
ΣΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χ. Πογιατζή, Δ.
Αρ. Αίτησης: 238/16
Μεταξύ:
Μ.Β. από την Λεμεσό
Αιτητής
- και -
Θ.Χ’’Π. από την Λεμεσό
Καθ’ ης η Αίτηση
Αίτηση Παρακοής, ημερομηνίας 09/05/2024
Ημερομηνία: 16ην Μαϊου 2025
Εμφανίσεις:
Για Αιτητή: κ. Κυριάκος Κωμοδρόμος
Για Καθ’ ης η Αίτηση։ κα Θέκλα Χαραλάμπους για Χαραλάμπους & Χρίστου Δ.Ε.Π.Ε.
Καθ’ ης η Αίτηση παρούσα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(I) ΠΡΟΟΪΜΙΟ։
1. Με την υπό εκδίκαση Αίτηση, ο Αιτητής αξιώνει την έκδοση διατάγματος του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η σύλληψη, φυλάκιση, επιβολή προστίμου ή κατάσχεση περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, λόγω της παράλειψης της να συμμορφωθεί προς το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 13/12/2018 και να παραδώσει και/ή επιτρέψει στον Αιτητή να έχει επικοινωνία με την ανήλικη θυγατέρα του Ν.Β. στις ακόλουθες ημερομηνίες: Στις 19/08/2019, 14/08/2023, 20/01/2024, 22/01/2024, 24/01/2024, 01/02/2024, 03/02/2024, 05/02/2024, 17/02/2024, 28/02/2024, 02/03/2024, 04/03/2024, 06/03/2024, 14/03/2024, 16/03/2024, 20/03/2024, 27/03/2024, 30/03/2024, 01/04/2024, 10/04/2024, 13/04/2024, 09/12/2023, 08/01/2024, 31/01/2024, 07/02/2024 και 18/03/2024.
2. Νομικό βάθρο της αίτησής του Αιτητή αποτελούν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.42 Α, θ.1, 2,3,6,7,12, Δ.48 θ.1 και 2, το άρθρο 42 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, ο περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικός Κανονισμός του 1990, Κ.3,9 και 11 και οι Γενικές και Συμφυείς Εξουσίες του Δικαστηρίου.
3. Η αίτηση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση του Αιτητή ημερομηνίας 09/05/2024 στην οποία περιγράφει τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζει την υπόθεση του. Στις 02/10/2024 η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρησε την ένσταση της στην οποία παραθέτει τρείς λόγους ένστασης και η οποία υποστηρίζεται από την συνοδευτική ένορκη δήλωση της, στην οποία αναλύει τους ισχυρισμούς της προβάλλοντας την δική της εκδοχή γεγονότων.
4. Η ακρόαση της παρούσης διεξήχθη με την υποβολή των γραπτών αγορεύσεων των συνηγόρων των μερών, χωρίς να υπάρξει αίτημα για αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων εκ μέρους οποιασδήποτε πλευράς, ενώ ούτε αυτοί προέβησαν σε οποιαδήποτε καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Την επιχειρηματολογία των ευπαίδευτων συνηγόρων των διαδίκων λαμβάνω σοβαρά υπόψη μου για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης.
(II) ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ։
5. Αρχικά, ο Αιτητής αναφέρει ότι στις 13/12/2018 εκδόθηκε διάταγμα από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού, με το οποίο ρυθμίστηκε η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του με την ανήλικη θυγατέρα του Ν.Β. ως ακολούθως:
«Α.(i) Την πρώτη εβδομάδα με έναρξη την 17.12.2018, Τετάρτη από η ώρα 2.00 μ.μ. μέχρι τις 8.00 μ.μ. και Σάββατο στις 11.00 π.μ. μέχρι και την Κυριακή στις 6.00 μ.μ. με διανυκτέρευση και
(ii) Την δεύτερη βδομάδα με έναρξη την 07/01/2019, Δευτέρα από τις 2.00 μ.μ. μέχρι τις 8.00 μ.μ. και Τετάρτη από τις 2.00 μ.μ. μέχρι τις 8.00 μ.μ. και ούτω καθ’ εξής και εναλλάξ κάθε επόμενη βδομάδα.
Β. Κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οι διάδικοι θα έχουν το παιδί τους έκαστος εκ περιτροπής με τον άλλο, κατ’ έτος μία από τις ακόλουθες περιόδους։
(i) από 24 Δεκεμβρίου η ώρα 11.00 π.μ.-26 Δεκεμβρίου η ώρα 6.00 μ.μ.
ή
(ii) από 30 Δεκεμβρίου η ώρα 11.00 π.μ. -1η Ιανουαρίου η ώρα 6.00 μ.μ.
Τον πρώτο χρόνο έκδοσης του διατάγματος ο Καθ’ ου η Αίτηση θα ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του την 2η πιο πάνω περίοδο.
Όταν η ανήλικη θα είναι με την Αιτήτρια, το δικαίωμα επικοινωνίας του Καθ’ ου η Αίτηση θα αναστέλλεται.
Γ. Κατά τις εορτές του Πάσχα, οι διάδικοι θα έχουν την ανήλικη μαζί τους έκαστος εκ περιτροπής με τον άλλο, κατ’ έτος μία από τις ακόλουθες περιόδους։
(iii) από Μ. Παρασκευή η ώρα 12.00 μ.μ. μέχρι Κυριακή του Πάσχα η ώρα 5.00 μ.μ. ή
(iv) από Παρασκευή της Διακαινησίμου η ώρα 12.00 μ.μ. μέχρι την Κυριακή του Θωμά η ώρα 5.00 μ.μ.
Τον πρώτο χρόνο έκδοσης του διατάγματος, ο Καθ’ ου η Αίτηση θα ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του την 2η περίοδο.
Όταν η ανήλικη θα είναι με την αιτήτρια, το δικαίωμα επικοινωνίας του Καθ’ ου η Αίτηση θα αναστέλλεται.
Δ. Κατά τις θερινές διακοπές, οι διάδικοι θα έχουν την ανήλικη μαζί τους από τέσσερις συνεχόμενες ημέρες έκαστος κατά τον μήνα Ιούλιο και τέσσερις συνεχόμενες ημέρες κατά τον μήνα Αύγουστο, αφού μία βδομάδα προηγουμένως, ο κάθε διάδικος θα ενημερώσει τον άλλο προφορικά.
Νοείται ότι όταν η ανήλικη θα είναι με την Αιτήτρια, το δικαίωμα επικοινωνίας του Καθ’ ου η Αίτηση θα αναστέλλεται.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση διατάσσεται να παραλαμβάνει την ανήλικη στην έναρξη του δικαιώματος του και να την επιστρέφει στην λήξη του από και στον τόπο διαμονής της ανήλικης, ως ανωτέρω.
Η Αιτήτρια διατάσσεται όπως παραδίδει στον Καθ’ ου η Αίτηση την ανήλικη στην έναρξη του δικαιώματος του και την παραλαμβάνει στην λήξη του από και στον τόπο διαμονής της ανήλικης ως ανωτέρω».
6. Ακολούθως, ο Αιτητής αναφέρει ότι όπως φαίνεται μέσα από τον φάκελο του Δικαστηρίου, το πιο πάνω διάταγμα επιδόθηκε προσωπικά στην Καθ’ ης η Αίτηση στις 22/02/2024. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι όπως φαίνεται στο πιο πάνω διάταγμα, αυτό εκδόθηκε στην παρουσία της Καθ’ ης η Αίτηση και άρα η ίδια έλαβε γνώση του διατάγματος και ενημερώθηκε για αυτό, αφού ήταν παρούσα κατά την έκδοση του.
7. Είναι η θέση του Αιτητή, ότι η Καθ’ ης η Αίτηση επανειλημμένα, αδικαιολόγητα, ηθελημένα και σκοπίμως παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του διατάγματος, με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να ασκήσει το διάταγμα επικοινωνίας του. Αρκετές φορές του ανέφερε ότι δεν φοβάται τους δικαστές και κανένα Δικαστήριο και ότι το παιδί είναι δικό της και θα κάνει ότι θέλει.
8. Ειδικότερα, ο Αιτητής αναφέρει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση, όπως προκύπτει στην αναλυτική βεβαίωση αναφορών/καταγγελιών της αστυνομίας ημερομηνίας 16/04/2024 (ήτοι το Τεκμήριο Δ) σχετικά με τις πιο πάνω παρακοές, ισχυρίζεται αδικαιολόγητα και παράτυπα ότι είναι η ίδια η ανήλικη που δεν επιθυμεί να επικοινωνεί ή να διανυκτερεύει μαζί του τις ημέρες και ώρες που ορίζει το διάταγμα.
9. Ειδικότερα, η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίστηκε ότι σε συγκεκριμένες ημερομηνίες το ανήλικο τέκνο τους ήταν άρρωστο ή αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας, με σκοπό να του περιορίσει τα δικαιώματα επικοινωνίας του. Ο Αιτητής αναφέρει ακόμα ότι η Καθ’ ης δεν μπορεί να ξεχωρίσει ή και να κατανοήσει ή και να τηρήσει τις πρόνοιες του διατάγματος περιορίζοντας τα γονικά δικαιώματα επικοινωνίας με το τέκνο του. Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι αρκετές φορές η Καθ’ ης η Αίτηση επηρεάζει την ανήλικη θυγατέρα τους αρνητικά εις βάρος του, καθιστώντας την ένα άβουλο ον προσπαθώντας να την κάνει εχθρική απέναντι του.
10. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι πέραν από τις ημερομηνίες σε σχέση με τις αναφερόμενες παρακοές διατάγματος από την πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση (βλ. Τεκμήριο Δ) αυτή προέβη επιπρόσθετα σε παρακοή του κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες։ 09/12/2023, 08/01/2024, 31/01/2024, 07/02/2024 και 18/03/2024.
11. Ακολούθως, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση συνεχίζει να μην συμμορφώνεται με το διάταγμα μέχρι και σήμερα. Σε όλες τις περιπτώσεις που η Καθ’ ης η Αίτηση παραβίαζε το διάταγμα προέβαινε σε σχετικές καταγγελίες στην αστυνομία. Κατέθεσε ως Τεκμήριο Β, βεβαίωση αναφορών/καταγγελιών στην αστυνομία σε σχέση με τις πιο πάνω παρακοές ημερομηνίας 05/01/2024.
12. Στην συνέχεια της ένορκης δήλωσης του, ο Αιτητής αναφέρει ότι μέσω επιστολής των δικηγόρων του ημερομηνίας 13/02/2024 (βλ. Τεκμήριο Γ της ένορκης δήλωσης του) ενημέρωσε τους δικηγόρους της Καθ’ ης η Αίτηση καθώς και το Γραφείο Ευημερίας σχετικά με την συνεχιζόμενη παρακοή του διατάγματος από αυτήν, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Περαιτέρω, ο Αιτητής αναφέρει ότι ζήτησε με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 03/04/2024, αναλυτική βεβαίωση αναφορών/καταγγελιών σχετικά με τις εν λόγω παρακοές του διατάγματος από την πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση (βλ. Τεκμήριο Δ).
13. Υποστηρίζει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση με τις πράξεις ή παραλείψεις της παρεμποδίζει ηθελημένα την εφαρμογή του δικαιώματος επικοινωνίας με το τέκνο του, η οποία είναι σήμερα οκτώ ετών και πέντε μηνών, διευκρινίζοντας ότι θα δοθεί λεπτομερέστατη αναφορά κατά την ακροαματική διαδικασία.
14. Ισχυρίζεται ότι οι πιο πάνω αναφερόμενες ενέργειες της Καθ’ ης η Αίτηση συνιστούν κατάφωρη παραβίαση του διατάγματος ημερομηνίας 13/12/2018 και περιφρόνηση του Δικαστηρίου η οποία επιβάλλει την τιμωρία της.
(III) ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ։
15. Η αίτηση και η ένορκη δήλωση του Αιτητή, συνάντησαν την ένσταση της Καθ΄ ης η Αίτηση ημερομηνίας 02/10/2024, στην οποία προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ένστασης:
1. Οι ισχυριζόμενες παραβιάσεις του διατάγματος τίθενται και βασίζονται σε ψευδείς ισχυρισμούς, απόκρυψη στοιχείων και της αλήθειας και σε αλλοιωμένα πραγματικά γεγονότα.
2. Δεν υπήρξε από πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση πρόθεση καταστρατήγησης του διατάγματος.
3. Δεν υφίστανται τα συστατικά στοιχεία του ισχυριζόμενου αδικήματος της παρακοής.
16. Η ένσταση της Καθ’ ης η Αίτηση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση της ιδίας ημερομηνίας 02/10/2024, στην οποία γίνεται παράθεση των δικών της θέσεων και ισχυρισμών.
17. Αρχικά, η Καθ’ ης η Αίτηση αρνείται ότι υπήρξε εκ μέρους της καταστρατήγηση του διατάγματος ημερομηνίας 13/12/2018. Ισχυρίζεται ότι το ανήλικο τέκνο της για άγνωστους λόγους, δυστυχώς αρνείται επίμονα να ακολουθήσει τον Αιτητή, παρά τις πολλές πιέσεις που ασκεί η ίδια. Σε όλες τις ισχυριζόμενες ημερομηνίες παρακοής που αναφέρει ο Αιτητής, εντελώς απρόβλεπτα και ενώ είχε έτοιμο το παιδί για σκοπούς επικοινωνίας, για λόγους οι οποίοι αφορούν τον Αιτητή και ο ίδιος μόνο μπορεί να γνωρίζει, το παιδί αρνήθηκε να τον ακολουθήσει παρά τις υποδείξεις και προτροπές της.
18. Περαιτέρω, η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής παραλείπει σκόπιμα να αναφέρει στην ένορκη δήλωση του, ότι και ο ίδιος έχει διαπιστώσει ότι η ανήλικη θυγατέρα τους δεν επιθυμεί από μόνη της να πηγαίνει μαζί του και παρόλα αυτά μεταβαίνει στην αστυνομία επανειλημμένα και ισχυρίζεται ότι αυτή επηρεάζει αρνητικά την ανήλικη. Εντούτοις, στις καταγγελίες στις οποίες προβαίνει στην αστυνομία, αναφέρει ότι η θυγατέρα του δεν θέλει να πάει μαζί του, όπως φαίνεται στο τεκμήριο Δ (βεβαίωση αναφορών/καταγγελιών στην αστυνομία) το οποίο συνοδεύει την ένορκη δήλωση του Αιτητή ημερομηνίας 09/05/2024.
19. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής παραλείπει εσκεμμένα να αναφέρει στην ένορκη δήλωση του, ότι παρά την άρνηση της ανήλικης, στην παρουσία του προβαίνει σε άπειρες προσπάθειες για να πείσει την ανήλικη να πάει μαζί του και την προτρέπει έντονα για αυτό, αναφέροντας της ότι πρέπει να πάει και ότι θα περάσει όμορφα με τον πατέρα της, ενώ ο ίδιος παραμένει απαθής και δεν καταβάλλει καμία προσπάθεια να μιλήσει στην ανήλικη και να την πείσει να πάει μαζί του.
20. Ισχυρίζεται επίσης, ότι οι προαναφερόμενοι ισχυρισμοί της επιβεβαιώνονται μέσα από το τεκμήριο Δ, το οποίο επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση του Αιτητή ημερομηνίας 09/05/2024, όπου ρητά ο ίδιος αναφέρει ότι η ανήλικη θυγατέρα του δεν επιθυμούσε την επικοινωνία μαζί του και μάλιστα όταν στις 03/02/2024 ο Αιτητής την ρώτησε τον λόγο, η ανήλικη ανέφερε ότι δεν ξέρει γιατί. Παρόλα αυτά, ο ίδιος κατέληξε στο αυθαίρετο και λανθασμένο συμπέρασμα ότι η Καθ’ ης η Αίτηση την επηρεάζει αρνητικά εναντίον του.
21. Είναι η θέση της Καθ’ ης η Αίτηση, ότι σε όλες τις καταγγελίες οι οποίες έγιναν στην αστυνομία, σημειώνεται από τους αρμόδιους επί καθήκοντι αστυνομικούς, ότι το ανήλικο τέκνο τους δεν ήθελε να πάει μαζί του και είτε του το έλεγε η ίδια ή του το ανέφερε η μητέρα της. Υποστηρίζει ότι ουδέποτε έγινε καταγγελία ότι η Καθ’ ης η Αίτηση δεν την άφησε να πάει με τον πατέρα της, με εξαίρεση δύο περιπτώσεις κατά τις οποίες η ανήλικη ήταν άρρωστη, ήτοι στις 05/02/2024 ημερομηνία κατά την οποία η ανήλικη είχε μόλυνση στο αυτί και στις 16/03/2024 ημερομηνία κατά την οποία η ανήλικη είχε πυρετό, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να βγει από το σπίτι.
22. Υποστηρίζει εν προκειμένω, ότι ούτε σε αυτές τις περιπτώσεις δεν επέδειξε ο Αιτητής κάποια ευαισθησία και ούτε κάνει κάποια προσπάθεια για να βοηθήσει την κατάσταση και να κερδίσει την εμπιστοσύνη της ανήλικης, σεβόμενος τις στιγμές τις οποίες αυτή είναι άρρωστη ή υπάρχει πραγματική αδυναμία να μεταβεί μαζί του, παρά μόνο προβαίνει σε συνεχείς καταγγελίες στην αστυνομία προκαλώντας μεγαλύτερη αναστάτωση στο τέκνο τους.
23. Αρνείται κατηγορηματικά τον ψευδή ισχυρισμό του Αιτητή, ότι δηλαδή ανέφερε ότι είναι δικό της το παιδί και θα κάνει ότι θέλει, ούτε ποτέ ανέφερε ότι δεν φοβάται τους δικαστές και κανένα Δικαστήριο, επιθυμώντας να την παρουσιάσει ως ένα άτομο το οποίο δεν σέβεται και δεν τηρεί τους νόμους.
24. Αντιθέτως, η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να τηρείται το διάταγμα. Επιπρόσθετα, όπως φαίνεται και πάλι από το τεκμήριο Δ, το οποίο επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση του Αιτητή ημερομηνίας 09/05/2024, όποτε επικοινώνησε μαζί της η αστυνομία σε σχέση με την άρνηση της ανήλικης να μεταβεί με τον πατέρα της, έχει αναφέρει ότι προτρέπει συνεχώς την ανήλικη να έχει καλές σχέσεις με τον πατέρα της και προσπαθεί να την πείσει να πάει μαζί του, πλην όμως η ίδια δεν θέλει να πάει γιατί όπως ισχυρίζεται της συμπεριφέρεται με άσχημο τρόπο και είναι αυστηρός μαζί της.
25. Καταληκτικά, η Καθ’ ης η Αίτηση δηλώνει πρόθυμη να προσφέρει στο ανήλικο τέκνο τους κάθε βοήθεια για να συνεχιστεί η επικοινωνία της με τον Αιτητή. Αναφέρει ότι ήδη με μεγάλη προσπάθεια και πίεση από την πλευρά της, η ανήλικη άρχισε από τον Ιούνιο 2024 τις επισκέψεις στον Αιτητή πατέρα της ως οι ώρες και μέρες του σχετικού διατάγματος. Για τους πιο πάνω λόγους, είναι η θέση της ότι η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί με έξοδα εναντίον του Αιτητή.
(IV) ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ։
26. Η υπακοή προς τα διατάγματα των Δικαστηρίων είναι υψίστης σημασίας, αφού αποτελεί τον θεμέλιο λίθο του κράτους δικαίου. Η νομολογία έχει τονίσει επανειλημμένα τη μεγάλη σοβαρότητα των υποθέσεων παρακοής. Στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Μαυρονικόλα ν. Ξάνθου (2011) 1 Α.Α.Δ. στην σελ. 297 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά։
«Πιστεύουμε ότι δεν θα ήταν πλεονασμός να επιβεβαιώσουμε, για μια ακόμη φορά, την αναγκαιότητα συμμόρφωσης προς τα δικαστικά διατάγματα. Σε αντίθετη περίπτωση, το κράτος δικαίου επί του οποίου θεμελιώνονται τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των ατόμων και εδράζεται η απαίτηση του κοινωνικού συνόλου, για εφαρμογή του νόμου και της τάξης σε μια δημοκρατική κοινωνία, θα κατέρρεε (Photiou v. Hadjiforados (1988) 1 C.L.R. 384)».
27. Η διαδικασία η οποία ακολουθείται προς αντιμετώπιση και τιμωρία ενός παραβάτη σε περίπτωση παρακοής είναι ιδιόμορφης φύσεως. Και τούτο, διότι ενώ εντάσσεται στο πεδίο αστικής δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου, η στοιχειοθέτηση και απόδειξη της κατηγορίας συναρτώνται με τα θέσμια και τους κανόνες της ποινικής δίκης. Όπως υποδεικνύεται στην απόφαση που εκδόθηκε στην Έφεση του Οικογενειακού Δικαστηρίου αρ. 153 Χρ. Κώστα -και- Ελένης Κώστα, ημερομηνίας 17/2/2003, επανατονίζεται ότι η φύση της διαδικασίας είναι οιονεί ποινική και το αίτημα για ανυπακοή διατάγματος του Δικαστηρίου αποβλέπει στην τιμωρία του παραβάτη.
28. Το δικαιοδοτικό πλαίσιο που παρέχει στο Δικαστήριο την εξουσία για εξαναγκασμό σε συμμόρφωση με τις αποφάσεις και τα διατάγματά του, δια της φυλάκισης ενός προσώπου που βρίσκεται σε ανυπακοή, καθορίζεται από το άρθρο 162 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο προνοεί ρητά τα ακόλουθα։
«Το Ανώτατον Δικαστήριον κέκτηται δικαιοδοσίαν να επιβάλλη ποινάς ένεκεν περιφρονήσεως του Δικαστηρίου τούτου και παν έτερον δικαστήριον της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων και των κατά το άρθρον 160 ιδρυομένων υπό κοινοτικού νόμου τοιούτων, έχει εξουσίαν να διατάσση την φυλάκισιν οιουδήποτε προσώπου μη υπακούντος εις απόφασιν ή διαταγήν αυτού μέχρι της συμμορφώσεως αυτού προς την απόφασιν ή διαταγήν ταύτην, εν πάση όμως περιπτώσει η φυλάκισις δεν δύναται να υπερβή τους δώδεκα μήνας».
29. Επιπρόσθετα, τίθεται εν προκειμένω σε εφαρμογή και η Δ.42Α των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με βάση την οποία θεμελιώνεται το θεσμικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η αίτηση για την τιμωρία των μη συμμορφούμενων προς την απόφαση ενός Δικαστηρίου. Μία από τις βασικές προϋποθέσεις, για την στοιχειοθέτηση υπόθεσης περιφρόνησης του Δικαστηρίου, αποτελεί η προηγούμενη προσωπική επίδοση του διατάγματος συνοδευόμενου από προειδοποίηση για τις συνέπειες της παρακοής, δηλαδή με την οπισθογράφηση, όπως ακριβώς προνοεί η παρ. 1 και 2 της Δ.42(Α) των Θεσμών.
30. Στην απόφαση στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 1085, υποδείχθηκαν τα ακόλουθα σε σχέση με το ζήτημα της επίδοσης και της οπισθογράφησης ενός διατάγματος։
«Στην Antonis Mouzouris and Another v. Xylophagou Plantations Ltd. (1977) 1 C.L.R. 287, διευκρινίστηκε και, σε σειρά μεταγενέστερων αποφάσεων, βεβαιώθηκε ότι η επίδοση συντεταγμένου διατάγματος δικαστηρίου, οπισθογραφημένου με προειδοποίηση για τις συνέπειες που ενέχει η παρακοή του, αποτελεί προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση κατηγορίας για παρακοή του υπό κρίση διατάγματος του Δικαστηρίου».
31. Κρίνω ορθό να αναφέρω ότι η Δ. 42Α των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζεται κατ’ αναλογία από τα Οικογενειακά Δικαστήρια, σύμφωνα με τον Κανονισμό 11 του Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1990.
32. Στην καθοδηγητική απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση Krashias Shoe Factory Ltd v. Adidas (1989) 1 Α.Α.Δ (Ε) 750, επισημαίνεται ότι για να υπάρχει αστική καταφρόνηση διατάγματος του Δικαστηρίου θα πρέπει να πληρούνται οι πιο κάτω προϋποθέσεις:
«(α) Επιβεβαίωση ότι οι όροι του διατάγματος είναι καθαροί και σαφείς.
(β) Ότι ο καθ? ου η αίτηση είχε τη δέουσα και σωστή γνώση των όρων του διατάγματος και
(γ) ότι αποδείχθηκε παράβαση των όρων του διατάγματος.»
33. Στο σύγγραμμα του Σ. Λιασίδη ‘’Οι Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί’’ Τόμος 4 στην σελ. 1505, συνοψίζονται οι απαραίτητες προϋποθέσεις που θα πρέπει να συνυπάρχουν για να κριθεί ένα πρόσωπο ως ένοχο παρακοής։
«(α) Η έκδοση του διατάγματος και ο καθορισμός του χρόνου εντός του οποίου θα πρέπει να υπάρξει συμμόρφωση.
(β) Ο καθορισμός του τόπου, στην περίπτωση που παρίσταται ανάγκη προσδιορισμού του, όπου η διατασσόμενη ενέργεια θα πρέπει να εκτελεστεί.
(γ) Η προσωπική επίδοση του οπισθογραφημένου διατάγματος στον Καθ’ ου η Αίτηση.
(δ) Η ηθελημένη ανυπακοή στις πρόνοιες του διατάγματος από τον Καθ’ ου η Αίτηση.
(ε) Η απόδειξη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας του αδικήματος.»
34. Στην αγγλική υπόθεση J (Children) [2015] EWCA Civ 1019, ημερομηνίας 07/10/2015, το Δικαστήριο συνόψισε τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να εξετάζονται σε αιτήσεις παρακοής ως εξής։
«-the judge should first identify precisely what the order requires the defendant to do;
-he or she should then determine whether the defendant has done what he was required to do;
-if he has not, the judge should determine whether or not it was in his power to have done so;
-the burden of proof lies on the applicant throughout;
-the standard of proof is the criminal standard;
-if the judge finds the defendant guilty, then the judgement should set out what the defendant has failed to do and the finding that he had the ability to do it».
35. Όσον αφορά το μέτρο απόδειξης της παρακοής δικαστικού διατάγματος, είναι εκείνο που εφαρμόζεται στις ποινικές υποθέσεις, αφού η παρακοή θα πρέπει να αποδεικνύεται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Όπως έχει επισημανθεί στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Μ. Παπαχρυσοστόμου v. Μ. Σιδερά (1993) 1 Α.Α.Δ. 309:
«Παρά τον αστικό χαρακτήρα της διαδικασίας για καταφρόνηση και τον μανδύα της πολιτικής δικαιοδοσίας που την περιβάλλει, το αίτημα για καταδίκη για ανυπακοή διατάγματος του δικαστηρίου αποβλέπει στην τιμωρία του παραβάτη. Κατά συνέπεια η αίτηση για καταδίκη προσλαμβάνει το χαρακτήρα κατηγορίας η απόδειξη της οποίας υπόκειται στους κανόνες που διέπουν την απόδειξη ποινικού αδικήματος, δηλαδή απόδειξη της κατηγορίας γενικά και των συστατικών της στοιχείων ειδικότερα, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας».
36. Το δε βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους του Αιτητή. Στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Ν. Ιακώβου ν. Α. Γεωργίου, Έφεση αρ. 4/14, 02/06/2017, επισημάνθηκε ότι։
«Το αποδεικτικό βάρος το φέρει ο Αιτητής ο οποίος έχει την υποχρέωση να αποδείξει τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η Αίτηση του και να ικανοποιήσει το Δικαστήριο, στον απαιτούμενο βαθμό και στην διαπίστωση της βεβαιότητας της ενοχής του Καθ’ ου, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας».
37. Όπως εύστοχα έχει τονιστεί στην Antonis Mοuzouris & Another v. Xylophaghou Plantations Ltd (1977(1) C.L.R 287, για να στοιχειοθετηθεί η καταφρόνηση πρέπει να αποδειχθεί ηθελημένη ανυπακοή προς το διάταγμα του Δικαστηρίου. Το αποτέλεσμα της ανυπακοής αφ΄ εαυτού δεν αρκεί, πρέπει να συνοδεύεται από πρόθεση καταστρατήγησης του διατάγματος του Δικαστηρίου.
38. Ουσιαστικά συνάγεται ότι, απαιτείται η απόδειξη ηθελημένης παράλειψης συμμόρφωσης με το διάταγμα, η οποία να μην οφείλεται σε αδυναμία εκτέλεσης του. Σε περίπτωση που προβάλλεται ως υπεράσπιση η αδυναμία συμμόρφωσης με το εκδοθέν διάταγμα, η αδυναμία αυτή απαραιτήτως πρέπει να διαπιστώνεται ως πραγματικό γεγονός (βλ. Έπαρχος Πάφου ν. Κωνσταντίνου (2009) 2 Α.Α.Δ. 594). Εν προκειμένω, το βάρος απόδειξης της αδυναμίας αυτής μετατίθεται και πλέον βαρύνει αυτόν προς τον οποίο απευθύνεται το διάταγμα και ο οποίος προβάλλει το γεγονός της εν λόγω αδυναμίας. (βλ. Yugos Finance BV v. Halebay Holdings Limited (2009) 1 A.A.Δ. 569).
39. Παραθέτω χαρακτηριστικό απόσπασμα από την απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση Κωνσταντίνου v. Ξιούρου (2014) Α.Α.Δ. 1 σελ. όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Πριν τελειώσουμε επιθυμούμε να προβούμε σε κάποιες παρατηρήσεις αναφορικά με την παρακοή διαταγμάτων επικοινωνίας γονέων με τα ανήλικα τέκνα τους, τα οποία δεν ζουν μαζί τους. Τα διατάγματα αυτά εκδίδονται κατά κύριο λόγο προς όφελος των ανηλίκων τέκνων εφόσον αναγνωρίζεται η μεγάλη σημασία της επικοινωνίας των ανηλίκων τέκνων και με τους δύο γονείς τους, παρά το χωρισμό των γονέων. Σε περίπτωση που ο γονέας, που διατάσσεται να συμμορφωθεί με διάταγμα επικοινωνίας του ανήλικου τέκνου του με τον άλλο γονέα, προβάλλει κάποια δικαιολογία για τη μη συμμόρφωση του, το βάρος το έχει εκείνος που προβάλλει τη δικαιολογία να αποδείξει ότι αυτή είναι εύλογη, υπό τις περιστάσεις, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Αυτό, αντίθετα με τον αιτητή που ισχυρίζεται παρακοή διατάγματος του δικαστηρίου, ο οποίος θα πρέπει να αποδείξει τον ισχυρισμό του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας»
40. Αντλώ επίσης καθοδήγηση από το σύγγραμμα «The Law of Contempt, Borrie and Lowe», όπου στην σελίδα 322 αναφέρονται τα ακόλουθα σχετικά:
«it is the duty of the defendants to find out the proper means of obeying the order and although it may be a defence to show that compliance with the order was impossible, the burden of proving such impossibility is upon the defendants».
41. Περαιτέρω, στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου με αρ. 22/2009 Δρόσος Μιχαηλίδης -και- Margita Μιχαηλίδου Poliakova ημερομηνίας 24/02/2011, αποφασίστηκε πως πρέπει να ικανοποιηθεί τόσο η αντικειμενική υπόσταση (actus reus) του αδικήματος, όσο και η υποκειμενική υπόστασή του (mens rea), όπως προδιαγράφεται στο Άρθρο 42 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60).
(V) ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ & ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ։
42. Προχωρώ πλέον στην εξέταση της παρούσης Αίτησης, έχοντας υπόψη μου τις προαναφερόμενες αρχές, την σχετική νομολογία, το μαρτυρικό υλικό που έχω ενώπιον μου στην βάση των ενόρκων δηλώσεων των διαδίκων, αλλά και των τεκμηρίων που έχουν κατατεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.
43. Από την προσκομισθείσα μαρτυρία προκύπτει ότι, οι δικονομικές προϋποθέσεις που προνοούνται στη Δ.42Α των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, πληρούνται εις ολόκληρο.
44. Ειδικότερα, ανατρέχοντας στον φάκελο της παρούσης υπόθεσης διαπιστώνω ότι, τόσο το επίδικο διάταγμα ημερομηνίας 13/12/2018 όσο και η υπό κρίση αίτηση επιδόθηκαν δεόντως στην Καθ’ ης η αίτηση προσωπικά στις 22/02/2024 το πρώτο, όπως διαπιστώνεται μέσα από το Τεκμήριο Α, που συνοδεύει την ένορκη δήλωση του Αιτητή και στις 15/05/2024 η δεύτερη μαζί με την κλήση μάρτυρος.
45. Επιπρόσθετα, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι η επίδοση του διατάγματος στην Καθ’ ης η Αίτηση, ήτοι στις 22/02/2024 προηγήθηκε των συγκεκριμένων πράξεων ή παραλείψεων που οδήγησαν στην φερόμενη καταφρόνηση του, κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες։ Στις 28/02/2024, 02/03/2024, 04/03/2024, 06/03/2024, 14/03/2024, 16/03/2024, 20/03/2024, 27/03/2024, 30/03/2024, 01/04/2024, 10/04/2024, 13/04/2024 και στις 18/03/2024 (βλ. Α. Ονουφρίου ν. J. Bye, Εφ, Αρ. 7/2005 Δ.Ο.Δ. (2007) 1 Α.Α.Δ. 317).
46. Δεν διαπιστώνω το ίδιο για τις ακόλουθες ημερομηνίες που επικαλέστηκε ο Αιτητής ότι δεν κατέστη εφικτή η επικοινωνία με την ανήλικη θυγατέρα του, αφού αυτές αφορούν προγενέστερο της επίδοσης χρονικό στάδιο, ήτοι για τις 19/08/2019, 14/08/2023, 20/01/2024, 22/01/2024, 24/01/2024, 01/02/2024, 03/02/2024, 05/02/2024, 17/02/2024, 09/12/2023, 08/01/2024, 31/01/2024 και 07/02/2024. Συνεπώς, κρίνω ότι η Καθ’ ης η Αίτηση θα πρέπει να απαλλαχθεί σε σχέση με τις προαναφερόμενες ημερομηνίες.
47. Αναφορικά με το ζήτημα της επαρκούς και ορθής οπισθογράφησης, μελετώντας το διάταγμα που εκδόθηκε εκ συμφώνου στις 13/12/2018, διαπιστώνω ότι διαφαίνεται στο κάτω μέρος του στην τελευταία του σελίδα, η προβλεπόμενη οπισθογράφηση με το ορθό λεκτικό και του οποίου οι όροι είναι σαφείς και επιβλητοί, αφού εμπεριέχει ξεκάθαρη πρόνοια για άμεση επιβολή φυλάκισης ή κατάσχεσης περιουσίας των διαδίκων, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με το διάταγμα.
48. Επιπρόσθετα, διαπιστώνω ότι οι όροι του διατάγματος είναι αρκετά σαφείς, κατανοητοί και ορθά διατυπωμένοι, ενώ καθορίζουν ρητά τον χρόνο, τρόπο και τόπο παράδοσης-παραλαβής της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων. Σε κάθε περίπτωση, τα πιο πάνω δεν έχουν αμφισβητηθεί από την πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση, μέσα από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση της, ενώ να τονιστεί ότι από το κείμενο του διατάγματος ημερομηνίας 13/12/2018, διαφαίνεται ότι αυτό εκδόθηκε εκ συμφώνου από τους διαδίκους.
· Η αντικειμενική υπόσταση։
49. Στα πλαίσια εξακρίβωσης της αντικειμενικής υπόστασης του υπό εξέταση αδικήματος, θα πρέπει το Δικαστήριο να αξιολογήσει τα πραγματικά περιστατικά που διαδραματίστηκαν σε κάθε ημερομηνία ισχυριζόμενης καταφρόνησης ξεχωριστά.
50. Από την μία, ο Αιτητής υποστηρίζει μέσα από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση του, ότι η Καθ’ ης η Αίτηση επανειλημμένα, αδικαιολόγητα, ηθελημένα και σκοπίμως παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του διατάγματος, με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να ασκήσει το διάταγμα επικοινωνίας του. Παραπέμπει στην αναλυτική κατάσταση των καταγγελιών του στην αστυνομία για τις επίδικες ημερομηνίες (βλ. Τεκμήριο Δ) αναφέροντας τους ισχυρισμούς της Καθ’ ης η Αίτηση ότι η ανήλικη δεν επιθυμεί να επικοινωνεί ή να διανυκτερεύει μαζί του τις ημέρες και ώρες που καθορίζει το επίδικο διάταγμα.
51. Επιπρόσθετα, μέσα από την ένορκη του δήλωση ο Αιτητής αναφέρει ότι σε συγκεκριμένες ημερομηνίες, χωρίς να αναφέρει ποιες συγκεκριμένα, κατά τις οποίες αυτός έπρεπε να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του, η Καθ’ ης ισχυρίστηκε ότι η ανήλικη ήταν άρρωστη ή αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας ώστε να του περιορίσει τα γονικά δικαιώματα επικοινωνίας του με το παιδί του. Περαιτέρω, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι αρκετές φορές η Καθ’ ης η Αίτηση επηρεάζει αρνητικά την ανήλικη εναντίον του, καθιστώντας την ένα άβουλο ον και προσπαθώντας να την κάνει εχθρική απέναντι του. Τονίζει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση με τις πράξεις ή παραλείψεις της παρεμποδίζει ηθελημένα την εφαρμογή του επίδικου διατάγματος και εξακολουθεί να μην συμμορφώνεται με αυτό μέχρι και σήμερα.
52. Από την άλλη πλευρά, η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται μέσα από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση της, ότι δεν υπήρξε ποτέ καταστρατήγηση του επίδικου διατάγματος από αυτήν και ότι η ανήλικη θυγατέρα τους αρνείται επίμονα να ακολουθήσει τον Αιτητή παρά τις πιέσεις, υποδείξεις και προτροπές της. Αναφέρει επίσης, ότι παρά την άρνηση της ανήλικης, στην παρουσία του πατέρα της, την παροτρύνει να τον ακολουθήσει, όμως αυτός παραμένει απαθής και δεν καταβάλλει καμία προσπάθεια για να μιλήσει στην θυγατέρα του και να την πείσει να πάει μαζί του. Υποστηρίζει ότι σε δύο περιπτώσεις που ήταν άρρωστη η ανήλικη, δεν επέδειξε κάποια ευαισθησία και προέβη σε καταγγελίες στην αστυνομία για παρακοή του επίδικου διατάγματος. Ακολούθως, η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται ότι η ανήλικη θυγατέρα τους δεν επιθυμεί να ακολουθήσει τον πατέρα της, διότι το παιδί της ανέφερε ότι αυτός είναι αυστηρός μαζί της και της συμπεριφέρεται με άσχημο τρόπο.
53. Αρχικά, το Δικαστήριο θα πρέπει να προβεί σε εξέταση των σχετικών όρων του διατάγματος που ισχύουν και εφαρμόζονται στην παρούσα, ούτως ώστε να καταλήξει εάν στις επίδικες ημερομηνίες υπήρχε πράγματι δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή με την ανήλικη θυγατέρα του. Έχω εξετάσει με προσοχή όλες τις πιο πάνω ημερομηνίες κατά τις οποίες ο Αιτητης υποστηρίζει ότι υπήρξε από πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση ηθελημένη καταφρόνηση του επίδικου δικαστικού διατάγματος, λαμβάνοντας υπόψη και τις πρόνοιες του επίδικου διατάγματος, όπως τις ανέλυσα πιο πάνω.
54. Προβαίνοντας σε υπολογισμό των ημερών επικοινωνίας του Αιτητή με το ανήλικο τέκνο του, με βάση το ημερολογιακό έτος, διαπίστωσα ότι αυτός πράγματι είχε δικαίωμα να ασκήσει επικοινωνία με την ανήλικη θυγατέρα του στην βάση των προνοιών του επίδικου διατάγματος, σε όλες τις ημερομηνίες που ισχυρίζεται πλην μίας, ήτοι στις 14/03/2024 που αφορά ημέρα Πέμπτη και όχι Τετάρτη όπως προνοεί το διάταγμα ημερομηνίας 13/12/2018. Συνεπώς, η καταγγελία του Αιτητή για τις 14/03/2024 δεν έχει κανένα έρεισμα και δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσης αίτησης.
55. Μέσα από την ολότητα της μαρτυρίας που παρατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι για όλες τις ημερομηνίες που επικαλείται ο Αιτητής ότι είχε δικαίωμα να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του με την ανήλικη θυγατέρα του στην βάση του επίδικου διατάγματος και αυτό παρεμποδίστηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση, αυτός δεν περιέγραψε ή δεν ανέφερε καθόλου λεπτομέρειες γεγονότων για τα πραγματικά περιστατικά όπως ακριβώς διαδραματίστηκαν κατά τον επίδικο χρόνο.
56. Παρέλειψε να περιγράψει τα γεγονότα όπως τα βίωσε εκείνες τις ημέρες που επικαλείται, αφού δεν ανέφερε για κάθε ημερομηνία ξεχωριστά, ποια ώρα πήγε στην οικία της Καθ’ ης η Αίτηση για να παραλάβει τα τέκνα του, τι διαδραματίστηκε ακριβώς, αν μίλησε με κάποιον, αν βρισκόταν στην οικία της η Καθ’ ης η Αίτηση και το ανήλικο τέκνο του, γιατί δεν έγινε η παράδοση-παραλαβή της θυγατέρας του, αν λέχθηκε κάτι μεταξύ των διαδίκων τηλεφωνικώς ή δια ζώσης, αλλά και γιατί δεν κατέστη δυνατή η επικοινωνία και με ποια δικαιολογία.
57. Το μόνο που αναφέρει ο Αιτητής είναι ότι προέβη σε καταγγελίες για τις προαναφερόμενες ημερομηνίες στην αστυνομία, διότι η Καθ’ ης αρνείται να συμμορφωθεί με το διάταγμα, παραπέμποντας απλά στην αναλυτική βεβαίωση αναφορών/καταγγελιών του ημερομηνίας 16/04/2024 (βλ. Τεκμήριο Δ της ένορκης δήλωσης του) αλλά και σε αυτήν ημερομηνίας 05/01/2024 (βλ. Τεκμήριο Β της ένορκης δήλωσης του) Δηλαδή, αναφέρει μόνο ότι προέβη σε καταγγελίες, χωρίς να αναφέρει καθόλου τα ακριβή γεγονότα και περιστατικά που οδήγησαν στις καταγγελίες αυτές και τι δηλαδή επισυνέβη σε κάθε ημερομηνία ξεχωριστά, ώστε να τεκμηριώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους ισχυρισμούς του.
58. Είναι η θέση μου, ότι ο Αιτητής όφειλε μέσα από την ένορκη δήλωση του και μόνον, να παρουσιάσει θετική και πειστική μαρτυρία για να αποσείσει το βάρος απόδειξης που έφερε και να τεκμηριώσει την ενοχή της Καθ’ ης η Αίτηση πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, κάτι όμως που δεν έπραξε ούτε στον ελάχιστο βαθμό. Δεν αρκεί η παραπομπή στο έντυπο καταγγελιών που προέβη στην αστυνομία όπου ομολογουμένως γίνεται κάποια καταγραφή γεγονότων, στην βάση όσων αναφέρθηκαν από τον Αιτητή στον αστυνομικό σταθμό και με τον τρόπο που μεταφέρθηκαν. Θεωρώ ότι απαιτείται η παράθεση της άμεσης προσωπικής μαρτυρίας του Αιτητή μέσα από την ένορκη δήλωση του, ως την καλύτερη δυνατή μαρτυρία και δεν αρκεί η παρουσίαση ενός εγγράφου, το οποίο σύνταξε κάποια αρμόδια αρχή και στην οποία καταγράφονται κάποια γεγονότα στην βάση όσων μεταφέρθηκαν από τον Αιτητή.
59. Αντλώ καθοδήγηση από το σύγγραμμα των κ.κ. Ερωτοκρίτου και Αρτέμη «Διατάγματα» Α’ Έκδοση 2016, όπου στην σελ. 411 διατυπώνεται η εξής αναφορά σε σχέση με το περιεχόμενο της αίτησης παρακοής։
«Η αίτηση για παρακοή διατάγματος θα πρέπει։
(α) να παραθέτει το μέρος του διατάγματος το οποίο ο Καθ’ ου η Αίτηση παρέβη,
(β) να αναφέρει κάθε ενέργεια η οποία σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του αιτητή ισοδυναμεί με παρακοή δικαστικού διατάγματος,
(γ) να αναφέρει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια συμπεριλαμβανομένων ημερομηνιών, χρόνου, τόπου που σχετίζονται με την παραβίαση» (η υπογράμμιση είναι δική μου).
60. Προφανώς, το βάρος απόδειξης των κατηγοριών για παρακοή διατάγματος το φέρει ο Αιτητής. Στην υπόθεση Yugos Finance κ.α. ν. Halebay Hold Ltd (2013) 1 Α.Α.Δ. 569, επισημάνθηκαν τα ακόλουθα։
«Το βάρος απόδειξης το φέρει ο Αιτητής, ο οποίος και έχει την υποχρέωση να αποδείξει τα γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται η αίτηση του (Krashias Shoe Factory Ltd v. Adidas (1989) 1Ε Α.Α.Δ. 750). Όπως τονίστηκε ιδιαιτέρως στην πιο πάνω απόφαση, η έλλειψη μαρτυρίας που να αποδεικνύει τα αμφισβητούμενα γεγονότα, καθιστά την ετυμηγορία του Δικαστηρίου ακροσφαλή και την οποία απόφαση του υποκείμενη σε ακύρωση» (η υπογράμμιση είναι δική μου).
61. Επιπρόσθετα, στην καθοδηγητική απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Ν. Ιακώβου ν. Α. Γεωργίου Εφ. Αρ. 4/14, ημερομηνίας 02/06/2017, επισημάνθηκε ότι։
«Το αποδεικτικό βάρος το φέρει ο Αιτητής, ο οποίος έχει την υποχρέωση να αποδείξει τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση του και να ικανοποιήσει το Δικαστήριο στον απαιτούμενο βαθμό και στην διαπίστωση της βεβαιότητας της ενοχής του Καθ’ ου, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας».
62. Πέραν των πιο πάνω διαπιστώσεων, η μαρτυρία και οι ισχυρισμοί της Καθ’ ης η Αίτηση όπως παρατέθηκαν μέσα από την ένορκη δήλωση της που συνοδεύει την ένσταση της, περί μη καταφρόνησης του επίδικου διατάγματος για συγκεκριμένους λόγους, παρέμειναν αναντίλεκτοι και δεν αντικρούστηκαν αφού αυτή δεν αντεξετάστηκε στα πλαίσια της ακρόασης της παρούσης, ενώ ούτε καταχωρήθηκε οποιαδήποτε απαντητική-συμπληρωματική ένορκη δήλωση από την πλευρά του Αιτητή.
63. Στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Νεοφύτου -v- Βλάμη Νεοφύτου Έφεση Αρ. 31/2019 ημερομηνίας 17/12/2020, όπου η υπόθεση αφορούσε μη παράδοση των παιδιών στον Αιτητή από τη μητέρα τους, το Εφετείο επικυρώνοντας την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να καταλήξει ότι δεν στοιχειοθετήθηκε το αδίκημα παρακοής πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, επισήμανε τα ακόλουθα։
«Εν προκειμένω, η εφεσίβλητη έδωσε την εκδοχή της χωρίς να αντικρουστεί από τον εφεσείοντα ο οποίος είχε το βάρος απόδειξης. Είναι γι' αυτό το λόγο που το Δικαστήριο, ορθά, κατά την κρίση μας, αναφέρθηκε στην απόφαση Κώστα ν. Κώστα, πιο πάνω. Επρόκειτο για υπόθεση στην οποία, όπως εν προκειμένω δεν δόθηκε μαρτυρία πέραν των ενόρκων δηλώσεων, όπου η εφεσίβλητη αντιστρατευόταν τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα, με αποτέλεσμα να μην υπάρξει ο αναγκαίος βαθμός απόδειξης που απαιτείται σε τέτοιου είδους υποθέσεις».
64. Συνεπώς, στην βάση της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον μου και ελλείψει αντεξέτασης των διαδίκων επί των ενόρκων δηλώσεων τους, κρίνω ότι ο Αιτητής δεν απέδειξε επαρκώς και ικανοποιητικά ότι κατά τις ισχυριζόμενες ημερομηνίες, επισκέφθηκε την οικία της Καθ’ ης η Αίτηση για να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του με την ανήλικη θυγατέρα του και ότι αυτή δεν κατέστη δυνατή. Οι ισχυρισμοί του παρέμειναν γενικοί, αόριστοι, μετέωροι και ατεκμηρίωτοι. Συνεπώς, βρίσκω ότι κατά τις πιο πάνω ημερομηνίες δεν πληρείται η αντικειμενική υπόσταση του υπό εξέταση αδικήματος και άρα η Καθ’ ης θα πρέπει να απαλλαχθεί σε σχέση με αυτές.
· Η υποκειμενική υπόσταση։
65. Με βάση τις πιο πάνω διαπιστώσεις, θεωρώ ότι παρέλκει η εξέταση του αν πληρείται το συστατικό στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος της παρακοής του επίδικου διατάγματος ημερομηνίας 13/12/2018 κατά τις επίδικες ημερομηνίες.
(VI) ΚΑΤΑΛΗΞΗ։
66. Για να στοιχειοθετηθεί η παρακοή ενός δικαστικού διατάγματος, όπως τονίστηκε κατ’ επανάληψη στην σχετική νομολογία, απαιτείται αυτή να αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί τόσο η αντικειμενική υπόσταση όσο και η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της παρακοής της Καθ’ ης η Αίτηση στο επίδικο διάταγμα.
67. Έχω διαπιστώσει ότι σε σχέση με τις ημερομηνίες 28/02/2024, 02/03/2024, 04/03/2024, 06/03/2024, 14/03/2024, 16/03/2024, 20/03/2024, 27/03/2024, 30/03/2024, 01/04/2024, 10/04/2024, 13/04/2024 και στις 18/03/2024, ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να παραθέσει μέσα από την μαρτυρία του οποιεσδήποτε λεπτομέρειες ή οποιαδήποτε έστω αναφορά για το τί έλαβε χώρα εκείνες τις ημέρες και το τι ακριβώς διαδραματίστηκε στην οικία της Καθ’ ης η Αίτηση. Το βάρος απόδειξης της ηθελημένης παρακοής βρισκόταν στους ώμους του Αιτητή, ο οποίος όφειλε να αποδείξει τις θέσεις και ισχυρισμούς που επικαλείτο στην ένορκη του δήλωση, με αξιόπιστη και επαρκή μαρτυρία. Ελλείψει έστω και στοιχειώδους θετικής μαρτυρίας η οποία να τεκμηριώνει τον ισχυρισμό του Αιτητή περί παράλειψης συμμόρφωσης της Καθ’ ης η Αίτηση με τις πρόνοιες του διατάγματος ημερομηνίας 13/12/2018, κρίνω ότι ο εν λόγω ισχυρισμός παρέμεινε έωλος, μετέωρος και ατεκμηρίωτος.
68. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η εν λόγω μαρτυρία του Αιτητή δεν έχει την απαιτούμενη αξιοπιστία και βαρύτητα, ούτως ώστε να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της παρακοής, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Με βάση τα πιο πάνω, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί ούτε η αντικειμενική αλλά ούτε και η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της παρακοής στο επίδικο διάταγμα.
69. Συνεπακόλουθα, η Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) ………………………………………..
Χ. Πογιατζής, Δ.Ο.Δ.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο