O.M.Z.P. ν. Π.Π., Αρ. Αίτησης: 131/2023, 30/4/2025
print
Τίτλος:
O.M.Z.P. ν. Π.Π., Αρ. Αίτησης: 131/2023, 30/4/2025

 

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Σ. Νεοφύτου, Δ.

 

                                                                                        Αρ. Αίτησης: 131/2023 (i)

Μεταξύ:

O.M.Z.P.

                                                                                                               Αιτήτριας

Και

 

Π.Π.

                    Καθ’ ου η αίτηση

Ημερομηνία:    30 Απριλίου 2025

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Αιτήτρια: Χ. Ματθαίου (κα)

Για τον Καθ’ ου η αίτηση:  Α. Τζίρτη (κα)

 

 ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Οι διάδικοι είναι σύζυγοι και από τον γάμο τους απέκτησαν δύο τέκνα, την Α. και τον Κ., ηλικίας σήμερα 17 και 10 ετών αντίστοιχα. Από το Δεκέμβριο του 2022 βρίσκονται σε διάσταση και έκτοτε η Αιτήτρια διαμένει με τα παιδιά στη συζυγική οικία.

 

Αντικείμενο της παρούσας απόφασης αποτελεί το αίτημα της Αιτήτριας για τον καθορισμό της συνεισφοράς του Καθ’ ου η αίτηση στα έξοδα διατροφής και συντήρησης των ανήλικων τέκνων τους. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια με εναρκτήρια αίτηση ημερομηνίας 25.04.23 ζητά την έκδοση διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται ο Καθ’ ου η αίτηση να της καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των €1.240.

 

Στις 22.09.2023, μετά από ακρόαση εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα με το οποίο ο Καθ’ ου η αίτηση διατάχθηκε να καταβάλλει στην Αιτήτρια μηνιαίως από 01.09.2023, την πρώτη ημέρα κάθε επόμενου μηνός, το ποσό των €400 ως συνεισφορά του στην διατροφή και συντήρηση των ανήλικων τέκνων του. 

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη με την καταχώριση έγγραφης μαρτυρίας, στην βάση της Δ.30 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Οι διάδικοι κατέθεσαν τη μαρτυρία τους υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων, επί των οποίων αμφότεροι επισύναψαν τα αναγκαία κατά την κρίση τους τεκμήρια προς απόδειξη των ισχυρισμών τους.

 

Η ακρόαση ολοκληρώθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων των διαδίκων.

 

Νομική Πτυχή

 

Σύμφωνα με το άρθρο 33 (1) του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Νόμος 216/90) οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του. Καθιερώνεται έτσι η αρχή της υποχρέωσης και των δύο γονέων για την από κοινού διατροφή των ανήλικων τέκνων τους, αναλόγως των δυνάμεων τους (Π. Μαρκουλίδη v. Α. Μαρκουλίδη κ.α (1998) 1 ΑΑΔ 1386).

 

Το άρθρο 37 (1) του Νόμου αναφέρει ότι η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου, ενώ το άρθρο 37 (2) του Νόμου ορίζει ότι η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευσή του.

 

Η εκατέρωθεν μαρτυρία θα αξιολογηθεί λαμβάνοντας υπόψη τις παραμέτρους που θέτουν τα άρθρα 33 (1) και 37 του Νόμου, ήτοι  τις ανάγκες του δικαιούχου και τις δυνάμεις των υπόχρεων γονέων. Έτσι, οι ισχυρισμοί των διαδίκων που σχετίζονται με την υπαιτιότητα και τους λόγους κατάρρευσης του γάμου τους και τις διαφορές τους αναφορικά με την άσκηση της  γονικής μέριμνας των παιδιών, δεν θα ληφθούν υπόψη, ως άσχετοι με τα επίδικα θέματα, χωρίς βεβαίως να σημαίνει ότι αυτοί αγνοούνται.

 

Οικονομικές Δυνάμεις Διαδίκων

 

Αρχικά θα εξετάσω την οικονομική ικανότητα και δυνατότητα των διαδίκων, αντλώντας καθοδήγηση από τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία στη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων για καθορισμό της συνεισφοράς στη διατροφή ανηλίκων, οι γονείς έχουν την υποχρέωση  να προβαίνουν σε πλήρη και αληθινή αποκάλυψη των οικονομικών τους πόρων και δυνατοτήτων, έτσι ώστε να καθορίζεται ανάλογα και η υποχρέωση τους για καταβολή ενός ποσού ως συνεισφορά τους στα έξοδα διαβίωσης των τέκνων τους.

 

Στην υπόθεση Δημητρίου V. Περδίου (2005) 1 Α.Α.Δ.1418 αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Όπως έχει η σχετική Νομοθετική διάταξη  (αρ.33(1) Ν.216/1990) η υποχρέωση για διατροφή των ανηλίκων τέκνων μιας οικογένειας ανήκει και στους δύο γονείς, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του καθενός. Έχουν και οι δύο υποχρέωση όπως προβαίνουν σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των πραγματικών τους εισοδημάτων και όχι μόνο των εξόδων τους. Στην υπόθεση Ette v. Ette (1965) 1 AII E.R. 341, 346 έχει λεχθεί ότι όταν ο καθ’ ου η αίτηση δεν προβαίνει ο ίδιος σε ειλικρινή και πλήρη αποκάλυψη σχετικά με την οικονομική του κατάσταση, τότε το Δικαστήριο μπορεί λαμβάνοντας υπόψη την φύση του επαγγέλματος του και το τι κερδίζουν οι άλλοι στο ίδιο επάγγελμα, να υπολογίσει ότι ο καθ’ ου η αίτηση έχει ψηλότερα, απ’ ότι ισχυρίζεται, εισοδήματα. Η αρχή αυτή συνάδει και με τον κανόνα ότι εκεί που κάποιος έχει την αποκλειστική γνώση των γεγονότων, οφείλει να τα αποδείξει. (βλ. Tarapoulouzis v. District Officer (1962) C.L.R. 91 και Μαρκουλίδης V. Μαρκουλίδη κ.α (1998) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1386,1390) Επομένως, σε υποθέσεις διατροφής των ανηλίκων τέκνων μια οικογένειας, η οικονομική δυνατότητα του καθενός από τους γονείς δεν είναι θέμα που πρέπει να αποδεικνύεται από τον αιτητή ή την αιτήτρια, ανάλογα με την περίπτωση αλλά θέμα αληθινής αποκάλυψης από τους ίδιους τους γονείς, των αντιστοίχων εισοδημάτων τους. Το δε Δικαστήριο προβαίνει σε πλήρη έρευνα αυτών των στοιχείων. Περαιτέρω αναφέρουμε ότι από σχετική νομολογία φαίνεται ότι το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη όχι μόνο τα πραματικά εισοδήματα αλλά και την ικανότητα του καθ’ ου η αίτηση να κερδίζει (his potential earning capacity) (Βλ. Klucinsky v. Klucinsky (1953) 1 All E.R. 683 και McEwan v. McEwan (1972) 2 All E.R. 708) »

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι ο Καθ’ ου η αίτηση είναι τεχνικός κλιματιστικών, εργασία την οποία αποκρύβει  από τον Φόρο Εισοδήματος, τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και το Δικαστήριο για να αποφύγει την υποχρέωση του να διατρέφει τα τέκνα του. Απορρίπτει τους ισχυρισμούς του ότι αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας που δεν του επιτρέπουν να εργαστεί και ότι είναι κατ’ επιλογήν άνεργος. Υποστηρίζει ότι είναι ικανός προς εργασία και εξ’ όσων είναι σε θέση να γνωρίζει κάνει και επιπρόσθετες εργασίες τις οποίες αποκρύβει. Δεν έχει έξοδα στέγασης εφόσον φιλοξενείται από τους γονείς του.

 

Για τις δικές της οικονομικές δυνάμεις αναφέρει ότι εργάζεται ελάχιστες ώρες ως πωλήτρια σε κατάστημα επειδή δεν έχει κάποιο συγγενικό πρόσωπο να την βοηθά με τη φροντίδα των παιδιών και η οικονομική της κατάσταση δεν της επιτρέπει να προσλάβει κάποιο πρόσωπο να προσέχει τα παιδιά.  Κατέθεσε ως τεκμήριο 2 αντίγραφο της μισθοδοσίας της. Παρά το ότι είναι κάτοχος πτυχίου στη Μηχανολογία και τα Οικονομικά, δεν μπορεί να το αξιοποιήσει λόγω του ότι δεν μιλά Ελληνικά. Ισχυρίζεται ότι ακόμα και μετά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος διατροφής ο Καθ’ ου η αίτηση συμμορφώνεται μόνο μετά την έκδοση ενταλμάτων φυλάκισης. Για να καλύψει τα έξοδα της οικογένειας δέχεται οικονομική βοήθεια από συγγενικά πρόσωπα και αναγκάζεται να δανείζεται χρήματα. Τα παιδιά σταμάτησαν κάποιες δραστηριότητες και φροντιστήρια καθότι είναι αδύνατο να καλύπτει το κόστος τους. Ο δε Καθ’ ου η αίτηση επικοινωνεί με τα παιδιά μόνο υπό την επίβλεψη Λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας, λόγω των τραυματικών εμπειριών που βίωσαν κατά το διάστημα της συμβίωσης των διαδίκων.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση στη μαρτυρία του αναφέρει ότι η Αιτήτρια εργάζεται σε πολυκατάστημα με πλήρη απασχόληση και απολαβές ύψους €1.000 μηνιαίως τουλάχιστον, πλέον υπερωρίες και επίδομα τέκνου ύψους €1.140 το χρόνο.  Διεξάγει πωλήσεις καλλυντικών και συναφών ειδών μέσω διαδικτύου και όπως η ίδια του ανέφερε, πριν από τη διάσταση στις σχέσεις τους ελάμβανε περίπου €12.000 το χρόνο. Για την εργασία αυτή διατηρεί δύο τραπεζικούς λογαριασμούς, στους οποίους εμβάζονται τα χρήματα που κερδίζει, γεγονός που αποκρύβει από το Δικαστήριο. Είναι επίσης δικαιούχος επιδόματος μονογονέα ύψους €416 μηνιαίως. Συνολικά με βάση τα λεγόμενα του, η Αιτήτρια έχει εισοδήματα περί τις €2.500 μηνιαίως.

Υποστηρίζει ότι η οικονομική κατάσταση της Αιτήτριας της επιτρέπει να καλύπτει μόνη της τα έξοδα των παιδιών και δεν χρειάζεται τη δική του συνεισφορά, εφόσον η δική του οικονομική κατάσταση  δεν του επιτρέπει να καταβάλλει οποιοδήποτε ποσό.

 

Εξηγεί ότι ο ίδιος στο παρελθόν εργαζόταν σε μια εταιρία με μηνιαίο μισθό ύψους €1.200 περίπου και ότι από τις 23.04.2023 είναι άνεργος λόγω της κατάστασης υγείας του. Αντιμετωπίζει πρόβλημα με το μάτι του και η κατάσταση του επιδεινώθηκε μετά την διάσταση των διαδίκων. Δυσκολεύεται να μεταφέρει βαριά αντικείμενα, έχει απώλεια όρασης και νόσο μικρών αγγείων εγκεφάλου με κίνδυνο σε περίπτωση έντονης σωματικής άσκησης. Αυτός είναι και ο λόγος που αναζητά πιο ελαφριά εργασία, ως η σύσταση του ιατρού.  Κατέθεσε ως τεκμήριο 1, καταστάσεις του Τμήματος Εργασίας για τα έτη 2023 και 2024 με πρώτη εγγραφή την 21.04.2023 και ως τεκμήριο 2, ιατρικές βεβαιώσεις ημερομηνίας 12.05.2023 και 16.06.2022.

 

Αρνείται ότι ουδέποτε συνείσφερε οικονομικά για τις ανάγκες των παιδιών και ισχυρίζεται ότι αγόραζε διάφορα τρόφιμα και τα άφηνε έξω από το σπίτι για να τα παραλάβει η Αιτήτρια. Της έδινε επίσης περί τα €50 μηνιαίως. Κατέθεσε ως τεκμήριο 4, φωτογραφίες από τα ψώνια που άφηνε στην πόρτα της Αιτήτριας. Από τον Απρίλιο του 2023 σταμάτησε να συνεισφέρει λόγω του ότι ήταν άνεργος.

 

Ισχυρίζεται ότι μετά τη διάσταση τους και για ένα χρονικό διάστημα διέμενε στο αυτοκίνητο του. Σήμερα διαμένει με τους γονείς του, οι οποίοι καλύπτουν τα λειτουργικά έξοδα της οικίας και καταβάλλουν στην Αιτήτρια το ποσό της διατροφής.

 

Αναφέρει επίσης ότι κατά την έγγαμη συμβίωση των διαδίκων, παρά το ότι η Αιτήτρια εργαζόταν και είχε εισοδήματα, ωστόσο δεν συνείσφερε στα έξοδα της οικογένειας αλλά ξόδευε τα χρήματα της για τις δικές της ανάγκες. Έτσι τα επωμιζόταν ο ίδιος αποκλειστικά.

 

Εξ’ αρχής τονίζω ότι  το γεγονός ότι ο ένας εκ των δύο υπόχρεων γονέων είναι δυνατόν να έχει την οικονομική ευχέρεια να συντηρεί από μόνος του τα ανήλικα τέκνα του, δεν απαλλάσσει τον άλλο υπόχρεο γονέα από την υποχρέωση του να συνεισφέρει και αυτός στο μέτρο των δικών του δυνατοτήτων και δεν αποτελεί λόγο για τη μη έκδοση ενός διατάγματος διατροφής, ως ο Καθ’ ου η αίτηση αφήνει να νοηθεί.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση παρουσιάζει τον εαυτό του άνεργο από τον Απρίλιο του 2023, χρόνο καταχώρισης της παρούσας αίτησης, με προβλήματα υγείας τα οποία δεν του επιτρέπουν να εργαστεί. Όπως προκύπτει από το τεκμήριο 2 που κατέθεσε και συγκεκριμένα την ιατρική βεβαίωση ημερομηνίας 16.06.2022, το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει υφίσταται τουλάχιστον από τον Ιούνιο του 2022, ωστόσο δεν τον εμπόδισε να εργάζεται και να καλύπτει τα έξοδα της οικογένειας, εφόσον όπως ο ίδιος αναφέρει η Αιτήτρια ουδέποτε συνείσφερε οποιοδήποτε ποσό και σπαταλούσε τα εισοδήματα της για τις δικές της ανάγκες. Από το τεκμήριο 2, την ιατρική βεβαίωση ημερομηνίας 12.05.2023 προκύπτει επίσης ότι είναι ικανός προς εργασία και ό,τι συνίσταται είναι η αποφυγή βαριάς εργασίας. Διαμένει με τους γονείς του οι οποίοι καλύπτουν αποκλειστικά τα έξοδα διαβίωσης του. Με βάση το τεκμήριο 1, είναι εγγεγραμμένος άνεργος και σε λίστα αναμονής για εξεύρεση εργασίας, γεγονός που δεν τον εμποδίζει να εργάζεται σε οποιαδήποτε μη βαριά εργασία με εισόδημα που δεν δηλώνει, ως η Αιτήτρια ισχυρίζεται.  Ενώ είναι λαλίστατος για τα εισοδήματα της Αιτήτριας, οι ισχυρισμοί του για τα δικά του εισοδήματα είναι γενικοί, αόριστοι και ατεκμηρίωτοι. Ως ο ίδιος αναφέρει, εργαζόταν σε μια εταιρεία, χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε χρόνο, με μηναίο εισόδημα ύψους €1.200 περίπου μηνιαίως, ισχυρισμός που δεν τεκμηριώνεται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο. Τα όσα Οι ισχυρισμοί αυτοί έρχονται σε αντίθεση με την εικόνα που παρουσιάζει, δηλαδή ότι πριν τη διάσταση στις σχέσεις των διαδίκων κάλυπτε αποκλειστικά όλα τα έξοδα της οικογένειας.

 

Η Αιτήτρια από την άλλη, υποστηρίζει ότι εργάζεται με καθεστώς μερικής απασχόλησης με μηνιαίο μισθό €600 και την ίδια στιγμή διατείνεται ότι καλύπτει αποκλειστικά η ίδια τα έξοδα των παιδιών ύψους €1.640. Αφήνει αναπάντητους τους ισχυρισμούς του Καθ’ ου η αίτηση περί εργασίας που της αποφέρει επιπλέον εισόδημα και ισχυρίζεται γενικά ότι λαμβάνει οικονομική βοήθεια για να ανταπεξέλθει. Αναντίλεκτοι παρέμειναν και οι ισχυρισμοί του Καθ’ ου η αίτηση ότι λαμβάνει επίδομα τέκνου ύψους €95 μηνιαίως και είναι δικαιούχος επιδόματος μονογονέα.

 

Σημειώνεται περαιτέρω η παράλειψη της Αιτήτριας να καταθέσει την ετήσια μισθοδοσία της, ούτως ώστε να διαφανεί ποια είναι η πραγματική οικονομική της κατάσταση. Με αυτό τον τρόπο θα εκπλήρωνε την υποχρέωση της και θα βοηθούσε το Δικαστήριο να διαμορφώσει μία σαφή εικόνα για τα πραγματικά της εισοδήματα. Με αυτά τα δεδομένα, η θέση της συνηγόρου του Καθ’ ου η αίτηση ότι επέλεξε να παρουσιάσει μισθοδοσία συγκεκριμένων περιόδων όπου εργάστηκε λιγότερες ώρες είναι βάσιμη. Από το τεκμήριο που κατέθεσε προκύπτει επίσης ότι λαμβάνει 13ο μισθό τον οποίο απέκρυψε.

 

Από τα όσα οι διάδικοι αναφέρουν στη μαρτυρία τους είναι εμφανές ότι δεν προβαίνουν σε πλήρη και αληθινή αποκάλυψη των πραγματικών τους εισοδημάτων, ως όφειλαν. Το γεγονός ότι ο ένας κατηγορεί τον άλλο ότι αποκρύβει εισοδήματα που λαμβάνει από επιπλέον εργασίες έχει τη σημασία του, εφόσον ως σύζυγοι που ήταν μέχρι πρότινος, προφανώς έχουν κάποια γνώση τόσο των εισοδημάτων όσο και του κύκλου εργασιών τους.  Και οι δύο ωστόσο διατηρούν σιγή ιχθύος ως προς το θέμα αυτό.

 

Υπενθυμίζω την αρχή ότι το Δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη την ικανότητα ενός ατόμου να κερδίζει, όπου αυτό είναι εφικτό και όχι μόνο τα πραγματικά του εισοδήματα.  Στην απόφαση Μαρκουλίδη (βλ. ανωτέρω), αποφασίστηκε ότι οι δυνάμεις του υπόχρεου είναι στοιχείο που στις πλείστες των περιπτώσεων, μόνο ο ίδιος γνωρίζει και εάν επιλέξει να μην βοηθήσει το Δικαστήριο στη διακρίβωση τους, τότε το Δικαστήριο οφείλει να ενεργήσει στη βάση των στοιχείων που έχει ενώπιον του για να καταλήξει σε ευρήματα. Εν προκειμένω, οι διάδικοι παρουσίασαν μία ελλιπή εικόνα για τα μηνιαία τους εισοδήματα.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι τα εισοδήματα της Αιτήτριας, συνυπολογιζόμενου και του 13ου μισθού που λαμβάνει και την επιπλέον εργασία που διεξάγει μέσω διαδικτύου, δεν μπορεί να είναι λιγότερα €1.500 μηνιαίως. Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Μάρκου ν. Kuzichava Μάρκου, Έφεση Αρ. 22/2019, 24/6/2021 και Konyalian ν. Paskulov, Έφεση Αρ. 2/20, 24/6/21 το μονογονεϊκό επίδομα, το οποίο δύναται να λαμβάνει ή εν πάση περιπτώσει δεν αποκαλύπτει ότι λαμβάνει,  πρέπει να πιστώνεται στα εισοδήματα του δικαιούχου γονέα. Το επίδομα τέκνου, με βάση τα όσα αναφέρονται στην απόφαση Μάρκου (βλ. ανωτέρω), αφαιρείται από τα έξοδα του ανηλίκου. Έτσι, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι τα εισοδήματα της Αιτήτριας είναι τουλάχιστον της τάξεως των €1.900.

 

Οι οικονομικές δυνάμεις του Καθ’ ου η αίτηση, ο οποίος υπενθυμίζω έχει κριθεί ότι είναι ικανός προς εργασία αλλά επέλεξε να μην βοηθήσει το Δικαστήριο αποκαλύπτοντας ως όφειλε τα εισοδήματα που είχε στο παρελθόν και λαμβάνοντας υπόψη τους δικούς του ισχυρισμούς ως προς την οικονομική συμβολή που είχε στα έξοδα της οικογένειας, κρίνεται ότι είναι τουλάχιστον της τάξεως των €1.500 μηνιαίως.

 

Ανάγκες  -  Έξοδα ανηλίκων:

 

Κατωτέρω θα εξετάσω τις ανάγκες των παιδιών, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής τους, λαμβάνοντας υπόψη ότι η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευση του (βλ. άρθρο 37 του Ν.216/90).

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι για τη διατροφή και συντήρηση των δύο τέκνων της απαιτείται μηνιαίως το συνολικό ποσό των €1.640. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της κατέθεσε ως τεκμήριο 3, αντίγραφα τραπεζικών συναλλαγών και ενδεικτικές αποδείξεις. Η βασική θέση του Καθ’ ου η αίτηση είναι ότι τα ποσά που καταγράφει η Αιτήτρια αναλυτικά  είναι υπέρογκα και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Προβαίνει δε σε σχολιασμό των επιμέρους κονδυλίων και καταγράφει ποια ποσά θεωρεί ο ίδιος ως λογικά. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του τα έξοδα των παιδιών μπορούν να καλυφθούν με το ποσό των €605 μηνιαίως. Είναι εμφανές ότι ο Καθ’ ου η αίτηση προσπαθεί να παρουσιάσει μειωμένες τις ανάγκες των παιδιών, σε αντίθεση με την Αιτήτρια που ως επί το πλείστον καθορίζει τα έξοδα σε λογικά επίπεδα.

 

Στο σύγγραμμα  «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ», τρίτη έκδοση, 2022, στην σελ. 766,  ο  Απόστολος  Σ. Γεωργιάδης αναφέρει αναλυτικά τι περιλαμβάνει η διατροφή του δικαιούχου, απόσπασμα το οποίο παραθέτω αυτούσιο:

 

«1.  Ανάγκες του δικαιούχου

Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του (πλήρης διατροφή: ΑΚ 1493 εδ. β΄).  Στο περιεχόμενο της διατροφής περιλαμβάνονται ειδικότερα βιοτικές ανάγκες του δικαιούχου που είτε υφίστανται πραγματικά κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής είτε μπορούν με βεβαιότητα να προβλεφθούν μελλοντικά.  Η διατροφή λοιπόν περιλαμβάνει κάθε αναγκαία βιοτική δαπάνη:  τροφή, στέγη, ένδυση, θέρμανση, φωτισμό, λοιπά λειτουργικά έξοδα της οικίας διαμονής, ψυχαγωγία, μόρφωση (π.χ. αγορά βιβλίων), διαπαιδαγώγηση, νοσηλεία και δαπάνες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, παραθέριση, συγκοινωνία και επικοινωνία.  Ιδίως περιλαμβάνονται δαπάνες θεωρητικής, επαγγελματικής ή τεχνικής μόρφωσης, ακόμη και μεταπτυχιακές σπουδές».

 

Όπως έχει υποδειχθεί από τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, το μέτρο της διατροφής δεν μπορεί να εξευρεθεί με απόλυτους αριθμούς. Η κοινή λογική και η πείρα της ζωής είναι παράγοντες οι οποίοι διαδραματίζουν ρόλο στην καλύτερη αντίληψη των γεγονότων, προς εντοπισμό των πραγματικών αναγκών συγκεκριμένων ατόμων. Οι οικονομικές ανάγκες των παιδιών δεν είναι στατικές. Το Δικαστήριο, εξετάζοντας και καθορίζοντας το εύλογο των κονδυλίων που απαιτούνται για τη διατροφή και συντήρηση του δικαιούχου, δεν είναι υποχρεωμένο να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες που να οδηγούν σε υπολογισμό με σεντς, αλλά θα πρέπει να σταθμίζει τις ανάγκες και να καταλήγει σε συμπεράσματα που θα επαναφέρουν, ή δυνατό, τα ανήλικα παιδιά σε μία πλησιέστερη κατάσταση, όπως θα ήταν εάν οι γονείς τους ζούσαν μαζί. Το Δικαστήριο δε δεσμεύεται από τη μαρτυρία των διαδίκων και οφείλει να ασχοληθεί με το εύλογο των κονδυλίων που απαιτούνται για την ικανοποίηση των αναγκών των δικαιούχων. (βλ. Μαρκουλίδης ν. Μαρκουλίδης (ανωτέρω), Κορελλίδης ν. Κορελλίδη (2012) 1 ΑΑΔ 1975, Παναγιώτου ν. Σφικτού (2001) 1 ΑΑΔ 625, Χαραλάμπους ν. Χαραλάμπους (2010) 1 (Β) ΑΑΔ 951), Α.Ι. Ζαχαρουδιού ν. Ι.Α. Ιωάννου (2000) 1 ΑΑΔ 1614).  Έτσι, κονδύλια που κατ’ ισχυρισμό απαιτούνται για την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών μπορεί να μη γίνουν αποδεκτά, είτε επειδή παρουσιάζονται αυξημένα, είτε μπορεί να κριθούν ως μη αναγκαία, με την έννοια του ότι δεν αφορούν βασικές ανάγκες διατροφής ενός τέκνου.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια δεν κατέθεσε τεκμήρια για κάθε έξοδο που ισχυρίζεται και ως εκ τούτου κάποια έξοδα δεν πρέπει να γίνουν αποδεκτά. Την ίδια στιγμή, καταγράφει την θέση του ως προς το ύψος των εξόδων αυτών, γεγονός που δεικνύει ότι αποδέχεται την ύπαρξη τους. Αδιαμφισβήτητα, τα έξοδα και οι ανάγκες των παιδιών παρουσιάζουν διακυμάνσεις και δεν είναι σταθερά κάθε μήνα. Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο εξετάζει το εύλογο των κονδυλίων και καταλήγει σε ένα λογικό και εύλογο υπό τις περιστάσεις ποσό για την κάλυψη της κάθε ανάγκης, χωρίς να είναι αναγκαίος  ο ακριβής σε κλάσμα προσδιορισμός της συνεισφοράς των υπόχρεων σε αυτά. Κάποια έξοδα όπως είναι η διατροφή, ένδυση και υπόδηση, η ψυχαγωγία, τα μεταφορικά έξοδα ή το χαρτζιλίκι των παιδιών είναι έξοδα τα οποία δεν είναι δυνατό να αμφισβητηθούν ως πραγματικό γεγονός. Στην απουσία σχετικών τεκμηρίων το Δικαστήριο εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ένα εύλογο ποσό για την κάλυψη τους.  Ωστόσο, όταν αξιώνεται συνεισφορά σε ειδικότερο κονδύλι, όπως είναι για παράδειγμα οι αθλητικές δραστηριότητες, τα  φροντιστήρια ή άλλα  σχετικά έξοδα, αυτά πρέπει να τεκμηριώνονται επαρκώς. 

 

Συνεπώς, τα κονδύλια που αφορούν στο ολοήμερο σχολείο του Κ. και στις αθλητικές δραστηριότητες, δεν μπορούν να συνυπολογιστούν στο μηνιαίο εξοδολόγιο του. Αναφορικά με τα φροντιστήρια της  Α. τα οποία επίσης δεν τεκμηριώνονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, θα λάβω υπόψη μου το ποσό των €75 το οποίο είναι παραδεκτό από τον Καθ’ ου η αίτηση. Με δεδομένο ότι τα φροντιστήρια  γίνονται για 10 μήνες το χρόνο, λαμβάνω υπόψη μου το ποσό των €63 μηνιαίως.

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι για τη διατροφή, τη σίτιση δηλαδή των παιδιών, απαιτείται το ποσό των €350 μηνιαίως, ενώ ο Καθ’ ου η αίτηση υποστηρίζει ότι απαιτείται το ποσό των €200 μηνιαίως. Λαμβάνοντας υπόψη τις ηλικίες των παιδιών, αποδέχομαι ως λογικό το ποσό των €350 μηνιαίως που ισχυρίζεται η Αιτήτρια.

 

Για την ένδυση και υπόδηση των παιδιών η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται μηνιαίως το ποσό των €80, ενώ ο Καθ’ ου η αίτηση υποστηρίζει ότι ένα ποσό της τάξεως των €30 μηνιαίως είναι υπέρ αρκετό και για τα δύο παιδιά.

 

Λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία των παιδιών και ότι η ανάγκη ένδυσης και υπόδησης στην οποία αδιαμφισβήτητα συμπεριλαμβάνεται και η αγορά σχολικού ρουχισμού είναι δεδομένη, καθημερινή και τρέχουσα, εφόσον τα παιδιά μεγαλώνουν και αναπτύσσονται με ραγδαίους ρυθμούς, κρίνω ότι το ποσό που ισχυρίζεται ότι ξοδεύει η Αιτήτρια είναι πολύ λογικό και λαμβάνεται υπόψη.

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται το ποσό των €90 μηνιαίως για τη ψυχαγωγία των παιδιών, τις εκδρομές και παιχνίδια τους, ποσό το οποίο κρίνεται εύλογο και λαμβάνεται υπόψη. Απορρίπτονται οι ισχυρισμού του Καθ’ ου η αίτηση ότι το κονδύλι αυτό δεν υφίσταται, εφόσον η ανάγκη των παιδιών να ψυχαγωγούνται με διάφορους τρόπους και ταυτόχρονα να κοινωνικοποιούνται με άλλα άτομα της ηλικίας τους, να λαμβάνουν μέρος σε διάφορες δράσεις και εκδηλώσεις του σχολικού τους περιβάλλοντος και να περνούν χρόνο με τους φίλους τους εκτός της οικίας και του σχολείου τους είναι δεδομένη και αδιαμφισβήτητη.

 

Για τα έξοδα βιβλιοπωλείου και γραφικής ύλης η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι απαιτείται το ποσό των €50 μηνιαίως. Ο Καθ’ ου η αίτηση υποστηρίζει ότι επαρκούν €10 μηνιαίως. Η αγορά βιβλίων και γραφικής ύλης είναι ανάγκη άμεσα συνυφασμένη με την εκπαίδευση των παιδιών. και κρίνεται ως εύλογο το ποσό των €30 μηνιαίως.

 

 Για τα δώρα γενεθλίων των παιδιών αποδέχομαι ότι επαρκεί το ποσό των €20  μηνιαίως, ως η Αιτήτρια ισχυρίζεται.

 

Αναφορικά με τα λειτουργικά έξοδα της οικίας στην οποία διαμένουν τα παιδιά με την Αιτήτρια, η τελευταία ισχυρίζεται ότι η αναλογία των παιδιών στα έξοδα διαδικτύου ανέρχεται σε €20, ποσό το οποίο δεν αμφισβητείται από τον Καθ’ ου η αίτηση και κρίνεται λογικό. Η αναλογία των παιδιών στην κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος, θέρμανσης και νερού καθορίζεται από την Αιτήτρια στο ποσό των €200 και το τηλέφωνο της Α. στο ποσό των €20 μηνιαίως.  Ο Καθ’ ου η αίτηση απορρίπτει τα πιο πάνω ποσά και ισχυρίζεται ότι για το μεν τηλέφωνο επαρκεί το ποσό των €10 και για το ρεύμα, την θέρμανση και το νερό επαρκούν €80 μηνιαίως.

 

Προς απόδειξη των ισχυρισμών της, η Αιτήτρια κατέθεσε ως τεκμήριο 3, αποδείξεις πληρωμής νερού και ηλεκτρισμού.  Με βάση τα τεκμήρια αλλά και την πείρα της ζωής,  για την αναλογία των παιδιών στην κατανάλωση ρεύματος  κρίνεται ότι επαρκεί μηνιαίως το ποσό των  €100 και το ποσό των €12 μηνιαίως για την κατανάλωση νερού. Εύλογο κρίνεται και το ποσό που η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται για το τηλέφωνο της Α, ήτοι €20 μηνιαίως. Συνολικά δηλαδή, για όλες τις πιο πάνω ανάγκες απαιτείται το ποσό των €152.

 

Για τα έξοδα αισθητικού της Α., λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία της και την ανάγκη κάθε έφηβου κοριτσιού να περιποιείται τον εαυτό του, κρίνεται ότι επαρκεί το ποσό των €20 μηνιαίως.

 

Αναφορικά με το κονδύλι των διακοπών, το οποίο η Αιτήτρια συμπεριλαμβάνει στο αναλυτικό εξοδολόγιο των παιδιών, δεν προτίθεμαι να συνυπολογίζω κάποιο ποσό εφόσον κρίνω ότι ο κάθε γονέας πρέπει να επωμίζεται ο ίδιος το κόστος των δικών του επιλογών για το πως θα περάσει τις καλοκαιρινές ή άλλες διακοπές με τα παιδιά του.

 

Για τα έξοδα διακίνησης των παιδιών,  η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι μηνιαίως απαιτείται το ποσό των €200. Ο Καθ’ ου η αίτηση από την άλλη υποστηρίζει ότι €50 μηνιαίως επαρκούν για να καλύψουν αυτή την ανάγκη.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι στα μεταφορικά έξοδα των παιδιών συμπεριλαμβάνεται και η καθημερινή τους μεταφορά στο σχολείο, στις απογευματινές τους δραστηριότητες αλλά και στις κοινωνικές εξόδους ψυχαγωγίας,  κρίνω ως εύλογο το ποσό των €100 μηνιαίως.

 

Για το χαρτζιλίκι των παιδιών η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι απαιτείται το ποσό των €140 μηνιαίως ενώ ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίζεται ότι επαρκεί το ποσό των €50. Σε αντίθεση με τους διαδίκους, κρίνεται ότι για την ανάγκη αυτή επαρκεί μηνιαίως το ποσό των €100.

 

Τέλος, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι για έκτακτα έξοδα των παιδιών ξοδεύει το ποσό των €20 μηνιαίως.  Ο Καθ’ ου η αίτηση δεν σχολιάζει το έξοδο αυτό. Παρά το ότι η Αιτήτρια δεν εξειδικεύει με τη μαρτυρία της σε τι αφορά το ποσό αυτό, θα το συμπεριλάβω στο μηνιαίο εξοδολόγιο των παιδιών, εφόσον είναι λογικό και αναμενόμενο καθημερινά να προκύπτουν πολλά άλλα απρόβλεπτα και έκτακτα έξοδα, τα οποία δεν είναι δυνατό να συμπεριληφθούν εξαντλητικά σε ένα διάταγμα διατροφής, έξοδα τα οποία συνήθως καλείται να καλύψει ο γονέας με τον οποίο διαμένουν τα παιδιά, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου οι διάδικοι αδυνατούν να επικοινωνήσουν έστω και για τυπικά θέματα που τα αφορούν και επιλέγουν τη δικαστική οδό για να τα επιλύσουν, όπως συμβαίνει και στην υπό κρίση περίπτωση.

 

Με βάση όλα όσα έχω αναφέρει, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι το συνολικό μηνιαίο ποσό που απαιτείτο για την κάλυψη των εξόδων διατροφής, συντήρησης και  εκπαίδευσης  των ανήλικων τέκνων των διαδίκων ανέρχεται στο ποσό των €1.025 μηνιαίως. Αφού αφαιρεθεί το ποσό των €95 που η Αιτήτρια λαμβάνει και/ή δύναται να λαμβάνει, ως έχει ήδη αναλυθεί, ως επίδομα τέκνου (βλ. ανωτέρω απόφαση Μάρκου) το ποσό ανέρχεται σε €930.

 

Το ποσό αυτό θα πρέπει να τα επωμιστούν οι διάδικοι, ο κάθε ένας  ανάλογα με τις δυνάμεις του. Όπως έχω ήδη αναφέρει, η εισοδηματική ικανότητα του Καθ’ ου η αίτηση είναι τουλάχιστον της τάξεως των €1.500 μηνιαίως και της Αιτήτριας τουλάχιστον της τάξεως των  €1.900.   

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις εισοδηματικές δυνάμεις των διαδίκων, όπως αυτές έχουν καθοριστεί ανωτέρω και ότι η υποχρέωση διατροφής ανηλίκων προηγείται κάθε άλλης οικονομικής υποχρέωσης του υπόχρεου προς διατροφή, κρίνεται ότι το εν ισχύ προσωρινό διάταγμα διατροφής πρέπει να συνεχίσει να ισχύει, υπό τη μορφή όμως τελικού διατάγματος.

 

Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη ότι η εναρκτήρια αίτηση καταχωρίστηκε στις 23.04.2023 και το προσωρινό διάταγμα εκδόθηκε από 01.09.2023 και συνεπώς δεν υπήρχε ρύθμιση με δικαστικό διάταγμα για την περίοδο που μεσολάβησε, το ποσό των €400 μηνιαίως  θα ισχύσει και για τους τέσσερις μήνες που αφορούν την περίοδο αυτή (ήτοι Μάιος, Ιούνιος, Ιούλιος και Αύγουστος του 2023). Ο ίδιος ο Καθ’ ου αίτηση παραδέχτηκε ότι από τον Απρίλιο του 2023 σταμάτησε να συνεισφέρει οποιοδήποτε ποσό για τα έξοδα των παιδιών.

 

Συνακόλουθα, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο διατάσσεται ο Καθ’ ου η αίτηση όπως, από 01.05.25 και την πρώτη ημέρα κάθε επόμενου μήνα, καταβάλλει στην Αιτήτρια το ποσό των €400, ως η συνεισφορά του για τη διατροφή και συντήρηση των ανήλικων τέκνων του Α. και Κ.

 

Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο ο Καθ’ ου η αίτηση διατάσσεται όπως καταβάλει στην Αιτήτρια το ποσό των €1.600, ως αναδρομικό ποσό διατροφής για την περίοδο από την καταχώριση της εναρκτήριας αίτησης μέχρι την έκδοση του προσωρινού διατάγματος.

 

Τας έξοδα ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση,. Τα έξοδα της συνηγόρου του Καθ’ ου η αίτηση να καλυφθούν από την εγκριθείσα Νομική Αρωγή με αρ. 107/23.

 

 

 

                                                                    (Υπ.)…………………….

                                                                                       Σ. Νεοφύτου, Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο