ΝΙΚΟΛΑ ΣΙΔΕΡΗ ν. MAGAZALO ASSETS LTD κ.α., Αίτηση Αρ.:Ε46/24, 24/7/2025
print
Τίτλος:
ΝΙΚΟΛΑ ΣΙΔΕΡΗ ν. MAGAZALO ASSETS LTD κ.α., Αίτηση Αρ.:Ε46/24, 24/7/2025

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

 

Ενώπιον:      Λ.Σ. Καμμίτση, Προέδρου

Αίτηση Αρ.:Ε46/24

(i-justice)

Μεταξύ:

ΝΙΚΟΛΑ ΣΙΔΕΡΗ (Α.Δ.Τ. [   ])

Αιτητή

και

 

1. MAGAZALO ASSETS LTD (HE 359027)

2. ΓΡΗΓΟΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ (Α.Δ.Τ. [   ])

3. ΗΛΙΑ ΗΛΙΑΔΗ (Α.Δ.Τ. [   ])

Καθ’ ων η Αίτηση

--------------------------------------------------------------------------------------------

24 Ιουλίου 2025

Για τον Αιτητή: κα. Π. Σωκράτους για κ.κ. Πανάγος & Πανάγος Δ.Ε.Π.Ε.

Για τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3: κ. Στ. Α. Σκορδής για κ.κ. Σκορδής & Στεφάνου Δ.Ε.Π.Ε.

Ενδιάμεση  Απόφαση

 

Με αίτηση δια κλήσεως ημερομηνίας 29.8.2024, ο Αιτητής στην κυρίως Αίτηση, εξαιτείται ως ακολούθως:

 

«Α.     Διάταγμα με το οποίο να παραμερίζεται (set aside) και/ή απορρίπτεται και/ή να διαγράφεται (strike out) η Απάντηση που καταχωρήθηκε στις 12/06/2024 από τους Καθ’ ων η αίτηση 1 και 3 στα πλαίσια υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτησης (η Απάντηση) ή/και αυτή εκληφθεί ως μη υπάρχουσα:

 

I.          Είναι παραπλανητική, καταχρηστική, αβάσιμη ή/και ειδικά αναληθής, τείνουσα να παραπλανήσει το Δικαστήριο και ενάντια στο άρθρο 11 (1)(α)(ii), στον περί Ενοικιοστασίου Νόμος του 1983 (23/1983).

II.         Διότι προκαλεί ή δύναται να προκαλέσει αμηχανία, δυσμενείς εντυπώσεις, παραπλάνηση και διότι θα προκαλέσει καθυστέρηση στη γρήγορη και δίκαιη διεξαγωγή της διαδικασίας.

III.        Δεν αποκαλύπτει κανένα συζητήσιμο ή/και σχετικό ή/και εύλογο αναμενόμενο θέμα αναγκαία να αναγράφεται στην Απάντηση ή/και αναφέρεται σε αναληθή γεγονός ή/και πληρωμές άλλων μηνών απ' ότι οι επίδικοι ή/και αλλοιωμένη κατάσταση ή/και αποδείξεις πληρωμών ενοικίου.

 

Β.      Οποιαδήποτε άλλη και/ή περαιτέρω και/ή παρεπόμενο διάταγμα και/ή θεραπεία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει δίκαιη και εύλογη υπό τις περιστάσεις.

 

Γ.       Τα έξοδα της παρούσας αίτησης, πλέον ΦΠΑ.»

 

Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας 2023, Μέρος 3 Κανονισμοί 3.1 - 3.8, Μέρος 4, Μέρος 6 Κανονισμοί 6.3, 6.5 και 6.6, Μέρος 10, Μέρος 16, Μέρος 17, Μέρος 18, Μέρος 20, Μέρος 22, Μέρος 23, Μέρος 32 Κανονισμοί 32.1, 32.5, 32.7, 32.14 και 32.15, Μέρος 37, Μέρος 38, Μέρος 39, στον περί Δικαστηρίων Νόμο του 1960, Ν.14/1960, στον περί Ενοικιοστασίου Νόμο του 1983, Ν.23/1983, άρθρο 11, άρθρο 11(1)(α)(ii), στον περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικό Κανονισμό του 1983, 2/1983, Κανονισμός 8, Κανονισμός 12, στις αρχές του Κοινοδικαίου (common law), του Δικαίου της Επιείκειας (equity) και στις συμφυείς εξουσίες, νομολογία και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκο δήλωση του κ. Νικόλα Σιδέρη, από τη Λευκωσία. Ο κ. Σιδέρης υιοθετεί το περιεχόμενο της υπό εξέταση αίτησης, με την οποία επιζητείται η απόρριψη, παραμερισμός και διαγραφή της Απάντησης των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, για τους λόγους που εξηγεί.

 

Ο κύκλος εργασιών της Καθ’ ης η Αίτηση 1, είχε μειωθεί και ξεκίνησε να καθυστερεί την καταβολή των μηνιαίων ενοικίων, περί τα τέλη του έτους 2022. Στα πλαίσια ένδειξης καλής θέλησης και συνεργασίας, ο ίδιος έδειξε κατανόηση, χωρίς να χρεώνει τόκο επί των καθυστερημένων ενοικίων. Πλέον, η Καθ’ ης η Αίτηση 1, από το Δεκέμβριο 2022 και έπειτα, κατέβαλλε μειωμένο ενοίκιο και όχι το συμφωνηθέν ενοίκιο, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των €1.404 και όχι στο ποσό των €1.339. Στις 18.1.2022, η Καθ' ης η Αίτηση 1 κατέβαλε το ενοίκιο για το μήνα Νοέμβριο, την 1.3.2023 κατέβαλε το ενοίκιο για το μήνα Δεκέμβριο, στις 13.6.2023 καταβλήθηκε το ενοίκιο για το μήνα Ιανουάριο, από τραπεζικό λογαριασμό άλλο από εκείνο της Καθ’ ης η Αίτησης 1.

Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι, ενόψει των επανειλημμένων καθυστερήσεων στην πληρωμή του μηνιαίου ενοικίου ως προνοείται στη συμφωνία ενοικίασης ημερομηνίας 21.1.2019, έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους του, όπως αποστείλουν επιστολή προς την Καθ’ ης η Αίτηση, αξιώνοντας τα οφειλόμενα ποσά έναντι ενοικίου. Στις 10.7.2023, δικηγόρος από το δικηγορικό γραφείο το οποίο τον εκπροσωπεί, προχώρησε στην ετοιμασία και σύνταξη επιστολής, δυνάμει της οποίας:

 

(α)     Σημείωνε ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 1 όφειλε ή και δεν έχει καταβάλει στον Αιτητή το ποσό των €8.420, το οποίο αντιστοιχεί σε οφειλόμενα ενοίκια για 6 μήνες, από Φεβρουάριο 2023 έως Ιούλιο 2023, αμφοτέρων περιλαμβανομένων.

(β)     Η Καθ’ ης η Αίτηση δεν είχε καταβάλει ή και δεν κατέβαλλε στην εκάστοτε αρμόδια Αρχή, την Έκτακτη Εισφορά για την Άμυνα και ΓεΣΥ, ως προνοείτο στη Συμφωνία Ενοικίασης.

(γ)     Ενόψει όλων των ανωτέρω, ο Αιτητής, ενημέρωσε ότι η συμφωνία ενοικίασης τερματίζεται και καλούσε την Καθ’ ης η Αίτηση 1, όπως εντός 21 ημερών, συμμορφωθεί με το περιεχόμενο της επιστολής και παραδώσει κενή και ελεύθερη κατοχή του επίδικου ακινήτου.

 

Η επιστολή ημερομηνίας 10.7.2023 επιδόθηκε στις 12.7.2023, στον Καθ’ ου η Αίτηση 3, υπό την ιδιότητά του ως Διευθυντής της Καθ’ ης η Αίτηση 1. Την ίδια μέρα, ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 κατέβαλε το μηνιαίο ενοίκιο του Φεβρουάριου 2023 και πάλι χωρίς να καταβληθεί ολόκληρο το ποσό ενοικίου, ήτοι το ποσό των €1.404. Στις 6.9.2023, ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 κατέβαλε το μηνιαίο ενοίκιο του Απριλίου 2023, χωρίς να έχει καταβληθεί ενοίκιο για το μήνα Μάρτιο και πάλι χωρίς να καταβάλει ολόκληρο το ποσό ενοικίου. Επομένως, οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 - 3, δεν έχουν συμμορφωθεί με τους όρους της συμφωνίας ενοικίασης, ούτε με τις υποδείξεις του Αιτητή ως η επιστολή τερματισμού ημερομηνίας 10.7.2023 και εξακολουθούν να του οφείλουν ενοίκια.

 

Ο κ. Σιδέρης κατέθεσε ότι, μέσω των δικηγόρων του, απέστειλε εκ νέου επιστολή προς την Καθ’ ης η Αίτηση 1, ημερομηνίας 8.11.2023, η οποία κοινοποιήθηκε δια ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στους Καθ’ ων η Αίτηση 2 και 3, υπό την ιδιότητά τους ως εγγυητές και δυνάμει της οποίας:

(α)     Στις 14.10.2023, έγινε παράδοση των κλειδιών του επίδικου ακινήτου, αλλά όχι κατά τον τρόπο που περιγραφόταν στην επιστολή ημερομηνίας 10.7.2023.

 (β)    Τονίστηκε η παράνομη αφαίρεση, απομάκρυνση προσαρτημάτων του επίδικου ακινήτου και δη χωρίς την έγκριση του Αιτητή, γεγονός που προξένησε ζημιά και οικονομική απώλεια στον Αιτητή.

(γ)     Ο Αιτητής αιτείτο εκ νέου την καταβολή των οφειλόμενων ποσών, καθώς και την επανατοποθέτηση των όσων έχουν αφαιρεθεί και απομακρυνθεί από το επίδικο ακίνητο.

(δ)     Επίσης, ο Αιτητής ζητούσε την παράδοση όλων των κλειδιών και τυχόν αντικλειδιών, συμπεριλαμβανομένων αυτών των παραθύρων και των ενδιάμεσων πορτών.

 

Η επιστολή ημερομηνίας 8.11.2023 επιδόθηκε στις 20.11.2023 στον Καθ’ ου η Αίτηση 3, υπό την ιδιότητά του ως Διευθυντής της Καθ' ης η Αίτηση 1. Ενόψει της επαναλαμβανόμενης άρνησης των Καθ’ ων η Αίτηση να συμμορφωθούν με τις υποδείξεις και προειδοποιήσεις του Αιτητή και τη λήξη της προθεσμίας συμμόρφωσης, οι δικηγόροι του προχώρησαν στην καταχώρηση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτησης.

 

Ο Αιτητής λαμβάνει νομική συμβουλή ότι η Απάντηση λανθασμένα έγινε αποδεκτή και εγκρίθηκε από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου, καθότι δεν συνοδεύεται με αποδείξεις εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού ως καθυστερημένα ενοίκια κατά την καταχώρησης της Αίτησης. Ως εκ τούτου, η Απάντηση καταχωρήθηκε κατά παράβαση του άρθρου 11(1)(α)(ii) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου του 1983, Ν.23/1983 ως έχει τροποποιηθεί, καθότι δεν συνοδεύεται από απόδειξη του λογιστηρίου του Δικαστηρίου ότι έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο το αναφερόμενο στην Αίτηση οφειλόμενο ποσό ως καθυστερημένα ενοίκια κατά την ημερομηνία καταχώρισης αυτής, είτε από απόδειξη είσπραξης του ενοικίου εκδοθείσα υπό του ιδιοκτήτη ή αντιπροσώπου αυτού, ή από απόδειξη κατάθεσης Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος προς όφελος του ιδιοκτήτη ή αντιπροσώπου αυτού, ως προνοείται στον εν λόγω Νόμο. Ο Αιτητής αναγνωρίζει ότι το εάν θα επιτραπεί ή όχι η καταχώρηση της Απάντησης, αποτελεί Δικαστική κρίση, η οποία δεν υπόκειται σε Έφεση και η αποδοχή της Απάντησης μπορεί να είναι αποτέλεσμα λάθους ή παραπλάνησης του Δικαστηρίου, εξ’ ου και αιτείται την έκδοση Διατάγματος παραμερισμού και διαγραφής της Απάντησης. Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, δεν έχουν δικαίωμα σε υπεράσπιση καθότι δεν έχουν καταβάλει τα οφειλόμενα καθυστερημένα ενοίκια.          

 

Ένσταση:

            Ένσταση εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, καταχωρήθηκε την 6.3.2025 και αυτή βασίζεται στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας 2023, Μέρη 3, 4, 6, 10, 16, 17, 18, 20, 22, 23, 32, 37, 38, 39 επόμενα, στον περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικό Κανονισμό αρ. 8-12, στον Ν.23/1983, άρθρο 11, στο Άρθρο 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, στην νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, στις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου. Οι συγκεκριμένοι λόγοι ένστασης είναι οι ακόλουθοι:

 

«1.     Η αίτηση στηρίζεται σε λανθασμένη και/ή ανεπαρκή νομική και πραγματική βάση.

2.       Η αίτηση είναι απαράδεκτο δικονομικό μέτρο αφού ουσιαστικά καλεί το Δικαστήριο να αποτελέσει εφετείο του εαυτού του.

3.       Η νομική βάση που επικαλούνται οι αιτητές δεν εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση αφού δεν πρόκειται περί υποθέσεως στην οποία ζητείται ανάκτηση κατοχής αφού αυτή είναι παραδεκτό ότι έχει ήδη παραδοθεί.

4.       Η αίτηση και η συνοδεύουσα αυτή ένορκη δήλωση δεν αποκαλύπτουν στοιχεία που να δικαιολογούν την έκδοση της αιτούμενης θεραπείας και/ή δεν πληρούνται και/ή δεν αποδεικνύονται τα νομολογημένα και θεσμοθετημένα κριτήρια για παροχή τέτοιων θεραπειών ως οι αιτούμενες (οι οποίες αποτελούν εξαιρετικό μέτρο) και συνεπεία αυτού η αίτηση δέον όπως απορριφθεί.

5.       Η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου και αποτελεί αχρείαστο και καταχρηστικό δικονομικό μέτρο.

6.       Η Αίτηση αν γινόταν δεκτή θα ισοδυναμούσε ουσιαστικά με απαγόρευση στους εναγομένους να προσφύγουν στο Δικαστήριο και να προβάλουν τις θέσεις τους.

7.       Υπάρχουν ζητήματα και διαφορές που πρέπει να εκδικαστούν ή που μαρτυρούν περί της αναγκαιότητας διεξαγωγής δίκης.

8.       Οι αξιώσεις του αιτητή είναι αδικαιολόγητες και/ή αυθαίρετες και δεν μπορούν να προωθηθούν για ουσιαστικούς αλλά και για δικονομικούς λόγους.

9.       Το πραγματικό και/ή νομικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίζεται η αίτηση δεν δικαιολογεί σε καμία περίπτωση την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων.

10.     Η παρούσα αίτηση είναι καταχρηστική αφού δια της παρούσας οι ενάγοντες επιδιώκουν ουσιαστικά να στερήσουν το αναφαίρετο δικαίωμα των καθ' ων η αίτηση να ακουστούν και να εκθέσουν τις απόψεις τους επί των επίδικων θεμάτων.»

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, βασίζονται στο περιεχόμενο του φακέλου της διαδικασίας.

 

Ιστορικό:

Δικόγραφα:

Για σκοπούς της υπό εξέταση αίτησης και μόνον, γίνεται σύντομη αναφορά, σε αδρές γραμμές, στα δικόγραφα της υπόθεσης. Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση καταχωρίστηκε την 29.4.2024 και μ’ αυτήν ο Αιτητής εξαιτείται ως ακολούθως:

 

«1.     Απόφαση και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου ανάκτησης κατοχής ή/και Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάττει την Καθ’ ης η αίτηση 1 ή/και τους Καθ’ ων η Αίτηση 2 ή/και 3, τους αντιπροσώπους, εκπροσώπους, υπηρέτες, υπάλληλους ή/και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο έλκει εξ αυτής δικαιώματα ή/και γενικά κάθε πρόσωπο το οποίο σχετίζεται ή/και το οποίο ενεργεί εκ μέρους ή/και για λογαριασμό των υπό οποιαδήποτε ιδιότητα ή/και εν έκαστο εξ αυτών ή/και οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει το Ακίνητο, όπως εντός 7 ημερών από την επίδοση σχετικού προς το σκοπό αυτό διατάγματος ή/και σε οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία θεωρήσει το Δικαστήριο εύλογη και δίκαιη υπό τις περιστάσεις, εκκενώσουν και παραδώσουν στον Αιτητή κενή και ελεύθερη κατοχή του Ακινήτου των οικοδομημάτων ή/και οποιουδήποτε υποστατικού έχει ανεγερθεί επί του Ακινήτου.

2.       Απόφαση ή/και Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στους Καθ’ ων η αίτηση ή/και σε οποιοδήποτε αντιπρόσωπο ή/και υπάλληλο αυτού να εισέρχεται ή/και να επεμβαίνει ή/και άλλως πως εκμεταλλεύεται ή κατέχει ή χρησιμοποιεί το Ακίνητο.

3.       Απόφαση και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάζεται όπως η απόφαση και/ή το διάταγμα ανάκτησης κατοχής εφαρμοστεί και εναντίον οποιουδήποτε κατόχου και/ή νομέα του Ακινήτου.

4.       Απόφαση ή/και Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει την Καθ’ ης η αίτηση 1 ή/και τους Καθ’ ων η Αίτηση 2 ή/και 3 όπως καταβάλουν στον Αιτητή, αλληλέγγυα και κεχωρισμένα, το ποσό των €21,267.64 πλέον τόκους €1,554.09, ως ακολούθως:

 

4.1.    Το ποσό των €1.404 μηνιαίως από την 01/02/2023 έως την 31/10/2023, ήτοι €12.636 ως οφειλόμενα ενοίκια ή/και ενδιάμεσα οφέλη, μείον των ποσών των €1.339 στις 06/09/2023 για το ενοίκιο του μήνα Απρίλιου 2023, στις 09/08/2023 το ποσό των €1.339 για το μήνα Μάρτιο 2023, στις 12/07/2023 το ποσό των 1.339 για το μήνα Φεβρουάριο 2023, ήτοι σύνολο, €8.619 πλέον τόκους €775,71, και

4.2.    Το ποσό των €8.648,64 πλέον τόκους €778.38, ως οφειλόμενα ενοίκια ή/και ενδιάμεσα οφέλη ή/και αποζημιώσεις, από 1/11/2023 έως σήμερα ή/και την καταχώρηση της παρούσας ή/και 30/04/2024, εξ €1.404 μηνιαίως για την περίοδο από 1/11/2023 έως 28/2/2024 και εκ €1.516,32 για την περίοδο από 1/3/2024 έως σήμερα ή/και την καταχώρηση της παρούσας ή/και 30/4/2024, και

4.3.    Όλα τα οφειλόμενα ποσά για την Έκτακτη Εισφορά για την Άμυνα και το Γενικό Σύστημα Υγείας (ΓΕΣΥ) για την περίοδο Φεβρουάριο 2023 μέχρι Οκτώβριο 2023.

4.4.    €4.000, ως οφειλόμενα ποσά ή/και αποζημιώσεις για την επαναφορά του Ακινήτου στην αρχική του κατάσταση ή/και επανατοποθέτησης των πορτών ή/και των κλιματιστικών συστημάτων ή/και διόρθωσης των ζημιών ή/και των βλάβων που προκλήθηκαν από την Καθ’ ης η αίτηση 1 στο Ακίνητο.

 

5.       Απόφαση ή/και διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει την Καθ’ ης η Αίτηση 1 ή/και τους Καθ’ ων η Αίτηση 2 ή/και 3 όπως από την 01/05/2024 και κάθε 1η ημέρα εκάστου επόμενου μήνα, με επτά μέρες χάρη, μέχρι εκκένωσης και παράδοσης ελευθέρας και κενής κατοχής του Ακινήτου, καταβάλλουν στον Αιτητή, αλληλέγγυα ή/και κεχωρισμένα, το ποσό των €1.516,32 ή/και οποιοδήποτε ποσό προνοείται από το ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 21/01/2019 ή/και οποιοδήποτε ποσό κρίνει το Δικαστήριο ως εύλογο ή/και δίκαιο υπό τις περιστάσεις ως ενδιάμεσα οφέλη (mesne profits) ή/και αποζημιώσεις.

 

6.       Απόφαση και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττων τους Καθ’ ων η αίτηση 1 – 3 να καταβάλουν στους Αιτητές αλληλέγγυα ή/και κεχωρισμένα το ποσό των €21,267.64 πλέον τόκους € 1,554.09 ως καθυστερημένα ή/και οφειλόμενα ενοίκια ή/και ενδιάμεσα οφέλη ή/και αποζημιώσεις για την περίοδο από 01/02/2023 έως και την καταχώρηση της παρούσας ή/και 30/04/2024, ως εύλογη αμοιβή ή/και αποζημίωση σύμφωνα ή/και με βάση τις αρχές του άδικου πλουτισμού (Unjust Enrichment) ή/και αποζημιώσεις σύμφωνα ή/και με βάση τις αρχές του δικαίου της αποκατάστασης (Restitution) ή/και αποζημιώσεις σύμφωνα ή/και με βάση τις αρχές του κοινοδικαίου (Common Law) ή/και των αρχών της

7.       Απόφαση ή/και Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει τους Καθ’ ων η αίτηση 1 – 3 να καταβάλουν στον Αιτητή αλληλέγγυα ή/και κεχωρισμένα οποιοδήποτε ποσό ή/και τέλος οφείλει η Καθ’ ης η αίτηση 1 ή/και επιβάλλεται να πληρωθεί σε οποιαδήποτε υπηρεσία ως προνοείται στην παρ. 9.8 της συμφωνίας ενοικίασης ημερομηνίας 21/09/2019.

8.       Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία την οποία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε κρίνει δίκαια και δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις.

9.       Έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., πλέον έξοδα επίδοσης.»

 

Ο Αιτητής δικογραφεί ότι είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης, από τις 26.1.1994, ενός ακινήτου με αριθμό εγγραφής 25/3222, Τεμάχιο ΕΠΙ 403, επί της οδού Πάργας 9, Λευκωσία. Η Καθ’ ης η Αίτηση 1, ενάγεται ως η ενοικιάστρια του επίδικου ακινήτου, δυνάμει συμφωνίας ενοικίασης ημερομηνίας 21.1.2019. Οι Καθ’ ων η Αίτηση 2 και 3, ενάγονται ως εγγυητές της Καθ’ ης η Αίτηση 1, δυνάμει συμφωνίας εγγύησης ημερομηνίας 22.1.2019. Οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέδωσαν τα κλειδιά της κύριας εισόδου του επίδικου, κατά ή περί την 14.10.2023, όχι όμως τα αντικλείδια ή/και τα κλειδιά των ενδιάμεσων πορτών και επίσης, διαπιστώθηκε ότι είχαν προβεί σε ενέργειες χωρίς την άδεια του Αιτητή. Οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν παρέδωσαν κενή και ελεύθερη κατοχή του επίδικου, ως όφειλαν.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, καταχώρισαν Απάντηση την 12.6.2024, μετά από σχετική άδεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο. Με την Απάντηση τους, μεταξύ άλλων, ισχυρίζονται προδικαστικά, ότι η κυρίως Αίτηση δεν μπορεί να προχωρήσει ως έχει και δέον όπως απορριφθεί, για τους πιο κάτω λόγους:

 

«(i)     Το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων στερείται δικαιοδοσίας προς εκδίκαση της δια τον λόγο ότι καθότι το επίδικο υποστατικό δεν ενοικιαζόταν και/ή δεν προσφερόταν για ενοικίαση πριν την 31.12.1999.

(ii)      Ο τύπος και/ή το Δικαστήριο στο οποίο ηγέρθη η παρούσα είναι λανθασμένο και/ή ο τίτλος της παρούσας πάσχει. Η παρούσα αίτηση δεν έπρεπε να καταχωρηθεί και/ή δεν μπορεί να καταχωρηθεί ως Έξωση (Ε) αφού η κατοχή του επίδικου ακινήτου έχει ήδη παραδοθεί.

(iii)     Οι καθ’ ων η αίτηση 1 παρέδωσαν κατοχή του επίδικου ακινήτου ήδη κατά ή περί τον Οκτώβριο του 2023, ήτοι ενώ ήταν εν ισχύ το σχετικό ενοικιαστήριο έγγραφο και/ή η συμβατική περίοδος ενοικίασης και συνεπεία τούτου το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας.»

 

Στην Απάντηση επισυνάφθηκαν οι τελευταίες, ως σημειώνεται, πληρωμές που έγιναν από τους Καθ’ ων η Αίτηση και αφορούν τα ενοίκια από τον Νοέμβριο 2022 μέχρι τον Απρίλιο 2023.

 

Ακολούθησε η καταχώριση της υπό εξέταση αίτησης. Την ίδια μέρα, ο Αιτητής καταχώρισε Απάντηση στην Απάντηση των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, με την οποία, μεταξύ άλλων, εγείρει προδικαστική ένσταση, ότι η Απάντηση δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτή από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου, καθότι μόνο σκοπό έχει την παραπλάνηση του Δικαστηρίου.

 

 

Διαδικασία:

Ερμηνεύοντας τις σχετικές πρόνοιες των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, όπως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και λαμβάνοντας υπόψην ότι δεν πρόκειται για την ουσία της υπόθεσης αλλά για ενδιάμεσο αίτημα, έκρινα ότι η παρουσία Παρέδρων δεν είναι αναγκαία. Το Δικαστήριο συνεδρίασε με μονομελή σύνθεση.

 

Νομική και δικονομική πτυχή:

Περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί:

            Δυνάμει του Κανονισμού 12(α) [1] των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, ως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζονται σε υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Στην παρούσα υπόθεση, τυγχάνουν εφαρμογής οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας 2023.

 

Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας 2023:

Μέρος 3:

            Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, στους Κανονισμούς 3.1-3.8. Ο Κανονισμός 3.3 αφορά την εξουσία διαγραφής δικογράφου και προνοεί ως ακολούθως:

 

«(1)    Στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό 3.4, αναφορά σε δικόγραφο περιλαμβάνει αναφορά και σε μέρος δικογράφου.

(2)      Το δικαστήριο δύναται να διαγράψει δικόγραφο αν διαπιστώσει ότι:

(α)      το δικόγραφο δεν αποκαλύπτει εύλογη αιτία έγερσης απαίτησης ή υπεράσπισης

(β)      το δικόγραφο συνιστά κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ή διαφορετικά ενδέχεται να παρεμποδίσει τη δίκαιη διεκπεραίωση της διαδικασίας ή

(γ)      υπήρξε παράλειψη συμμόρφωσης με κανονισμό ή δικαστικό διάταγμα.

 

(3)      Όταν το δικαστήριο διαγράφει δικόγραφο, δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε παρεπόμενο διάταγμα θεωρεί κατάλληλο.

(4)      Όταν:

(α)      το δικαστήριο έχει διαγράψει δικόγραφο του ενάγοντα

(β)      ο ενάγων έχει διαταχθεί να καταβάλει έξοδα στον εναγόμενο και

(γ)      προτού ο ενάγων καταβάλει αυτά τα έξοδα, καταχωρίζει νέα απαίτηση εναντίον του ιδίου εναγόμενου, η οποία προκύπτει από γεγονότα τα οποία είναι ταυτόσημα ή ουσιωδώς ταυτόσημα με εκείνα τα οποία σχετίζονται με την απαίτηση στην οποία διαγράφηκε το δικόγραφο, το δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση του εναγόμενου, να αναστείλει τη νέα αυτή απαίτηση μέχρι να καταβληθούν τα έξοδα της πρώτης απαίτησης.

 

(5)      Η παράγραφος (2) δεν περιορίζει οποιαδήποτε άλλη εξουσία του δικαστηρίου να διαγράφει δικόγραφο δυνάμει οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού.»

 

Η αντίστοιχη πρόνοια στους παλαιούς Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, ήταν η Διαταγή 19 θεσμός 26 [2] και η αντίστοιχη παλαιά Αγγλική πρόνοια, το Order 19 rule 27, ήταν πανομοιότυπη. Καθοδηγητικές οι υποσημειώσεις στις σελίδες 477 – 479 του Annual Practice 1958, κάτω από το εν λόγω θεσμό. Παραθέτω σχετικά αποσπάσματα [3] από τα οποία φαίνεται ότι αυτή η καθοδήγηση ισχύει ακόμη, αφού καθίσταται σαφές ότι οι αρχές που εφαρμόζονταν είναι οι ίδιες που αναπαράγονται στο Μέρος 3. Το λεκτικό στις υποσημειώσεις του Annual Practice, είναι το λεκτικό που χρησιμοποιείται στο Μέρος 3.3.

 

Περαιτέρω, προσθέτω ότι η διαπίστωση της ύπαρξης λόγων για διαγραφή δικογράφου αναγόταν αλλά και ανάγεται και κάτω από τους νέους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας, κατά κύριο λόγο, στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (βλέπετε σχετικά την αυθεντία In re Pelmako Development Ltd., (1991) Α.Α.Δ. 246, στη σελίδα 257). Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να διατάξει την τροποποίηση δικογράφου αντί της έκδοσης απόφασης χωρίς να ακούσει μαρτυρία εκατέρωθεν, ή της διαγραφής του, όπου φαίνεται ότι στοιχειοθετείται η θέση πως το δικόγραφο είναι επιπόλαιο και δεν αποκαλύπτει βάση αγωγής ή υπεράσπιση [4].

 

Μνεία στην ευχέρεια αυτή, γίνεται στην αυθεντία Λοϊζος Λουκά & Υιοί Λτδ v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε., (1999) 1(Β) Α.Α.Δ. 1316, στη σελίδα 1327. Ακόμα, στη σελίδα 1326: «Προκύπτει από την εξέταση της νομολογίας ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν στέργει σε ικανοποίηση αιτήματος για απόρριψη αγωγής, για το λόγο που προβλήθηκε, παρά μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται ότι: (1) πράγματι το δικόγραφο του ενάγοντα δεν περιέχει, έξω από κάθε αμφιβολία, αιτία αγωγής και (2) η αγωγή δεν μπορεί να διασωθεί ύστερα από τροποποιήσεις που μπορεί νόμιμα το δικαστήριο να επιτρέψει. Διαφορετικά θα έμενε κενό γράμμα το συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα εκάστου να προσφύγει στο δικαστήριο για διάγνωση των δικαιωμάτων του σε συγκεκριμένη διαφορά. Από την επισκόπηση της νομολογίας διαφαίνεται μια σταθερή τάση φειδωλής χρήσης της εξουσίας για απόρριψη αγωγής, που όπως η παρούσα, βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα».

Στην Αγγλική αυθεντία Steeds and Another v. Steeds and Another, 22 Q.B.D. 537, στα πλαίσια αίτησης για τη διαγραφή δικογράφου ως μη συνιστών υπεράσπιση, το Δικαστήριο διέταξε την τροποποίηση του. Το ίδιο διετάχθη και στην αυθεντία Griffiths v. London and St. Katharine Docks Company, 13 Q.B.D. 259. Στη σελίδα 542 της απόφασης του Δικαστή Wills από την πρώτη αυθεντία πιο πάνω, ο έντιμος Δικαστής είπε: We think, therefore, that we cannot strike out this defence as we are invited to do. It seems to us that it must be good for a part of the claim at all events. But we think the statement of defence defective, and that Mr. Bullen ought to amend by a further statement of the material facts, and our order is that the statement of defence be amended accordingly, and if that be not done within ten days, the plaintiff be at liberty to sign judgment for half the amount claimed.”

 

Η νομική θέση ότι σε περιπτώσεις ως η παρούσα, σχετικά με την τροποποιητική περί Ενοικιοστασίου νομοθεσία, χωρεί αίτηση για παραμερισμό δικογράφου, ως η υπό εξέταση αίτηση, έχει θετικώς διαπιστωθεί αλλά και υποδειχθεί, σχετικά πρόσφατα, στην αυθεντία του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αναφορικά με την Αίτηση της Στυλιανού (βλέπετε πιο κάτω), στη σελίδα 9 της Απόφασης. Η υπό εξέταση αίτηση, ως δικονομικό μέτρο, είναι ορθή.

 

Άρθρο 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου:

Το άρθρο 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, Ν. 23/83 ως αυτός έχει τροποποιηθεί, προνοεί ως ακολούθως:

 

«(α)(i) Εις περίπτωσιν καθ’ ην οιονδήποτε νομίμως οφειλόμενον ενοίκιον καθυστερείται επί είκοσι μίαν ή περισσοτέρας ημέρας μετά την επίδοσιν εγγράφου ειδοποιήσεως απαιτήσεως εις τον ενοικιαστήν και δεν υπάρξει οιαδήποτε προσφορά τούτου προ της καταχωρίσεως αιτήσεως δι’ ανάκτησιν κατοχής.

 

Νοείται ότι ενοίκιον θα θεωρήται προσφερθέν δυνάμει της παραγράφου αυτής, εάν τούτο εστάλη δια συστημένης επιστολής εις το πρόσωπον το δικαιούμενον να εισπράξει τούτο.

 

Νοείται περαιτέρω ότι το Δικαστήριο δε διατάζει την ανάκτηση από τον ιδιοκτήτη της κατοχής, όταν ο ενοικιαστής πληρώσει μέσα σε περίοδο δεκατεσσάρων ημερών από την επίδοση σ’ αυτόν της αίτησης παν ποσό το οποίο οφείλεται ή δυνατό να καταστεί οφειλόμενο από αυτόν εκτός αν ο ενοικιαστής διαρκούσης της μισθώσεως δεν καταβάλλει συστηματικά το νομίμως οφειλόμενον.»

 

«(ii)    απάντηση σε καταχωριζόμενη δυνάμει της υποπαραγράφου (i) αίτηση για ανάκτηση κατοχής γίνεται δεκτή για καταχώριση από το Γραμματέα του Δικαστηρίου μόνο σε περίπτωση που η απάντηση συνοδεύεται είτε από απόδειξη του λογιστηρίου του Δικαστηρίου ότι έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο το αναφερόμενο στην αίτηση οφειλόμενο ποσό ως καθυστερημένα ενοίκια κατά την ημερομηνία καταχώρισης αυτής είτε από απόδειξη είσπραξης του ενοικίου εκδοθείσα υπό του ιδιοκτήτη ή αντιπροσώπου αυτού ή από απόδειξη κατάθεσης χρηματοπιστωτικού ιδρύματος προς όφελος του ιδιοκτήτη ή αντιπροσώπου αυτού:

 

Νοείται ότι η απόφαση του Γραμματέα για αποδοχή ή απόρριψη της καταχώρισης της απάντησης τίθεται εντός τριών (3) ημερών ενώπιον του Δικαστηρίου προς τελεσίδικη έγκριση ή απόρριψη, η δε απόφαση του Δικαστηρίου δεν υπόκειται σε έφεση»

 

Δεν έχουν θεσπιστεί σχετικοί Κανονισμοί. Στην προκείμενη περίπτωση, το Δικαστήριο έδωσε άδεια στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, για την καταχώριση της Απάντησης τους.

 

Νομολογία:

            Στην αυθεντία Αναφορικά με την Αίτηση του Παπαδόπουλου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 42/2021, Απόφαση ημερομηνίας 22.3.2021, ECLI:CY:AD:2021:D103, όπου είχε προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, ο ενοικιαστής επειδή δεν έγινε δεκτή η καταχώρηση Απάντησης εκ μέρους του, η έντιμη Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου κα. Α. Πούγιουρου, έκρινε ότι (σελίδα 8 της απόφασης):

 

«Στη βάση των δεδομένων που τέθηκαν ενώπιον μου με την Ένορκη Δήλωση και ιδιαίτερα ότι το συμφωνηθέν και καταβαλλόμενο ενοίκιο ήταν €1.642 μηνιαίως και όχι €2.280- όπως ζητά η ιδιοκτήτρια με την Αίτηση και ότι ο Αιτητής στη βάση του ενοικίου των €1.642 πλήρωσε όλα τα καθυστερημένα ενοίκια με επιταγή και απόδειξη της Τράπεζας είχε παρουσιαστεί μαζί με την προτιθέμενη Απάντηση στον Πρωτοκολλητή, θεωρώ ότι προβάλλεται συζητήσιμη υπόθεση σε σχέση με την παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, η οποία προσέδιδε δικαίωμα για εμφάνιση του Αιτητή στη διαδικασία προς τον σκοπό αμφισβήτησης των αξιώσεων της ιδιοκτήτριας.»

           

Στην αυθεντία Αναφορικά με την Αίτηση της Στυλιανού, Πολιτική Αίτηση αρ. 71/21, Απόφαση ημερομηνίας 26.4.2021, όπου προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο ο ιδιοκτήτης για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων επειδή έγινε δεκτή η Απάντηση του ενοικιαστή από το πρωτόδικο Δικαστήριο, η έντιμη Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως ήταν τότε, κα. Τ. Ψαρά – Μιλτιάδου, έκρινε ότι (σελίδες 8 και 9 της απόφασης):

«Δεν έχω πεισθεί ότι το κατώτερο Δικαστήριο έχει ενεργήσει με κατάδηλη παρανομία, ώστε να παρέχεται η αιτούμενη δια της παρούσης θεραπείας, αφού το σχετικό άρθρο του δίδει τη σχετική δικαιοδοσία στη βάση της οποίας έδωσε έγκριση στην καταχώρηση της Απάντησης η οποία συνοδεύετο από κατάθεση χρηματοδοτικού ιδρύματος προς όφελος του ιδιοκτήτη (έστω για διαφορετικό ποσό από εκείνο που αξιώνεται). Ακόμη και εάν το Δικαστήριο ερμήνευσε λανθασμένα το σχετικό άρθρο, αυτό δεν δύναται να ενεργοποιήσει την προνομιακή εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να παραχωρηθεί η σχετική άδεια (Βλ. Πετρίδου, πολ.εφ.225/18, 13.11.18, ECLI:CY:AD:2018:A494). Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια έχει επικαλεσθεί προς επίρρωση των θέσεων του, την πολιτική αίτηση αρ. 42/21 επί τοις αφορώσι την αίτηση του Παπαδόπουλου, ημερ.22.3.21. Εκτός του ότι η υπόθεση αυτή αφορά πρωτόδικη διαδικασία και δεν δεσμεύει, η νομική της βάση διαφέρει καθότι υπήρξε επίκληση του άρθρου 30 του Συντάγματος για παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, κάτι που εδώ δεν συντρέχει. Υπό αυτή την έννοια δεν είναι βοηθητική στην παρούσα.

 

Το όλο θέμα συμπλέκεται επίσης, κατά την κρίση μου, με τη δυνατότητα άλλης θεραπείας. Με όλο το σεβασμό στην αντίθετη άποψη του κ. Σταυρινού, το γεγονός ότι στο άρθρο ορίζεται πως επί της απόφασης του Δικαστηρίου για έγκριση ή απόρριψη δεν χωρεί έφεση, δεν ισοδυναμεί με ύπαρξη θεραπείας άλλη, εκτός της παρούσας.

 

Οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας ισχύουν και εφαρμόζονται στις περί ενοικιοστασίου διαδικασίες, νοουμένου ότι συνάδουν με τους σκοπούς του νόμου (βλ. Κ.12 του περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 1983 (2/82), Χριστοδουλίδου v. EMKIN (CONSULTING LTD κ.ά. 4.4.2019 και Μιχαλάκης Δράκος v. Νίκου Αργυρίδη (1989) 1Ε ΑΑΔ 162).

 

Συνεπώς, η φαρέτρα των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (είτε δια της Δ.27 θ.2 είτε στην ευρύτητα της Δ.48 (δη 48(11), είτε άλλως πως), είναι διαθέσιμη στον αιτητή ώστε να ζητήσει διαγραφή ή παραμερισμό της Απάντησης ή άλλη θεραπεία, θεωρήσει σκόπιμη με το ίδιο τρόπο που επιδιώκει να το πράξει μέσω της προνομιακής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία είναι εξαιρετική διαδικασία που ενεργοποιείται μόνο εφόσον δεν παρέχεται άλλη δυνατότητα θεραπείας. (Βλ. Esquire Holdings Ltd v. Tsentas Dev.Ltd, πολ.εφ.191/15, 23.3.2016).»

 

            Στην αυθεντία Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας ADMAGE MARKET LTD, Πολιτική Αίτηση Αρ. 89/2021, Απόφαση ημερομηνίας 24.5.2021, ECLI:CY:AD:2021:D203, όπου προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, ο ενοικιαστής επειδή δεν έγινε δεκτή προς καταχώρησην η Απάντηση του, η έντιμη Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου κα. Α. Πούγιουρου,  (στη σελίδα 8 της απόφασης):

«Στη βάση των δεδομένων που τέθηκαν ενώπιον μου με την ένορκο δήλωση, δεν εντοπίζεται κατ’ αρχάς η απόφαση και/ή το πρακτικό του Γραμματέα του Δικαστηρίου αποδοχής ή απόρριψης της Απάντησης ώστε να ελεχθεί κατά πόσο τέθηκε στο Δικαστήριο εντός τριών εργάσιμων ημερών προς τελεσίδικη έγκριση ή απόρριψη της καταχώρισης της, σύμφωνα με τις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου. Είναι αναμενόμενο πως η απόφαση του Γραμματέα θα έδινε την αναγκαία πληροφόρηση ως προς την ημερομηνία κατά την οποία επιλήφθηκε του θέματος της έγκρισης ή απόρριψης καταχώρησης της Απάντησης, που είναι η αφετηρία για τη μέτρηση του χρόνου των τριών εργάσιμων ημερών.

 

Ενόψει του κενού αυτού που δεν φαίνεται να αναπληρώνεται από την απόφαση του Δικαστηρίου, εφόσον καμία σχετική αναφορά υπάρχει, θεωρώ ότι προβάλλεται συζητήσιμη υπόθεση σε σχέση με την παραβίαση ή όχι των προνοιών του πιο πάνω άρθρου.

 

Σημειώνω επίσης ότι μια από τις προδικαστικές ενστάσεις που εγείρονται με την Απάντηση και συνιστούν λόγο για να δοθεί άδεια, αναφέρεται στην νομιμότητα της περίπτωσης επιδίωξης έξωσης λόγω μη πληρωμής ενοικίων, ενόψει της κατ’ ισχυρισμόν παραβίασης των προνοιών του άρθρου 11(1)(α)(i) που προνοεί για την ανάγκη αποστολής προηγουμένως, ειδοποίησης απαίτησης των ενοικίων 21 ημερών. Και γι’ αυτό το ζήτημα θεωρώ ότι καταδεικνύεται συζητήσιμη υπόθεση.»

 

            Στην αυθεντία Αναφορικά με την Αίτηση του Θωμά, Πολιτική Αίτηση αρ. 94/2021, Απόφαση ημερομηνίας 7.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:D224, όπου προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, ο ενοικιαστής, επειδή δεν έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο η απάντηση του, ο έντιμος Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Ι. Ιωαννίδης, έκρινε ότι (σελίδες 8 και 9 της απόφασης):

«Ουσιαστικά εδώ η θέση του Αιτητή είναι ότι με τον τρόπου που ενήργησε το Κατώτερο Δικαστήριο του στέρησε το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του να ακουστεί σε υπόθεση που τον αφορά. Είναι περαιτέρω η θέση του ότι ο ίδιος έχει συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του Νόμου.

 

Το Κατώτερο Δικαστήριο καταγράφει στην απόφαση του ημερ. 6.5.2021 ότι «λόγω των πολλών εγγράφων που ο Αιτητής επεσύναψε, δεν είναι δυνατός ο εντοπισμός των αποδείξεων εξόφλησης των ποσών που οι Αιτητές αξιώνουν ως οφειλόμενα ενοίκια». Με άλλα λόγια, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο ο Αιτητής να έχει συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του Νόμου. Για να προσθέσει, «Θα ανέμενε κάποιος ότι ο Καθ’ ου η αίτηση θα παρουσίαζε τόσες αποδείξεις ώστε να καταδείξει την εξόφληση των συγκεκριμένων ποσών ή τουλάχιστον θα τα εντόπιζε από τον όγκο των εγγράφων αυτών και θα υποδείκνυε στο Δικαστήριο αυτά που αφορούν τα συγκεκριμένα ποσά. Αντ’ αυτού αναμένει από το Δικαστήριο να προβεί σε πολύπλοκη λογιστική εργασία». Το ουσιώδες, για σκοπούς της παρούσας αίτησης, είναι ότι εδώ το Κατώτερο Δικαστήριο φέρεται να ανέλαβε δικαιοδοσία, στην απουσία του Αιτητή, στη βάση της οποία εξέδωσε απόφαση καθοριστικής φύσεως για τα δικαιώματα του στην αίτηση έξωσης που εκκρεμεί εναντίον του.

 

Στο στάδιο αυτό ενδιαφέρει μόνο αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση. Με δεδομένο ότι ο Αιτητής ουδέποτε κλήθηκε από το Κατώτερο Δικαστήριο να διευκρινίσει το περιεχόμενο των εγγράφων που επεσύναψε, και με δεδομένο ότι το Κατώτερο Δικαστήριο δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο αυτός να έχει συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του Νόμου, βρίσκω ότι αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως υπόθεση για παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Τέλος, να σημειώσω ότι η εν λόγω απόφαση του Κατωτέρου Δικαστηρίου δεν εφεσιβάλλεται, και προς τούτο παραπέμπω στην Πολιτική Αίτηση αρ. 89/21, Αναφορικά με την Αίτηση της εταιρείας Admage Market Ltd για έκδοση Προνομιακών Ενταλμάτων, απόφαση ημερ. 24.5.2021, όπου λέχθηκε ότι: «Σε σχέση με την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου το ίδιο το άρθρο 11(1)(ii) του πιο πάνω Νόμου καθιστά σαφές ότι η απόφαση αυτή του Δικαστηρίου δεν υπόκειται σε έφεση».

 

            Στην αυθεντία Αναφορικά με την Αίτηση του Ιωάννου, Πολιτική Αίτηση αρ. 102/2021, Απόφαση ημερομηνίας 9.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:D247, όπου προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, ο ενοικιαστής επειδή δεν έγινε δεκτή προς καταχώρησην η Απάντηση του, ο έντιμος Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως ήταν τότε, κ. Τ.Θ. Οικονόμου, έκρινε ότι (σελίδες 4, 5 και 6 της απόφασης):

«Δεν θα επεκταθώ στην αιτιολογία που έδωσε το δικαστήριο εφόσον το ζητούμενο δεν είναι η ορθότητα της απόφασης αλλά η νομιμότητα της (Αναφορικά με την Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1997) 1Β Α.Α.Δ. 925, 935) και το ερώτημα που τώρα τίθεται είναι το κατά πόσον στοιχειοθετείται εκ πρώτης όψεως ζήτημα παραβίασης επί της εισηγούμενης βάσης και ειδικότερα κατά πόσον το δικαστήριο όφειλε, με βάση τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, προτού αποφασίσει να ακούσει τον αιτητή. Υιοθετώντας και την προσέγγιση άλλη δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Ι. Ιωαννίδης, Δ.) στην Αίτηση Θωμά, Πολ. Αιτ. Αρ. 94/21, 7.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:D224, θεωρώ πως η απάντηση είναι καταφατική. Έφεση, εκ του νόμου, δεν χωρεί. Ως εκ τούτου θα δοθεί άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και prohibition.

Δεν μπορεί όμως να δοθεί άδεια για την έκδοση mandamus, εφόσον εάν παραμεριστεί η υπό εξέταση απόφαση θα εναπόκειται στο δικαστήριο να αποφασίσει. Δεν είναι επιτρεπτό να εκδίδονται προνομιακά εντάλματα προκειμένου να υπαγορευθεί στο δικαστήριο ο τρόπος με την οποίο θα πρέπει να αποφασίσει ένα ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του ή ο τρόπος που θα ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια (Αναφορικά με την Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα (Αρ. 2) (ανωτέρω, ibid)). Ειδικότερα, αντικείμενο εντάλματος mandamus μπορεί να αποτελέσει η άρνηση του δικαστηρίου να ασκήσει τη δικαιοδοσία του (αρνησιδικία), η οποία μπορεί να εκδηλωθεί είτε ως απόλυτη άρνηση, είτε υπό τη μορφή συμπεριφορά που ισοδυναμεί με άρνηση (Halsburys Laws of England, 3rd ed., V.11, παρ. 177). Το ΔΕΕΛ δεν έχει υποχρέωση να αποδεχθεί την καταχώρηση της Απάντησης. Mandamus χωρεί όταν υπάρχει υποχρέωση που να προκύπτει από το Σύνταγμα, το Νόμο, το κοινοδίκαιο ή από Κανονισμούς ή οδηγίες που έχουν νομοθετική υπόσταση (Αίτηση Λοϊζου, Πολ. Εφ. Αρ. 138/18, 20.7.2018). Είναι η εκτέλεση συγκεκριμένης πράξης που συνιστά δημόσιο καθήκον, συνυφασμένη με τη θέση του προσώπου προς το οποίο απευθύνεται, που μπορεί να επιβληθεί με mandamus. Συνεπώς ένα κατώτερο δικαστήριο μπορεί μόνο να διαταχθεί, σε περίπτωση αρνησιδικίας «να δικάσει και να αποφασίσει σύμφωνα με το νόμο» χωρίς να του υπαγορευθεί ποια θα είναι η απόφαση του (Προνομιακά Εντάλματα, Π. Αρτέμης, σε.251).

           

Στην αυθεντία Αναφορικά με την Αίτηση του ΧΧΧ Μάρκου και της Veggera Trading Stores Ltd., Πολιτική Αίτηση αρ. 82/2021, Απόφαση ημερομηνίας 24.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:D272, όπου προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, ο ενοικιαστής και ο υπενοικιαστής επειδή δεν έγινε δεκτή προς καταχώρησην η Απάντηση τους, ο έντιμος Δικαστής, του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως ήταν τότε, κ. Α.Ρ. Λιάτσος, έκρινε ότι (σελίδες 5 και 6 της Απόφασης):

 

«Είναι εκ του Νόμου δεδομένο ότι η υπό εξέταση απόφαση δεν υπόκειται σε έφεση. Προβάλλει επίσης ως αδιαμφισβήτητο γεγονός η αδιάλειπτη καταβολή ενοικίων εκ μέρους των Αιτητών, μέσω μηνιαίων εμβασμάτων σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα προς όφελος του ιδιοκτήτη. Η ουσία της διαφοράς των διαδίκων εντοπίζεται στους ισχυρισμούς που προβάλλει η κάθε πλευρά ως προς το πραγματικό ύψος του ενοικίου. Ζήτημα το οποίο θα πρέπει να εξετασθεί και να κριθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο. Η εξέταση του όμως δεν μπορεί να λάβει χώραν χωρίς να ακουστούν επί του προκειμένου οι αντίστοιχες θέσεις των Αιτητών, καθ’ ων η αίτηση στη διαδικασία ανάκτησης κατοχής που εκκρεμεί. Εδώ ακριβώς είναι που υπεισέρχεται το ζήτημα της παραβίασης βασικού κανόνα φυσικής δικαιοσύνης, ήτοι του δικαιώματος των Αιτητών να προβάλουν τις θέσεις τους ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου και να αμφισβητήσουν τα γεγονότα που θέτει η αντίδικη πλευρά.

 

Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως παραμένουν αδιαμφισβήτητα, επιμαρτυρούν ότι δεν βρισκόμαστε ενώπιον περίπτωσης ξεκάθαρης παράλειψης και/ή άρνησης καταβολής ενοικίου, ούτε και ενώπιον προβολής γενικών και αόριστων αναφορών περί εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού. Ο νόμος, όπως προσφάτως τροποποιήθηκε δεν στοχεύει στη στέρηση του δικαιώματος διεξαγωγής δίκαιης δίκης, βασική παράμετρος της οποίας είναι η παροχή της δυνατότητας προώθησης της υπεράσπισης και προβολής ενώπιον δικαστηρίου των ισχυρισμών που δικογραφούνται. Αυτό το οποίο διασφαλίζει είναι η αποφυγή πρόσκλησης αδικαιολόγητων καθυστερήσεων και η αποστέρηση από τον ιδιοκτήτη νομίμως οφειλόμενων ενοικίων.»

 

Ευρήματα:

Σύμφωνα με τους Κανονισμούς, το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια για τη διαγραφή δικογράφου, μόνο εάν: το δικόγραφο δεν αποκαλύπτει εύλογη αιτία έγερσης απαίτησης ή υπεράσπισης ή συνιστά κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ή διαφορετικά ενδέχεται να παρεμποδίσει τη δίκαιη διεκπεραίωση της διαδικασίας ή υπήρξε παράλειψη συμμόρφωσης με κανονισμό ή δικαστικό διάταγμα.

 

Ο μοναδικός λόγος για να διαγραφεί η Απάντηση των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, είναι εάν αυτή αντίκειται στις πρόνοιες του άρθρου 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου και ως τέτοια, δεν έπρεπε να είχε επιτραπεί η καταχώρηση της.

 

Είναι η κρίση μου ότι η Απάντηση των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, αποκαλύπτει εύλογη αιτία έγερσης υπεράσπισης. Επιπλέον, εγείρει ζήτημα καθ’ ύλην αρμοδιότητας του Δικαστηρίου, λόγω παράδοσης της κατοχής του επίδικου υποστατικού κατά τη διάρκεια της συμβατικής ενοικίασης και/ή εφαρμογής αυτού τούτου του άρθρου 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, εάν δεν χωρεί αίτημα για ανάκτηση κατοχής, λόγω προηγούμενης παράδοσης της. Εγείρονται ζητήματα τα οποία θα πρέπει να αποφασιστούν σε δίκη επί της ουσίας. Είναι η κρίση μου ότι δεν έχει καταδειχθεί ούτε υποδειχθεί ότι η καταχώριση της Απάντησης και/ή αυτό τούτο το δικόγραφο, συνιστά κατάχρηση διαδικασίας, ούτε ότι η καταχώριση της Απάντησης ενδέχεται να παρεμποδίσει τη δίκαιη διεκπεραίωση της διαδικασίας στην παρούσα υπόθεση.

 

Σημειώνω ότι το πρακτικό του Δικαστηρίου περί της έγκρισης της εισήγησης του Γραμματέα αναφορικά με την αποδοχή της Απάντησης, είναι στον ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης. Με το πρώτο πρακτικό, το Δικαστήριο είχε δώσει οδηγίες για την αποδοχή της Απάντησης, νοουμένου ότι προσκομίζονταν μέχρι συγκεκριμένη ημερομηνία, αποδείξεις για την καταβολή του ενοικίου μέχρι τουλάχιστον τον Οκτώβριο 2023, οπότε οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3 ισχυρίζονται ότι παρέδωσαν την κατοχή του επίδικου υποστατικού και με δεύτερο πρακτικό, αποδέχθηκε την καταχώριση της Απάντησης.

 

Τέλος, είναι η κρίση μου ότι δεν διαπιστώνεται η παράλειψη συμμόρφωσης με Κανονισμό ή Δικαστικό Διάταγμα από πλευράς των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και/ή 3. Το Δικαστήριο έλαβε υπόψην τις αποδείξεις τις οποίες παρουσίασαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3 με την Απάντηση τους και έκρινε ότι αυτή δύναται να καταχωρηθεί. Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και/ή 3, δεν παραπλάνησαν το Δικαστήριο σ’ εκείνο το στάδιο και το Δικαστήριο έκρινε ως έκρινε, με βάση τις πρόνοιες του Νόμου και αφού είχε ενώπιον του και το δικόγραφο και τους ισχυρισμούς του Αιτητή. Το γεγονός ότι οι αποδείξεις που παρουσιάστηκαν, δεν αφορούν ολόκληρο το ποσό το οποίο ζητείται με την κυρίως Αίτηση, εύκολα διαπιστώνεται και διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο. Το Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και επέτρεψε την καταχώριση της Απάντησης, λαμβάνοντας υπόψην το σύνολο των δικογραφημένων ισχυρισμών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3, σε συνάρτηση με τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του Αιτητή.

 

Απόφαση:

            Υπό το φως όλων των ανωτέρω, ασκώντας τη διακριτική μου ευχέρεια, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται σ’ αυτό το στάδιο, ο παραμερισμός και/ή η διαγραφή της Απάντησης των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 3 και, συνακόλουθα, η υπό εξέταση αίτηση απορρίπτεται. 

 

Εφόσον ο Αιτητής αποτυγχάνει στο αίτημα του, κρίνω ορθό και δίκαιο όπως τα έξοδα της υπό εξέταση αίτησης επιδικαστούν εναντίον του και αυτή είναι η απόφαση μου, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα στην κλίμακα €10.000 - €50.000 και εγκριθούν από το Δικαστήριο και να πληρωθούν στο τέλος της διαδικασίας.

 

(Υπ.)                                                  

Λ.Σ. Καμμίτση          

Πρόεδρος                 

Πιστόν Αντίγραφον

           

Γραμματέας

ΛΣΚ/ΕΠ



[1] «12(α) Εκτός αν άλλως προβλέπεται στο Νόμο ή στους Κανονισμούς αναφορικά με τη διεξαγωγή της διαδικασίας τη λήψη μαρτυρίας και τη διασφάλιση του κύρους του δικαστηρίου εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Δικαστηρίων Νόμου, 1960 και των Θεσμών με τις αναγκαίες προσαρμογές για να συνάδουν με τους σκοπούς του Νόμου.»

 

[2] «The Court or a Judge may, at any stage of the proceedings, order to be struck out or amended any matter in any indorsement or pleading which may be unnecessary or scandalous or which may tend to prejudice, embarrass, or delay the fair trial of the action.»

 

[3]Generally.- This is a general provision for enforcing the preceding Rules. Its language is wide, but its operation has been, to some extent, limited by the decisions given on it. Under O. 25, r. 4, any pleading may be struck out which discloses no reasonable cause of action or answer, or only a frivolous or vexatious cause of action or defence. A counterclaim which cannot be conveniently disposed of in the pending action, or which ought not to be allowed, may be struck out under either O. 19, r. 3, or O. 21, r. 15, or  hereunder. Where a pleading is too general in its terms, and thus deprives the opponent of information to which he is entitled, and without which he cannot properly prepare for trial, he should apply for particulars under O. 19, r. 7.

......

Grounds for Granting or Refusing.- “The rule that the Court is not to dictate to parties how they should frame their case, is one that ought always to be preserved sacred. But that rule is, of course, subject to this modification and limitation, that the parties must not offend against the rules of pleading which have been laid down by the law; and if a party introduces a pleading which is unnecessary, and it tends to prejudice, embarrass, and delay the trial of the action, it then becomes a pleading which is beyond his right” (Bowen, L.J., Knowles v. Roberts, 38 Ch. D. p. 270). A reasonable latitude must be given, for this Rule was not intended to enable litigants to bring forward special demurrers in a new shape (Tomkinson v. S. E. Ry. , 57 L.T. 358; Rock v. Purssell, 84 L.T.J. 45).

Not every pleading which offends against the rules will be struck out. The applicant must show that he is in some way prejudiced by the irregularity. Still, “the defendant may claim ex debito justicae to have the plaintiff’s case presented in an intelligible form, so that he may not be embarrassed in meeting it” (per James, L.J., in Davy v. Garrett, 7 Ch. D. p.486).

“Unnecessary.”- The mere fact that an opponent’s pleading contains some unnecessary matter is not sufficient ground for an application under this Rule. A statement will not be struck out merely because it is unnecessary, so long as it is otherwise harmless (per Chitty, J., in Rock v. Purssell, 84 L.T.J. 45; see the remarks of Kay, J., in Tomkinson v. S. E. Ry., 57 L.T. p. 360, and Hocking & Co. v. Hocking, 3 R.P.C. 291).  Thus, if material facts be pleaded at unnecessary length or with unnecessary detail, the pleading will not be struck out; such prolixity will be left for the taxing master to deal with as a question of costs (Weymouth v. Rich, 1 T.L.R. 609; Heap v. Marris, 2 Q.B.D. 630). .....

.......

Tend to prejudice, embarrass, or delay the fair trial of the action.” – The Court is “disposed to give a liberal interpretation” to these words (Berdan v. Greenwood, 3 Ex. D. p. 256). At the same time parties must not be too ready to find themselves embarrassed. If the defendant does not make it clear how much of the statement of claim he admits and how much he denies, his pleading is embarrassing (British and Colonial Land Association v. Foster, 4 T.L.R. 574; and see Stokes v.  Grant, 4 C.P.D. 25)..... But mere prolixity is not of itself embarrassing. Nor will a statement be struck out as embarrassing merely because the other party declares that it is untrue (per Bramwell. L.J., in Turquand v. Fearon, 40 L.T. p. 544). The mere fact that a statement of claim embraces several causes of action is not embarrassing, if they are distinctly pleaded (O. 20, r. 7). A claim for alternative relief is not embarrassing (Bagot v. Easton, 7 Ch. D. p. 8); and see O. 19, r. 24. Similarly with inconsistent defences (see Re Morgan, 35 Ch. D. 492, and supra, p. 338). ..... A pleading is not embarrassing because the law stated or reason alleged may be bad (London Corporation v. Horner, 111 L.T. 512). Unless it is clear on the face of allegations that they are irrelevant, they will not be struck out on that ground.”

 

[4] White Book, σελίδα 576: “Amendment.- The Court will generally give leave to amend a defect in pleading rather than give judgment in ignorance of facts which ought to be known before rights are definitely decided (Steeds v. S., 22 Q.B.D. p. 542; and see Reid v. Hooley, 13 T.L.R. 398; Edwards v. Pneumatic Tyre Co., 16 T.L.R. 309; Thornhill v. Weeks, [1913] 1 Ch. 438). Leave was given to amend after an argument under this Rule in Griffiths v. London and St. K. Docks Co., 13 Q. B. D. p. 261, n. (2). But unless there is reason to suppose that the case can be improved by amendment, leave will not be given (Hubbuck v. Wilkinson, [1899] 1 Q.B. p. 94, C.A.)”.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο