Ιωάννη Μιχαηλίδη ν. . ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ «ΥΔΡΙΑ»(ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ) κ.α., Αίτηση Αρ.: Ε41/24, 19/3/2025
print
Τίτλος:
Ιωάννη Μιχαηλίδη ν. . ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ «ΥΔΡΙΑ»(ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ) κ.α., Αίτηση Αρ.: Ε41/24, 19/3/2025

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

 

Ενώπιον:      Λ.Σ. Καμμίτση, Προέδρου

Αίτηση Αρ.: Ε41/24

(i-justice)

Μεταξύ:

Ιωάννη Μιχαηλίδη Α.Δ.Τ. [   ] υπό την Ιδιότητα του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα Γεώργιου I. Μιχαηλίδη Α.Δ.Τ. [   ], Αρ. Αίτησης 38/1999 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας

Αιτητή

και

 

1. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ «ΥΔΡΙΑ»(ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ) Αρ. Μητρώου 1284 δια του Προέδρου του Διοικητικού του Συμβουλίου Συμεών Μιχαήλ άλλως Σίμος Μιχαήλ, εκ [   ] Λευκωσία.

2. Συμεών Μιχαήλ άλλως Σίμος Μιχαήλ [    ] εκ [   ]

Καθ’ ων η Αίτηση

-----------------------------------------------------------------------------------

Αίτηση για διαγραφή και/ή παραμερισμό της Απάντησης στην Απάντηση

 

19 Μαρτίου 2025

Για τους Αιτητές – Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 στην κυρίως Αίτηση: κα. Α. Ξυψιτή

Για τον Καθ’ ου η Αίτηση – Αιτητή στην κυρίως Αίτηση: κ. Γ. Παπαθεοδώρου

 

Ενδιάμεση  Απόφαση

 

Με αίτηση δια κλήσεως επί του Εντύπου Αρ. 34, ημερομηνίας 2.10.2024, οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 στην κυρίως Αίτηση (εν τοις εφεξής «οι Καθ’ ων η Αίτηση»), εξαιτούνται ως ακολούθως:

 

«Α.     Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η διαγραφή ή και ο παραμερισμός της Απάντησης του Αιτητή στην Απάντηση των καθ’ ων η αίτηση ημερ.5/6/24, καθότι είναι αντίθετη και/ή δεν συμμορφώνεται με τους κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας Μέρος 16.15 Αντιφατικά Δικόγραφα, εγείρονται νέες βάσεις απαίτησης ή και νέοι ισχυρισμοί γεγονότων, και θέτουν τους Αιτητές σε δυσμενή θέση.

Β.      Διαζευτικά προς την θεραπεία Α, ανωτέρω, διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η διαγραφή των παραγράφων 5 (α)(β)(γ), παρ. 6, 7,8 και 9 της Απάντησης του Αιτητή στην Απάντηση των καθ’ ων η αίτηση ημερ.5/6/24, καθότι είναι αντίθετες και/ή δεν συνάδουν με τους κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας Μέρος 16.15 Αντιφατικά Δικόγραφα, εγείρονται νέες βάσεις απαίτησης ή και νέοι ισχυρισμοί γεγονότων, και θέτουν τους Αιτητές σε δυσμενή θέση.

Γ.       Οποιαδήποτε άλλη διαταγή ή/και θεραπεία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε κρίνει εύλογη και δίκαιη υπό τις περιστάσεις.

Δ.      Έξοδα της παρούσης αίτησης, πλέον Φ.Π.Α»

 

Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας, Μέρος 3.3 Εξουσία Διαγραφής Δικογράφων, Μέρος 16.15 Αντιφατικά Δικόγραφα, στον περί Παραγραφής Νόμο 2012, στο Άρθρο 30 του Συνάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην Αρχή του Κωλύματος λόγω συμπεριφοράς, στις συμφυείς εξουσίες και τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και στη σχετική επί του θέματος νομολογία.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση βασίζονται στην ένορκο δήλωση του κ. Συμεών Μιχαήλ Συμεών, η οποία συνοδεύει την αίτηση. Ο ενόρκως δηλών λέγει ότι είναι ο Καθ' ου η Αίτηση 2 στην κυρίως Αίτηση και Πρόεδρος των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα.

 

Ο Αιτητής στην κυρίως Αίτηση (εν τοις εφεξής «ο Αιτητής»), δεν έχει οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση. Στην παράγραφο Β1 της κυρίως Αίτησης, ζητούνται οφειλόμενα ενοίκια των μηνών Δεκεμβρίου 2020 μέχρι Μαρτίου 2024. Ο κ. Συμεών λέγει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν απαντήσει στους ισχυρισμούς και στα γεγονότα της κυρίως Αίτησης, παραθέτοντας και σχετικές αποδείξεις και συνεπώς, ο Αιτητής, αντιλαμβανόμενος ότι καταβλήθηκαν τα  ισχυριζόμενα οφειλόμενα ενοίκια όπως προβάλλονται στην κυρίως Αίτηση, για πρώτη φορά ισχυρίζεται στην Απάντηση του στην Απάντηση των Καθ’ ων η Αίτηση, ότι οι τελευταίοι οφείλουν ενοίκια προγενέστερα από το Δεκέμβριο 2020, τα οποία αρχικά δεν αξίωσε στην κυρίως Αίτηση.

 

Ο ενόρκως δηλών υποδεικνύει ότι στην παράγραφο 5 της Απάντησης του, ο Αιτητής αναφέρεται σε νέους ισχυρισμούς και προσθέτει όλα τα ενοίκια από την αρχή της ενοικίασης μέχρι την ημέρα της καταχώρησης της κυρίως Αίτησης, με σκοπό να βρει το συνολικό ποσό των ενοικίων για να ισχυριστεί στην παράγραφο 7, ότι έχει πληρωθεί από το σύνολο των ενοικίων, το ποσό των €14.600 και παραμένουν απλήρωτα οφειλόμενα ενοίκια ύψους €8.400. Ενώ, στην κυρίως Αίτηση του, ζητά την καταβολή των ενοικίων από Δεκέμβριο 2020 μέχρι Μάρτιο 2024, ήτοι 40 ενοίκια συνολικού ποσού €8.000.

 

Ο Αιτητής, στην παρ. 7 της Απάντησης του, παραθέτει ισχυριζόμενα ενοίκια τα οποία έχουν πληρωθεί και φαίνεται να υπάρχουν απλήρωτα ενοίκια, πάντα με τους δικούς του ισχυρισμούς, κάποια ενοίκια από το 2015 έως τον Απρίλιο 2024, ισχυρισμούς που οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν αποδέχονται. Εν πάση περιπτώσει, είναι ισχυρισμοί αντίθετοι με την κυρίως Αίτηση και είναι νέοι ισχυρισμοί, οι οποίοι θα πρέπει να διαγραφούν και/ή παραμεριστούν. Επιπρόσθετα και χωρίς επηρεασμό των πιο πάνω, η προσθήκη νέων ισχυρισμών γεγονότων και νέας βάσης απαίτησης, θέτει τους Καθ’ ων η Αίτηση σε δυσμενή θέση, καθότι τους αποτρέπει να προβάλουν την υπεράσπιση τους και/ή να απαντήσουν στην Απάντηση του Αιτητή.

 

Περαιτέρω, οι Καθ’ ων η Αίτηση θα αναγκαστούν να βρουν αποδείξεις για τόσα χρόνια πριν και μπορεί να είναι δύσκολο και/ή αδύνατο να τις εντοπίσουν, κάτι για το οποίο δεν ενημερώθηκαν ποτέ. Ούτε με την επιστολή που τους έστειλε ο δικηγόρος του Αιτητή, τους ζητούσε αυτά που ζητά με την Απάντηση του. Ο ενόρκως δηλών τυγχάνει νομικής συμβουλής και πιστεύει, ότι δεν δικαιούται ο Αιτητής να αξιώνει ενοίκια για το έτος 2018 και για προηγούμενα έτη, καθότι έχουν παραγραφεί. Η Απάντηση του Αιτητή αποτελεί κατάχρηση Δικαστικής εξουσίας και/ή Δικαστικής διαδικασίας.

 

Ενόψει των ανωτέρω, είναι ορθό και δίκαιο και προς το συμφέρον της ορθής απονομής της Δικαιοσύνης, να εκδοθεί το αιτούμενο Διάταγμα για να εκδικαστεί η κυρίως Αίτηση του Αιτητή, για να περιοριστεί η ακρόαση στα επίδικα ζητήματα και για να μην εκτροχιαστεί η ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία, προκαλώντας αχρείαστα έξοδα και ταλαιπωρία και για να μην κατασπαταληθεί αχρείαστα Δικαστικός χρόνος.

 

Ένσταση:

Ένσταση εκ μέρους του Αιτητή στην κυρίως Αίτηση, καταχωρίστηκε την 14.1.2025 επί του Εντύπου Αρ. 36 και αυτή βασίζεται στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας 2023, Μέρος 13, Μέρος 16.9(1) μέχρι (4), 16.16(ι)(α). Οι λόγοι ένστασης είναι οι ακόλουθοι:

 

«Η Αίτηση βασίζεται σε λανθασμένους και αστήρικτους ισχυρισμούς που αφορούν την ισχυριζόμενη πληρωμή ενοικίων από τους Καθ' ων τα οποία ο Αιτητής δεν υπολόγισε - καταλόγισε σ' αυτούς και ότι ο Αιτητής αξιοί ενοίκια για περίοδο πριν το έτος 2020 η οποία δεν αποτελεί επίδικο θέμα είτε η αξίωση έχει παραγραφεί. Αυτοί οι ισχυρισμοί είναι ουσιαστικά και νομικά αστήρικτοι.»

 

            Ο Αιτητής βασίζεται στην ένορκο δήλωση του κ. Ιωάννη Μιχαηλίδη η οποία συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση. Ο ενόρκως δηλών λέγει ότι είναι ο Αιτητής και γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα. Η Απάντηση του δεν περιέχει νέους ισχυρισμούς, οι οποίοι δεν προκύπτουν από το περιεχόμενο της κυρίως Αίτησης. Στις παραγράφους Β1 και 2 της Αίτησης, αξιώνει τα ενοίκια των μηνών Δεκεμβρίου 2020 μέχρι Μαρτίου 2024, ήτοι 40 ενοίκια προς €200.- μηνιαίως, δηλαδή €8.000 και ενδιάμεσα οφέλη προς €200.- μηνιαίως, από 1.4.2024 μέχρι την παράδοση κενής της κατοχής του ακινήτου.

 

Με την Απάντηση τους, στις παραγράφους 5, 8 και 9, οι Καθ’ ων η Αίτηση αρνούνται τους ισχυρισμούς του, ότι οφείλουν τα αξιούμενα ενοίκια και προβάλλουν διάφορους ισχυρισμούς για ισχυριζόμενη πληρωμή διαφόρων ενοικίων από αυτά τα οποία αξιούνται με την Αίτηση, ως και την δήθεν απώλεια ή δυσκολία εξεύρεσης αποδείξεων για ισχυριζόμενες πληρωμές ενοικίων. Ο κ. Μιχαηλίδη επισημαίνει επίσης ότι, ο Καθ' ου η Αίτηση 2 επεσύναψε με το Παράρτημα  Α, 13 αποδείξεις πληρωμών με καταθέσεις στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, στο όνομα της αδελφής του κ. Μιχαηλίδη,  προς €200.- η κάθε μια, από 5.1.2022 μέχρι 10.5.2024. Οι πρώτες 12 αποδείξεις αναφέρονται στην παράγραφο 7 της Απάντησης του Αιτητή και η 13η απόδειξη, ημερομηνίας 10.5.2024, είναι επίσης παραδεκτή αλλά δεν πρόλαβε να ενημερώσει το δικηγόρο του για να την περιλάβει και αυτήν στην Απάντηση του Αιτητή, την οποία κατέθεσε την 5.6.2024.

 

Ο ενόρκως δηλών κατέθεσε ότι όλες ανεξαίρετα οι πληρωμές τις οποίες έκαναν οι Καθ’ ων η Αίτηση σχετικά με το ακίνητο, έγιναν με καταθέσεις τους σε τραπεζικό λογαριασμό της αδελφής του Αιτητή. Οι καταθέσεις / πληρωμές τις οποίες έκαναν οι Καθ' ων η Αίτηση, όπως διαπιστώνεται από την παράγραφο 7 της Απάντησης του Αιτητή, γίνονταν σε ακανόνιστο χρονικό διάστημα και δεν αφορούν το ενοίκιο του μήνα που αυτές γίνονταν. Η κάθε πληρωμή για το ποσό των €200.- από τους Καθ’ ων η Αίτηση, λογιζόταν ότι εγίνετο ως έναντι των οφειλόμενων / δεδουλευμένων ενοικίων και πιστωνόταν ο λογαριασμός / οφειλή των Καθ’ ων η Αίτηση για τα δεδουλευμένα ήδη προηγούμενα ενοίκια / ενοικιαστικές περιόδους και είναι με αυτό τον τρόπο που έχει υπολογισθεί και εξευρεθεί το αξιούμενο ως οφειλόμενο ποσό ως καθυστερημένα / δεδουλευμένα ενοίκια.

 

Δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα οι ισχυρισμοί του Καθ’ ου η Αίτηση 2, ότι στην παράγραφο 7 της Απάντησης του, ο Αιτητής παραθέτει ενοίκια τα οποία έχουν πληρωθεί, ή αξιώνει ενοίκια για το έτος 2018 ή για προηγούμενα έτη ή ενοίκια οφειλόμενα πριν από το Δεκέμβριο 2020. Τα ενοίκια τα οποία αξιώνονται με τις παραγράφους Β1 και 2 της κυρίως Αίτησης, είναι αυτά τα οποία με λεπτομέρεια εκτίθενται στην ίδια την Αίτηση και την Απάντηση του Αιτητή. Ο Αιτητής λέγει πως ο λόγος για τον οποίο με την Απάντηση του παραθέτει όλα ανεξαίρετα τα ενοίκια από την αρχή της ενοικίασης μέχρι την ημέρα της καταχώρησης της κυρίως Αίτησης, είναι διότι οι Καθ’ ων η Αίτηση με τη δική τους Απάντηση, επιδιώκουν να προκαλέσουν σύγχυση στο Δικαστήριο. Με την Απάντηση του Αιτητή, καθίσταται ξεκάθαρη η θέση του. Οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν την ευκαιρία και το δικαίωμα να αποδείξουν τη διενέργεια οποιασδήποτε πληρωμής ενοικίου την οποία ισχυρίζονται ότι έκαμαν και η οποία δεν εκτίθεται από τον Αιτητή στην κυρίως Αίτηση και την Απάντηση του.

 

Είναι η θέση του ότι με την Απάντηση του, προσφέρεται η δυνατότητα στους Καθ’ ων η Αίτηση να έχουν ενώπιον τους όλες τις πληρωμές τις οποίες έκαναν και να αποδείξουν και πιθανές άλλες πληρωμές τις οποίες δυνατόν, όπως ισχυρίζονται, να έκαναν και αυτές να μην έχουν καταλογισθεί / υπολογισθεί από τον Αιτητή. Είναι εμφανές πως με την υπό εξέταση αίτηση, οι Καθ' ων η Αίτηση προσπαθούν να παραπλανήσουν το Δικαστήριο, να καθυστερήσουν και εκτροχιάσουν τη διαδικασία.

 

 

Ιστορικό:

Δικόγραφα:

Για σκοπούς της υπό εξέταση αίτησης και μόνον, γίνεται σύντομη αναφορά, σε αδρές γραμμές, στα δικόγραφα της υπόθεσης. Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση καταχωρίστηκε την 18.4.2024 και μ’ αυτήν ο Αιτητής εξαιτείται ως ακολούθως:

 

«1.     Δια οφειλόμενα ενοίκια ως ακολούθως:

Τα ενοίκια των μηνών από Δεκέμβριο του 2020 μέχρι και το ενοίκιο του μηνός Μαρτίου του 2024 ήτοι 40 (σαράντα) ενοίκια προς €200.00 τον μήνα ήτοι €8.000.00 ως οφειλόμενα δεδουλευμένα ενοίκια αναφορικά με το ΑΚΙΝΗΤΟ.

2.       Ενδιάμεσα οφέλη / κέρδη προς €200.00 τον μήνα από 1/04/2024 μέχρι εκκένωσης και παράδοσης κενής της κατοχής του ΑΚΙΝΗΤΟΥ στον Αιτητή.

3.       Νόμιμο τόκο επί κάθε ενοικίου από την ημέρα που αυτό καθίστατο πληρωτέο μέχρι την εξόφληση του.

 4.      Διάταγμα ή και απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να διατάσσονται οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 είτε οποιονδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει την κατοχή του ΑΚΙΝΗΤΟΥ, όπως εκκενώσουν και παραδώσουν αμέσως στον Αιτητή κενή και ελεύθερη την κατοχή του ΑΚΙΝΗΤΟΥ, λόγω του ότι αυτοί οφείλουν τα πιο πάνω στην παράγραφο Β.1. και 2 αξιούμενα ενοίκια/ποσά και παρά την αποστολή σ’ αυτούς συστημένης επιστολής αξίωσης ενοικίων ημερομηνίας 19/2/2024 και την παρέλευση άπρακτης της οριζομένης με την επιστολή ή και τον νόμο προθεσμίας και επειδή οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 συστηματικά δεν καταβάλλουν τα νομίμως οφειλόμενα και πληρωτέα ενοίκια αναφορικά με το ΑΚΙΝΗΤΟ.

5.       Έξοδα, νόμιμο τόκο επί των εξόδων και ΦΠΑ.

6.       Έξοδα επίδοσης.»

 

Ο Αιτητής δικογραφεί ότι είναι ο Διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα Γεωργίου Ι. Μιχαηλίδη στην Αίτηση Διαχείρισης Αρ. 38/1999 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ο οποίος αποβιώσας ήταν ο ιδιοκτήτης ή το πρόσωπο το νομιμοποιούμενο όπως εγγραφεί ως ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος αρ. 3 στον 4ο όροφο του ακινήτου επί της Λεωφόρου Λεμεσού 146-148, 2015 Στρόβολος, Λευκωσία (στην παρούσα αναφερόμενο ως «το επίδικο διαμέρισμα»). Το επίδικο κτίστηκε περί το έτος 1972, από τότε ήταν προς ενοικίαση και ευρίσκεται σε ελεγχόμενη περιοχή. Η Καθ’ ης η Αίτηση 1 εταιρεία ενάγεται ως κάτοχος και θέσμια ενοικιάστρια του επίδικου διαμερίσματος, το οποίο αρχικά ενοικίασε δυνάμει ενοικιαστηρίου εγγράφου ημερομηνίας 18.8.2014. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 ενάγεται ως το πρόσωπο το οποίο την 3.11.2017, ανέλαβε γραπτώς, προσωπικά μόνος ή αλληλέγγυα και κεχωρισμένα με την Καθ’ ης η Αίτηση 1, την υποχρέωση της πληρωμής των ενοικίων.

 

Η Καθ’ ης η Αίτηση 1 συστηματικά δεν καταβάλλει το μηνιαίως οφειλόμενο ενοίκιο. Ο Αιτητής απέστειλε επιστολή μέσω του δικηγόρου του, στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2, ημερομηνίας 19.2.2024, αναφορικά με οφειλόμενα ενοίκια κατά την εν λόγω ημερομηνία. Η Καθ’ ης η Αίτηση 1 κατέβαλε ορισμένα ποσά, ήτοι €400.- την 29.12.203 και την 21.2.2024 και €200.- την 11.3.2024 και την 5.4.2024.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση καταχώρισαν Απάντηση την 24.5.2024, μετά από άδεια του Δικαστηρίου και σ’ αυτήν επισυνάπτονται Χρεωστικές Σημειώσεις της Ελληνικής Τράπεζας, για την καταβολή ποσών εκ €200.-, από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 προς την κα. Α.Κ., από τον Ιανουάριο 2023 μέχρι το Μάιο 2024.

 

Με την Απάντηση τους, μεταξύ άλλων, αρνούνται ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 ανέλαβε προσωπικά από μόνος του, την υποχρέωση της πληρωμής των ενοικίων και ισχυρίζονται ότι ενεργεί ως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Καθ’ ης η Αίτηση 1. Οι Καθ’ ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι έχουν καταβάλει όλα τα οφειλόμενα ενοίκια για το επίδικο διαμέρισμα και ότι αυτά καταβάλλονται συστηματικά. Η επιστολή του δικηγόρου του Αιτητή απαντήθηκε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 2. Την 8.11.2022, επιδόθηκε την Καθ’ ης η Αίτηση 1, επιστολή από άλλο δικηγορικά γραφείο, με οδηγίες της κας. Α.Κ. ως ιδιοκτήτριας και/ή κατόχου του επίδικου, με την οποία ζητούσε να πληρωθεί το ποσό των €7.200 για καθυστερημένα ενοίκια 36 μηνών.

 

Στο παρόν στάδιο, οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν εντοπίσει αντίγραφα πληρωμών ενοικίων από την 5.1.2023 μέχρι την 10.5.2024, από τις οποίες απουσιάζουν δύο μήνες, για το Μάρτιο 2023 και τον Ιούνιο 2023. Για τους μήνες Δεκέμβριο 2020 μέχρι Δεκέμβριο 2022, οι αποδείξεις παραδόθηκαν στην Αστυνομία.

 

Ο Αιτητής καταχώρισε Απάντηση στην Απάντηση των Καθ’ ων η Αίτηση, την 5.6.2024 και μ’ αυτήν υιοθετεί τους ισχυρισμούς στην Αίτηση του και απορρίπτει τους ισχυρισμούς των Καθ’ ων η Αίτηση. Η Καθ’ ης η Αίτηση 1 ενοικίασε το επίδικο από την 1.9.2014 με ενοίκιο €200.- μηνιαίως. Από την 1.9.2014 μέχρι την 1.3.2024, έπρεπε να είχε καταβάλει ενοίκια ύψους €23.000 ενώ κατέβαλε €14.600 και οφείλει €8.400 ως υπόλοιπο οφειλόμενων ενοικίων μέχρι την 5.4.2024. Ο Αιτητής δικογραφεί με λεπτομέρεια τις πληρωμές που ισχυρίζεται ότι έκαμαν οι Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Στη συνέχεια, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι καταχώρισαν Ερωτηματολόγια Οδηγιών. Το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες ότι θα επιληφθεί αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία της υπό εξέταση αίτησης.

 

Διαδικασία:

Ερμηνεύοντας τις σχετικές πρόνοιες των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, όπως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και λαμβάνοντας υπόψην ότι δεν πρόκειται για την ουσία της υπόθεσης αλλά για ενδιάμεσο αίτημα, έκρινα ότι η παρουσία Παρέδρων δεν είναι αναγκαία. Το Δικαστήριο συνεδρίασε με μονομελή σύνθεση.

 

Νομική και δικονομική πτυχή:

Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας:

            Οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζονται σε υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δυνάμει του Κανονισμού 12(α) [1] των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983, ως αυτοί έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα. Η αναφορά σήμερα είναι για τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας 2023.

 

Μέρος 3:

            Το Μέρος 3 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, αφορά τις εξουσίες του Δικαστηρίου σε σχέση με τη διαχείριση υποθέσεων και εξόδων. Το Μέρος 3.1 προνοεί ότι ο κατάλογος εξουσιών στον εν λόγω Κανονισμό, «είναι πρόσθετος οποιωνδήποτε εξουσιών παρέχονται στο δικαστήριο από οποιονδήποτε άλλο κανονισμό η οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία ή οποιεσδήποτε εξουσίες δυνατόν αυτό να διαθέτει διαφορετικά.» Το δε Μέρος 3.3, προνοεί για την εξουσία διαγραφής δικογράφου:

 

«(1)    Στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό 3.4, αναφορά σε δικόγραφο περιλαμβάνει αναφορά και σε μέρος δικογράφου.

 

(2)      Το δικαστήριο δύναται να διαγράψει δικόγραφο αν διαπιστώσει ότι:

(α)      το δικόγραφο δεν αποκαλύπτει εύλογη αιτία έγερσης απαίτησης ή υπεράσπισης ·

(β)      το δικόγραφο συνιστά κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ή διαφορετικά ενδέχεται να παρεμποδίσει τη δίκαιη διεκπεραίωση της διαδικασίας ή

(γ)      υπήρξε παράλειψη συμμόρφωσης με κανονισμό ή δικαστικό διάταγμα.

 

(3)      Όταν το δικαστήριο διαγράφει δικόγραφο, δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε παρεπόμενο διάταγμα θεωρεί κατάλληλο.

 

(4)      Όταν:

(α)      το δικαστήριο έχει διαγράψει δικόγραφο του ενάγοντα·

(β)      ο ενάγων έχει διαταχθεί να καταβάλει έξοδα στον εναγόμενο · και

(γ)      προτού ο ενάγων καταβάλει αυτά τα έξοδα, καταχωρίζει νέα απαίτηση εναντίον του ίδιου εναγομένου, η οποία προκύπτει από γεγονότα τα οποία είναι ταυτόσημα ή ουσιωδώς ταυτόσημα με εκείνα τα οποία σχετίζονται με την απαίτηση στην οποία διαγράφθηκε το δικόγραφο, το δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση του εναγόμενου, αναστείλει τη νέα αυτή απαίτηση μέχρι να καταβληθούν τα έξοδα της πρώτης απαίτησης.

 

(5)      η παράγραφος (2) δεν περιορίζει οποιαδήποτε άλλη εξουσία του δικαστηρίου να διαγράφει δικόγραφο δυνάμει οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού.»

 

Δικόγραφα στο παρόν Δικαστήριο:

Η διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, αρχίζει με την καταχώριση Αίτησης σύμφωνα με τον Τύπο 1 ή 2 που καθορίζονται στο Παράρτημα των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών (Καν. 7(α)). Ο Τύπος 1 ακολουθείται σε περιπτώσεις για τον καθορισμό ή αύξηση ενοικίου, την ανάκτηση κατοχής και εξώσεις (Καν.7(β)). Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο κυρίως Αίτηση, αφορά σε έξωση λόγω καθυστερημένων ενοικίων. Βλέπετε επίσης τον Καν. 7(γ):

 

«(γ)    Αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με τον Τύπο 1 πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομέρειες αναφορικά με τα ακόλουθα θέματα:

(ι)       Την ενοικίαση,

(ιι)      Ηλικία, μέγεθος, κατάσταση και διευκολύνσεις του ακινήτου,

(ιιι)     Προσωπικές συνθήκες του ενοικιαστή και ιδιοκτήτη και μελών των οικογενειών τους αν σχετίζονται με την επίλυση της διαφοράς.

(δ)      Όταν η αίτηση αποσκοπεί στην ανάκτηση κατοχής ή την έξωση του ενοικιαστή, προσδιορίζονται με σαφήνεια οι λόγοι που υποστηρίζουν την έκδοση διατάγματος και κατά πόσο υπήρξε συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος για την ανάκτηση κατοχής ακινήτου ή την έξωση ενοικιαστή.

(ε)      Όταν η ανάκτηση κατοχής ακινήτου συνεπάγεται την πληρωμή αποζημιώσεων, ο αιτητής δηλώνει κατά πόσο είναι έτοιμος να πληρώσει την αποζημίωση που ορίζει ο Νόμος.

(στ)    Άλλα ουσιαστικά γεγονότα τα οποία σχετίζονται με τα επίδικα θέματα.»

 

Απάντηση, δηλαδή υπεράσπιση, καταχωρείται δυνάμει του Καν. 8, επί του Τύπου 3. Η Απάντηση καθορίζει τις θεραπείες και γεγονότα που αμφισβητούνται, θεραπείες και γεγονότα που δεν αμφισβητούνται ρητά, θεωρούνται παραδεκτά (Καν.8(α)) και εκθέτει τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία στηρίζουν την υπόθεση του Καθ’ ου η Αίτηση (Καν. 8(β)).

 

Οι περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί δεν προνοούν για την καταχώριση άλλου δικογράφου. Το Δικαστήριο αποδέχεται την καταχώριση Απάντησης στην Απάντηση, ή Ανταπάντησης (Reply), κατ’ εφαρμογήν των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Σχετικά είναι τα Μέρη 16.9 και 17.8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας 2023. Με την καταχώριση Απάντησης στην Απάντηση, συμπληρώνονται τα δικόγραφα (Μέρος 17.9).

 

Μέρος 16.9 και Μέρος 17.8:

Ο Κανονισμός 16.9 προνοεί ως εξής:

 

«(1)    Ενάγων ο οποίος δεν καταχωρίζει απάντηση στην υπεράσπιση δεν θεωρείται ότι παραδέχεται τα θέματα τα οποία εγείρονται στην υπεράσπιση.

(2)      Ενάγων, ο οποίος:

(α) καταχωρίζει απάντηση στην υπεράσπιση · αλλά

(β) παραλείπει να πραγματευτεί θέμα, το οποίο εγείρεται στην υπεράσπιση, θεωρείται ότι απαιτεί όπως το θέμα αποδειχτεί.

(3)      Όταν ο ενάγων καταχωρίζει και παραδίδει απάντηση και υπεράσπιση στην ανταπαίτηση, αυτό αποτελεί ένα έγγραφο με την υπεράσπιση στην ανταπαίτηση να ακολουθεί την απάντηση.

(4)      Όταν με την υπεράσπιση εγείρονται νέα ζητήματα, τότε ο ενάγων οφείλει να παραθέσει τη δική του εκδοχή των γεγονότων σε σχέση με αυτά τα νέα ζητήματα.»

Ο Κανονισμός 17.8 προνοεί ως εξής:

 

«(1)    Αν ενάγων καταχωρίζει απάντηση στην υπεράσπιση, ο ενάγων οφείλει να παραδώσει την απάντηση στους άλλους διαδίκους αμέσως μετά την καταχώριση της. Ο ενάγων καταχωρίζει απάντηση, εντός 14 ημερών, από την παράδοση σε αυτόν της υπεράσπισης.

(2)      Όταν ο ενάγων παραδίδει απάντηση και υπεράσπιση σε ανταπαίτηση, η απάντηση και η υπεράσπιση σε ανταπαίτηση πρέπει να αποτελούν ένα έγγραφο και η υπεράσπιση στην ανταπαίτηση πρέπει να ακολουθεί.»

 

Μέρος 16.15:

Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται στο Μέρος 3.3 (πιο πάνω) και στο Μέρος 16.15 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Το δεύτερο αφορά αντιφατικά δικόγραφα και προνοεί ως ακολούθως:

 

«(1)    Εκτός μέσω τροποποίησης όπου χορηγήθηκε άδεια τροποποίησης, το δικόγραφο που προκύπτει δεν πρέπει να εγείρει νέα βάση απαίτησης ή να περιέχει ισχυρισμό γεγονότος, ο οποίος είναι ασύμβατος με προηγούμενο δικόγραφο του διαδίκου ο οποίος εγείρει τη νέα βάση απαίτησης ή εγείρει το νέο ισχυρισμό γεγονότος.»

 

Παραγραφή:

Ο περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμος του 2012, Ν.66(Ι)/2012, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, εφαρμόζεται σε «Αγωγές», ορισμός ο οποίος έχει την έννοια που του αποδίδεται από τον περί Δικαστηρίων Νόμο, Ν.14/60, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, και περιλαμβάνει Ανταπαίτηση (βλέπετε άρθρο 2 του Ν.66(1)/2012). «Αγωγή» σημαίνει πολιτική διαδικασία με την οποία εγείρεται απαίτηση (άρθρο 2 του περί Δικαστηρίων Νόμου). Ο γενικός χρόνος παραγραφής είναι δέκα έτη αφότου συμπληρώθηκε η βάση της Αγωγής (άρθρο 4 του Ν.66(Ι)/20212).

 

Κρίση:

Με την κυρίως Αίτηση, ο Αιτητής ζητεί την έκδοση Διατάγματος έξωσης της Καθ’ ης η Αίτηση 1, λόγω οφειλόμενων ενοικίων από το Δεκέμβριο 2020 μέχρι το Μάρτιο 2024 και ταυτόχρονα, ζητεί την έκδοση απόφασης για τα εν λόγω ενοίκια και για ενδιάμεσα οφέλη από τον Απρίλιο 2024 μέχρι παράδοσης της κατοχής. Με την Απάντηση στην Απάντηση, ο Αιτητής δεν μεταβάλλει μήτε τη θέση του μήτε την απαίτηση του. Τα επίδικα θέματα, όπως εγείρονται στην κυρίως Αίτηση, δεν έχουν αλλάξει. Αυτό το οποίο κάνει ο Αιτητής, είναι να καταγράψει τις πληρωμές στις οποίες έπρεπε να είχαν προβεί οι Καθ’ ων η Αίτηση από την έναρξη της ενοικίασης το 2014 και τις πληρωμές στις οποίες όντως προέβησαν, κατά τους ισχυρισμούς του, ώστε κατ’ ακολουθίαν, από το σύνολο των μηνών της ενοικίασης από της έναρξης της, αυτές καλύπτουν μέχρι τον Νοέμβριο 2020. Δεν απαιτεί ενοίκια από το 2014, ούτε από το 2015, συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα παραγραφής του αγωγίμου δικαιώματος του. Κατ’ ακολουθίαν και επιπλέον, δεν τίθεται ζήτημα αντιφατικών ισχυρισμών.

 

Περαιτέρω, το ποσό το οποίο δικογραφεί ο Αιτητής, στην παράγραφο 9 της Απάντησης στην Απάντηση, ως οφειλόμενο υπό των Καθ’ ων η Αίτηση, είναι μεν μεγαλύτερο από το ποσό το οποίο δικογραφεί στην παράγραφο Β1 της κυρίως Αίτησης, αλλά αυτό περιλαμβάνει, όπως καταγράφεται, το ενδιάμεσο όφελος τουλάχιστον ενός ακόμα μηνός, δηλαδή του Απριλίου 2024. Τα ενδιάμεσα οφέλη απαιτούνται στην κυρίως Αίτηση. Δεν πρόκειται για νέα αξίωση. Το Δικαστήριο δεν διαπιστώνει μεταβολή ή αντίθεση στις δικογραφημένες θέσεις και απαιτήσεις του Αιτητή.

 

Διευκρινίζεται ότι, σε περίπτωση που το ποσό το οποίο καταγράφεται στην Απάντηση στην Απάντηση, αποδειχθεί είτε λανθασμένο είτε μεγαλύτερο του δικογραφημένου στην Αίτηση, ασφαλώς δεν θα αποδοθεί. Αυτό όμως είναι ζήτημα που θα εξεταστεί κατά την ακροαματική διαδικασία επί της ουσίας της υπόθεσης.

 

Η νομολογία προστάζει ότι διατάζεται η διαγραφή δικογράφου, εκτός όπου αυτό είναι αναντίλεκτα ανυπόστατο. Ο έντιμος Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως ήταν τότε, κ. Γ.Μ. Πικής, στην αυθεντία In re Pelmako Development Ltd., (1991) Α.Α.Δ. 246, είπε, στη σελίδα 253: «… η διαγραφή αίτησης για διάλυση, όπως και κάθε αίτημα για διαγραφή δικογράφου, συνιστά εξαιρετικό μέτρο το οποίο δικαιολογείται μόνο όταν αδιαμφισβήτητα το δικόγραφο στερείται νομικού ή πραγματικού ερείσματος… η επίκληση της συμφυούς εξουσίας του δικαστηρίου για τη διαγραφή δικογράφου, ασκείται με εξαιρετική φειδώ και μόνο εφόσον διαπιστώνεται ότι το δικόγραφο συνιστά κατάχρηση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου, δηλαδή, χρήση των μέσων του δικαίου για αλλότριους σκοπούς». Βλέπετε επίσης στη σελίδα 255 της ιδίας αυθεντίας: «Η διαγραφή δικογράφου, και ιδιαίτερα δικογράφου με το οποίο διάδικος επικαλείται την άσκηση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου, αποτελεί εξαιρετικό μέτρο το οποίο δικαιολογείται μόνο εφόσον το δικόγραφο κρίνεται αναντίλεκτα ανυπόστατο».

 

Σχετικές είναι και οι αυθεντίες Δημοκρατία v. Γεωργίου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 704 και Nur Celik Sanayi Ve Ticaret A.S. κ.ά. v. Πλοίου Marwa M κ.ά. (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 1159. Επιπλέον, η διαπίστωση της ύπαρξης λόγων για διαγραφή δικογράφου ανάγεται κατά κύριο λόγο, στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (βλέπετε σχετικά την In re Pelmako Development Ltd., πιο πάνω, στη σελίδα 257). 

 

Ακόμα, με βάση τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας ως αυτοί ίσχυαν μέχρι την 31.8.2023, το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να διατάξει την τροποποίηση δικογράφου αντί της έκδοσης απόφασης χωρίς να ακούσει μαρτυρία εκατέρωθεν, ή της διαγραφής του, όπου φαίνεται ότι στοιχειοθετείται η θέση πως το δικόγραφο είναι επιπόλαιο και δεν αποκαλύπτει βάση αγωγής ή υπεράσπιση [2]. Μνεία στην ευχέρεια αυτή, γίνεται στην αυθεντία Λοϊζος Λουκά & Υιοί Λτδ v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε., (1999) 1(Β) Α.Α.Δ. 1316, στη σελίδα 1327. Ακόμα, στη σελίδα 1326:

 

«Προκύπτει από την εξέταση της νομολογίας ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν στέργει σε ικανοποίηση αιτήματος για απόρριψη αγωγής, για το λόγο που προβλήθηκε, παρά μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται ότι: (1) πράγματι το δικόγραφο του ενάγοντα δεν περιέχει, έξω από κάθε αμφιβολία, αιτία αγωγής και (2) η αγωγή δεν μπορεί να διασωθεί ύστερα από τροποποιήσεις που μπορεί νόμιμα το δικαστήριο να επιτρέψει. Διαφορετικά θα έμενε κενό γράμμα το συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα εκάστου να προσφύγει στο δικαστήριο για διάγνωση των δικαιωμάτων του σε συγκεκριμένη διαφορά. Από την επισκόπηση της νομολογίας διαφαίνεται μια σταθερή τάση φειδωλής χρήσης της εξουσίας για απόρριψη αγωγής, που όπως η παρούσα, βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα».

 

Στην Αγγλική αυθεντία Steeds and Another v. Steeds and Another, 22 Q.B.D. 537, στα πλαίσια αίτησης για τη διαγραφή δικογράφου ως μη συνιστών υπεράσπιση, το Δικαστήριο διέταξε την τροποποίηση του. Το ίδιο διετάχθη και στην αυθεντία Griffiths v. London and St. Katharine Docks Company, 13 Q.B.D. 259. Στη σελίδα 542 της απόφασης του Δικαστή Wills από την πρώτη αυθεντία πιο πάνω, καταγράφονται τα ακόλουθα: We think, therefore, that we cannot strike out this defence as we are invited to do. It seems to us that it must be good for a part of the claim at all events. But we think the statement of defence defective, and that Mr. Bullen ought to amend by a further statement of the material facts, and our order is that the statement of defence be amended accordingly, and if that be not done within ten days, the plaintiff be at liberty to sign judgment for half the amount claimed.”

 

Είναι η κρίση μου ότι η Απάντηση στην Απάντηση δεν είναι δικόγραφο το οποίο δεν αποκαλύπτει εύλογη αιτία έγερσης απαίτησης ή υπεράσπισης. Αυτή δεν συνιστά κατάχρηση Δικαστικής διαδικασίας, ούτε ενδέχεται να παρεμποδίσει τη δίκαιη διεκπεραίωση της διαδικασίας. Είναι η κρίση μου ότι η Απάντηση στην Απάντηση δεν αποκαλύπτει παράλειψη συμμόρφωσης με Κανονισμό ή Δικαστικό Διάταγμα.

 

Απόφαση:

            Υπό το φως όλων των ανωτέρω, ασκώντας τη διακριτική μου ευχέρεια, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η έγκριση του ενώπιον μου αιτήματος. Οι λόγοι ένστασης επιτυγχάνουν και η υπό εξέταση αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Ελλείψει ειδικών και/ή άλλων περιστάσεων, τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή στην κυρίως Αίτηση και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 στην κυρίως Αίτηση, αλληλεγγύως και κεχωρισμένως, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Γραμματέα και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €2.000 - €10.000.

 

(Υπ.)                                                  

Λ.Σ. Καμμίτση          

Πρόεδρος                 

Πιστόν Αντίγραφον

           

Γραμματέας

 

ΛΣΚ/ΕΠ

 

 



[1] «12(α) Εκτός αν άλλως προβλέπεται στο Νόμο ή στους Κανονισμούς αναφορικά με τη διεξαγωγή της διαδικασίας τη λήψη μαρτυρίας και τη διασφάλιση του κύρους του δικαστηρίου εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Δικαστηρίων Νόμου, 1960 και των Θεσμών με τις αναγκαίες προσαρμογές για να συνάδουν με τους σκοπούς του Νόμου.»

 

[2] White Book, σελίδα 576: “Amendment.- The Court will generally give leave to amend a defect in pleading rather than give judgment in ignorance of facts which ought to be known before rights are definitely decided (Steeds v. S., 22 Q.B.D. p. 542; and see Reid v. Hooley, 13 T.L.R. 398; Edwards v. Pneumatic Tyre Co., 16 T.L.R. 309; Thornhill v. Weeks, [1913] 1 Ch. 438). Leave was given to amend after an argument under this Rule in Griffiths v. London and St. K. Docks Co., 13 Q. B. D. p. 261, n. (2). But unless there is reason to suppose that the case can be improved by amendment, leave will not be given (Hubbuck v. Wilkinson, [1899] 1 Q.B. p. 94, C.A.)”.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο