in controversy between the parties’ and is not dishonest or intended to overreach the opposite party, or made for any other ulterior motive and relies on facts which are substantially true and germane to the matters in controversy between the parties. If, therefore, the court is not satisfied as to the truth and substantiality of the proposed amendment, it will be refused.»

 

Στο σύγγραμμα Atkins Court Forms & Precedents, 2η έκδοση, Τόμος 1, σελίδα 82, αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«The Court has wide powers of amendment and it seems will exercise those powers to permit amendment where possible. Amendment may be allowed at any stage of the proceedings, whether before, at, or after the trial, or even after judgement or on appeal.»

 

            Ως καθαρά διαφαίνεται από το ίδιο το λεκτικό, η νέα Διαταγή 25, στο θεσμό 1(1), (2) και (3), περιλαμβάνει τρία ξεχωριστά, τόσο χρονικά όσο και διαδικαστικά, στάδια, στα οποία επιτρέπεται, με συγκεκριμένο τρόπο, η τροποποίηση δικογράφου. Είναι η κρίση μου ότι η γενικότερη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου όπως αυτή έχει καταγραφεί στις πιο πάνω αυθεντίες, έχει περιοριστεί, με την έννοια ότι ασκείται αυστηρώς εντός των πλαισίων της Διαταγής στο κάθε ένα από τα τρία στάδια και στο βαθμό και την εμβέλεια που καθορίζει αυτή τούτη η Διαταγή 25. Οι πιο πάνω αυθεντίες εξακολουθούν να αποτελούν καθοδήγηση για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, εντός όμως των παραμέτρων της Διαταγής 25 ως αυτή είχε διαμορφωθεί και ίσχυε μέχρι την 31.8.2023.

 

Το στάδιο στο οποίο ασκείται, ουσιαστικά, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, είναι το τρίτο στάδιο, όπου το Δικαστήριο είναι επιφορτισμένο να διακρίνει και να αποφασίσει εάν υπάρχει εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας ή, σε περίπτωση που υπάρχει ισχυρισμός για νέα δεδομένα, μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για καταχώρηση του δικογράφου, εάν όντως υπάρχουν τέτοια νέα δεδομένα.

 

Ευρήματα:

Η αίτηση για τροποποίηση καταχωρίστηκε δύο μήνες μετά την καταχώρηση της Απάντησης. Αυτό από μόνο του δεν είναι μοιραίο για την τύχη της υπό εξέταση αίτησης. Η ακροαματική διαδικασία δεν έχει αρχίσει και δεν έχει ακόμα καταχωριστεί Κλήση για Οδηγίες. Είναι η κρίση μου ότι από την έγκριση της αίτησης δεν θα προκληθεί επιπλέον καθυστέρηση, τέτοια που να επηρεάσει αρνητικά τη χρονική εξέλιξη και διεκπεραίωση της υπόθεσης. Δεν διακρίνω κακή πίστη από πλευράς των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Είναι η κρίση μου ότι η αιτούμενη τροποποίηση δεν αλλάζει την υπόθεση την οποία αντιμετωπίζει η Αιτήτρια και ότι δεν υπάρχουν αρνητικές σ’ αυτήν επιπτώσεις, τέτοιες που να επηρεάζονται οι δικοί της ισχυρισμοί και θέσεις. Κρίνω ότι η κατάλληλη διαταγή ως προς τα έξοδα, θα αποζημιώσει σε ικανοποιητικό βαθμό την Αιτήτρια.

 

Το Δικαστήριο έχει σχηματίσει την εικόνα από τα ενώπιον του τεθέντα και αντιλαμβάνεται, ότι η παρούσα είναι περίπτωση όπου οι Καθ’ ων η Αίτηση είχαν καταχωρίσει αρχικά το δικόγραφο τους ως η Υπεράσπιση τους στην Αγωγή, η οποία όμως είχε καταχωρηθεί την 22.3.2018. Έκτοτε, παραδόθηκε η κατοχή του επίδικου υποστατικού και παραπέμφθηκε η υπόθεση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ώστε να προκύπτει ανάγκη επικαιροποίησης των ενώπιον του Δικαστηρίου ισχυρισμών. Οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν έχουν μεταβάλει τις θέσεις τους ουσιαστικά και σε ελάχιστες περιπτώσεις που έχουν μεταβληθεί, είναι προς όφελος της Αιτήτριας, εφόσον ισχυρισμοί της γίνονται παραδεκτοί. Βλέπετε σχετικά πιο πάνω.

 

Αναφορικά με την προσθήκη Ανταπαίτησης, αφενός μεν το ζήτημα δεν είχε προκύψει κατά την καταχώριση της Υπεράσπισης στην Αγωγή και αφετέρου, η Αιτήτρια θα έχει την ευκαιρία να δικογραφήσει επ’ αυτού, με την καταχώρηση Απάντησης στην Ανταπαίτηση.

 

Το Δικαστήριο έχει ικανοποιηθεί ότι η καταχώρηση της Απάντησης ως έχει σήμερα, είναι καλόπιστο λάθος και ότι έχουν προκύψει νέα δεδομένα, μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για καταχώρηση της Υπεράσπισης στην Αγωγή, την οποία ακολούθησε κατά γράμμα η καταχωρηθείσα Απάντηση. Κρίνω ότι εάν επιτραπεί η αιτούμενη τροποποίηση, θα εξυπηρετηθούν καλύτερα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης και δεν θα διαστρεβλωθεί η βάση και η πορεία της υπόθεσης.

 

Το άρθρο 30.2 του Συντάγματος προνοεί το συνταγματικό δικαίωμα εκδίκασης εντός ευλόγου χρόνου. Στην παρούσα υπόθεση, η καθυστέρηση που εκ των πραγμάτων θα δημιουργηθεί εάν εκδοθεί το αιτούμενο Διάταγμα, προστιθέμενη στους υπόλοιπους λόγους που αναφέρω και όχι αφ’ εαυτής, δεν αποκλείει τη δυνατότητα έγκρισης του αιτήματος για τροποποίηση. Το Δικαστήριο καταλήγει σ’ αυτό το εύρημα, έχοντας υπόψην ότι το άρθρο 30.3(β) του Συντάγματος, διασφαλίζει το δικαίωμα του διαδίκου να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Κρίνω ότι η παρούσα είναι κατάλληλη υπόθεση για την έγκριση της προτεινόμενης τροποποίησης της Απάντησης. Έχει ενώπιον μου αποδειχθεί ικανοποιητικά ότι η αίτηση αποβλέπει στην κάλυψη πραγματικής ανάγκης και έκθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου όλων των σχετικών γεγονότων για να κριθούν όλες οι διαφορές μεταξύ των διαδίκων. Κρίνω ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση, οι οποίοι φέρουν το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος τους, το έχουν αποσείσει. Δεν διαβλέπω κατάχρηση της Δικαστικής διαδικασίας δια της καταχώρισης και προώθησης της υπό εξέταση αίτησης στο παρόν στάδιο.

 

Απόφαση:

Ως εκ των ανωτέρω, η αίτηση επιτυγχάνει και εκδίδεται Διάταγμα ως η παράγραφοι (Α) και (Β) αυτής. Τροποποιημένη Απάντηση και Ανταπαίτηση από πλευράς των Καθ’ ων η Αίτηση, να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών από τη σύνταξη του Διατάγματος και αντίγραφο της να δοθεί αυθημερόν στους δικηγόρους της Αιτήτριας. Η Αιτήτρια έχει το δικαίωμα καταχώρησης Ανταπάντησης και Απάντησης στην Ανταπαίτηση, εντός 15 ημερών από την καταχώρηση της τροποποιημένης Απάντησης και Ανταπαίτησης.

 

Τα έξοδα της υπό εξέταση αίτησης, καθώς και τα έξοδα τα οποία θα χαθούν λόγω της τροποποίησης (thrown away), επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3, αλληλεγγύως και κεχωρισμένως, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €10.000 - €50.000 και να πληρωθούν στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

                                                (Υπ.)   …………………………………….

Λ. Σ. Καμμίτση         

Πρόεδρος                 

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Γραμματέας

 

ΛΣΚ/ΕΠ

 

 



[1] «12(α) Εκτός αν άλλως προβλέπεται στο Νόμο ή στους Κανονισμούς αναφορικά με τη διεξαγωγή της διαδικασίας τη λήψη μαρτυρίας και τη διασφάλιση του κύρους του δικαστηρίου εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Δικαστηρίων Νόμου, 1960 και των Θεσμών με τις αναγκαίες προσαρμογές για να συνάδουν με τους σκοπούς του Νόμου.»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο