
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Λ.Σ. Καμμίτση, Προέδρου και
Σπ. Σπυριδάκι και Κ. Φραγκούδη, Παρέδρων
Αίτηση Αρ. Ε125/15
Μεταξύ:
Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, από τη Λευκωσία
Αιτήτριας
και
Ανδρέα Πίτσιακκου, από τη Λευκωσία
Καθ’ ου η Αίτηση
ΚΑΙ ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 25.9.2017
Μεταξύ:
1. Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, από τη Λευκωσία
2. CCSRE REAL ESTATE COMPANY LIMITED
Αιτητριών
και
Ανδρέα Πίτσιακκου, από τη Λευκωσία
Καθ’ ου η Αίτηση
ΚΑΙ ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 12.9.2019
Μεταξύ:
1. Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, από τη Λευκωσία
2. CCSRE REAL ESTATE COMPANY LIMITED
Αιτητριών
και
1. Ανδρέα Πίτσιακκου, από τη Λευκωσία
2. Ανδρέα Πίτσιακκου, από τη Λευκωσία
Καθ’ ων η Αίτηση
ΚΑΙ ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 1.11.2021
Μεταξύ:
1. Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, από τη Λευκωσία
2. CCSRE REAL ESTATE COMPANY LIMITED
Αιτητριών
και
1. Ανδρέα Γ. Πίτσιακκου, από τη Λευκωσία
2. Ανδρέα Α. Πίτσιακκου από τη Λευκωσία
Καθ’ ων η Αίτηση
ΚΑΙ ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 29.9.2023
Μεταξύ:
1. Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, από τη Λευκωσία
2. CCSRE REAL ESTATE COMPANY LIMITED
Αιτητριών
και
1. Αικατερίνης Πίτσιακκου (Α.Δ.Τ.[ ]), ως διαχειρίστρια της περιουσίας του Ανδρέα Πίτσιακκου (Α.Δ.Τ. [ ]), από τη Λευκωσία
2. Ανδρέα Πίτσιακκου, από τη Λευκωσία
Καθ’ ων η Αίτηση
---------------------------------------------------------------------------------------------
24.7.2025
Για τις Αιτήτριες 1 και 2: κα. Ι. Κορφιώτη και κα. Ελ. Γιασουμή για κ.κ. Κούσιος, Κορφιώτης, Παπαχαραλάμπους Δ.Ε.Π.Ε.
Για τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2: κ. Γ. Αδαμίδης
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η κυρίως Αίτηση καταχωρήθηκε την 3.11.2015 και τροποποιήθηκε αρκετές φορές δυνάμει Διαταγμάτων του Δικαστηρίου. Η τελευταία τροποποιημένη Αίτηση, καταχωρήθηκε την 17.10.2023 και μ’ αυτήν οι Αιτήτριες 1 και 2, εξαιτούνται ως ακολούθως:
«(α) Διάταγμα και/ή απόφαση που να διατάσσει τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 όπως καταβάλουν στην Αιτήτρια 1 το ποσό των €37.148,60 που αντιπροσωπεύει τα νομίμως οφειλόμενα ενοίκια των μηνών Οκτωβρίου 2012 (μέρος) μέχρι και Οκτώβριο 2015 πλέον νόμιμο τόκο επ’ αυτών.
(β) €1.009,80 μηνιαίως ως ενδιάμεσα μηνιαία οφέλη (ενοίκια) και/ή άλλως πώς από 1.11.2015 μέχρι τις 30.6.2017 προς την Αιτήτρια 1, ήτοι το ποσό των €20.196,00 και από 1.7.2017 μέχρι τις 10.10.2017, ημερομηνία κατά την οποία ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρέδωσε στους δικηγόρους των Αιτητριών τα κλειδιά των επίδικων υποστατικών προς την Αιτήτρια 2, ήτοι το ποσό των €15.483,60.
(γ) Νόμιμο Τόκο επί των εκάστοτε καθυστερημένων ενοικίων από την ημέρα που αυτά έγιναν απαιτητά μέχρι εξοφλήσεως τους.
(δ) Οποιαδήποτε άλλη ή περαιτέρω Διαταγή ή Θεραπεία ήθελε κρίνει ορθή και δίκαιη υπό τις περιστάσεις το Σεβαστό Δικαστήριο.
(ε) Έξοδα πλέον Φ.Π.Α., πλέον έξοδα επίδοσης.»
Η Αιτήτρια 1 δικογραφεί ότι είναι Συνεργατική Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης, νόμιμα συσταθείσα και κατά ή περί την 5.1.2013, μετονομάστηκε από Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ, σε Συνεργατική Οικοδομική & Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ. Ήταν ιδιοκτήτρια των καταστημάτων με αριθμό 5 και 6, μέχρι τις 10.8.2016. Κατά την εν λόγω ημερομηνία, τα καταστήματα με αρ. 5 & 6, Φάση Β, τα οποία βρίσκονται επί της Γωνίας Λεωφόρου Κυρηνείας και Προμηθέως 24, 2113 Πλατύ Αγλαντζιάς, Λευκωσία (εν τοις εφεξής «τα επίδικα καταστήματα»), μεταβιβάστηκαν στην Αιτήτρια 2, η οποία είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, νομότυπα εγγεγραμμένη στον Έφορο Εταιρειών. Η ενοικίαση των υποστατικών συνεχίζεται με τους ίδιους όρους που διέπονται από το ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 1.10.2001.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είναι πατέρας του Καθ’ ου η Αίτηση 2. Οι Καθ’ ων η Αίτηση κατείχαν τα επίδικα καταστήματα δυνάμει προφορικής συμφωνίας και/ή ενοικιαστηρίου εγγράφου και/ή ενοικιαστηρίων εγγράφων, μεταξύ της Αιτήτριας 1 και του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και/ή στη συνέχεια, μεταξύ της Αιτήτριας 1 και του Καθ’ ου η Αίτηση 2 και/ή στη συνέχεια μεταξύ της Αιτήτριας 2 και των Καθ’ ων η Αίτηση. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ήταν εγγυητής του Καθ’ ου η Αίτηση 2 και/ή είχε την πραγματική κατοχή και/ή χρήση των επιδίκων και/ή ήταν συνενοικιαστής του Καθ’ ου η Αίτηση 2. Σε κάθε περίπτωση, είναι ο ισχυρισμός των Αιτητριών ότι η κατοχή και/ή χρήση των επιδίκων συνέχισε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 και μετά τη λήξη του ενοικιαστηρίου εγγράφου ημερομηνίας 8.12.1998 και/ή μετά την υπογραφή του ενοικιαστηρίου εγγράφου ημερομηνίας 1.10.2001 και/ή ανανεώθηκε, με την προσθήκη του Καθ’ ου η Αίτηση 2 ως συνενοικιαστή του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και/ή ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 εξακολούθησε να έχει την πραγματική κατοχή και/ή χρήση των επιδίκων και/ή ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παρουσιαζόταν πάντα ως ο πραγματικός κάτοχος τους.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, κατά ή περί την 10.10.2017 και/ή εκκρεμούσης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτησης, παρέδωσε στους δικηγόρους των Αιτητριών τα κλειδιά των επιδίκων και/ή παρέδωσε την κατοχή τους στην Αιτήτρια 2. Οι Αιτήτριες δικογραφούν ακόμα ότι, ήταν ρητοί και/ή εξυπακουόμενοι όροι της προφορικής συμφωνίας και/ή του ενοικιαστηρίου εγγράφου και/ή ενοικιαστηρίων εγγράφων, οι εξής:
(α) Η ενοικίαση άρχιζε την 1.12.1998 και έληγε την 30.11.2000 και/ή ανανεώθηκε από την 1.10.1999 μέχρι την 30.9.2001 και/ή ανανεώθηκε από την 1.10.2001 μέχρι και την 30.9.2003.
(β) Το μηνιαίο ενοίκιο θα ανερχόταν σε Λ.Κ.627,00 για την περίοδο από 1.12.1998 μέχρι 30.11.2000 και/ή σε Λ.Κ 600,00 για την περίοδο από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2003, πληρωτέο την πρώτη ημέρα κάθε μήνα.
(γ) Οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν θα δικαιούντο να καθυστερήσουν την πληρωμή οποιασδήποτε μηνιαίας δόσης ή μέρους αυτής και/ή οποιουδήποτε ενοικίου.
(δ) Καμία υπενοικίαση, εκχώρηση, άδεια για χρησιμοποίηση ή κατοχή όλου ή μέρους του ρηθέντος καταστήματος ή με οποιοδήποτε τρόπο αποξένωση της κατοχής αυτού, επιτρεπόταν χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση από την Αιτήτρια 1 και στη συνέχεια από την Αιτήτρια 2.
(ε) Το κατάστημα θα χρησιμοποιείτο μόνο σαν πρακτορείο στοιχημάτων από τους Καθ’ ων η Αίτηση.
Οι Καθ’ ων η Αίτηση κατέστησαν θέσμιοι ενοικιαστές των επίδικων καταστημάτων, αφού κατά τη λήξη της πρώτης ενοικίασης, εξακολούθησαν και/ή εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να τα κατέχουν. Από την 1.12.1998 μέχρι την 30.9.1999, το μηνιαίο ενοίκιο ήταν Λ.Κ.627,00 και/ή από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2003 μειώθηκε σε Λ.Κ.600,00 και/ή μέχρι και σήμερα ανέρχεται σε €1.009,80. Τα επίδικα ανεγέρθηκαν και/ή συμπληρώθηκαν προ και/ή μέχρι την 31.12.1999.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 εγγυήθηκε εγγράφως την πιστή τήρηση από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 και/ή τον ίδιο, όλων των όρων και υποχρεώσεων του δυνάμει του ενοικιαστηρίου εγγράφου και/ή της θέσμιας ενοικίασης και/ή την πληρωμή όλων των οφειλόμενων ποσών και η εγγύηση του θα εξακολουθούσε να καλύπτει κάθε ρητή και/ή υπονοούμενη παράταση της ενοικίασης και/ή θα εξακολουθούσε να ευθύνεται ως εγγυητής μέχρι την εκκένωση και παράδοση ελεύθερης της κατοχής των επίδικων καταστημάτων.
Οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν και/ή συστηματικά παραλείπουν την καταβολή των οφειλόμενων από καιρού εις καιρόν ενοικίων παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις των Αιτητριών και/ή των δικηγόρων τους και/ή παρά την επίδοση των επιστολών ημερομηνιών 12.7.2013 και/ή 24.12.2013 και/ή 9.12.2014. Οι Καθ’ ων η Αίτηση παραλείπουν επιπλέον να καταβάλουν και/ή πληρώσουν και/ή εξοφλήσουν τα νομίμως οφειλόμενα ενοίκια των μηνών Ιανουάριου 2015 – Οκτωβρίου 2015.
Απάντηση Καθ’ ου η Αίτηση 1:
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είχε αρχικά καταχωρίσει Απάντηση προσωπικά, χωρίς δικηγόρο. Τα δικόγραφα τροποποιήθηκαν αρκετές φορές και η τελευταία τροποποιηθείσα Απάντηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, καταχωρήθηκε την 17.9.2024. Μ’ αυτήν αρνείται την ιδιότητα των Αιτητριών 1 και 2, ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια 1 είναι ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο και δεν έχει το δικαίωμα να ενάγει και να ενάγεται. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η ενοικίαση των υποστατικών έχει τερματισθεί και η κατοχή τους έχει παραδοθεί στις Αιτήτριες, την 10.10.2017. Σε σχέση με τις αιτούμενες θεραπείες, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 τις αρνείται και ισχυρίζεται ότι η κατοχή των επίδικων καταστημάτων έχει επιστραφεί και παραληφθεί από τους δικηγόρους των Αιτητριών, την 10.10.2017. Ουδέν ποσό οφείλει συνεπεία της εκ μέρους του ενοικιάσεως των καταστημάτων, ενοικίαση η οποία είναι ισχυρισμός του, ότι έληξε την 30.9.1999. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αρνείται ότι οφείλει στις Αιτήτριες οποιοδήποτε ποσό εξ’ οιασδήποτε αιτίας.
Η ενοικίαση των επίδικων καταστημάτων από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, έγινε με ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 8.12.1998 και τερματίσθηκε την 30.9.1999, με την υπογραφή νέου ενοικιαστηρίου εγγράφου από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, για τη χρονική περίοδο από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001. Από την 1.10.1999 και μετά, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ουδέποτε είχε στην κατοχή ή ενοικίαση του τα επίδικα καταστήματα. Η όποια παρουσία του Καθ’ ου η Αίτηση 1 στα καταστήματα, ήταν για σκοπούς παροχής βοήθειας στον Καθ’ ου η Αίτηση 2, υιό του, όταν του το ζητούσε. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αρνείται ότι είναι εγγυητής του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στη συμφωνία ενοικίασης που υπέγραψε και αφορά την περίοδο από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001.
Περαιτέρω και διαζευκτικά και σε περίπτωση κατά την οποία ήθελε αποδειχθεί ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 εγγυήθηκε τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 θα ισχυρισθεί ότι η εγγύηση του αυτή έληξε την 30.9.2001, με τη λήξη του ενοικιαστηρίου εγγράφου που υπέγραψε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 και επομένως, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ουδεμία ευθύνη έχει για τυχόν οφειλόμενα ενοίκια μετά την ημερομηνία αυτή. Περαιτέρω και επιπρόσθετα, οι Αιτήτριες δεν προέβησαν έγκαιρα σε ενημέρωση του σε σχέση με οποιαδήποτε τυχόν ενοίκια ήθελε αποδειχθεί ότι είναι οφειλόμενα και ως εκ τούτου, η εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1 έπαυσε να υφίσταται.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δικογραφεί ακόμα ότι η κυρίως Αίτηση είναι πρόωρη, αφού τα ισχυριζόμενα οφειλόμενα ενοίκια δεν έχουν απαιτηθεί δεόντως και νομότυπα από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, ενοικιαστή κατά τον κρίσιμο χρόνο, απαραίτητη προϋπόθεση για την καταχώρηση της Αίτησης. Η δε συμφωνία ενοικίασης του Καθ’ ου η Αίτηση 2 με τις Αιτήτριες, ήταν εξ’ ολοκλήρου γραπτή και όχι προφορική και αυτή ξεκίνησε την 1.10.1999. Συμφωνεί ότι η χρήση των καταστημάτων θα ήταν για πρακτορείο στοιχημάτων. Εάν υπάρχει ενοικιαστήριο έγγραφο για την περίοδο 1.10.2001 – 30.9.2003 επ’ ονόματι του Καθ’ ου η Αίτηση 2 με την εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, η φερόμενη ως υπογραφή του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στο ανωτέρω ενοικιαστήριο έγγραφο δεν είναι δική του και κατά συνέπεια, το ανωτέρω ενοικιαστήριο έγγραφο είναι πλαστογραφημένο και η εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, είναι άκυρη.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ουδέποτε έγινε θέσμιος ενοικιαστής των επίδικων καταστημάτων. Μέχρι δε την παράδοση της κατοχής αυτών στους δικηγόρους των Αιτητριών, αυτά τελούσαν υπό την κατοχή και ενοικίαση του Καθ’ ου η Αίτηση 2, προς τον οποίο η Αιτήτρια 1, την 25.2.2013, εξέδωσε σχετική Βεβαίωση ότι για το έτος 2012, τους κατέβαλε ενοίκια ύψους €8.375,40.
Απάντηση και Ανταπαίτηση Καθ’ ου η Αίτηση 2:
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 καταχώρισε αρχικά Απάντηση και Ανταπαίτηση προσωπικά, την 1.6.2020. Τα δικόγραφα τροποποιήθηκαν αρκετές φορές και η τελευταία τροποποιηθείσα Απάντηση και Ανταπαίτηση του Καθ’ ου η Αίτηση 2, καταχωρήθηκε την 17.9.2024. Μ’ αυτή δικογραφεί ότι αγνοεί την ιδιότητα των Αιτητριών, αρνείται ότι η ενοικίαση συνεχίζεται και ισχυρίζεται ότι οι Αιτήτριες παρέλαβαν την κατοχή του ακινήτου τους την 10.10.2017. Αρνείται δε τις αιτούμενες θεραπείες. Διαζευκτικά και σε περίπτωση που ήθελε αποδειχθεί ότι οι Αιτήτριες δικαιούνται σε οποιοδήποτε ποσό για οφειλόμενα ενοίκια, ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 ισχυρίζεται ότι αυτά έχουν υπολογισθεί λανθασμένα και/ή δεν έχουν ληφθεί υπ’ όψην πληρωμές που έγιναν έναντι αυτών.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είναι ο πατέρας του Καθ’ ου η Αίτηση 2 και ήταν ενοικιαστής των επίδικων καταστημάτων μέχρι την 30.9.1999, όμως ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 αγνοεί τους όρους και την ύπαρξη οποιουδήποτε εγγράφου ή συμφωνίας μεταξύ των Αιτητριών και του Καθ’ ου η Αίτηση 1. Περί την 1.10.2001, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 έφυγε από ενοικιαστής των καταστημάτων και τότε, ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 ήλθε σε συμφωνία ενοικίασης μετά των ιδιοκτητών, η οποία προέβλεπε ενοικίαση για περίοδο ενός έτους, από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001, με ενοίκιο Λ.Κ.600, χωρίς ποτέ να συμφωνηθεί οποιαδήποτε αύξηση. Έκτοτε, ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 κατείχε τα καταστήματα και μετά τη λήξη της ενοικίασης, συνέχισε να τα κατέχει ως θέσμιος ενοικιαστής. Η όποια παρουσία του Καθ’ ου η Αίτηση 1 στα υποστατικά, δεν σχετιζόταν με την ενοικίαση αλλά με την παροχή βοήθειας στον Καθ’ ου η Αίτηση 2, όταν τούτο ήταν αναγκαίο. Η συμφωνία ενοικίασης που είχε με τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων, ήταν γραπτή και ουδεμία άλλη προφορική συμφωνία έγινε μεταξύ του και των Αιτητριών. Επιπλέον, ουδείς άλλος είχε την κατοχή των καταστημάτων, αλλά ούτε και είχε συνενοικιαστή, όπως οι Αιτήτριες ισχυρίζονται. Ο Καθ’ ου η αίτηση 2 παραδέχεται ότι η χρήση των καταστημάτων θα ήταν ως πρακτορείο στοιχημάτων.
Εάν υπάρχει ενοικιαστήριο έγγραφο για την περίοδο 1.10.2001 – 30.9.2003 επ’ ονόματι του Καθ’ ου η Αίτηση 2 με την εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, η φερόμενη ως υπογραφή του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στο ανωτέρω ενοικιαστήριο έγγραφο, δεν είναι δική του και κατά συνέπεια, αυτό είναι πλαστογραφημένο και η εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, είναι άκυρη. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 έγινε θέσμιος ενοικιαστής την 1.10.2001. Εάν ήθελε αποδειχθεί ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 τον εγγυήθηκε, η εγγύηση έληξε μόλις ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 έγινε θέσμιος ενοικιαστής.
Περαιτέρω, είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ότι ουδέποτε του επιδόθηκε ή του παραδόθηκε οποιαδήποτε επιστολή απαίτησης καταβολής οφειλόμενων ενοικίων και επομένως, δεν τηρούντο οι προϋποθέσεις του Νόμου ώστε να καταχωρηθεί η κυρίως Αίτηση.
Κατά τη διάρκεια της ενοικίασης, οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων, συνεπεία της συμπεριφοράς και/ή αμέλειας τους, προκάλεσαν σ’ αυτά σημαντικές ζημιές, τις οποίες ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 ανταπαιτεί. Συγκεκριμένα, ενώ η χρήση των καταστημάτων ήταν ως πρακτορείο στοιχημάτων, όταν το 2012 η Εθνική Αρχή Στοιχημάτων απαίτησε, ως προϋπόθεση για την έκδοση της σχετικής Άδειας αποδοχής στοιχημάτων, την έκδοση Άδειας Αλλαγής της χρήσης των καταστημάτων, οι Αιτήτριες παρά το ότι ενημερώθηκαν, δεν ενδιαφέρθηκαν και/ή δεν μπόρεσαν και/ή δεν έδωσαν τη δέουσα σημασία και/ή αρνήθηκαν να εξασφαλίσουν την αναγκαία Άδεια και/ή να προβούν στην αναγκαία για το σκοπό αυτό δαπάνη, με αποτέλεσμα ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 να χάσει την Άδεια αποδοχής ποδοσφαιρικών στοιχημάτων για τα έτη 2012 – 2013 και να υποστεί ετησίως, υπό μορφή διαφυγόντων κερδών, ζημιές ύψους €13.000, ήτοι συνολικά €26.000.
Για τα έτη 2013 μέχρι 2016, το αποχετευτικό σύστημα των καταστημάτων και της οικοδομής, παρουσίασε σοβαρό πρόβλημα λειτουργίας, με αποτέλεσμα τα παραδεξάμενα, τα οποία ήταν ακριβώς δίπλα από την είσοδο των καταστημάτων, να υπερχειλίζουν. Η χρήση των καταστημάτων ήταν ανυπόφορη και δύσκολη. Η κατάσταση συνέβαλε σταδιακά στην απομάκρυνση και φυγή των πελατών του Καθ’ ου η Αίτηση 2, τους οποίους είχε για τα ιπποδρομιακά στοιχήματα και υπέστη πρόσθετες ζημιές συνολικού ύψους €59.095, ήτοι €4.965 για το έτος 2013, €11.000 για το έτος 2014, €20.000 για το έτος 2015 και €23.400 για το έτος 2016.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 αξιώνει ανταπαιτητικά από τις Αιτήτριες, αλληλέγγυα και κεχωρισμένα, ως ακολούθως:
(Α) €26.000 ΕΥΡΩ ως αποζημιώσεις για ζημιά την οποία υπέστηκε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 για τα έτη 2012 — 2013 από απώλεια της Άδειας αποδοχής ποδοσφαιρικών στοιχημάτων από την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων, λόγω υπαιτιότητας και/ή αμέλειας και/ή αδιαφορίας των Αιτητών - Ιδιοκτητών όπως ανωτέρω λεπτομερώς περιγράφεται.
(Β) €59.095 ως πρόσθετες αποζημιώσεις για την ζημιά την οποία υπέστηκε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 για τα έτη 2013 - 2016 από τη μείωση των κερδών του λόγω απομάκρυνσης και/ή φυγής των πελατών - παικτών του συνεπεία της οχληρίας - δυσοσμίας που προκαλείτο από το αποχετευτικό σύστημα των καταστημάτων και της οικοδομής και της αμέλειας και/ή αδιαφορίας των Αιτητών - Ιδιοκτητών να επιδιορθώσουν αυτό, ως ανωτέρω αναφέρεται.
(Γ) Νόμιμο Τόκο επί οποιουδήποτε ποσού ήθελε επιδικασθεί προς όφελος του Καθ’ ου η Αίτηση 2.
(Δ) Τα έξοδα της Αίτησης πλέον Φ.Π.Α., πλέον έξοδα επίδοσης.
Απάντηση στην Απάντηση του Καθ’ ου η Αίτηση 2:
Το δικόγραφο των Αιτητριών καταχωρήθηκε τροποποιημένο την 24.9.2024 και μ’ αυτό απορρίπτουν τους ισχυρισμούς του Καθ’ ου η Αίτηση 1, εκτός όπου αυτοί αποτελούν παραδοχές και συνενώνουν επίδικα θέματα. Επιπρόσθετα και/ή άνευ βλάβης και/ή διαζευκτικά, ισχυρίζονται ότι δεν αφορά τις Αιτήτριες εάν ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 έχασε την Άδεια του πρακτορείου στοιχημάτων, ότι ουδέν πρόβλημα υπήρχε με τα αποχετευτικά και/ή εάν υπήρξε, αυτό επιδιορθώθηκε. Επιπλέον, οι Αιτήτριες δεν επέδειξαν οποιασδήποτε μορφής αμέλειας και/ή αντισυμβατική συμπεριφορά και/ή έλαβαν κάθε απαραίτητο μέτρο για την ορθή τήρηση των επίδικων συμφωνιών. Οι Αιτήτριες απορρίπτουν οποιουσδήποτε ισχυρισμούς για ζημιές και/ή αποζημιώσεις και/ή λέγουν ότι οι ισχυρισμοί του Καθ’ ου η Αίτηση 2, είναι ανυπόστατοι και/ή ουσία και νόμω αβάσιμοι και/ή ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν δικαιούται σε οποιοδήποτε ποσό. Οι Αιτήτριες απορρίπτουν την Ανταπαίτηση και ισχυρίζονται ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση εμποδίζεται να ισχυρίζεται ως η Ανταπαίτηση του, εκ της υπογραφής των επίδικων συμφωνιών και/ή εγγυήσεων και/ή άλλως πως.
Απάντηση στην Απάντηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1:
Το δικόγραφο των Αιτητριών καταχωρήθηκε τροποποιημένο την 24.9.2024 και μ’ αυτό επαναλαμβάνουν τους ισχυρισμούς που περιέχονται στην Αίτηση τους, απορρίπτουν τους ισχυρισμούς του Καθ’ ου η Αίτηση 1 εκτός όπου αποτελούν παραδοχές και συνενώνουν επίδικα θέματα. Οι Αιτήτριες δέχονται ότι η ενοικίαση έχει τερματιστεί και επιστράφηκε η κατοχή κατά την 10.10.2017, ότι η Αιτήτρια 1 ήταν ιδιοκτήτρια των υποστατικών μέχρι και τις 10.8.2016, οπότε περιήλθαν στην ιδιοκτησία της Αιτήτριας 2. Η Αιτήτρια 1 δικαιούται στην είσπραξη των οφειλόμενων ενοικίων από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 μέχρι και την ημερομηνία μεταβίβασης των υποστατικών στην Αιτήτρια 2. Οι Αιτήτριες δικογραφούν ότι οι ισχυρισμοί του Καθ’ ου η Αίτηση 1 στην Απάντηση του, αποτελούν εκ των υστέρων σκέψεις και/ή δεύτερες σκέψεις και/ή είναι γενικοί ή αόριστοι και/ή αντιφατικοί.
Ιστορικό:
Με Ενδιάμεση Απόφαση ημερομηνίας 12.9.2019, το Δικαστήριο ενέκρινε αίτημα των Αιτητριών για τροποποίηση της κυρίως Αίτησης και την προσθήκη διαδίκου.
Μαρτυρία και αξιολόγηση:
Αιτητριών:
Μοναδική μάρτυρας για τις Αιτήτριες, κατέθεσε η κα. Μαρία Ψαρούδη. Η κα. Ψαρούδη κατέθεσε Γραπτή Δήλωση, το Τεκμήριο Α, ως μέρος της κυρίως εξέτασης της. Από το 1986 μέχρι την 19.10.2016, εργαζόταν στη Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ, η οποία στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Συνεργατική Οικοδομική και Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ (εν τοις εφεξής «η ΣΟΤΑΔΥΚ»), μεταξύ άλλων, ως Λογιστικός Λειτουργός και ακολούθως, ως Οικονομικός Διευθυντής. Από την 19.10.2016, είχε μεταφερθεί στην υπηρεσία της Αιτήτριας 1, ΣΕΔΙΠΕΣ, στη Μονάδα Οικονομικής Διαχείρισης Επαγγελματικών ΣΠΙ. Στα καθήκοντα της, περιλαμβανόταν η διαχείριση των ενοικιάσεων διαφόρων ακινήτων και η είσπραξη των σχετικών ενοικίων, περιλαμβανομένων και των επίδικων καταστημάτων. Η μάρτυρας κατέθεσε ότι από την 1.9.2018 μέχρι και σήμερα, βρίσκεται στην υπηρεσία της Κυπριακής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ (εν τοις εφεξής «η ΚΕΔΙΠΕΣ»), στην οποία κατέχει τη θέση Προϊσταμένης Τμήματος Λογιστηρίου Λεμεσού. Η ΚΕΔΙΠΕΣ είναι θυγατρική εταιρεία της Αιτήτριας 1 και μητρική εταιρεία της Αιτήτριας 2.
Λόγω της θέσης και των καθηκόντων της, γνωρίζει τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και έχει πρωτότυπα και αντίγραφα των σχετικών εγγράφων, αναλόγως της περίπτωσης. Είναι δε εξουσιοδοτημένη από τις Αιτήτριες 1 και 2, να προβεί στη δήλωση της.
Η Αιτήτρια 1 είναι Συνεργατική Εταιρεία η οποία συστάθηκε νόμιμα, λειτουργεί σύμφωνα με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο, Ν.22/85 ως αυτός έχει τροποποιηθεί και εδρεύει στη Λευκωσία. Με απόφαση Ειδικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων της, μετονομάστηκε από Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λίμιτεδ σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ, με ισχύ από 24.7.2017 και ακολούθως, σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, με ισχύ από 3.9.2018.
Η ΣΟΤΑΔΥΚ ήταν επίσης Συνεργατική Εταιρεία η οποία συστάθηκε νόμιμα και λειτουργούσε σύμφωνα με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο. Με απόφαση Ειδικής Γενικής Συνέλευσης και με έγγραφη Συμφωνία, η ΣΟΤΑΔΥΚ έχει αποφασίσει τη συγχώνευση της με την Αιτήτρια 1 και έχει μεταφέρει στην Αιτήτρια 1 όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού της. Η έγγραφη συμφωνία έχει εγγράφει από τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών στις 21.7.2017 με ημερομηνία ισχύος την 1.7.2017 και η Αιτήτρια 1 έχει διαδεχθεί την ΣΟΤΑΔΥΚ εξ’ ολοκλήρου σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της.
Η κα. Ψαρούδη κατέθεσε ότι η Αιτήτρια 2 είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, νόμιμα εγγεγραμμένη, με έδρα τη Λευκωσία, η οποία συστάθηκε στις 25.5.2016. Σκοπός σύστασης της είναι, μεταξύ άλλων, η απόκτηση ιδιοκτησίας, η κατοχή και διαχείριση μέρους της ακίνητης περιουσίας των Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων, ως ειδικότερα προνοείται από τα Διατάγματα Ανακεφαλαιοποίησης της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου του 2013 έως το 2018, τα οποία εξέδωσε ο Υπουργός Οικονομικών δυνάμει του άρθρου 14 του περί της Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμων του 2011 έως το 2015. Έχει δε ως αποκλειστικό μέτοχο, την Αιτήτρια 1.
Η ΣΟΤΑΔΥΚ ήταν ιδιοκτήτρια των καταστημάτων με αριθμό 5 και 6 (πρώην αριθμοί 4 και 5), Φάση Β, επί της Γωνίας της Λεωφόρου Κυρηνείας και Προμηθέως 24, 2113 Πλατύ Αγλαντζιάς, στη Λευκωσία. Στις 24.6.2016, πραγματοποιήθηκε Γενική Συνέλευση της ΣΟΤΑΔΥΚ, στην οποία συμμετείχε η μάρτυρας ως Β’ Εκτελεστικό Μέλος της Επιτροπείας της ΣΟΤΑΔΥΚ, όπου αποφασίστηκε όπως τα ακίνητα ιδιοκτησίας της ΣΟΤΑΔΥΚ μεταβιβαστούν στην Αιτήτρια 2, για σκοπούς συμμόρφωσης με το περί Ανακεφαλαιοποίησης της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου/Κεντρικός Φορέας (ΣΚΤ/ΚΦ), (Τροποποιητικό) Διάταγμα του 2016. Δυνάμει των πιο πάνω, η Αιτήτρια 1 η οποία διαδέχθηκε τη ΣΟΤΑΔΥΚ, έχει δικαίωμα είσπραξης ενοικίων, περιλαμβανομένων και των ενοικίων για τα επίδικα καταστήματα, μέχρι και τον Ιούνιο 2016. Από τον Ιούλιο 2016, δικαίωμα είσπραξης ενοικίων έχει η Αιτήτρια 2.
Η Αιτήτρια 2, με επιστολή της ημερομηνίας 30.11.2016, ενημέρωσε τους Καθ’ ων η Αίτηση αναφορικά με την εν λόγω αλλαγή ιδιοκτησίας των ενοικιαζόμενων ακινήτων. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 απεβίωσε στις 22.5.2022. Κατόπιν σχετικής Αίτησης Διαχείρισης αρ. 416/2023 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Δικαιοδοσία Επικυρώσεως Διαθηκών, στις 14.6.2023 χορηγήθηκαν έγγραφα διαχείρισης της περιουσίας του στην κα. Αικατερίνη Πίτσιακκου, θυγατέρα του αποβιώσαντα.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ήταν ο πατέρας του Καθ’ ου η Αίτηση 2 και επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τη μάρτυρα κατά καιρούς. Οι Καθ’ ων η Αίτηση κατείχαν και ενοικίαζαν τα επίδικα καταστήματα, δυνάμει συμφωνιών μεταξύ της ΣΟΤΑΔΥΚ και του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και στη συνέχεια, μεταξύ της ΣΟΤΑΔΥΚ και του Καθ’ ου η Αίτηση 2, τις οποίες ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 υπέγραφε ως Εγγυητής. Η Μ.Α.1 παρουσίασε ενοικιαστήριο έγγραφο για την περίοδο από 1.12.1998 μέχρι 30.11.2000, το οποίο υπεγράφη από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, ενοικιαστήριο έγγραφο για την περίοδο από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001, το οποίο υπεγράφη από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 με την εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και ενοικιαστήριο έγγραφο για την περίοδο από 1.10.2001 μέχρι 30.9.2003 επ’ ονόματι του Καθ’ ου η Αίτηση 2, με την εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1.
Κατέθεσε ακόμα ότι τα επίδικα καταστήματα είχαν ανεγερθεί και συμπληρωθεί πριν την 31.12.1999 και ήταν υπό ενοικίαση πριν την αναφερόμενη ημερομηνία. Παρά την εναλλαγή των ρόλων στα εκάστοτε συμβόλαια, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ήταν αυτός που χρησιμοποιούσε και βρισκόταν στα καταστήματα και παρουσιαζόταν προς την ΣΟΤΑΔΥΚ και την Αιτήτρια 1, ότι εκπροσωπούσε τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 και ότι και οι δύο ήταν θέσμιοι ενοικιαστές αυτού. Είναι αξιοσημείωτη η επιστολή του Καθ’ ου η Αίτηση 1 ημερομηνίας 7.12.2015, η οποία καταχωρήθηκε στο φάκελο του Δικαστηρίου από τον ίδιο στις 8.12.2015, όπου παρουσιάζει τον εαυτό του ως ενοικιαστή των επίδικων καταστημάτων. Παρομοίως, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 στην επιστολή του ημερομηνίας 8.6.2017, η οποία απευθυνόταν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου και κοινοποιήθηκε στους δικηγόρους των Αιτητριών, αναφέρεται στον εαυτό του ως ενοικιαστή των καταστημάτων.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, κατά τις 10.10.2017, εκκρεμούσης της παρούσας διαδικασίας, παρέδωσε στους δικηγόρους των Αιτητριών τα κλειδιά των καταστημάτων και παρέδωσε την κατοχή τους στην Αιτήτρια 2. Είναι η θέση της ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση κατέστησαν θέσμιοι ενοικιαστές των καταστημάτων, αφού εξακολουθούσαν να κατέχουν τα επίδικα καταστήματα μέχρι και τον Οκτώβριο 2017.
Από την 1.12.1998 μέχρι την 30.9.1999, το μηνιαίο ενοίκιο ήταν Λ.Κ.627,00 (€1.071,30) και από την 1.10.1999 μέχρι την 30.9.2003, μειώθηκε σε Λ.Κ.600,00 (€1.025,16). Ακολούθως, από την 1.5.2008 το μηνιαίο ενοίκιο συμφωνήθηκε να αυξηθεί σε €1.100,00 μηνιαίως. Κατόπιν καταχώρησης σχετικής αίτησης υπ’ αριθμό Κ59/2010 στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, στις 24.9.2010 εκδόθηκε Διάταγμα Δικαστηρίου με το οποίο αυξήθηκε το ενοίκιο των επίδικων καταστημάτων στο ποσό των €1.188,00 μηνιαίως και οι Καθ’ ων η Αίτηση ανέλαβαν να το καταβάλλουν από 1.5.2010. Στη συνέχεια, κατόπιν εκκλήσεων του Καθ’ ου η Αίτηση 1 για μείωση του ενοικίου των επίδικων καταστημάτων, συμφωνήθηκε, για την περίοδο από 1.8.2011 μέχρι και 30.9.2012, να μειωθεί προσωρινά το ενοίκιο σε €594,00 μηνιαίως. Έπειτα, από 1.10.2012 συμφωνήθηκε όπως το ενοίκιο εκ ποσού €1.188,00 μηνιαίως, μειωθεί κατά 15% και επομένως από 1.10.2012 και έπειτα, καθορίστηκε στο ποσό των €1.009,80.
Η κα. Ψαρούδη κατέθεσε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 εγγυήθηκε εγγράφως την πιστή τήρηση από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 ή και τον ίδιο, όλων των όρων και υποχρεώσεων του δυνάμει των ενοικιαστηρίων εγγράφων, αρχικά για την περίοδο από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001 και ακολούθως, για την περίοδο από 1.10.2001 μέχρι 30.9.2003 ή και την πληρωμή όλων των οφειλόμενων ποσών. Περαιτέρω, ότι η εγγύηση του θα εξακολουθούσε να καλύπτει κάθε ρητή ή υπονοούμενη παράταση της ενοικίασης, ανεξάρτητα αν είχε ειδοποιηθεί για την παράταση αυτή ή ανεξάρτητα αν η Αιτήτρια 1 αποδεχόταν παρατάσεις πληρωμής και θα εξακολουθούσε να ευθύνεται ως εγγυητής μέχρι την εκκένωση και παράδοση ελεύθερης κατοχής των επίδικων καταστημάτων. Η εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1 αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των ενοικιαστηρίων εγγράφων για την περίοδο από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001 και για την περίοδο από 1.10.2001 μέχρι 30.9.2003.
Οι Καθ’ ων η Αίτηση, κατά παράβαση των συμφωνηθέντων, συστηματικά παρέλειπαν την καταβολή των οφειλόμενων από καιρού εις καιρόν ενοικίων. Η Αιτήτρια 1, με έγγραφη ειδοποίηση των δικηγόρων της προς τους Καθ’ ων η Αίτηση, ημερομηνίας 12.7.2013, η οποία επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση 1 στις 31.7.2013, κάλεσαν τους Καθ’ ων η Αίτηση όπως καταβάλουν το ποσό των €10.068,40 προς εξόφληση των καθυστερημένων ενοικίων τα οποία αφορούσαν τα ενοίκια των μηνών Οκτωβρίου 2012 (μέρος) μέχρι Ιουλίου 2013. Στη συνέχεια, η Αιτήτρια 1 με έγγραφη ειδοποίηση των δικηγόρων της προς τους Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 24.12.2013, η οποία επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση 1 στις 16.1.2014, κάλεσαν τους Καθ’ ων η Αίτηση όπως καταβάλουν το ποσό των €14.933,00 προς εξόφληση των τότε καθυστερημένων ενοικίων τα οποία αφορούσαν τα ενοίκια των μηνών Οκτωβρίου 2012 (μέρος) μέχρι Δεκεμβρίου 2013.
Η Αιτήτρια 1, με νέα έγγραφη ειδοποίηση των δικηγόρων της προς τους Καθ’ ων η Αίτηση, ημερομηνίας 9.12.2014, η οποία επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση 1 στις 17.12.2014, κάλεσαν τους Καθ’ ων η Αίτηση όπως καταβάλουν το ποσό των €26.163,20 προς εξόφληση των τότε καθυστερημένων ενοικίων τα οποία αφορούσαν τα ενοίκια των μηνών Οκτωβρίου 2012 (μέρος) μέχρι Νοεμβρίου 2014, πλέον €1.009,80 για το ενοίκιο του μηνός Δεκεμβρίου 2014. Οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν και παραλείπουν μέχρι και σήμερα, να συμμορφωθούν και να πληρώσουν τα νομίμως οφειλόμενα ενοίκια των μηνών Οκτωβρίου 2012 (μέρος) μέχρι και Οκτωβρίου 2015 και συνεπώς, κατά την καταχώρηση της παρούσας Αίτησης, καθυστερούσαν να καταβάλουν στην Αιτήτρια 1 το ποσό των €37.148,60.
Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, από την έναρξη της ενοικίασης μέχρι και την 30.6.2016, η ΣΟΤΑΔΥΚ, ακολούθως η Αιτήτρια 1 και στη συνέχεια, η Αιτήτρια 2, διατηρούσαν στα συστήματα τους έγγραφα και καταστάσεις, στις οποίες σημειώνονταν, μεταξύ άλλων, όλες οι πληρωμές που γίνονταν κατά καιρούς από τους Καθ’ ων η Αίτηση έναντι των οφειλόμενων ενοικίων. Σύμφωνα με τα εν λόγω έγγραφα, το ποσό που κατέβαλαν οι Καθ’ ων η Αίτηση μέχρι σήμερα έναντι των εκάστοτε οφειλόμενων ενοικίων, ανέρχεται συνολικά στο ποσό των €169.890,00. Η μάρτυρας παρέθεσε σχετικό Πίνακα τον οποίο ετοίμασε, με όλες τις πληρωμές, όπως είπε, που έγιναν έναντι οφειλόμενων ενοικίων, κατά τις εκάστοτε αναφερόμενες ημερομηνίες.
Μετά την καταχώρηση της παρούσας Αίτησης, όπως προκύπτει και από τον Πίνακα, οι Καθ’ ων η Αίτηση κατέβαλαν μόνο το ποσό των €600,00 έναντι των ως άνω οφειλόμενων ενοικίων. Η Αιτήτρια 1 αξιοί την έκδοση απόφασης υπέρ της και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση, για το ποσό των €36.548,60 που αντιπροσωπεύει τα νομίμως οφειλόμενα ενοίκια των μηνών Οκτωβρίου 2012 (μέρος) μέχρι Οκτωβρίου 2015, πλέον νόμιμο τόκο, €1.009,80 μηνιαίως που αντιπροσωπεύει τα ενδιάμεσα οφέλη από 1.11.2015 μέχρι 30.6.2016 (μήνας κατά τον οποίο εγκρίθηκε από την Αιτήτρια 1 η μεταβίβαση των επιδίκων προς την Αιτήτρια 2), δηλαδή ποσό €8.078,40, πλέον νόμιμο τόκο. Η Αιτήτρια 2 αξιοί την έκδοση απόφασης υπέρ της και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση για το ποσό των €1.009,80 μηνιαίως που αντιπροσωπεύει τα ενδιάμεσα οφέλη από 1.7.2016 μέχρι 10.10.2017, δηλαδή ποσό €15.483,60, πλέον νόμιμο τόκο.
Κατά την αντεξέταση της, η μάρτυρας κατέθεσε ότι είναι στην Αιτήτρια 1 από το 1986. Η παρουσία της στο Δικαστήριο εμπίπτει στα καθήκοντα της. Εντόπισε τα έγγραφα στα οποία αναφέρθηκε, στο φάκελο που διατηρούν στην εταιρεία τους. Ήταν δε παρούσα κατά την υπογραφή του τρίτου εγγράφου, για την περίοδο 2001 – 2003. Το Τεκμήριο 8 απεστάλη από τη Μ.Λ. εκ μέρους της Αιτήτριας 2 και αναφέρει τη διεύθυνση των επίδικων καταστημάτων. Κατά τη δική της γνώμη, ήταν τότε και ο πατέρας και ο υιός και οι δύο Καθ’ ων η Αίτηση. Το έγγραφο απεστάλη ταχυδρομικώς και δεν επεστράφη. Οι επιστολές αυτές εστάλησαν σε όλους τους ενοικιαστές για να ενημερωθούν για την αλλαγή στην ιδιοκτησία.
Η κα. Ψαρούδη κατέθεσε ότι δεν ήταν παρούσα κατά την υπογραφή το Τεκμηρίου 10. Υπεγράφη από τον Δ.Δ., Γραμματέα της ΣΟΤΑΔΥΚ και για τον ενοικιαστή, από τις υπογραφές που είδε, από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Μάρτυρες ήταν η Σ.Σ., συνάδελφος της και ο Α.Κ. Αυτό ήταν το πρώτο έγγραφο με το οποίο άρχισε η ενοικίαση. Έληξε την 30.11.2000, αλλά στο ενδιάμεσο έγινε άλλο έγγραφο, το οποίο πρέπει να ζητήθηκε από τον κ. Πίτσιακκο, όπως είπε, το Τεκμήριο 11. Για τον ιδιοκτήτη, υπέγραψε η Μ.Π., Γραμματέας της ΣΟΤΑΔΥΚ και για τον ενοικιαστή, πρέπει να ήταν ο Ανδρέας Α. Πίτσιακκος, δηλαδή ο Καθ’ ου η Αίτηση 2. Μάρτυρας η συνάδελφος της Σ.Σ. και δεν είχε τεθεί η σφραγίδα της ΣΟΤΑΔΥΚ. Δεν γνωρίζει ποιος ήταν ο εγγυητής και δεν γνωρίζει πότε υπεγράφη η εγγύηση.
Η μάρτυρας ρωτήθηκε και για το Τεκμήριο 12. Κατέθεσε ότι υπεγράφη την 1.10.2001. Για τον ιδιοκτήτη υπέγραψε η Μ.Π. Δεν είχε τοποθετηθεί η σφραγίδα της ΣΟΤΑΔΥΚ. Για τον ενοικιαστή υπέγραψε ο Ανδρέας Α. Πίτσιακκος. Σύμφωνα με τις διαδικασίες και εξ’ όσων θυμάται, ήταν παρούσα, όπως είπε. Πρέπει να υπεγράφη στα γραφεία τους. Ένας μάρτυρας ήταν, η ίδια και δεν υπάρχει δεύτερος. Εγγυητής ήταν ο Ανδρέας Γ. Πίτσιακκος, δηλαδή ο Καθ’ ου η Αίτηση 1. Εξ' όσων ενθυμείται, υπεγράφη μπροστά τους. Δέχθηκε ότι δεν υπάρχει η δική της υπογραφή, ούτε ημερομηνία.
Το Τεκμήριο 15 συνετάχθη από τους δικηγόρους των Αιτητών, μετά από συνεννόηση μαζί τους για τα ποσά. Απευθύνεται σε Ανδρέα Γ. Πίτσιακκο, στη διεύθυνση των επιδίκων και επιδόθηκε στον ίδιο. Το Τεκμήριο 16, απευθύνεται στον Ανδρέα Α. Πίτσιακκο και παρελήφθη από τον ίδιο. Το Τεκμήριο 17 συνετάχθη από τη μάρτυρα και απευθύνεται προς Ανδρέα Α. Πίτσιακκο. Η Μ.Α.1 δεν θυμόταν πώς εστάλη. Σύμφωνα με τις σημειώσεις κάτω, την παρέλαβε ο Ανδρέας Γ. Πίτσιακκος, ο οποίος ήταν το πρόσωπο που χειριζόταν τα καταστήματα και παρουσιαζόταν ως ενοικιαστής. Το Τεκμήριο 18, εστάλη από τους δικηγόρους των Αιτητών για την αύξηση του ενοικίου, προς τον Ανδρέα Πίτσιακκο, δεν ξεχωρίζει ποιον από τους δύο, στη διεύθυνση των επίδικων καταστημάτων. Όταν ρωτήθηκε σχετικά, η μάρτυρας κατέθεσε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2, την ενημέρωσε πως δεν την παρέλαβε. Κατέθεσε ότι παραλήφθηκε από τον πατέρα, δηλαδή τον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Ούτε το Τεκμήριο 19, διευκρινίζει ποιος από τους δύο Καθ’ ων η Αίτηση. Επιδόθηκε σ’ εκείνο που ήταν στο κατάστημα. Η μάρτυρας επανέλαβε ότι παρουσιαζόταν ως ενοικιαστής και ο πατέρας, ο οποίος πήγαινε στους Αιτητές.
Τα ίδια ισχύουν και για το Τεκμήριο 20. Μπορεί να παραλήφθηκε από τον πατέρα που ήταν το άτομο που πήγαινε στους Αιτητές, υπέβαλλε παράπονα, έστελνε φαξ, τηλεφωνούσε στη μάρτυρα και για τους Αιτητές, ήταν συνενοικιαστής. Εκείνος εμφανιζόταν πάντα για τα καταστήματα, μέχρι το 2017 που τα παράδωσε. Ενεργούσε ως κανονικός ενοικιαστής του καταστήματος και το διαχειριζόταν. Αυτά ισχύουν και για το Τεκμήριο 21. Η μάρτυρας αναγνώρισε από τις σημειώσεις, την υπογραφή του πατέρα, Ανδρέα Γ. Πίτσιακκου.
Η Μ.Α.1 εργάζεται πολλά χρόνια στις Αιτήτριες, περιλαμβανομένων των επίδικων περιόδων. Έχει προσωπική γνώση, έχει έγγραφα υπό τον έλεγχο και φύλαξη της, κατέθεσε τι γνωρίζει και την έχουμε, εν πολλοίς, πιστέψει. Αυτή η κρίση όμως δεν προσδίδει στη μαρτυρία «πρέπει να ήμουν παρούσα» και «ήμουν η μοναδική μάρτυρας» αλλά «δεν βλέπω την υπογραφή μου», οποιαδήποτε περαιτέρω υπόσταση. Το ίδιο ισχύει και για τη μαρτυρία της κας. Ψαρούδη αναφορικά με την επικοινωνία που είχε ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 με τις Αιτήτριες μέσα στα χρόνια. Όντως υπήρχε αυτή η επικοινωνία, ούτε οι Καθ’ ων η Αίτηση το αμφισβήτησαν, αλλά από μόνη της δεν δημιουργεί συμβατική ή άλλη σχέση, εάν αυτή δεν υπάρχει δυνάμει σύμβασης ή δυνάμει Νόμου. Εν κατακλείδι, η Μ.Α.1 αξιολογείται θετικά αλλά το Δικαστήριο πρέπει να ζυγίσει εάν η μαρτυρία της, εφόσον ήταν και η μοναδική για τις Αιτήτριες, απέδειξε την υπόθεση τους στον απαιτούμενο βαθμό.
Καθ’ ων η Αίτηση:
Πρώτη μάρτυρας για τους Καθ’ ων η Αίτηση, κατέθεσε η κα. Αικατερίνη Πίτσιακκου. Η κα. Πίτσιακκου κατέθεσε Γραπτή Δήλωση, το Τεκμήριο Β, ως η κυρίως εξέταση της. Είναι Διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα Ανδρέα Γ. Πίτσιακκου, Καθ’ ου η Αίτηση 1 και έχει προσωπική γνώση όλων των γεγονότων που αφορούν την παρούσα Αίτηση. Είναι θυγατέρα του αποβιώσαντα και αδελφή του Καθ’ ου η Αίτηση 2, Ανδρέα Α. Πίτσιακκου.
Κατέθεσε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, ουδέν ποσό οφείλει στους Αιτητές συνεπεία της εκ μέρους του ενοικιάσεως των καταστημάτων, καθότι η ενοικίαση έληξε την 30.9.1999 και δεν οφείλει στους Αιτητές οποιοδήποτε ποσό εξ’ οιασδήποτε αιτίας. Η ενοικίαση των επίδικων καταστημάτων από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 έγινε με ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 8.12.1998, το Τεκμήριο 10 και τερματίσθηκε την 30.9.1999, με την υπογραφή νέου ενοικιαστηρίου εγγράφου από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, για τη χρονική περίοδο 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001, Τεκμήριο 11. Από την 1.10.1999 και μετά, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ουδέποτε είχε στην κατοχή ή ενοικίαση του τα επίδικα καταστήματα. Η όποια παρουσία του Καθ’ ου η Αίτηση 1 στα καταστήματα, ήταν για σκοπούς παροχής βοήθειας στον Καθ’ ου η Αίτηση 2, υιό του, όταν του το ζητούσε.
Η Μ.Κ.1 κατέθεσε επίσης ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αρνείται πως είναι εγγυητής του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στη συμφωνία ενοικίασης που υπέγραψε και αφορά την περίοδο από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001. Από το Τεκμήριο 11, διαφαίνεται πως δεν υπάρχει στο έγγραφο εγγύησης το όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1, ο αριθμός της ταυτότητας του, οι μάρτυρες της υπογραφής και η ημερομηνία της υπογραφής. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αρνείται επίσης ότι είναι εγγυητής του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στη συμφωνία ενοικίασης ημερομηνίας 1.10.2001, το Τεκμήριο 12 και αφορά την περίοδο από 1.10.2001 μέχρι 30.9.2003. Από το Τεκμήριο 12, διαφαίνεται πως δεν υπάρχει στο έγγραφο εγγύησης ο αριθμός της ταυτότητας του Καθ’ ου η Αίτηση 1, οι μάρτυρες της υπογραφής και η ημερομηνία της υπογραφής.
Είναι η θέση της μάρτυρος, ότι η παρούσα Αίτηση είναι πρόωρη, αφού τα ισχυριζόμενα οφειλόμενα ενοίκια δεν έχουν απαιτηθεί δεόντως και νομότυπα από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, ενοικιαστή κατά τον κρίσιμο χρόνο, καθότι οι Αιτητές παρέλειψαν να του επιδώσουν έγγραφη ειδοποίηση απαιτήσεως, με την οποία να τον καλούν να καταβάλει τα οφειλόμενα ενοίκια εντός 21 ημερών, ως προνοεί το άρθρο 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ουδέποτε έγινε θέσμιος ενοικιαστής των επίδικων καταστημάτων, η κατοχή των οποίων από 1.10.1999, περιήλθε στον Καθ’ ου η Αίτηση 2 δια της υπογραφής νέου εγγράφου. Μέχρι δε την παράδοση της κατοχής αυτών στους δικηγόρους των Αιτητριών, τελούσαν υπό την κατοχή και ενοικίαση του Καθ’ ου η Αίτηση 2, προς τον οποίο η Αιτήτρια 1, την 25.2.2013, εξέδωσε σχετική Βεβαίωση ότι για το έτος 2012 τους κατέβαλε ενοίκια ύψους €8.375,40. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παραδέχεται μόνο ότι, για όσο χρονικό διάστημα ήταν ενοικιαστής των καταστημάτων, το ενοίκιο ήτο Λ.Κ.627, προσθέτει όμως ότι δεν οφείλει οποιοδήποτε ποσό για την περίοδο ενοικίασης. Η φυσική παρουσία του Καθ’ ου η Αίτηση 1 στα επίδικα υποστατικά, έγινε λόγω της φυσικής συγγένειας την οποία είχε με τον ενοικιαστή των καταστημάτων, τον οποίο βοηθούσε στη διεξαγωγή των εργασιών του.
Κατά την αντεξέταση της, η κα. Πίτσιακκου κατέθεσε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 εργαζόταν στο πρακτορείο του μέχρι το 2017, που παρέδωσαν την κατοχή. Προηγούμενα, είχε δουλέψει με τον πατέρα τους σε βενζινάδικο. Ο αποβιώσας, αφού είχε ασχοληθεί με διάφορες εργασίες, δούλεψε στο πρακτορείο με το γιο του, για να του παραδώσει μία επιχείρηση. Ήταν πρακτορείο στοιχημάτων και είχε άδεια για ιπποδρομιακά και ποδοσφαιρικά στοιχήματα. Είχαν εταιρεία. Η εργασία ουσιαστικά ήταν για τον αδελφό της, ο πατέρας τους ήταν βοηθητικό στέλεχος. Το 1999, ανανεώθηκε στον αδελφό της, επειδή ο πατέρας τους διαγνώστηκε με καρδιοπάθεια. Μπήκε στο έγγραφο ως ενοικιαστής ο αδελφός της. Ο αποβιώσας βοηθούσε το γιο του και δεν είχε εισοδήματα από το πρακτορείο, είχε άλλες δουλειές. Ο αδελφός της εξουσιοδότησε τον πατέρα τους να χειρίζεται τα οικονομικά, επειδή του άρεσε, όπως είπε. Δεν ήταν κάτοχος ο ίδιος, αλλά βοηθητικό στέλεχος. Ήθελε να βοηθήσει το παιδί του.
Υποδείχθηκε στη μάρτυρα το Τεκμήριο 17. Κατέθεσε ότι άρεσε στον πατέρα τους να είναι ενεργός, να βοηθά και γι’ αυτό διαβουλευόταν για το ενοίκιο. Ο αδελφός της κατοικούσε στη Λάρνακα και ερχόταν καθημερινά στη Λευκωσία. Ο αποβιώσας διαπραγματεύτηκε το ενοίκιο, πήγαινε στη ΣΟΤΑΔΥΚ, έκανε τα παράπονα του για το διαχωρισμό των καταστημάτων, για την υπερχείλιση των ομβρίων υδάτων, για οσμές. Ο αδελφός της δεν ασχολείτο με αυτά. Η αναφορά στην αντωνυμία «εμάς» από τον πατέρα της, στο Τεκμήριο 13, παραπέμπει στο γεγονός ότι επρόκειτο για οικογενειακή επιχείρηση και στο ότι ήθελε να βοηθήσει το γιο του με τα προβλήματα του υποστατικού.
Η Μ.Κ.1 δέχθηκε ότι η υπογραφή και το τηλέφωνο στο Τεκμήριο 14, είναι του πατέρα της. Διατήρησε τη θέση ότι ο αποβιώσας βοηθούσε στην επιχείρηση που είχε ο γιος του και κρατούσε μία εξουσιοδότηση για να χειρίζεται τα θέματα της επιχείρησης. Έκανε και τις καταθέσεις των ενοικίων από τις εισπράξεις του πρακτορείου. Επειδή ήταν ο πατέρας του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ένιωθε ότι δεν ξεχώριζε από τον ενοικιαστή.
Αρνήθηκε ότι είναι η υπογραφή του πατέρα της στο Τεκμήριο 11 ως εγγυητή. Γνωρίζει την υπογραφή του και έχει δείγματα. Στο Τεκμήριο 12, είναι η υπογραφή του πατέρα της στην εγγύηση στην τελευταία σελίδα. Επανέλαβε ότι, μέχρι το 1999 που τελείωσε το πρώτο συμβόλαιο, ο αποβιώσας δεν είχε οποιαδήποτε υποχρέωση ως εγγυητής ή ενοικιαστής. Σχετικά με τα ενοίκια στα οποία αφορά η επιστολή Τεκμήριο 15, το εν λόγω διάστημα, ο αδελφός της απουσίαζε στο εξωτερικό για χειρουργείο και τα εξόφλησαν. Δεν είχε ένσταση να παραλαμβάνει επιστολές λόγω της συγγένειας με τον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Τα Τεκμήριο 20 και 21 παραλήφθηκαν από τον πατέρα της, αλλά στο Τεκμήριο 19 δεν υπάρχει αναφορά ότι παραλήφθηκε. Η παραλαβή τους ήταν με την ιδιότητα του μέλους της οικογένειας και βοηθού στην επιχείρηση.
Το ενοίκιο των Λ.Κ.627 στο οποίο αναφέρθηκε κατά την κυρίως εξέταση της, αφορούσε την περίοδο 1.10.1998 – 30.9.1999. Γνωρίζει ότι διαφοροποιήθηκε το ενοίκιο με το δεύτερο και το τρίτο ενοικιαστήριο έγγραφο, σε €600.-. Μετά την αύξηση ενοικίου που ζητήθηκε το 2008, συμφώνησαν σε €1.100. Η κα. Πίτσιακκου κατέθεσε ότι δεν γνώριζε πως το ενοίκιο αυξήθηκε σε €1.188 από 1.5.2010. Γνωρίζει όμως ότι για την περίοδο 1.8.2011 – 30.9.2012, μειώθηκε σε €500, μετά που το ζήτησε ο πατέρας της. Δεν γνώριζε τη διαφοροποίηση του ενοικίου σε €1.009,80. Κατέθεσε ότι έχει την Κατάσταση της Τράπεζας με τα γραφόμενα του πατέρα της, τι είχε καταθέσει. Ο αποβιώσας ήταν καρδιοπαθής και συζητούσε με τα παιδιά του για την επιχείρηση. Γύρισε την επιχείρηση στο γιο του το 1999, λόγω προβλημάτων υγείας.
Η Μ.Κ.1 κατέθεσε με ευθύτητα, αμεσότητα, ψυχραιμία, χωρίς δισταγμό. Δεν κόμπιασε σε οποιοδήποτε σημείο, ούτε ανασκεύασε. Η μαρτυρία της ήταν στρωτή και λογική. Κρίνεται ως μάρτυρας της αλήθειας και η μαρτυρία της γίνεται αποδεκτή.
Δεύτερος μάρτυρας για τους Καθ’ ων η Αίτηση, κατέθεσε ο κ. Μάριος Μαρκίδης. Ο κ. Μαρκίδης εργάζεται ως εμπειρογνώμονας γραφολόγος από το 1990. Διετέλεσε Υπεύθυνος του Γραφείων Εγκληματολογικών Ερευνών και εκπαιδεύτηκε στην Υπηρεσία του, σε αντίστοιχα Ευρωπαϊκά εργαστήρια και στην Αμερική. Το 1998, διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο ως εμπειρογνώμονας – γραφολόγος και διαθέτει διαπίστευση ISO. Έχει εξετάσει πάνω από 20.000 περιπτώσεις πλαστογραφίας. Το 2013, αφυπηρέτησε από την Αστυνομία και εργάζεται ως ιδιώτης γραφολόγος. Το πλήρες βιογραφικό του, περιλαμβάνεται στην Έκθεση του, Τεκμήριο 23. Δεχόμαστε τον κ. Μαρκίδη ως εμπειρογνώμονα – γραφολόγο.
Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι εξέτασε τα Τεκμήρια 11 και 12, στο Δικαστήριο, την 29.5.2024. Το Τεκμήριο 12 φέρει την υπογραφή Ανδρέας Α. Πίτσιακκος, η οποία είναι αμφισβητούμενη. Τη συνέκρινε με δείγματα υπογραφής. Το Τεκμήριο 11 φέρει την υπογραφή Ανδρέας Α. Πίτσιακκος και είναι δείγμα ανύποπτου χρόνου. Εκτός από το Τεκμήριο 11, την 29.5.2024, παρέλαβε από τον Ανδρέα Α. Πίτσιακκο, δείγματα ανύποπτου χρόνου, τα οποία περιγράφει και το δείγμα υπογραφής που πήρε από τον ίδιο. Τα ευρήματα της αξιολόγησης της αμφισβητούμενης υπογραφής, παρατίθενται στην έκθεση του. Αξιολόγησε δείγματα για σύγκριση τα οποία καλύπτουν περίοδο 20 χρόνων. Υπάρχουν ιδιαίτερα γραφολογικά γνωρίσματα και συγκρίνοντας την αμφισβητούμενη υπογραφή με τα δείγματα, ετοίμασε τρεις Πίνακες. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι υπάρχουν εξόφθαλμες διαφορές και τα ευρήματα του καταγράφονται.
Κατά την αντεξέταση του, εξήγησε τις διαφορές μεταξύ της αμφισβητούμενης υπογραφής και των δειγμάτων, τις οποίες καταγράφει στην Έκθεση του. Κατέθεσε επίσης, ότι το ενδιάμεσο γράμμα συνήθως υποδηλοί το όνομα του πατρός και στα δείγματα δεν υπάρχει. Το έγγραφο στη σελίδα 48, δεν το έλαβε υπόψην του επειδή είναι φωτοαντίγραφο. Δέχθηκε ότι σ’ αυτό υπάρχει το γράμμα «Α». Στη βάση των πρωτότυπων δειγμάτων που εξέτασε, δεν υπάρχει. Δεν του επιτρέπεται να υποδείξει σε κάποιον πώς να υπογράψει. Όταν κληθεί κάποιος να δώσει δείγματα, θα κληθεί να υπογράψει όπως υπογράφει. Τα δείγματα αφορούν σε υπογραφές, μονογραφές και παραστάσεις. Σ’ αυτά υπάρχει αριθμός γνωρισμάτων που επαναλαμβάνονται με συνέπεια. Τα δείγματα είναι όλα γνήσιες υπογραφές. Το ίδιο και στο Τεκμήριο 11. Συνάδει με τα δείγματα που έδωσε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 στην παρουσία του μάρτυρα.
Ο κ. Μαρκίδης είναι πλήρως ικανοποιημένος ότι μπορεί να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Εάν υπήρχαν στοιχεία δισταγμού ή σταματήματος στα δείγματα, θα το ανέφερε. Οι παραλλαγές που παρουσιάζει το ανθρώπινο χέρι, περικλείονται σε κάποια πλαίσια. Τα γραφολογικά γνωρίσματα παραμένουν σταθερά, επαναλαμβάνονται και προσδίδουν ατομικότητα στις υπογραφές ενός προσώπου. Μπορεί να δημιουργήσει κάποιος διαφορές, αλλά η υπογραφή δεν θα είναι γραμμένη ελεύθερα και με ταχύτητα. Η αμφισβητούμενη υπογραφή είναι γραμμένη ελεύθερα και με ταχύτητα. Υπάρχει συνδυασμός γραφολογικών γνωρισμάτων σε όλα τα δείγματα, που δεν εντοπίζονται στην αμφισβητούμενη υπογραφή. Πρόκειται για υπογραφή άλλου προσώπου.
Ο μάρτυρας εξήγησε ακόμα, ότι ζήτησε έγγραφα της κοντινής περιόδου και τα μόνα που βρήκε ήταν αυτά που φαίνονται στις σελίδες 5 και 6 της Έκθεσης του. Το διαβατήριο είναι του 2001, όπως και το Τεκμήριο 11.
Αξιολογούμε τα όσα κατέθεσε ο κ. Μαρκίδης λαμβάνοντας υπόψην τη σχετική επί των εμπειρογνωμόνων – μαρτύρων νομολογία, με κύριες τις αυθεντίες Πιττάλης κ.ά. v. Ianira Enter. Ltd. κ.ά. (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 814, Cybarco Ltd. v. Kovascik (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2013 και R.K.B. Leathergoods Ltd. v. Αγγελίδη (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1071. Ο μάρτυρας προσέφερε βοήθεια προς το Δικαστήριο με τη μαρτυρία του. Δεν αμφισβητήθηκε επαρκώς, μήτε αναφορικά με την πραγματογνωμοσύνη του, μήτε αναφορικά με τη μαρτυρία του. Αξιολογείται θετικά και η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή.
Τρίτος μάρτυρας για τους Καθ’ ων η Αίτηση, κατέθεσε ο κ. Ανδρέας Πίτσιακκος, Καθ’ ου η Αίτηση 2. Ο κ. Πίτσιακκος κατέθεσε Γραπτή Δήλωση, το Τεκμήριο Γ ως η κυρίως εξέταση του. Πρόσθεσε ότι ουδέποτε συναντήθηκε με τη Μ.Α.1. Είναι υιός του η Αίτηση 1, Ανδρέα Γ. Πίτσιακκου και αδελφός της κας. Αικατερίνης Πίτσιακκου. Αγνοεί και αρνείται τους ισχυρισμούς σχετικά με την ιδιότητα των Αιτητριών και τον ισχυρισμό ότι η ενοικίαση συνεχίζεται. Κατέθεσε ότι οι Αιτήτριες παρέλαβαν την κατοχή του ακινήτου τους την 10.10.2017. Όσον αφορά τις αιτούμενες θεραπείες, ο μάρτυρας αρνήθηκε ότι οι Αιτήτριες δικαιούνται σ’ οποιαδήποτε απ’ αυτές.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ήταν ενοικιαστής των επίδικων καταστημάτων μέχρι την 30.9.1999, αλλά ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 αγνοεί τους όρους και την ύπαρξη οποιουδήποτε εγγράφου ή συμφωνίας μεταξύ των Αιτητριών και του πατέρα του. Περί την 1.10.2001, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 έφυγε από ενοικιαστής των καταστημάτων και ήλθε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 σε συμφωνία ενοικίασης με τους ιδιοκτήτες, η οποία προέβλεπε ενοικίαση για περίοδο ενός έτους, ήτοι από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001. Έκτοτε, κατείχε ο ίδιος τα καταστήματα και μετά τη λήξη της ενοικίασης, συνέχισε να τα κατέχει ως θέσμιος ενοικιαστής. Ο κ. Πίτσιακκος δήλωσε ότι η όποια παρουσία του Καθ’ ου η Αίτηση 1 στα υποστατικά, ουδόλως σχετιζόταν με την ενοικίαση αλλά με την παροχή βοήθειας στον ίδιο, όταν τούτο ήταν αναγκαίο.
Η συμφωνία ενοικίασης που είχε με τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων, ήταν γραπτή και ουδεμία άλλη προφορική συμφωνία έγινε μεταξύ του και των Αιτητριών. Κατέστη ενοικιαστής την 1.10.1999 και μετά τη λήξη της συμφωνηθείσας περιόδου ενοικίασης, κατέστη θέσμιος ενοικιαστής. Ουδείς άλλος είχε την κατοχή των καταστημάτων και ούτε είχε συνενοικιαστή, όπως ισχυρίζονται οι Αιτήτριες. Ο μάρτυρας ισχυρίστηκε επίσης ότι, εάν υπάρχει ενοικιαστήριο έγγραφο για την περίοδο από 1.10.2001 μέχρι 30.9.2003, επ’ ονόματι του, με την εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, η φερόμενη ως υπογραφή του σ’ αυτό, δεν είναι δική του και κατά συνέπειαν, το ενοικιαστήριο έγγραφο είναι πλαστογραφημένο, αφού ουδέποτε το υπέγραψε και η εγγύηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, είναι άκυρη. Την 3.6.2024, ο εμπειρογνώμονας κ. Μάριος Μαρκίδης, ετοίμασε Έκθεση αναφορικά με την αμφισβητούμενη υπογραφή που φαίνεται στη σελίδα με αύξοντα αριθμό 4, κάτω από τη λέξη «ΕΝΟΙΚΙΑΣΤΗΣ», στο πρωτότυπο ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 1.10.2001 και αποφάνθηκε ότι η υπογραφή δεν είναι η γνήσια υπογραφή του Καθ’ ου η Αίτηση 2.
Ο κ. Πίτσιακκος παραδέχθηκε ότι η χρήση των καταστημάτων θα ήταν ως Πρακτορείο Στοιχημάτων. Ενοικίασε τα επίδικα καταστήματα την 1.10.1999, με ενοίκιο Λ.Κ.600, χωρίς ποτέ να συμφωνηθεί οποιαδήποτε αύξηση. Περαιτέρω, εάν ήθελε αποδειχθεί ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 τον εγγυήθηκε, η εγγύηση του έληξε μόλις ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 έγινε θέσμιος ενοικιαστής των καταστημάτων. Ουδέποτε επιδόθηκε στον τελευταίο, ή του παραδόθηκε, οποιαδήποτε επιστολή απαίτησης καταβολής οφειλόμενων ενοικίων και επομένως, δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου οι οποίες θα επέτρεπαν στις Αιτήτριες την καταχώρηση της παρούσας Αίτησης. Η Αίτηση είναι πρόωρη, αφού δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις του Νόμου και ως τέτοια, θα πρέπει να απορριφθεί.
Ο Μ.Κ.3 κατέθεσε ότι κατά τη διάρκεια της ενοικίασης, οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων, συνεπεία της συμπεριφοράς και/ή αμέλειας τους, προκάλεσαν στον ίδιο σημαντικές ζημιές τις οποίες ανταπαιτεί. Συγκεκριμένα, ενώ η χρήση των καταστημάτων ήταν ως πρακτορείο στοιχημάτων, όταν το 2012 η Εθνική Αρχή Στοιχημάτων απαίτησε, ως προϋπόθεση για την έκδοση της σχετικής Άδειας αποδοχής στοιχημάτων, την έκδοση Άδειας αλλαγής της χρήσης των επιδίκων από καταστήματα σε πρακτορείο στοιχημάτων, οι Αιτήτριες, παρ’ όλο που ενημερώθηκαν γι’ αυτό, δεν ενδιαφέρθηκαν και/ή δεν μπόρεσαν και/ή δεν έδωσαν τη δέουσα σημασία και/ή αρνήθηκαν να εξασφαλίσουν την αναγκαία άδεια και/ή να προβούν στην αναγκαία για το σκοπό αυτό δαπάνη, με αποτέλεσμα να μην εξασφαλίσουν την Άδεια αλλαγής χρήσης και κατά συνέπειαν, ο κ. Πίτσιακκος έχασε την Άδεια αποδοχής ποδοσφαιρικών στοιχημάτων από την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων για τα έτη 2012 – 2013. Ως αποτέλεσμα, υπέστη υπό μορφή διαφυγόντων κερδών, ζημιές ύψους €13.000, ήτοι συνολικά €26.000.
Περαιτέρω, τα έτη 2013 μέχρι 2016, το αποχετευτικό σύστημα των καταστημάτων και της οικοδομής, παρουσίασε σοβαρό πρόβλημα λειτουργίας, με αποτέλεσμα τα παραδεξάμενα τα οποία ήταν ακριβώς δίπλα από την είσοδο των καταστημάτων, να υπερχειλίζουν και να προκαλούν έντονη δυσοσμία από λύματα, η οποία καθιστούσε τη χρήση των επιδίκων ανυπόφορη και δύσκολη. Επίσης, δημιουργούντο εστίες εκκόλαψης μικροβίων και γενικά, οχληρία στα καταστήματα, στον ίδιο και στους πελάτες του, κάτι που συνέβαλε σταδιακά στην απομάκρυνση και φυγή των πελατών του, τους οποίους είχε για τα ιπποδρομιακά στοιχήματα. Ως αποτέλεσμα, υπέστη πρόσθετες συνολικές ζημιές ύψους €59.095, ήτοι €4.965 για το έτος 2013, €11.000 για το έτος 2014, €20.000 για το έτος 2015 και €23.400 για το έτος 2016. Οι Αιτήτριες είχαν ενημερωθεί επανειλημμένα από τον ίδιο, για την οχληρία και δυσοσμία που προκαλείτο από το αποχετευτικό σύστημα των καταστημάτων και της οικοδομής, όμως δεν προέβησαν στη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων για την επίλυση ή απάμβλυνση του προβλήματος, παρά το γεγονός ότι τις κατέστησε υπεύθυνες για τις ζημιές που του προκάλεσαν.
Κατά την αντεξέταση του, ο Μ.Κ.3 κατέθεσε ότι εργάζεται ως φρουρός ασφαλείας από το Φεβρουάριο 2018. Προηγούμενα, είχε το πρακτορείο στοιχημάτων. Παλαιότερα, διέμενε στη Λάρνακα, δηλαδή τα έτη 2003 – 2015 και εργαζόταν καθημερινά στο πρακτορείο στη Λευκωσία. Ξεκίνησε σ’ εκείνη την εργασία το 1998. Το συμβόλαιο το έκανε ο πατέρας του. Το πρακτορείο ήταν οικογενειακή επιχείρηση και εργάζονταν ο ίδιος και ο πατέρας του. Τα προβλήματα υγείας του πατέρα του, είχαν αρχίσει το 1985. Είχε προβλήματα καρδίας και χειρουργήθηκε. Το 1999, υπέγραψε ο ίδιος ο Καθ’ ου η Αίτηση 2, ενοικιαστήριο έγγραφο και ο πατέρας του μπήκε εγγυητής. Επειδή η Άδεια Ιπποδρομιών έπρεπε να γυρίσει πάνω του, χρειαζόταν το ενοικιαστήριο έγγραφο για να γίνει αυτό.
Ο κ. Πίτσιακκος κατέθεσε ότι στο κατάστημα ήταν μαζί με τον πατέρα του, αλλά τις περισσότερες ώρες ήταν ο ίδιος, ο Καθ’ ου η Αίτηση 2. Ο πατέρας του ασχολείτο ως επί το πλείστον, με τις πληρωμές. Για τα θέματα της ενοικίασης, μιλούσε ο πατέρας του. Το ενοίκιο ήταν Λ.Κ.600, δηλαδή €1.009,80 και παρέμεινε ως είχε. Ο πατέρας του χειριζόταν τα ενοίκια και δεν τον ενημέρωνε. Του άρεσε να ασχολείται με τις πληρωμές και με όλα. Δεν του είχε δώσει εξουσιοδότηση αλλά είχε την εξουσία, όπως είπε, να κάνει τις πληρωμές. Δέχθηκε ότι δεσμευόταν από τις πράξεις του πατέρα του. Ενοικιαστής ήταν όμως ο ίδιος και ο ίδιος λειτουργούσε το υποστατικό. Ο Μ.Κ.3 αρνήθηκε ότι πατέρας του ήταν συνενοικιαστής και ότι είχε την κατοχή των επίδικων καταστημάτων.
Δέχθηκε ότι το ενοίκιο αυξήθηκε σε €1.100 μηνιαίως από 1.5.2008 και συνέχισε να καταβάλλεται. Δεν γνωρίζει όμως εάν αυξήθηκε σε €1.188 από 1.5.2010. Ασχολείτο ο πατέρας του. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι δεν γνωρίζει κατά πόσον το ενοίκιο είχε μειωθεί στα μισά σε κάποια περίοδο το 2011. Γνωρίζει το ποσό €1.009,80. Αναφορικά με το ενοικιαστήριο έγγραφο για την περίοδο 1999 – 2001, το Τεκμήριο 11, του είχαν τηλεφωνήσει από τη Συνεργατική Οικοδομική να πάει, πήγε και υπέγραψε. Το ενοικιαστήριο έγγραφο έληξε και παρέμεινε ως θέσμιος ενοικιαστής. Με τον ίδιο, δεν έγινε συζήτηση για την υπογραφή νέου εγγράφου.
Ο μάρτυρας δεν αναγνώρισε τα Τεκμήρια 13, 14 και 16, ούτε τα Τεκμήρια 19, 20 και 21. Επανέλαβε ότι δεν έλαβε επιστολή για τα ενοίκια. Ήταν συνεχώς στο κατάστημα, αλλά ο ίδιος προσωπικά δεν έλαβε επιστολές. Η κατοχή παραδόθηκε την 10.10.2017, όμως δεν γνώριζε ότι οφείλονταν ενοίκια.
Οι ιδιοκτήτες δεν είχαν πάει στα επίδικα για να δουν το ζήτημα με το αποχετευτικό. Τον αμφισβήτησαν. Ο κ. Πίτσιακκος κατέθεσε ότι είχε μιλήσει ο πατέρας του σχετικά μ’ αυτό το θέμα και ότι το χειριζόταν εκείνος, παρόλο που στη Γραπτή Δήλωση του, κατέθεσε ότι είχε ο ίδιος ενημερώσει επανειλημμένα τους ιδιοκτήτες για το ίδιο ζήτημα. Σε σχέση με τις ζημιές που προκλήθηκαν από τα προβλήματα με το αποχετευτικό, τις υπολόγισε ο ίδιος. Το πρόβλημα είχε διαρκέσει τρία χρόνια και η πελατεία του μειώθηκε. Το ίδιο έπραξε και σε σχέση με την απώλεια εργασίας από την απώλεια της Άδειας για ποδοσφαιρικά στοιχήματα. Τέλος, ουδεμία αλλαγή είχε γίνει στα επίδικα από το 1999 μέχρι το 2017, που τα παρέδωσε.
Απλός και καθαρός λόγος, στρωτή μαρτυρία, χωρίς αντιφάσεις. Ο Μ.Κ.3 επιβεβαίωσε τη μαρτυρία της Μ.Κ.1 και ξεκαθάρισε την ανάμειξη του Καθ’ ου η Αίτηση 1 με τα της ενοικίασης των επίδικων καταστημάτων, μετά τον Οκτώβριο 1999. Ο ίδιος επικύρωσε τις ενέργειες του πατέρα του και θεωρεί ότι δεσμεύεται από αυτές. Ο κ. Πίτσιακκος αξιολογείται θετικά και κρίνεται ως μάρτυρας της αλήθειας. Η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή.
Πραγματικά γεγονότα και ευρήματα:
Από την ενώπιον μας αποδεκτή μαρτυρία, βρίσκουμε ότι τα πραγματικά γεγονότα έχουν ως ακολούθως:
Η Αιτήτρια 1 είναι Συνεργατική Εταιρεία η οποία συστάθηκε και λειτουργεί σύμφωνα με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο και εδρεύει στη Λευκωσία. Είχε μετονομαστεί από Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ, την 24.7.2017 και την 3.9.2018, μετονομάστηκε σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ (Τεκμήριο 1).
Έτερη Συνεργατική Εταιρεία, η Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ, είχε μετονομαστεί σε Συνεργατική Οικοδομική και Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ (ΣΟΤΑΔΥΚ) την 5.1.2013 (Τεκμήρια 2 και 3). Με Απόφαση της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης ημερομηνίας 24.6.2016, η ΣΟΤΑΔΥΚ ενέκρινε τη μεταβίβαση ορισμένων ακινήτων ιδιοκτησίας της, προς την Αιτήτρια 2, για σκοπούς συμμόρφωσης με το περί Ανακεφαλαιοποίησης της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου/Κεντρικός Φορέας (Τροποποιητικό) Διάταγμα του 2016, στα οποία περιλαμβάνονταν τα επίδικα καταστήματα (βλέπετε πιο κάτω), (Τεκμήριο 5).
Η Αιτήτρια 2 είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, με έδρα τη Λευκωσία, η οποία συστάθηκε στις 25.5.2016. Δεχόμαστε ότι σκοπός σύστασης της είναι, μεταξύ άλλων, η απόκτηση ιδιοκτησίας, η κατοχή και διαχείριση μέρους της ακίνητης περιουσίας των Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων, ως ειδικότερα προνοείται από τα Διατάγματα Ανακεφαλαιοποίησης της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου του 2013 έως το 2018, τα οποία εξέδωσε ο Υπουργός Οικονομικών δυνάμει του άρθρου 14 του περί της Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμων του 2011 έως το 2015. Η Αιτήτρια 2 έχει ως αποκλειστικό μέτοχο, την Αιτήτρια 1.
Με απόφαση Ειδικής Γενικής Συνέλευσης και με έγγραφη Συμφωνία, η ΣΟΤΑΔΥΚ συγχωνεύθηκε με την Αιτήτρια 1 και μετέφερε σ’ αυτήν, όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού της. Η έγγραφη Συμφωνία έχει εγγραφεί από τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών στις 21.7.2017, με ημερομηνία ισχύος την 1.7.2017 και η Αιτήτρια 1 έχει διαδεχθεί την ΣΟΤΑΔΥΚ εξ’ ολοκλήρου, σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της (Τεκμήριο 4).
Η ΣΟΤΑΔΥΚ ήταν ιδιοκτήτρια των καταστημάτων με αρ. 5 & 6 (πρώην αριθμοί 4 και 5), Φάση Β, επί της Γωνίας Λεωφόρου Κυρηνείας και Προμηθέως 24, 2113 Πλατύ Αγλαντζιάς, Λευκωσία, δηλαδή εντός ελεγχόμενης περιοχής εν τη εννοία του άρθρου 2 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου και της Κ.Δ.Π. 519/2007. Τα επίδικα καταστήματα συμπληρώθηκαν πριν την 31.12.1999 και κατά την εν λόγω ημερομηνία, ήταν υπό ενοικίαση.
Η Αιτήτρια 2 είναι εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, από 10.8.2016, του καταστήματος αρ. 5, με μεσοπάτωμα και αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης χώρου στάθμευσης, σε κτίριο οριζόντια διαχωρισμένο, επί της οδού Προμηθέως 24, εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Αγλαντζιάς, με αρ. εγγραφής 2/6145, Φ/Σχ. 21/63Ε1, Τμήμα 2, Τεμάχιο ΕΠΙ 4283 (Τεκμήριο 6).
Η Αιτήτρια 2 είναι εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, από 10.8.2016, του καταστήματος αρ. 6, με μεσοπάτωμα και αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης χώρου στάθμευσης, σε κτίριο οριζόντια διαχωρισμένο, επί της οδού Προμηθέως 24, εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Αγλαντζιάς, με αρ. εγγραφής 2/6146, Φ/Σχ. 21/63Ε1, Τμήμα 2, Τεμάχιο ΕΠΙ 4283 (Τεκμήριο 7).
Δεχόμαστε ότι, η Αιτήτρια 1, η οποία διαδέχθηκε τη ΣΟΤΑΔΥΚ (βλέπετε πιο πάνω), έχει δικαίωμα είσπραξης ενοικίων για τα επίδικα καταστήματα, μέχρι και τον Ιούνιο 2016 και ότι, από τον Ιούλιο 2016, δικαίωμα είσπραξης ενοικίων έχει η Αιτήτρια 2 (βλέπετε πιο πάνω).
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ήταν ο πατέρας της Μ.Κ.1 και του Καθ’ ου η Αίτηση 2. Απεβίωσε στις 22.5.2022 και στα πλαίσια της Αίτησης Διαχείρισης υπ’ αρ. 416/2023, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στις 14.6.2023 χορήγησε έγγραφα διαχείρισης της περιουσίας του στην κα. Αικατερίνη Πίτσιακκου, θυγατέρα του αποβιώσαντα και Μ.Κ.1 στην παρούσα διαδικασία (Τεκμήριο 9).
Δυνάμει ενοικιαστηρίου εγγράφου, ημερομηνίας 8.12.1998, μεταξύ της ΣΟΤΑΔΥΚ (τότε Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ) και του Ανδρέα Γ. Πίτσιακκου, δηλαδή του Καθ’ ου η Αίτηση 1, ο δεύτερος ενοικίασε τα καταστήματα αρ. 4 και 5, Φάση Β, επί της οδού Προμηθέως, στην Αγλαντζιά, δηλαδή τα επίδικα καταστήματα, για περίοδο δύο ετών, από 1.12.1998 μέχρι 30.11.2000 (Τεκμήριο 10). Το ενοίκιο συμφωνήθηκε σε Λ.Κ. 627.- μηνιαίως. Τα επίδικα ενοικιάστηκαν για να χρησιμοποιηθούν ως πρακτορείο στοιχημάτων από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, ενοικιαστή.
Δυνάμει ενοικιαστηρίου εγγράφου μεταξύ της ΣΟΤΑΔΥΚ (τότε Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ) και του Ανδρέα Α. Πίτσιακκου, δηλαδή του Καθ’ ου η Αίτηση 2, άνευ ημερομηνίας, ο δεύτερος ενοικίασε τα καταστήματα αρ. 4 και 5, Φάση Β, επί της οδού Προμηθέως, στην Αγλαντζιά, δηλαδή τα επίδικα καταστήματα, για περίοδο δύο ετών, από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2001 (Τεκμήριο 11). Το ενοίκιο συμφωνήθηκε σε Λ.Κ. 600.- μηνιαίως. Τα επίδικα ενοικιάστηκαν για να χρησιμοποιηθούν ως πρακτορείο στοιχημάτων από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, ενοικιαστή.
Οι όροι 3, 4, 5, 7 και 10 του εγγράφου, προνοούσαν ως εξής:
«3. Καμμιά υπενοικίαση, εκχώρηση, άδεια για χρησιμοποίηση ή κατοχή όλου ή μέρους του κτήματος, ή με οποιονδήποτε τρόπο αποξένωση της κατοχής του κτήματος, επιτρέπεται χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση για τον σκοπό αυτό, από τον ιδιοκτήτη.»
«4. Κάθε βλάβη ή φθορά του κτήματος οποιασδήποτε φύσης (εκτός φυσικής φθοράς ή βλάβης) επιβαρύνει αποκλειστικά τον ενοικιαστή, ο οποίος υποχρεούται μετά την λήξη ή τον τερματισμό της ενοικίασης, να παραδώσει το «κτήμα» σε άριστη κατάσταση στην οποία αναγνωρίζει ότι το παραλαμβάνει.»
«5. Ο ενοικιαστής υποχρεούται να διατηρεί το «κτήμα» και όλα τα προσαρτήματα, προσθήκες και εγκαταστάσεις σε άριστη κατάσταση στην οποία το παραλαμβάνει, υποχρεούται δε για τους σκοπούς εκπλήρωσης του όρου αυτού να επιτρέπει στον ιδιοκτήτη και/ή σε αντιπρόσωπο του, σε οποιονδήποτε λογικό χρόνο να εισέρχεται και να επιθεωρεί την κατάσταση του «κτήματος» και να επιδιορθώνει και να επισκευάζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο οτιδήποτε για το οποίο ευθύνεται ο ενοικιαστής και για το οποίο έχει δοθεί προηγουμένως στον ενοικιαστή γραπτή ειδοποίηση. Περαιτέρω ο ενοικιαστής υποχρεούται να πληρώνει στον ιδιοκτήτη μέσα σε τρεις (3) ημέρες τα έξοδα τα οποία θα κάνει για οποιανδήποτε επιδιόρθωση ή επισκευή όπως αυτές αναφέρονται πιο πάνω.»
«7. Καμμιά τροποποίηση ή επισκευή ή προσθήκη επιτρέπεται στο «κτήμα» χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση του ιδιοκτήτη. Κάθε τέτοια τροποποίηση ή επισκευή ή προσθήκη παραμένει προς όφελος του ιδιοκτήτη χωρίς καμιά υποχρέωση για αποζημίωση ή οιανδήποτε άλλη υποχρέωση του ιδιοκτήτη προς τον ενοικιαστή. Ο ιδιοκτήτης έχει το δικαίωμα κατά την λήξη ή τον τερματισμό της ενοικίασης να ζητήσει την επαναφορά του κτήματος στην προτέρα του κατάσταση.»
«10. Ο ενοικιαστής υποχρεούται να διορθώνει με δικά του έξοδα τυχόν σταλώματα νεροχυτών και παραδεξαμενών του «κτήματος» επιβαρυνόμενος αποκλειστικά για κάθε κλείσιμο σωλήνων των ακάθαρτων νερών/κουζίνας μπάνιου νιπτήρα, πιτέ κ.λ.π.»
Οι διάδικοι συμφωνούν περί της συνομολόγησης αυτού του εγγράφου. Όπως και επί του ότι αυτό καλύπτει περίοδο η οποία καλύπτεται από το Τεκμήριο 10 και την ενοικίαση του Καθ’ ου η Αίτηση 1. Δεχόμαστε ότι οι τότε ιδιοκτήτες, δια της υπογραφής του Τεκμηρίου 11, αντικατέστησαν τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ως ενοικιαστή των επίδικων καταστημάτων, με τον Καθ’ ου η Αίτηση 2. Αποτέλεσε κοινό έδαφος επίσης, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2, έλαβε κατοχή των επίδικων καταστημάτων και λειτούργησε επιχείρηση σ’ αυτά. Είναι η κρίση μας ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, ουδέποτε κατέστη θέσμιος ενοικιαστής των επίδικων καταστημάτων. Η σχέση του με την Αιτήτρια 1, παρέμεινε συμβατική καθ’ όλη τη διάρκεια της.
Το έγγραφο προνοούσε για ενοικίαση δύο ετών αλλά υπογράφθηκε από μόνο ένα μάρτυρα και συνεπώς αυτό ήταν άκυρο εξ’ υπαρχής (void ab initio), υπό το φως των προνοιών του άρθρου 77(1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149. Μεταξύ των μερών δημιουργήθηκε περιοδική, συμβατική, ενοικίαση από μήνα σε μήνα, η οποία, σύμφωνα με την νομολογία, έληξε κατά την ημερομηνία λήξης της περιόδου που αναγράφεται στο άκυρο ενοικιαστήριο έγγραφο, δηλαδή την 30.9.2001 [1]. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 παρέμεινε σε κατοχή των επίδικων καταστημάτων μετά την 30.9.2001 και ούτως κατέστη θέσμιος ενοικιαστής.
Σύμφωνα με το άρθρο 27(1) [2] του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, Ν.23/83 ως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, οι πρόνοιες του τελευταίου ενοικιαστηρίου εγγράφου εφαρμόζονται στη θέσμια ενοικίαση, πλην των όρων που αφορούν τη διάρκεια της ενοικίασης και το ύψος του ενοικίου.
Το ενοικιαστήριο έγγραφο περιλαμβάνει Εγγύηση. Υπάρχει μια υπογραφή για τους εγγυητές και μία υπογραφή μάρτυρα. Η Μ.Α.1 δεν γνωρίζει ποιος υπέγραψε ως εγγυητής και δεν ήταν παρούσα κατά την υπογραφή του εγγράφου. Η Μ.Κ.1 αρνήθηκε ότι υπέγραψε ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ως εγγυητής. Την ίδια άρνηση πρόβαλε και ο Καθ’ ου η Αίτηση 2. Δεν κατέθεσε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ενώπιον μας, το οποίο να ήταν παρών κατά την υπογραφή του εγγράφου, σχετικά με την ταυτότητα του υπογράφοντος ως εγγυητή. Ούτε φαίνεται ευκρινώς το όνομα του εγγυητή. Είναι δυσανάγνωστη η γραφή. Συνεπώς, δεν υπάρχει όνομα, δεν υπάρχει ταυτότητα, δεν υπάρχει ημερομηνία και δεν έχουμε ενώπιον μας μαρτυρία σχετικά με το ποιος υπέγραψε ως εγγυητής. Δεν έχουμε πεισθεί ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, υπέγραψε ως εγγυητής του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στο έγγραφο Τεκμήριο 11. Είναι η κρίση μας, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, δεν ήταν εγγυητής του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στο Τεκμήριο 11.
Κατατέθηκε ενώπιον μας ως Τεκμήριο 12, ενοικιαστήριο έγγραφο μεταξύ της ΣΟΤΑΔΥΚ (τότε Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ) και του Ανδρέα Α. Πίτσιακκου, δηλαδή του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ημερομηνίας 1.10.2001 (Τεκμήριο 12). Το έγγραφο προνοεί για την ενοικίαση των καταστημάτων αρ. 4 και 5, Φάση Β’, στην οδό Προμηθέως, στην Αγλαντζιά, δηλαδή των επίδικων καταστημάτων, για περίοδο δύο χρόνων, από 1.10.2001 μέχρι 30.9.2003. Η Μ.Α.1 κατέθεσε ότι υπάρχει η υπογραφή της στο έγγραφο ως μοναδικού μάρτυρα και ότι, εξ’ όσων θυμάται, ήταν παρούσα κατά την υπογραφή του εγγράφου και για τον ενοικιαστή υπέγραψε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 αρνείται ότι υπέγραψε το συγκεκριμένο έγγραφο. Το Δικαστήριο έχει επίσης ενώπιον του, τη μαρτυρία εμπειρογνώμονα – γραφολόγου, την οποία δεχόμαστε και η οποία δεν έχει αντικρουστεί, ότι δεν είναι η υπογραφή του Καθ’ ου η Αίτηση 2 στο εν λόγω έγγραφο, ως ενοικιαστή (Τεκμήριο 23). Η δε Μ.Κ.1, Διαχειρίστρια του αποβιώσαντος Καθ’ ου η Αίτηση 1, κατέθεσε ότι η υπογραφή για τον εγγυητή, στο Τεκμήριο 12, είναι του αποβιώσαντος πατέρα της.
Το Δικαστήριο δίδει οδηγίες όπως η παρούσα Απόφαση και τα πρακτικά της υπόθεσης, αποσταλούν στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για το σκοπό εξέτασης της διάπραξης του ποινικού αδικήματος της πλαστογραφίας αναφορικά με την υπογραφή του ενοικιαστή στο έγγραφο Τεκμήριο 12 και/ή οποιουδήποτε άλλου ποινικού αδικήματος, κατά την απόλυτη κρίση του.
Αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 δεν υπέγραψε το Τεκμήριο 12 ως ενοικιαστής. Το έγγραφο δεν συνομολογήθηκε μεταξύ των μερών και δεν αποτελεί τη βάση οποιασδήποτε ενοχικής σχέσης. Αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2, παρέμεινε σε κατοχή των επίδικων καταστημάτων, μετά τη λήξη της περιόδου που προνοείτο στο Τεκμήριο 11, ως θέσμιος ενοικιαστής. Βλέπετε σχετικά και πιο πάνω. Εξετάζουμε το ερώτημα κατά πόσον ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είχε παρουσία στα επίδικα καταστήματα ως συνενοικιαστής και/ή κάτοχος, κατά την ίδια περίοδο.
Η Μ.Α.1 κατέθεσε ότι οι ιδιοκτήτες επικοινωνούσαν, ως επί το πλείστον, με τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 μέσα στα χρόνια της ενοικίασης των επιδίκων, τόσο γραπτώς όσο και προφορικώς. Αυτός ο ισχυρισμός δεν αντικρούστηκε από τη Μ.Κ.1 ή τον Καθ’ ου η Αίτηση 2. Αντίθετα, έγινε αποδεκτός.
Οι δικηγόροι των Αιτητριών, απέστειλαν επιστολή ημερομηνίας 10.11.2004, στον Ανδρέα Α. Πίτσιακκο, δηλαδή τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, στη διεύθυνση των επίδικων καταστημάτων (Τεκμήριο 15), με την οποία έδωσαν ειδοποίηση για την καταβολή πέντε οφειλόμενων ενοικίων εντός 21 ημερών. Η επιστολή επιδόθηκε στον Ανδρέα Γ. Πίτσιακκο, δηλαδή τον Καθ’ ου η Αίτηση 1. Παρεμπιπτόντως, εφόσον απευθυνόταν στον Καθ’ ου η Αίτηση 2, δεν έπρεπε να είχε σημειωθεί στην ένορκο δήλωση επίδοσης, ότι επιδόθηκε προσωπικά. Η Μ.Κ.1, σχετικά με τα ενοίκια στα οποία αφορά αυτή η επιστολή, κατέθεσε ότι το εν λόγω διάστημα, ο αδελφός της απουσίαζε στο εξωτερικό για χειρουργείο και ότι τα εξόφλησαν. Κατέθεσε επιπλέον, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 δεν είχε ένσταση να παραλαμβάνει επιστολές ο πατέρας τους, λόγω συγγένειας, κάτι που επιβεβαίωσε και ο ίδιος.
Η ίδια επιστολή φαίνεται να επιδόθηκε την ίδια μέρα και στον Καθ’ ου η Αίτηση 2 (Τεκμήριο 16). Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 αρνήθηκε ότι την είχε παραλάβει. Η παραλαβή ή μη, επιστολής του 2004, δεν έχει τόση σημασία για τα ενώπιον μας επίδικα θέματα. Δυνατόν να δεικνύει ουσιαστικά, μία ανάμειξη του Καθ’ ου η Αίτηση 1 στις εργασίες του υιού του και, κατ’ επέκτασην, στην ενοικίαση των επίδικων καταστημάτων, η οποία ένδειξη από μόνη της δεν είναι αρκετή για να τον κατατάξει στο καθεστώς του ενοικιαστή και/ή κατόχου. Επιπλέον, ο ισχυρισμός περί της επίδοσης σε δύο πρόσωπα, την ίδια μέρα, της ίδια επιστολής, η οποία απευθύνεται μόνο στο ένα εξ’ αυτών, μάλλον εγείρει ερωτηματικά.
Με επιστολή ημερομηνίας 31.3.2008, η οποία σημειώνουμε ότι απευθύνεται προς τον Καθ’ ου η Αίτηση 2, οι τότε ιδιοκτήτες (Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Λτδ), ζήτησαν αύξηση ενοικίου από 1.5.2008 (Τεκμήριο 17), την οποία υπέγραψε και επί της οποίας προέβη σε χειρόγραφες σημειώσεις, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1. Η Μ.Κ.1 δέχθηκε ότι την υπέγραψε ο πατέρας της και κατέθεσε πως του άρεσε να είναι ενεργός, να βοηθά και γι’ αυτό διαβουλευόταν για το ενοίκιο, κάτι που επιβεβαίωσε και ο Καθ’ ου η Αίτηση 2.
Τις σημειώσεις και την πρόταση του Καθ’ ου η Αίτηση 1 επί της εν λόγω επιστολής, απάντησαν οι δικηγόροι των Αιτητριών, με επιστολή τους προς Ανδρέα Πίτσιακκο, χωρίς να διευκρινίζεται σε ποίον εκ των δύο, ημερομηνίας 3.11.2008 (Τεκμήριο 18).
Με επιστολή των δικηγόρων τους, ημερομηνίας 31.7.2013, οι τότε ιδιοκτήτες, ΣΟΤΑΔΥΚ, έδωσαν ειδοποίηση προς τον Ανδρέα Πίτσιακκο, χωρίς διευκρίνιση σε ποίον εκ των δύο απευθύνονταν, παρά το ότι προηγούμενες επιστολές απευθύνονταν προς τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 (βλέπετε πιο πάνω), για την εξόφληση οφειλόμενων τότε ενοικίων εντός 21 ημερών (Τεκμήριο 19). Η επιστολή επιδόθηκε στον Ανδρέα Πίτσιακκο, άνευ της υπογραφής του. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 κατέθεσε ότι δεν την παρέλαβε. Η επιστολή αφορά ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 1.10.2001, όπως καταγράφεται στο «Θέμα». Το ενοικιαστήριο έγγραφο το οποίο φέρει αυτή την ημερομηνία, είναι το Τεκμήριο 12.
Με επιστολή των δικηγόρων τους, ημερομηνίας 24.12.2013, οι τότε ιδιοκτήτες, ΣΟΤΑΔΥΚ, έδωσαν ειδοποίηση προς τον Ανδρέα Πίτσιακκο, χωρίς διευκρίνιση σε ποίον εκ των δύο απευθύνονταν, για εξόφληση οφειλόμενων τότε ενοικίων εντός 21 ημερών (Τεκμήριο 20). Η επιστολή επιδόθηκε στον Ανδρέα Πίτσιακκο. Η Μ.Κ.1 δέχθηκε ότι παραλήφθηκε από τον πατέρα της, Καθ’ ου η Αίτηση 1. Η επιστολή αφορά ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 1.10.2011, όπως καταγράφεται στο «Θέμα». Δεν υπάρχει ενοικιαστήριο έγγραφο μ’ αυτή την ημερομηνία.
Με επιστολή των δικηγόρων τους, ημερομηνίας 9.12.2014, οι τότε ιδιοκτήτες, ΣΟΤΑΔΥΚ, έδωσαν ειδοποίηση προς τον Ανδρέα Πίτσιακκο, χωρίς διευκρίνιση σε ποίον εκ των δύο απευθύνονταν, για εξόφληση οφειλόμενων τότε ενοικίων εντός 21 ημερών (Τεκμήριο 21). Η επιστολή επιδόθηκε στον Ανδρέα Πίτσιακκο. Η Μ.Κ.1 δέχθηκε ότι παραλήφθηκε από τον πατέρα της, Καθ’ ου η Αίτηση 1. Η επιστολή αφορά ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 1.10.2001, όπως καταγράφεται στο «Θέμα» και ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 κατέγραψε επ’ αυτής δικές του αξιώσεις και επιφύλαξη δικαιωμάτων. Το ενοικιαστήριο έγγραφο το οποίο φέρει αυτή την ημερομηνία, είναι το Τεκμήριο 12.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, καταχώρισε επιστολή προς τη Γραμματεία του Δικαστηρίου, στο φάκελο της παρούσας υπόθεσης, με ημερομηνία 7.12.2015 (Τεκμήριο 13), στην οποία αναφέρεται σε επιχείρηση «μας» και σε «θέσμιους ενοικιαστές από το 1999». Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, ήταν τότε ο μοναδικός Καθ’ ου η Αίτηση στην παρούσα υπόθεση. Η κα. Πίτσιακκου κατέθεσε ότι η αναφορά στην αντωνυμία «εμάς» από τον πατέρα της στη συγκεκριμένη επιστολή, παραπέμπει στο γεγονός ότι επρόκειτο για οικογενειακή επιχείρηση και στο ότι ήθελε να βοηθήσει το γιο του με τα προβλήματα του υποστατικού. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 κατοικούσε στη Λάρνακα και ερχόταν καθημερινά στη Λευκωσία για να εργαστεί στα επίδικα, κάτι που επιβεβαίωσε και ο ίδιος. Τόσο η κα. Πίτσιακκου, όσο και ο Καθ’ ου η Αίτηση 2, κατέθεσαν ότι όντως ο πατέρας τους διαπραγματεύτηκε το ενοίκιο, πήγαινε στη ΣΟΤΑΔΥΚ, δηλαδή τους τότε ιδιοκτήτες, έκανε τα παράπονα του για το διαχωρισμό των καταστημάτων, για την υπερχείλιση των ομβρίων υδάτων, για οσμές και ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 δεν ασχολείτο μ’ αυτά.
Στο ίδιο μοτίβο και η επιστολή ημερομηνίας 8.6.2017 προς τη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου (Τεκμήριο 14). Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ήταν τότε ο μοναδικός Καθ’ ου η Αίτηση. Η Μ.Κ.1 δέχθηκε ότι η υπογραφή και ο αριθμός τηλεφώνου στο εν λόγω Τεκμήριο, είναι του πατέρα της. Ειρήσθω εν παρόδω, στην προαναφερθείσα επιστολή, ο αποβιώσας σημειώνει ότι αναγνωρίζει μόνο το ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 1.10.1999, δηλαδή το Τεκμήριο 11. Ο κ. Πίτσιακκος κατέθεσε ότι ο πατέρας του ασχολείτο ως επί το πλείστον, με τις πληρωμές και συνεννοείτο για τα θέματα της ενοικίασης. Χειριζόταν τα ενοίκια ο πατέρας του και δεν τον ενημέρωνε. Είχε την εξουσία να κάνει τις πληρωμές και ο υιός δεσμευόταν από τις πράξεις του πατέρα του. Ενοικιαστής ήταν όμως ο υιός και αυτός λειτουργούσε το υποστατικό.
Η Αιτήτρια 2 απέστειλε επιστολή στον Ανδρέα Πίτσιακκο, δεν διευκρινίζεται εάν πρόκειται για τον υιό ή τον πατέρα, στη διεύθυνση των επίδικων καταστημάτων, ημερομηνίας 30.11.2016 (Τεκμήριο 8), με την οποία τον πληροφορούσαν για την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και την καταβολή ενοικίου στην Αιτήτρια 2, από 1.7.2016. Στο κείμενο της επιστολής γίνεται αναφορά στο ενοικιαστήριο έγγραφο μεταξύ της ΣΟΤΑΔΥΚ και του Ανδρέα Α. Πίτσιακκου, δηλαδή του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ημερομηνίας 1.10.1999, δηλαδή στο Τεκμήριο 11. Μ’ αυτή την επιστολή, ανεξαρτήτως παράδοσης και παραλαβής της, η ίδια η Αιτήτρια 2, θέτει τη βάση της ενοικιαστικής σχέσης και καθεστώτος στα επίδικα: ιδιοκτήτρια είναι η Αιτήτρια 2, ενοικιαστής ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 και το τελευταίο ενοικιαστήριο έγγραφο είναι το Τεκμήριο 11.
Παράλληλα, την ίδια περίοδο, η Απόδειξη Είσπραξης της ΣΟΤΑΔΥΚ, ημερομηνίας 29.1.2016, δείχνει καταβολή ενοικίου ύψους €600.- από τον Ανδρέα Α. Πίτσιακκο, Καθ’ ου η Αίτηση 2, ως ενοίκια για τα καταστήματα 4 και 5, δηλαδή τα επίδικα (Τεκμήριο 22).
Αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 ήταν ο θέσμιος ενοικιαστής και κάτοχος των επίδικων καταστημάτων, μέχρι την παράδοση της κατοχής στις Αιτήτριες (βλέπετε σχετικά και πιο κάτω). Λειτουργούσε σ’ αυτά επιχείρηση πρακτορείου στοιχημάτων. Ο πατέρας του, Καθ’ ου η Αίτηση 1, ήταν ο προηγούμενος ενοικιαστής των επιδίκων, στα οποία λειτούργησε την ίδια επιχείρηση και παρέμεινε στο χώρο να βοηθά και να στηρίζει τον υιό του. Στα πλαίσια αυτής της παρουσίας και βοήθειας, λάμβανε πρωτοβουλίες επικοινωνίας και διαπραγμάτευσης με τους ιδιοκτήτες, ενέργειες με τις οποίες ο υιός του δεν διαφώνησε αλλά, αντίθετα, τις επικύρωσε και θεώρησε τον εαυτό του δεσμευμένο απ’ αυτές. Αυτή η διευθέτηση μεταξύ υιού και πατέρα, δεν κατέστησε τον πατέρα ενοικιαστή στη θέση του υιού του, ούτε συνενοικιαστή μαζί με τον υιό του. Διαφαίνεται επίσης πως αυτό το είχαν ξεκάθαρο στο μυαλό τους οι ίδιοι οι κατά τον ουσιώδη χρόνο ιδιοκτήτες, δηλαδή η Αιτήτρια 2.
Η τελευταία επιστολή η οποία εστάλη πριν την καταχώριση της κυρίως Αίτησης, ήταν το Τεκμήριο 21. Δεν παραλήφθηκε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 και δεχόμαστε ότι δεν είχε πρακτικά λάβει γνώση αυτής. Το ζήτημα αναλύεται σχετικά και πιο κάτω. Η κυρίως Αίτηση καταχωρίστηκε 11 μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο 2015, εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 1. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 συνενώθηκε ως διάδικος, στις 23.9.2019.
Η κατοχή των επίδικων καταστημάτων παραδόθηκε στις Αιτήτριες την 10.10.2017. Δεχόμαστε ότι το πληρωτέο ενοίκιο κατά πάντα ουσιώδη προς την παρούσα Αίτηση χρόνο, ήταν €1.009,80 μηνιαίως.
Η κυρίως Αίτηση καταχωρίστηκε αρχικά ως Αίτηση Έξωσης, εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 1. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δεν ήταν ενοικιαστής, ούτε κάτοχος των επίδικων καταστημάτων. Κρίναμε επίσης ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δεν ήταν ούτε εγγυητής του Καθ’ ου η Αίτηση 2. Η Αίτηση εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 1, αποτυγχάνει.
Η κυρίως Αίτηση τροποποιήθηκε και επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση 2, ως Αίτηση για την καταβολή οφειλόμενων ενοικίων. Ως Αίτηση Έξωσης εναντίον του, δεν θα μπορούσε να επιτύχει, λόγω της μη αποστολής ειδοποίησης 21 ημερών σε θέσμιο ενοικιαστή, με το ποσό το οποίο αυτός όφειλε. Βλέπετε σχετικά και πιο κάτω.
Δεχόμαστε ότι είχε σταλεί ειδοποίηση στον Καθ’ ου η Αίτηση 2, η οποία παραλήφθηκε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 εκ μέρους του, με την οποία ειδοποιήθηκε ότι όφειλε ποσό ενοικίων (Τεκμήριο 21). Η ειδοποίηση αυτή δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου. Θα μπορούσε να κριθεί ως ειδοποίηση προς το θέσμιο ενοικιαστή ότι οφείλει ποσό ενοικίων το οποίο θα πρέπει να εξοφλήσει; Η απάντηση είναι αρνητική. Η επιστολή αναφέρεται σ’ ένα ποσό ως οφειλόμενο για συγκεκριμένη περίοδο, το οποίο δεν συνάδει με τα ποσά που αναφέρονται σε προηγούμενες επιστολές (βλέπετε Τεκμήρια 19 και 20). Ήταν απαραίτητο να σταλεί ειδοποίηση στο θέσμιο ενοικιαστή για τα ποσά που όφειλε, πριν την καταχώριση εναρκτήριας Αίτησης, με την οποία ο ιδιοκτήτης δεν απαιτεί την ανάκτηση κατοχής; Όχι δεν ήταν απαραίτητο. Όμως αυτό τούτο το ποσό το οποίο κατ’ ισχυρισμόν οφείλεται, δεν έχει αποδειχθεί ενώπιον μας ικανοποιητικά.
Η Μ.Α.1 περιέλαβε στη γραπτή μαρτυρία της, ένα Πίνακα Πληρωμών έναντι οφειλόμενων ενοικίων (παράγραφος 28 στο Τεκμήριο Α). Δεν έχει κατατεθεί ενώπιον μας οποιαδήποτε Κατάσταση Ενοικίων, με χρεώσεις και πληρωμές, ώστε να φαίνεται εξόφληση ή υπόλοιπο για κάθε έτος, Κατάσταση Λογαριασμού ουσιαστικά, όπως τηρείτο από τις Αιτήτριες. Πρόκειται και για πολλά έτη. Επιπλέον, στον Πίνακα περιλαμβάνονται πληρωμές οι οποίες έγιναν ενώ ενοικιαστής ήταν ο Καθ’ ου η Αίτηση 1. Ως εξηγούμε περαιτέρω και πιο κάτω, δεν είναι εύκολο να εξαχθούν οποιαδήποτε ασφαλή συμπεράσματα από τον εν λόγω Πίνακα.
Η μάρτυρας ισχυρίστηκε ότι το πληρωτέο ενοίκιο για τα επίδικα καταστήματα, διαφοροποιήθηκε μέσα στα χρόνια, ως εξής: Λ.Κ.627.- ήταν το ενοίκιο του Καθ’ ου η Αίτηση 1, του Καθ’ ου η Αίτηση 2, από 1.10.1999 μέχρι 30.9.2003 ήταν Λ.Κ.600.-, από 1.5.2008 συμφωνήθηκε σε €1.100 (για το διαρρεύσαν διάστημα δεν αναφέρει οτιδήποτε), από 1.5.2010 καθορίστηκε σε €1.188, από 1.8.2011 μέχρι 30.9.2012 μειώθηκε σε €594.- και από 1.10.2012 και εντεύθεν, συμφωνήθηκε σε €1.009,80.
Ορισμένες από τις πληρωμές που καταγράφονται στον Πίνακα και ενώ πρόκειται για μηνιαίες πληρωμές ως φαίνεται, αφορούν ποσό πολλαπλάσιο του κατ’ ισχυρισμόν πληρωτέου ενοικίου, πχ. Λ.Κ.1.881 στις 20.10.1999 και Λ.Κ.1.200 στις 29.11.1999, Λ.Κ. 1.200 στις 29.1.2001, Λ.Κ. 1.800 στις 28.3.2001 και Λ.Κ. 1.200 στις 30.5.2001 και στις 30.7.2001, δύο πληρωμές εκ Λ.Κ.3.000 εκάστη το Δεκέμβριο 2002, €31.725 σύνολο μέσα σε 7 μήνες, μεταξύ Δεκεμβρίου 2008 και Ιουλίου 2009. Οι προαναφερθείσες πληρωμές δεν αφορούν μεν την επίδικη περίοδο (Οκτώβριο 2012 – Οκτώβριο 2017), αλλά ασφαλώς σχετίζονται με το ύψος του ποσού που οι Αιτήτριες ισχυρίζονται ότι οφειλόταν τον Οκτώβριο 2012 και μέχρι την καταχώριση της παρούσας υπόθεσης.
Στο Τεκμήριο 13, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, αναφέρεται σε κατάσταση εξόφλησης του 2012 συνολικού ποσού €8.000. Δεν την επισύναψε, ως αναφέρει, στο πρωτότυπο έγγραφο το οποίο κατέθεσε στο φάκελο του Δικαστηρίου, όμως παρατηρούμε ότι το συνολικό ποσό ενοικίων για το 2012, σύμφωνα με τη Μ.Α.1, ήταν €8.375,40 (€594 χ 9 + €1.009,80 χ 3), κοντά στο ποσό που ισχυρίστηκε ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ότι πληρώθηκε, ενώ στον Πίνακα, η μάρτυρας αναφέρεται σε συνολικές πληρωμές εκ €6.736 εντός του έτους 2012. Επιπλέον, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αναφερόταν σε ποσό ενοικίου €595 μηνιαίως για ολόκληρο το 2012. Τέλος, εφόσον η μάρτυρας καταγράφει στον Πίνακα πληρωμές ύψους €6.736 εντός του 20212, το ποσό το οποίο θα παρέμεινε ως οφειλόμενο για το έτος 2012, σύμφωνα πάντοτε με τους δικούς της ισχυρισμούς, θα ήταν €1.634,40 και όχι €2.815,40 ως η ίδια ισχυρίζεται στην παράγραφο 29 του Τεκμήριου Α (ως οφειλόμενο για τους μήνες Οκτώβριο (μέρος) έως Δεκέμβριο 2012).
Ούτε φαίνεται από τον Πίνακα, πώς προκύπτει το ποσό το οποίο διεκδίκησαν οι Αιτήτριες μέσω των δικηγόρων τους, με τις επιστολές Τεκμήρια 19, 20 και 21. Τέλος, από αυτές τούτες τις επιστολές, δεν συνάγεται ασφαλές συμπέρασμα της οφειλής του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ενοικιαστή. Πχ. στο Τεκμήριο 19, γίνεται αναφορά σε οφειλόμενο ποσό ύψους €10.068,40 ως μέρος ενοικίου για τον Οκτώβριο 2012 και τα ενοίκια των υπολοίπων μηνών μέχρι και τον Ιούλιο 2013. Ενοίκια 9 μηνών (Νοέμβριος 2012 – Ιούλιος 2013) σε ποσό €1.009,80 μηνιαίως, ισούνται με €9.088,20, συνεπώς το ποσό που οφειλόταν ως μέρος του ενοικίου του Οκτωβρίου 2012, ήταν €980,20, ενώ στον Πίνακα φαίνεται πληρωμή €1.000 τον Οκτώβριο 2012. Τι αφορούσε αυτή και πώς σχετίζεται με το κατ’ ισχυρισμόν οφειλόμενο ποσό; Δεν μας διαφώτισε κανείς.
Με το Τεκμήριο 20, απαιτείται ποσό €14.933,00 για τους μήνες από Οκτώβριο 2012 έως Δεκέμβριο 2013, δηλαδή για 5 μήνες επιπλέον από όσους αναφέρονται στο Τεκμήριο 19. Όμως το άθροισμα του ποσού που απαιτείται με το Τεκμήριο 19 και του ενοικίου 5 μηνών σε ποσό €1.009,80 μηνιαίως, είναι €15.117,40 και όχι το ποσό το οποίο καταγράφεται στην επιστολή.
Με το Τεκμήριο 21, απαιτείται ποσό €26.163,20 για τους μήνες από Οκτώβριο 2012 έως Νοέμβριο 2014, δηλαδή για 17 μήνες επιπλέον από όσους αναφέρονται στο Τεκμήριο 19. Όμως το άθροισμα του ποσού που απαιτείται με το Τεκμήριο 19 και του ενοικίου 17 μηνών σε ποσό €1.009,80 μηνιαίως, είναι €27.235 και όχι το ποσό το οποίο καταγράφεται στην επιστολή.
Σχετικές είναι οι αυθεντίες Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ v. Σταυρινού, (2005) 1 Α.Α.Δ. 1390, Γρηγορίου v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, (2010) 1(Β) Α.Α.Δ. 846 και Olympic Insurance Agencies Ltd. v. Lexus Insurance Agencies Ltd. κ.ά., (2010) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1440). Κρίνω ότι οι ασάφειες, αοριστίες, ανακολουθίες και σύγχυση στα ποσά, είναι τέτοιας φύσεως και έκτασης, που καταδεικνύουν ότι οι Αιτήτριες απέτυχαν να αποδείξουν στον απαιτούμενο βαθμό, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 όφειλε, την 3.11.2015 ή την 23.9.2019, είτε αυτά καθ’ αυτά τα ενοίκια των συγκεκριμένων μηνών που απαιτούνται με την κυρίως Αίτηση, είτε εν γένει τα ποσά τα οποία διεκδίκησαν με τις επιστολές τους.
Είναι επίσης η κρίση μου, ότι η απαραίτητη έγκυρη πληροφόρηση περί της οφειλής του ενοικιαστή, πρέπει να περιλαμβάνει το ποσό το οποίο οφείλεται. Εάν δε το ποσό το οποίο απαιτείται είναι λανθασμένο και αβάσιμο, ακυρώνεται αυτό τούτο το υπόβαθρο της ειδοποίησης ως προειδοποίηση με βάση τον Νόμο. Κρίνω ότι ούτε το άρθρο 11(4) [3] εν προκειμένω, βοηθά τις Αιτήτριες, ώστε να θεωρηθεί πως η επιστολή τους Τεκμήριο 21, είναι επιστολή απαίτησης οφειλόμενων ενοικίων σύμφωνα με τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο, η οποία δέον όπως προηγηθεί της καταχώρισης Αίτησης Έξωσης, ως κατεχωρήθη αρχικώς η κυρίως Αίτηση.
Εν κατακλείδι, είναι η κρίση μας ότι ουδεμία εκ των Αιτητριών, έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης το οποίο φέρει, στον απαιτούμενο βαθμό, για οποιαδήποτε εκ των αξιώσεων τους.
Νομική πτυχή:
Αποστολή ειδοποίησης με βάση τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο (statutory notice):
Η ειδοποίηση των 21 ημερών (βλέπετε πιο κάτω), επιβάλλεται δια της νομοθεσίας όπως σταλεί από τον ιδιοκτήτη στον ενοικιαστή για να τον προειδοποιήσει ότι οφείλεται συγκεκριμένο ποσό ενοικίων για συγκεκριμένη περίοδο και για την πρόθεση του να προχωρήσει με Αίτηση Έξωσης εάν δεν εξοφληθούν τα οφειλόμενα ενοίκια. Πρόκειται για δια νόμου ειδοποίηση (statutory notice) και στέλνεται από τον ιδιοκτήτη προς το θέσμιο ενοικιαστή του. Η ειδοποίηση παράδοσης της κατοχής (notice to quit) στέλνεται από τον ιδιοκτήτη προς το συμβατικό ενοικιαστή του και πρόκειται για τον τερματισμό της συμβατικής ενοικίασης και ουδεμία σχέση έχει με τη δια νόμου ειδοποίηση (βλέπετε σχετικά το σύγγραμμα Megary’s The Rent Acts, 10η έκδοση, Τόμος 1, σελίδα 181, κάτω από την επικεφαλίδα “Determination of contractual tenancy”).
Η Αγγλική νομοθεσία επί της οποίας βασίζεται και την οποία ουσιαστικά ακολουθεί ο περί Ενοικιοστασίου Νόμος (βλέπετε σχετικά Increase of Rent and Mortgage Interest (Restrictions) Act 1920, Landlord and Tenant Act 1927, Rent and Mortgage Interest Restrictions (Amendment) Act 1933, Furnished Houses (Rent Control) Act 1946, Landlord and Tenant (Rent Control) Act 1949 και 1954 και τα Rent Acts τα οποία ακολούθησαν δηλαδή των ετών 1957, 1965 και 1977), δεν προνοεί για την αποστολή ειδοποίησης από τον ιδιοκτήτη στο θέσμιο ενοικιαστή ως προϋπόθεση για την έκδοση του διατάγματος έξωσης, προϋπόθεση η οποία ελλείπει εντελώς από τα σχετικά Αγγλικά συγγράμματα. Καθίσταται δε φανερό ότι οι αναφορές στα εν λόγω συγγράμματα σε «notice to quit», αφορούν ακριβώς τον τερματισμό της συμβατικής σχέσης, κάτι πολύ διαφορετικό.
Σχετικό με την αποστολή της νενομισμένης ειδοποίησης, είναι το εδάφιο (1) του άρθρου 29 [4] του περί Ενοικιοστασίου Νόμου. Η επίδοση του Τεκμηρίου 21 έγινε στον Καθ’ ου η Αίτηση 1 και όχι στον Καθ’ ου η Αίτηση 2. Ήταν εξουσιοδοτημένος ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 να παραλαμβάνει επιστολές για λογαριασμό του υιού του; Κρίνουμε ότι όντως είχε τέτοια εξουσιοδότηση. Ακολούθησαν οι Αιτήτριες την επίδοση της επιστολής με την καταχώριση Αίτησης Έξωσης εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ενοικιαστή τους; Όχι. Επιπλέον, ο Καθ’ ου η Αίτηση συνενώθηκε ως διάδικος μεν, αλλά μετά την παράδοση της κατοχής των επίδικων καταστημάτων. Τέλος, τα ποσά τα οποία διεκδικούσαν οι Αιτήτριες με την εν λόγω επιστολή ειδοποίησης, δεν συνάδουν με τα ποσά τα οποία δυνατόν να ήταν τότε οφειλόμενα (10/12-12/14), με βάση άλλες επιστολές και διεκδικήσεις των Αιτητριών (βλέπετε πιο πάνω).
Κρίνουμε ότι το Τεκμήριο 21 δεν αποτελεί νόμιμη ειδοποίηση με βάση το άρθρο 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου.
Ανταπαίτηση:
Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 ανταπαιτεί από τις Αιτήτριες €26.000 ως αποζημιώσεις για ζημιά την οποία υπέστη τα έτη 2012 — 2013, από απώλεια της Άδειας αποδοχής ποδοσφαιρικών στοιχημάτων από την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων, λόγω υπαιτιότητας και/ή αμέλειας και/ή αδιαφορίας των Αιτητριών και €59.095 ως πρόσθετες αποζημιώσεις για ζημιά την οποία υπέστη τα έτη 2013 - 2016 από τη μείωση των κερδών του λόγω απομάκρυνσης και/ή φυγής των πελατών του συνεπεία της οχληρίας - δυσοσμίας που προκαλείτο από το αποχετευτικό σύστημα των καταστημάτων και της οικοδομής και της αμέλειας και/ή αδιαφορίας των Αιτητριών να το επιδιορθώσουν.
Μνεία σε ζητήματα που αφορούν στους ισχυρισμούς του Καθ’ ου η Αίτηση 2, προβαίνει ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 στο Τεκμήριο 13, στο Τεκμήριο 17 και στο Τεκμήριο 21. Όμως, οι εν λόγω απαιτήσεις αφορούν την απόδοση ειδικών αποζημιώσεων. Είναι νομολογημένο ότι το βάρος απόδειξης ειδικών αποζημιώσεων ανήκει στον αξιούντα και ότι οι ειδικές αποζημιώσεις πρέπει να εξειδικεύονται λεπτομερώς στα δικόγραφα και να αποδεικνύονται με σαφήνεια και συγκεκριμένα στοιχεία (βλέπετε Σπύρου v. Χατζηχαραλάμπους (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 298 και Μεταξάκης v. Δήμου Λευκωσίας (2003) 1(Α) Α.Α.Δ. 467).
Αξιολογώντας την ενώπιον μας αποδεκτή μαρτυρία, κρίνουμε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 δεν έχει αποδείξει με σαφήνεια και οποιαδήποτε στοιχεία, την αξίωση του για αποζημιώσεις από τις Αιτήτριες. Η Ανταπαίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Απόφαση:
Ως εκ των ανωτέρω και με τη σύμφωνο γνώμη των Παρέδρων, η απαίτηση εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 1 αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και εναντίον των Αιτητριών 1 και 2, αλληλεγγύως και κεχωρισμένως, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €50.000 - €100.000.
Η απαίτηση εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 2 δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς και αυτή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του Καθ’ ου η Αίτηση 2 και εναντίον των Αιτητριών 1 και 2, αλληλεγγύως και κεχωρισμένως, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €50.000 – €100.000.
Η Ανταπαίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των Αιτητριών 1 και 2 και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €50.000 - €100.000.
Η απόφαση να συνταχθεί αφού χαρτοσημανθεί το ενοικιαστήριο έγγραφο Τεκμήριο 11.
(Υπ.)
Λ.Σ. Καμμίτση
Πρόεδρος
Πιστόν Αντίγραφον
[1] Glykys v. Ioannides (1959-60) XXIV C.L.R. 220, Tryfon Co. v. Black and Decker (1983) 1 C.L.R. 971), Sergiou Estates Ltd. v. Μπεντέζη (1995) 1 Α.Α.Δ. 889, Nicos Christou Developments Ltd. v. Τοφινής (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 1990, Μιχαήλ κ.ά. ν. Γιαννή (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2052.
[2] «27(1) Ενοικιαστής όστις, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, διατηρεί κατοχήν οιασδήποτε κατοικίας ή καταστήματος, εν όσω διατηρεί την τοιαύτην κατοχήν, τηρεί πάντας τους όρους και προϋποθέσεις του τελευταίου ενοικιαστηρίου συμβολαίου, έστω και αν έχει λήξει η ισχύς του και δικαιούται εις τα εξ αυτών απορρέοντα οφέλη, εφ’ όσον ούτοι είναι σύμφωνοι προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, δικαιούται να παραιτηθή της κατοχής της κατοικίας ή του καταστήματος μόνον κατόπιν επιδόσεως τοιαύτης ειδοποιήσεως οία θα απητείτο δυνάμει του ενοικιαστηρίου συμβολαίου και σε περίπτωση που δεν απαιτείται τέτοια ειδοποίησης, μόνο κατόπιν γραπτής προειδοποίησης ένα τουλάχιστον μήνα προηγουμένως:
Νοείται ότι εις περίπτωσιν καθ’ ην υπενοικιαστής καθίσταται θέσμιος ενοικιαστής ο τοιούτος θέσμιος ενοικιαστής κατέχει την κατοικίαν ή το κατάστημα τηρουμένων επιπροσθέτως οιωνδήποτε υφισταμένων περιοριστικών συμφωνιών περιεχομένων εις τους μεταξύ του ιδιοκτήτου και του ενοικιαστού όρους και προϋποθέσεις ενοικιάσεως.»
[3] «Η γραπτή προειδοποίηση που αποστέλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου θεωρείται και ως κατάλληλη ειδοποίηση που τερματίζει αυτόματα τη σύμβαση ενοικίασης, χωρίς αυτό να επηρεάζει, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Ενοικιοστασίου (Τροποποιητικού) Νόμου του 2007, τις εκκρεμούσες ενώπιον του Δικαστηρίου ή ενώπιον οποιουδήποτε επαρχιακού δικαστηρίου υποθέσεις.»
[4] 29(1) «Τηρουμένων των σχετικών διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας διαδικαστικού κανονισμού και οιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού εκδιδομένου δυνάμει του παρόντος Νόμου, οιαδήποτε ειδοποίησις, αίτησις, απαίτησις ή άλλο έγγραφον δυνάμει του παρόντος Νόμου υποβάλλεται εγγράφως και δύναται να επιδίδηται εις το πρόσωπον εις το οποίον πρόκειται να επιδοθή είτε προσωπικώς, είτε, δια της παραδόσεως τούτου δι’ αυτό εις το τελευταίον γνωστόν μέρος διαμονής ή εργασίας του εν Κύπρω ή δια της αποστολής τούτου δια του ταχυδρομείου δι’ ησφαλισμένης επιστολής απευθυνόμενης εις αυτό εις την τελευταίαν γνωστήν ταχυδρομικήν του διεύθυνσιν εν Κύπρω, το δε πρόσωπον εις το οποίον πρόκειται να επιδοθή περιλαμβάνει οιονδήποτε αντιπρόσωπον τοιούτου προσώπου δεόντως εξουσιοδοτημένον προς τούτο.»
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο